του Στάθη Κουβελάκη
Η υψηλού ρίσκου αυτή κίνηση αναδεικνύει με τον πιο σαφή τρόπο την κρισιμότητα της κατάστασης έτσι όπως έχει διαμορφωθεί δύο μήνες μετά την συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Το βασικό, και στην ουσία το μόνο ουσιαστικό, επιχείρημα που είχε τότε διατυπωθεί υπέρ της συμφωνίας ήταν ότι «αγόραζε χρόνο», έστω και με επώδυνο αντίτιμο, έτσι ώστε να προετοιμαστεί με καλύτερους όρους η «μεγάλη διαπραγμάτευση» του καλοκαιριού.
Ο ισχυρισμός ήταν ότι για ένα τετράμηνο η ΕΚΤ θα σταματούσε το «μαρτύριο της σταγόνας» στο οποίο υποβάλλει το τραπεζικό σύστημα, και κατ’επέκταση την οικονομία, από τις 5 Φεβρουαρίου, όταν αποφάσισε να διακόψει τον βασικό μηχανισμό χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών. Διότι όπως είναι πλέον ευρύτερα αποδεκτό, η ελληνική κυβέρνηση σύρθηκε στην υπογραφή αυτής της ετεροβαρούς συμφωνίας υπό το φάσμα της διογκούμενης φυγής καταθέσεων και της απειλούμενης κατάρρευσης των τραπεζών.
Τώρα, με τα δημόσια ταμεία να αδειάζουν, για να μην διακοπεί η εξυπηρέτηση του χρέους και ορισμένων ασυμπίεστων υποχρεώσεων του κράτους, είναι πλέον σαφές, ότι ο μόνος χρόνος που κερδίθηκε, είναι αυτός που λειτουργεί υπέρ των Ευρωπαίων, και ότι η ελληνική πλευρά βρίσκεται εκτεθειμένη στους διαρκώς εντεινόμενους εκβιασμούς τους από μια διαρκώς επιδεινούμενη θέση. Το πρωτοφανές κλίμα του Eurogroup της Ρίγας, με τον Ελληνα ΥΠΟΙΚ να προπηλακίζεται λεκτικά και να λοιδορείται από τους ομολόγους του (ακόμη κι από αυτούς χωρών του βεληνεκούς της… Σλοβενίας) πιστοποιεί με τον πιο εύγλωττο τρόπο, την έκταση της διολίσθησης που έχει συντελεσθεί εντός διμήνου.
Ενα «λάθος»… και η βαθύτερη αιτία του
Σε μια αξιοσημείωτη τοποθέτησή του αυτήν την εβδομάδα, ο αναπληρωτής υπουργός Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε χαρακτηριστικά: «εμείς κάναμε ένα λάθος, όταν μπήκε η υπογραφή στη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, ότι δεν σιγουρέψαμε πως αυτή η συμφωνία θα ήταν το σήμα προς την ΕΚΤ για να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τη ρευστότητα». Το “λάθος” όμως αυτό, που δεν αφορά κάποια δευτερεύουσα όψη αλλά το κεντρικό σημείο της συμφωνίας, δεν είναι προϊόν αβλεψίας. Έχει μια συγκεκριμένη αιτία, που είναι πολιτικού και όχι τεχνικού χαρακτήρα. Η ελληνική πλευρά δεν έλαβε υπ'όψη της αυτό που ήταν προφανές εξ αρχής, ότι η ΕΚΤ και η ΕΕ δεν θα κάθονταν με σταυρωμένα χέρια με μια αριστερή κυβέρνηση απέναντί τους. Το πιο βαρύ όπλο που διαθέτουν είναι αυτό της ρευστότητας, πολύ λογικά και προβλέψιμα λοιπόν προσέφυγαν αμέσως σ’αυτό. Και φυσικά οι δανειστές είχαν και έχουν κάθε λόγο να συνεχίσουν να σφίγγουν τη «θηλειά» (ο όρος είναι του Αλέξη Τσίπρα στην συνέντευξή του στο Der Spiegel στις 7 Μαρτίου) μέχρις ότου οδηγήσουν την ελληνική πλευρά σε πλήρη υποχώρηση – ή στον συντελούμενο στραγγαλισμό.
η ώρα που αναμετριούνται η καταστροφή και η λύτρωση,
η ώρα της μάχης.