Όπως επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωσή της «η κατάθεση του νέου ασφαλιστικού και μίνι φορολογικού νομοσχεδίου πραγματοποιείται σε ένα περιβάλλον ρευστότητας και οικονομικής αβεβαιότητας και νέας καθόδου της επιχειρηματικής δραστηριότητας, κατάσταση για την οποία φέρουν ακέραιη την ευθύνη τόσο η ελληνική κυβέρνηση με τις συνεχείς παλινωδίες της όσο και οι δανειστές με την παρελκυστική πολιτική εξώθησης στα άκρα, οι οποίοι φαίνεται να διατηρούν μια τιμωρητική, πλήρως αντιευρωπαϊκή στον πυρήνα της φιλοσοφία και λογική σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας, τις μεταρρυθμίσεις και τη χάραξη αναπτυξιακής πολιτικής.
Οι κοινωνικοί εταίροι προσέφεραν στη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό συναίνεση ως προς το μέτρο αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, αναλογιζόμενοι την αναγκαιότητα ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και διαμόρφωσης κοινής ενιαίας γραμμής απέναντι στο μέτωπο των δανειστών. Το είχαν πράξει με αίσθημα ευθύνης προκειμένου να αποτραπούν νέες άδικες και υπέρμετρες επιβαρύνσεις.
Με την τροπή που πήρε η διαπραγμάτευση, αυτές οι επιβαρύνσεις δεν αποφεύχθηκαν στον αρχικό σχέδιο συμφωνίας, ενώ αναμένονται και επιπρόσθετα μέτρα.
Στη διάρκεια μάλιστα διαβούλευσης με τους κυβερνητικούς φορείς του προσχεδίου του ασφαλιστικού που είδε το φως της δημοσιότητας τους προηγούμενους μήνες, η ΓΣΕΒΕΕ, είχε επισημάνει τα σοβαρά προβλήματα και τους κινδύνους που θα εγκυμονούσαν από την αβασάνιστη υιοθέτηση και εφαρμογή των νέων προτεινόμενων ρυθμίσεων. Τα προβλήματα αυτά έχουν διττό χαρακτήρα: τόσο σε τεχνικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, ενώ είναι εξαιρετικά αμφίβολα τα αποτελέσματα τους ως προς τους στόχους βιωσιμότητας του ασφαλιστικού και συλλογής εσόδων.
Σήμερα, οι προσδοκίες για μια βιώσιμη λύση του δημοσιονομικού και ασφαλιστικού προβλήματος διέρχονται πάλι μέσα από μια «προκρούστεια» κλίνη αυστηρής λιτότητας», καταλήγει η ανακοίνωση.