ενημέρωση για την υπόθεση, από τον δικηγόρο Θανάση Καμπαγιάννη
Το αίτημα ακύρωσης των εκατοντάδων καταχρηστικών προστίμων είναι πολιτικό καθήκον του μαζικού κινήματος. Αλλά, κομμάτι της πολιτικής μάχης είναι και η δικαστική τους αμφισβήτηση. Ήδη, η κυβέρνηση πιέστηκε και αυτό εκφράστηκε και νομοθετικά: δεν είναι τυχαίο ότι μετά την υποβολή του αιτήματος για την πιλοτική δίκη και το κουρέλιασμα της απαγόρευσης στις 28/1 από τους φοιτητές, η ΚΥΑ της 29/1 συμπεριέλαβε για πρώτη φορά δικαίωμα μετακίνησης σε συνάθροιση, ενώ η τελευταία 6ήμερη απαγόρευση συγκεντρώσεων στα τέλη Ιανουαρίου προέβλεπε αριθμητικό όριο (μια δειλή συνομολόγηση της έλλειψης αναλογικότητας των προηγούμενων ολικών απαγορεύσεων).
Η εκδίκαση της υπόθεσης αποτελεί μια ακόμα απόδειξη ότι ο μόνος τρόπος υπεράσπισης ενός δικαιώματος που παρανόμως απαγορεύεται είναι τελικά η άσκησή του. Ο έλεγχος συνταγματικότητας της απαγόρευσης συναθροίσεων από 15 έως 18 Νοεμβρίου, χωρίς τον κίνδυνο «κατάργησης της δίκης», καθίσταται εφικτός γιατί κάποιοι πολίτες αψήφησαν την απαγόρευση και άσκησαν το δικαίωμα.
Οι δικαστές του ΣτΕ θα έχουν πλέον την υποχρέωση να τοποθετηθούν: το πώς θα αξιοποιήσουν αυτή την ευκαιρία, το αν θα συνταχθούν ή όχι με την υπαρκτή τάση Ανώτατων Δικαστηρίων διεθνώς να οριοθετούν τις ορέξεις της εκτελεστικής εξουσίας εν μέσω πανδημίας, είναι πλέον δική τους επιλογή και ευθύνη.
Περισσότερα μπορείτε να ακούσετε από τους συνηγόρους, στη συνέντευξη τύπου της «Επιτροπής Αλληλεγγύης σε διωκόμενους-ες για την ελευθερία σε κινητοποιήσεις»
Την Παρασκευή 2/4, στις 9πμ, θα υπάρχει συγκέντρωση έξω από το ΣτΕ από την «Επιτροπή Αλληλεγγύης».