«Το 2001 στο νησί μας είχαν έρθει 20 άτομα αφγανικής υπηκοότητας και θυμάμαι ότι είχε γίνει η είδηση της χρονιάς. Το 2015 που ζούμε τώρα, τα πράγματα είναι το άκρως αντίθετο.» Αυτά είναι τα ελάχιστα λόγια που θα πει ο καπετάνιος στο «4.1. Miles» της Δάφνης Ματζιαράκη, όσο τον βλέπουμε να πασχίζει να σώσει τους πρόσφυγες από τη θάλασσα. Το ντοκιμαντέρ βρίσκεται υποψήφιο στα φετινά Όσκαρ στην κατηγορία Ντοκιμαντέρ Μικρού Μήκους. 

Όταν γύρισα σπίτι, στην Ελλάδα, το προηγούμενο φθινόπωρο, για να κάνω μια ταινία για την προσφυγική κρίση, ανακάλυψα μια κατάσταση που δε θα μπορούσα ποτέ να την έχω φανταστεί. Η τιρκουάζ θάλασσα που περιβάλλει το όμορφο ελληνικό νησί της Λέσβου, 4.1 μίλια μόνο από την τουρκική ακτή, είναι αυτές τις μέρες ένα θανατηφόρο πέρασμα, γεμάτο από τρομαγμένους ενήλικες και μικρά παιδιά σε επικίνδυνα 'καρυδότσουφλα'. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου ανθρώπους να ξεφεύγουν από τον πόλεμο ούτε, όμως, και οι κάτοικοι του νησιού. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι δεν υπήρχε στήριξη για αυτές τις οικογένειες ώστε να διαφύγουν με ασφάλεια τον κίνδυνο που τους ανάγκασε να 'ξεριζωθούν'. Το σκηνικό σε στοίχειωνε.

[…]

To λιμενικό, ειδικά όταν ήμουν εκεί, ήταν εντελώς απροετοίμαστο να αντιμετωπίσει τις συνεχείς διασώσεις που έπρεπε να κάνει για να σώσει τους πρόσφυγες από τον πνιγμό στη θάλασσα καθώς προσπαθούσαν να περάσουν από την Τουρκία στην Ευρώπη. Όταν ήμουν εκεί για το ντοκιμαντέρ, η Λέσβος είχε περίπου 40 ντόπιους λιμενικούς, οι οποίοι πριν την προσφυγική κρίση πέρναγαν το χρόνο τους κάνοντας περιπολίες ρουτίνας. Οι περισσότεροι δεν είχαν εκπαίδευση για πρώτες βοήθειες. Τα σκάφη τους δεν είχαν θερμικές κάμερες ή τον απαιτούμενο εξοπλισμό για τέτοιες απίστευτες, έκτακτες καταστάσεις.

Ξαφνικά, το πλήρωμα ανέλαβε την ευθύνη να μη γίνει αυτό το μικρό κομμάτι θάλασσας ένας μαζικός τάφος. […] Οι περισσότεροι επιβάτες [πρόσφυγες], καμιά φορά ακόμα κι αυτοί που οδηγούσαν τη βάρκα, δεν είχαν ξαναδεί θάλασσα στη ζωή τους.

[…]

Ακολούθησα έναν καπετάνιο της ακτοφυλακής για 3 εβδομάδες καθώς έβγαζε τη μια οικογένεια μετά την άλλη, το ένα παιδί μετά το άλλο από το πέλαγος, σώζοντας τις ζωές τους. Όλες οι σκηνές αυτού του ντοκιμαντέρ έχουν γυριστεί σε μια και μόνο μέρα, την 28η Οκτωβρίου 2015.

[…]
 
Κάνοντας αυτό το ντοκιμαντέρ, με συγκλόνισε το πόσο λεπτές είναι οι γραμμές που μας χωρίζουν, οι στιγμές που οι δρόμοι μας διασταυρώνονται φευγαλέα και κοιτάμε ο ένας τον άλλον για πρώτη φορά και συνήθως και τελευταία. Αυτό το ντοκιμαντέρ δείχνει αυτή τη συγκλονιστική στιγμή ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, όπου ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις, φόβους ή προετοιμασία, κάποιοι άνθρωποι θα ξεπεράσουν τον εαυτό τους για να σώσουν έναν ξένο.

Και εγείρει ερωτήματα για τη συλλογική μας ευθύνη, τις επιλογές που όλοι κάνουμε για τους εαυτούς μας και για τους άλλους. Δεν αντιμετωπίζουμε όλοι την προσφυγική κρίση με την ίδια αμεσότητα που το κάνει ο καπετάνιος που απεικονίζεται εδώ. Όσο ο κόσμος μας συνδέεται όλο και περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα γίνεται όλο και πιο βίαιος, όλοι αντιμετωπίζουμε μια επιλογή: θα πράξουμε όπως ο καπετάνιος για να σώσουμε τη ζωή ενός ξένου ή θα στρέψουμε το βλέμμα αλλού;

Από το σημείωμα της Δάφνης Ματζιαράκη στους New York Times. 

Η Δάφνη Ματζιαράκη είναι δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστρια και ζει και εργάζεται στο San Francisco Bay Area ενώ έχει εργαστεί στον «Σκάι» και την «Καθημερινή». 

Στα Όσκαρ φέτος, στην κατηγορία για το Καλύτερο Πρωτότυπο Σενάριο, θα διαγωνιστεί και ο «Αστακός» (The Lobster) του Γιώργου Λάνθιμου, σε σενάριο του ίδιου και του Ευθύμη Φιλίππου.