Ηλιάνα Ζερβού & Νεκταρία Ψαράκη

Ο Αντώνης Νταβανέλος ήταν στο Πολυτεχνείο στις 17 Νοέμβρη του 1973, ενεργό μέλος του τότε φοιτητικού κινήματος που έδωσε το σήμα της εξέγερσης. Ο Αντώνης όμως δε μιλά για «εξέγερση του Πολυτεχνείου», αλλά για «εξέγερση του Νοέμβρη» και μας εξηγεί πως δεν ήταν ένα φοιτητικό γεγονός, αλλά λαϊκή εξέγερση. «Το γεγονός του Νοέμβρη είναι καθοριστικό στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Ο Νοέμβρης, όπως όλα τα μεγάλα γεγονότα, δεν έπεσε από τον ουρανό, δεν ήταν στιγμιαίο, δεν ήταν ένα μπαμ, ένα τσαφ μέσα στις εξελίξεις» τονίζει συμπληρώνοντας πως «η ιστορία που παραμένει «κουκουλωμένη» σήμερα είναι εκείνη της πρώιμης αντίστασης στη δικτατορία».

Ο Αντώνης επισημαίνει τη σημασία της στήριξης του κόσμου έξω από το Πολυτεχνείο, των ανθρώπων της εργασίας και των νοικοκυριών που δεν άντεχαν άλλο. Το 1972 ήταν τα πρώτα βήματα του φοιτητικού κινήματος, με τις καταλήψεις στη Νομική και στη συνέχεια στο Πολυτεχνείο. Το κομβικό, ωστόσο, ήταν οι πρώτες εκδηλώσεις συμπαράστασης του κόσμου. «Αυτό είναι συγκλονιστικό που είναι ουσιαστικά ο προάγγελος του Νοέμβρη. Από τη δεύτερη κατάληψη Νομικής και μετά, νομίζω ότι μέσα μας όλοι ξέραμε ότι έρχεται κάτι πολύ μεγάλο, ότι κινούμαστε να το οργανώσουμε. Ταυτόχρονα υπήρχε μια φρενίτιδα δραστηριότητας που πήγαινε προς το Νοέμβρη».

Έπρεπε να «κρατηθεί» το Πολυτεχνείο, να μη συνθηκολογήσει… ούτε μπροστά στα τανκς

Σχετικά με τον τρόπο που διοργανώνονταν οι φοιτητές και οι φοιτήτριες του Νοέμβρη, ο Αντώνης περιγράφει γενικές συνελεύσεις με τεράστιες πλειοψηφίες, παλμό και αποφασιστικότητα. «Οι συνελεύσεις είχαν τον πρώτο λόγο και γι αυτό ακριβώς το Πολυτεχνείο μπόρεσε να γίνει. Αν δεν ήταν οι συνελεύσεις, νομίζω ότι θα είχε εκτονωθεί» ερμηνεύει. Για εκείνο το τραγικό βράδυ που βρέθηκαν μπροστά στην στρατιωτική καταστολή των τανκς και των ελεύθερων σκοπευτών, ο Αντώνης τονίζει πως «είχε σημασία να κρατηθεί το Πολυτεχνείο και να μην συνθηκολογήσει ούτε την τελευταία στιγμή, ούτε μπροστά στην απειλή των τανκς.»

Περιγράφει: «Από ώρες πριν τα πράγματα είχαν αγριέψει. Υπήρχαν οι πυροβολισμοί, σφαίρες κτλ. αλλά αυτό ήταν το μέσα.. έξω γινόντουσαν ακόμα πιο σημαντικά πράγματα. Η έκταση των διαδηλώσεων γύρω από το Πολυτεχνείο είναι κάτι ασύλληπτο. Υπάρχουν διαδηλώσεις που χτυπάνε υπουργεία. Υπάρχουν διαδηλώσεις που χτυπάνε αστυνομικά τμήματα. Υπάρχουν διαδηλώσεις που στήνουν οδοφράγματα, στην Πατησίων, στη Σχολή Ευελπίδων, ώστε να εμποδίσουν τα τανκς. Τα τανκς, ξαναλέω. Αυτή είναι η αποφασιστικότητα του κόσμου, η οποία δίνει στο Πολυτεχνείο το χαρακτήρα της λαϊκής εξέγερσης.»

Τις επόμενες μέρες τα καθήκοντα ήταν απλά, πχ να αποφύγει τη σύλληψη, να βοηθήσει άλλους που διώκονταν κτλ. και μετά ήρθε η προσπάθεια ανασυγκρότησης του κινήματος, μας λέει ο Αντώνης. «Όλοι όμως ξέραμε, το υπόβαθρο δεν είναι αν θα πέσει η χούντα, είναι το πότε θα πέσει η χούντα» συνεχίζει.

Ο Αντώνης εργάστηκε την ύστερη Μεταπολίτευση ως δημοσιογράφος τους εργατικού ρεπορτάζ στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Σχετικά με την ενημέρωση την περίοδο της δικτατορίας αναφέρει πως «αξίζει να θυμάται κανένας ότι η απόλυτα ελεγχόμενη ενημέρωση δεν υπάρχει ποτέ» και μας περιγράφει την αντιενημέρωση, τα κρυφά μοιράσματα εφημερίδων και προκηρύξεων. «Προφανώς δεν ήταν λογοκριμένα μόνο οι εφημερίδες και η τηλεόραση ήταν λογοκριμένη και ο κινηματογράφος. Παρόλα αυτά έβγαιναν ορισμένες αμερικανικές ταινίες, όπως το Γούντστοκ. Το μέτρο της λογοκρισίας είναι να μην υπάρχουν υπότιτλοι για να μην καταλάβει κανένας το τι συζητάνε αυτοί οι άνθρωποι» μας λέει. «Το ξεκίνημα όμως της ταινίας είναι ένας μαύρος, θεόρατος τραγουδιστής, ο Richie Havens, ο οποίος διαλύει μία κιθάρα ουρλιάζοντας “Freedom, Freedom, Freedom”. Ε, δεν θες μετάφραση» μας λέει ο Αντώνης.

Για τη δημοσιογραφία στη Μεταπολίτευση ο Αντώνης σημειώνει πως αυτό που διαφέρει εντυπωσιακά με το σήμερα είναι ότι τότε ήταν το αναγνωστικό κοινό που ουσιαστικά πίεζε στο να μην υπάρχει τόση λογοκρισία και στοχοποίηση όσο σήμερα. «Αν μια εφημερίδα δηλαδή έβγαινε και έλεγε ότι οι απεργοί της ΙΖΟΛΑ είναι πράκτορες της χούντας που θέλουν να ρίξουν τον Καραμανλή για να ξαναφέρουν την χούντα, αυτή η εφημερίδα θα κατέρρεε. Θα κατέρρεε κυριολεκτικά» εξηγεί.

«Τίποτα το ηρωικό, τίποτα το υπεράνθρωπο»

Αυτές ήταν οι επιρροές για τους νέους της εποχής που θα γινόντουσαν η γενιά του Πολυτεχνείου, που θα αρνιόταν να επιστρατευτεί, να κουρευτεί και να υπακούσει «διαταγές ανωτέρων» και θα συμμετείχε στους αγώνες της Μεταπολίτευσης. «Δεν υπάρχει τίποτα ηρωικό, τίποτα υπεράνθρωπο, τίποτα, γιατί όλα αυτά είναι ψεύτικα πράγματα. Δεν υπάρχει τίποτα ψεύτικο στους ανθρώπους που έδρασαν εκείνα τα χρόνια» σημειώνει ο Αντώνης, κρίνοντας ότι αυτό το βάθρο εξυπηρετεί ακριβώς την πλευρά που θέλει να ξεμπερδεύει με την αγωνιστικότητα των ανθρώπων της Εξέγερσης και της εργατικής Μεταπολίτευσης.

«Εργατική» Μεταπολίτευση γιατί τα αντανακλαστικά ήταν αγωνιστικά. Γιατί, όπως μας λέει ο Αντώνης: «Αν υπήρχε μια απόλυση σε ένα εργοστάσιο της κλωστοϋφαντουργίας, η απάντηση που χτιζόταν ήταν να απεργήσει η κλωστοϋφαντουργία, όχι το εργοστάσιο στο οποίο έγινε η απόλυση.» Ο Αντώνης βάζει την «τελεία» της Μεταπολίτευσης κατά την περίοδο των πρώτων μνημονίων, «με την έννοια ότι τα μέτρα χειρισμού της κρίσης που επιβλήθηκαν από το 11 και μετά αλλάζουν τελείως το κοινωνικό πεδίο και χρειάζεται ένας καινούργιος μεγάλος κύκλος αγώνων, ανάλογος με ένα καινούργιο Πολυτεχνείο. Να το πω σχηματικά. Χρειάζεται ένας καινούργιος Νοέμβρης για να σπάσουμε τα αποτελέσματα αυτών των χειρισμών, των χειρισμών της περιόδου της κρίσης και να ξαναπάρουμε πίσω τα πράγματα που είχαμε κερδίσει στη μεταπολίτευση μαζί με τους τόκους τους.»

Δ. Καλτσώνης: Το βασικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης ήταν η δημιουργία ενός ισχυρού λαϊκού κινήματος

Ο Δημήτρης Καλτσώνης πιάνει το νήμα από εκεί που το άφησε νωρίτερα ο Αντώνης, από το τι κερδίσαμε στην Μεταπολίτευση και αν μπορούμε το υπερασπιστούμε τώρα που δέχεται επίθεση. «Μην ξεχνάμε ότι και η εξέγερση του Πολυτεχνείου όταν έγινε λίγο πριν οι εφημερίδες και η κοινή γνώμη όλοι πίστευαν ότι η νεολαία είναι μια χαμένη γενιά, ενδιαφέρεται μόνο για το ποδόσφαιρο, για την μπάλα δεν έχει κανένα πολιτικό ενδιαφέρον. Κι όμως, λίγο μετά είχαμε τη Νομική» λέει ο κ. Κατσώνης με μια αισιόδοξη ματιά.

Ρωτάμε τον κ. Κατσώνη ποιο είναι για εκείνον το βασικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης, μπορούμε να σκεφτούμε πολλά, το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το 8ωρο, τη νομιμοποίηση της πολιτικής και συνδικαλιστικής δράσης, το οικογενειακό δίκαιο, την κατάργηση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Ωστόσο, ο κ. Κατσώνης μας απαντάει κάτι ακόμα πιο βασικό, το θεμέλιο αυτών: «Είναι η άνοδος και η δημιουργία ενός ισχυρού λαϊκού κινήματος με πολλές αποχρώσεις, με πολλά αιτήματα. Κάποια από αυτά υλοποιήθηκαν, κάποια δεν υλοποιήθηκαν, κάποια έμειναν στο συρτάρι, κάποια προδόθηκαν από τα αιτήματα αυτά και από τα οράματα αυτά. Πάντως, υπήρχε ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα, με πολύμορφο μάλιστα, το οποίο νομίζω επηρέασε γενιές και γενιές. Αυτό ήταν το μεγάλο κεκτημένο. Αυτό ήταν που σηματοδότησε και οδήγησε, πίεσε, ανάγκασε για υποχωρήσεις την κυρίαρχη τάξη στο κοινωνικό επίπεδο, στο δημοκρατικό επίπεδο.»

Δύο κύματα ατελούς εκδημοκρατισμού – «Αυτό που θέλουν οι κυρίαρχοι είναι να απαλλαγούν από κάθε κοινωνική κατάκτηση του 20ου αιώνα»

Το κίνημα αυτό ήταν που πίεσε τις εξουσίες της διαχείρισης μετά τη Χούντα, κι έτσι φτάσαμε στην κατάργηση της βασιλείας και του εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος, τη νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος και των άλλων οργανώσεων της Αριστεράς, την κατάργηση των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων κλπ. Μάλιστα, ο καθηγητής του κράτους δικαίου μιλάει για δύο κύματα «ατελούς εκδημοκρατισμού». «Ατελής εκδημοκρατισμός έγινε και το 74, αλλά και το πρώτο μισό της δεκαετίας του 80 με τη μεταρρύθμιση του Ποινικού Κώδικα, την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου, τον νόμο για τον συνδικαλισμό που είχε πάρα πολλά θετικά στοιχεία» εξηγεί.

«Έγιναν κάποια βήματα ατελούς εκδημοκρατισμού για να αρχίσουν μετά τέλη δεκαετίας 80 και κυρίως μετά το 90 να αρχίσουμε πάλι την πορεία προς την οπισθοδρόμηση, την πορεία προς την αφαίρεση των κατακτήσεων αυτών» συνεχίζει ο κ. Καλτσώνης, ερμηνεύοντας ως αίτιο την αλλαγή στον συσχετισμό των δυνάμεων. Την οπισθοδρόμηση αυτή τη βλέπουμε στην εξαθλίωση του κράτους πρόνοιας και στις ιδιωτικοποιήσεις της Υγείας και της Παιδείας, στα πειθαρχικά σε συνδικαλιστές/τριες και αγωνιζόμενους/ες φοιτητές/τριες, στην επιστροφή σε «ιδέες» οπισθοδρομικές, σε νόμους αντιδραστικούς, αντισυνταγματικούς και εντελώς αντιλαϊκούς, όπως το 13ωρο, στο νεοσύστατο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.

«Αυτό που θέλουν οι κυρίαρχοι, εγώ πιστεύω, είναι να απαλλαγούν από κάθε δημοκρατική και κοινωνική κατάκτηση του 20ου αιώνα που κατέκτησαν οι εργαζόμενοι, οι Έλληνες, οι Ευρωπαίοι, οι Αμερικάνοι, οι Κινέζοι ή οποιοσδήποτε άλλος. Θέλουν να απαλλαγούν από όλα αυτά και νομίζουν ότι έχουν την ευκαιρία» σημειώνει, συμπληρώνοντας πως σ’ αυτήν την πρόθεση οφείλεται και η κατασυκοφάντηση της Μεταπολίτευσης. Ρωτάμε τον κ. Καλτσώνη πως παίρνουμε πίσω αυτά που μας στερούν. Μας απαντά:

«Χρειαζόμαστε, κατά τη γνώμη μου πρώτα από όλα μια επανάσταση του νου. Δηλαδή να σκεφτούμε διαφορετικά, να βγούμε έξω από το πλαίσιο που έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε μέχρι σήμερα. Να τολμήσουμε. Αν τολμήσουμε, θα μπορέσουμε να αναζητήσουμε και να ανιχνεύσουμε σιγά σιγά, μέσα από την εμπειρία, μέσα από τη θεωρία, μέσα από τη συζήτηση, να ανιχνεύσουμε εναλλακτικές διεξόδους. Χρειάζεται επίσης τόλμη. Χωρίς τόλμη δεν μπορούμε να πάμε πουθενά. Αν πιστεύουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα παραμένοντας στις ίδιες παλιές συνταγές, αποτυχημένες συνταγές στη μία ή την άλλη απόχρωση, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Άρα επανάσταση του νου, τόλμη, ενότητα του λαού και αγώνας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.»

Γιάννης Κουζής: Ο συνδικαλισμός στη μεταπολίτευση δίνει το έναυσμα για μεγαλύτερη κινητοποίηση

«Αυτό που συνδέει κυρίως την εποχή της μεταπολίτευσης με το συνδικαλισμό είναι το ότι από τη στιγμή που αποκαθίστανται οι δημοκρατικές ελευθερίες, γίνεται κατανοητό ότι δίνεται και το έναυσμα για την κινητοποίηση με μεγαλύτερο βάθος και εύρος από πλευράς των συνδικάτων» μας λέει στο 3ο ΘΕΜΑ ο Γιάννης Κουζής, καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων στο Πάντειο. «Άλλωστε μπορούμε να πούμε ότι τα πρώτα χρόνια της φιλελευθεροποίησης, με το φιλελεύθερο κατά κάποιο τρόπο Σύνταγμα του 1975, δίνεται ένα νέο έναυσμα με αποτέλεσμα να έχουμε μια πολύ μεγάλη παρουσία των συνδικάτων και με πολύ μαζική συμμετοχή σε αυτά και μπορούμε να πούμε ότι τουλάχιστον τις δύο πρώτες δεκαετίες μέχρι το μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 80, έχουμε μια πολύ μεγάλη, πολύ μαζική συμμετοχή στα συνδικαλιστικά και βεβαίως είναι και αποτέλεσμα μιας άλλης αντίληψης και ενός άλλου κλίματος που κυριαρχεί στην κοινωνία» συνεχίζει.

Αυτό που ξεχωρίζει ο κ. Κουζής είναι η διαφορετική αντίληψη που επικρατούσε την περίοδο της μεταπολίτευσης. Όπως τονίζει: «ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλά και μόνο οικονομικός φιλελευθερισμός. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένας νέος τρόπος σκέψης». Δηλαδή, η αλλαγή στη νοοτροπία είναι ότι τότε υπήρχε ένα έντονο στοιχείο πολιτικοποίησης και αλληλεγγύης που προέκυπτε και από τις πολιτικές εμπειρίες του κόσμου. Για παράδειγμα, υπενθυμίζει ότι όταν επιχειρήθηκε ο περιορισμός των αυξήσεων για δύο χρόνια η καθολική αντίδραση που εκφράστηκε παραλίγο να ρίξει την κυβέρνηση Παπανδρέου.

«Εάν ο συνδικαλισμός δεν υπήρχε, ειδικά σήμερα, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε»

Συνεχίζει ότι εκείνη την περίοδο δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να λειτουργήσουν σε ένα πρώτο βαθμό οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενώ στην πορεία έχουμε την καθιέρωση της πενθήμερης εργασίας και το 40ωρο. «Αυτά γίνονται την πρώτη δεκαετία» τονίζει ο κ. Κουζής και συνεχίζει ότι έτσι «ευνοείται το κλίμα υπέρ των διεκδικήσεων της εργασίας. Κατά τη δεύτερη δεκαετία του 1980, με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που έχουμε μια σειρά από εργασιακά δικαιώματα τα οποία αναβαθμίζονται κυρίως το δικαίωμα στο συνδικαλισμό.» Ακόμα τότε αλλάζει και η εσωτερική οργάνωση των συνδικάτων. «Η αναγνώριση της λειτουργίας των συνδικάτων έγινε με όρους τέτοιους, ώστε να μην είναι η παρουσία των σωματείων σφραγίδων που αλλοιώνουν τους συσχετισμούς δύναμης και διαμορφώνουν άλλες ηγεσίες για τα συνδικάτα. Και αυτό συμβαίνει τότε για πρώτη φορά» υπογραμμίζει.

Η αλλαγή, λοιπόν, στον τρόπο σκέψης, η εκμετάλλευση του διπόλου «Δύση – Ανατολή» και της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, η σταδιακή αποδυνάμωση των Κομμουνιστικών Κομμάτων μας φέρνει σε μία νέα πραγματικότητα, πιο δυστοπική. «Και αυτό λοιπόν που έχουμε είναι να υπάρχει αυτή η σταδιακή υποστολή των συλλογικών οραμάτων» και «αρχίζουν να καλλιεργούνται και να ευδοκιμούν οι θεωρίες για το τέλος της ιστορίας και έτσι να περνάμε σταδιακά στην κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης σκέψης που με απλά λόγια λέει ότι υπάρχει ένας μονόδρομος και δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» αναφέρει.

Περιγράφοντας έτσι το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, με την οπισθοδρόμηση των κεκτημένων της μεταπολίτευσης, της περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων, της καταστολή και την φτωχοποίηση του κόσμου, ξεκαθαρίζει «εάν ο συνδικαλισμός δεν υπήρχε, ειδικά σήμερα, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε. Και αυτό γιατί έτσι μόνο με συλλογικούς όρους θα μπορέσει η κοινωνία να πάει μπροστά».