Κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας για την υπόθεση Τοπαλούδη, η εισαγγελέας έδωσε τη δυνατότητα στους κατηγορούμενους να απευθύνουν ερωτήσεις ο ένας στον άλλο. Ωστόσο συνεχίζοντας την υπερασπιστική τους γραμμή της αλληλοκατηγορίας, απηύθυναν την ίδια ερώτηση, «Γιατί το έκανες;». Η εισαγγελέας δεν πείστηκε από τους ισχυρισμούς τους με την καταδικαστική πρόταση να αναμένεται βαριά.

Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της «Εφημερίδας των Συντακτών», τη Τρίτη η εισαγγελέας απηύθηνε ερωτήσεις προς τους κατηγορούμενους.

Εισαγγελέας: Πώς νιώθεις;

Α.Λ.: Νιώθω ότι ήρθε η ώρα να πω την αλήθεια.

Εισαγγελέας: Οπότε θες να αλλάξεις κάτι από αυτά που έχεις πει μέχρι τώρα στην απολογία σου; Επειδή λες ότι θα πεις την αλήθεια…

Ωστόσο παρά τους ισχυρισμούς ο κατηγορούμενος δεν άλλαξε τίποτα, αλλά έχει αλλάξει σχεδόν όσα είχε πει στην πρώτη απολογία του στους λιμενικούς, όταν έλεγε ότι χτύπησε την Ελένη επειδή εκείνη αρνήθηκε να συναινέσει σε ερωτική πράξη. Λίγες μέρες μετά στην ανακρίτρια Ρόδου, υποστήριζε το ίδιο, παρουσία του δικηγόρου του, χρησιμοποιώντας πρώτο πληθυντικό για να περιγράψει τα όσα ακολούθησαν.

Στην απολογία του όμως υποστήριξε ότι τότε ήταν συγχυσμένος και όταν απομονώθηκε στη φυλακή σκέφτηκε καλύτερα.

Η εισαγγελέας με συνεχείς ερωτήσεις για κάθε λεπτό από τη στιγμή που γνώρισαν τη φοιτήτρια μέχρι την ώρα που προσπαθούσαν να εξαφανίσουν τα ενοχοποιητικά στοιχεία, ανέδειξε ολόκληρη την υπόθεση, προαναγγέλλοντας την καταδικαστική πρότασή για τον βιασμό και για τη γυναικοκτονία.

Τη Τρίτη η εισαγγελέας σε αυστηρό ύφος είπε στον Α.Λ., που ισχυριζόταν ότι γνώρισε την Ελένη δύο μέρες πριν από τη δολοφονία και κοιμήθηκε στο σπίτι της, «Δεν έχεις πατήσει ποτέ στο σπίτι της Ελένης, δεν μπορείς καν να το περιγράψεις, είναι όλα ψέματα».

Με τη σειρά του εκείνος παραδέχτηκε ότι με τον συγκατηγορούμενό του είχαν «σύστημα» προσελκύοντας κοπέλες για να τις «μοιραστούν», η εισαγγελική λειτουργός ήταν καταπέλτης λέγοντας, «Αυτό ήταν το modus operandi. Εσύ έβρισκες τα κορίτσια και ο άλλος έβαζε τα λεφτά», και ταυτόχρονα υποστήριξε ότι αφού παγίδεψαν τη φοιτήτρια, ήρθαν στο δικαστήριο για να την παρουσιάσουν ως «διεστραμμένη, σεξομανή, αλκοολική και παρανοϊκή».

Εισαγγελέας: Μας λες ότι η Ελένη σού έστειλε μήνυμα αν «ψήνεσαι για τρίο» και ότι με τον συγκατηγορούμενό σου πήγατε κάτω από το σπίτι της. Μετά;

Α.Λ.: Οταν ήμουν από κάτω, της έστειλα μήνυμα «φτάσαμε».

Εισαγγελέας: Σου απάντησε;

Α.Λ.: Ναι, με ρώτησε, «ποιοι φτάσατε;»

Εισαγγελέας: Δεν ήξερε ότι θα πάτε δύο δηλαδή;

Α.Λ.: Ανέβηκα πάνω να της εξηγήσω.

Παρόλα αυτά την ώρα που ο Α.Λ. χτύπησε το κουδούνι, η φοιτήτρια μιλούσε στο τηλέφωνο με τη φίλη της Αριάδνη Λειβαδίτη, η οποία και έχει δώσει κατάθεση σύμφωνα με την οποία η Ελένη εξεπλάγη από το χτύπημα της πόρτας, καθώς ήταν περασμένη ώρα και εκτίμησε ότι ήταν ο Α.Λ. με τον οποίο είχαν γνωριστεί και συνομιλούσαν με μηνύματα. Της είπε επίσης ότι μπορεί να πήγαιναν για φαγητό γιατί πεινούσε.

Εισαγγελέας: Υπάρχει ένα βίντεο που δείχνει ότι ο Μ.Κ. ήταν κρυμμένος στην καρότσα. Και εσύ εκεί που περιμένεις είσαι πολύ νευρικός, πολύ αγχωμένος. Γιατί; Αφού υποτίθεται ότι σας είχε προσκαλέσει για ομαδική συνεύρεση.

Α.Λ.: Δεν θυμάμαι, μπορούμε να κάνουμε μια διακοπή;
Εισαγγελέας: Οχι, εδώ δεν είναι το «Hilton», είναι δικαστήριο και έχω συγκεκριμένες ερωτήσεις. Γιατί δεν μπήκατε και οι τρεις στο αμάξι και ο Μ.Κ. μπήκε στην καρότσα που είναι καλυμμένη με ξύλο;

Α.Λ.: Δεν χωράγαμε.

Εισαγγελέας: Μια χαρά χωράγατε. Και ήταν και νύχτα και χειμώνας και είχατε πάνω από μια ώρα απόσταση για να πάτε στο εξοχικό του Μ.Κ.
Χαρακτηριστική ήταν η στιγμή που ο κατηγορούμενος προσπαθούσε να παρουσιάσει ότι η Ελένη, από την πρώτη στιγμή που γνωρίστηκαν, εκείνη του ζητούσε ομαδική συνεύρεση και εκείνος απευθύνθηκε σε άλλον φίλο του.

Όπως ισχυρίστηκε ο κατηγορούμενος, «Του τηλεφώνησα και τον ρώτησα αν μπορώ να πάω σπίτι του με ένα κορίτσι. Φυσικά και κατάλαβε τι εννοούσα, τι θα έκαναν δύο αγόρια με ένα κορίτσι;» ισχυρίστηκε ο Α.Λ., με την εισαγγελέα να τονίζει, «Ομιλείτε την ίδια γλώσσα· τη γλώσσα των βιαστών».

Εξίσου σημαντικές ήταν και οι ερωτήσεις της προέδρου και των τακτικών δικαστών, οι οποίοι ανάγκασαν τον κατηγορούμενο να παραδεχτεί ότι ήταν πάνω στο κρεβάτι και δίπλα στην Ελένη, όταν ισχυριζόταν ότι μόνο ο φίλος του άρχισε να χτυπάει το κεφάλι της στον τοίχο και επιχείρησε να τη μαχαιρώσει και να τη στραγγαλίσει.

Αξίζει να σημειωθεί ότι δακτυλικό αποτύπωμα του Α.Λ., έχει βρεθεί στη βάση του σίδερου με το οποίο χτύπησαν την Ελένη στο κεφάλι, προκαλώντας της εγκεφαλική αιμορραγία, ενώ, παρά την άρνησή του αναφορικά με τη χρήση δύο μαχαιριών, για να αποποιηθεί της δικής του ευθύνη, οι αρχές βρήκαν δύο μαχαίρια στο σημείο που ο ίδιος είχε υποδείξει ότι πέταξαν τα ενοχοποιητικά στοιχεία.

Παρόλα αυτά το στρώμα του κρεβατιού που ήταν ποτισμένο με το αίμα της φοιτήτριας δεν βρέθηκε. Ο Α.Λ. κατέθεσε απολογούμενος ότι, «Τον ρώτησα τι θα κάνουμε το στρώμα. Μου είπε ότι θα το κανονίσει εκείνος», με τον συγκατηγορούμενό του να έχει πει ότι «θα το πέταξε η μάνα μου».

Η εισαγγελέας χαρακτήρισε επίσης ως ψευδομάρτυρες τον πατέρα και τη γιαγιά τού Μ.Κ., όπως και την αδελφή τού Α.Λ. και θα ζητηθεί να σταλούν τα πρακτικά της δίκης σε εισαγγελέα για να ελεγχθεί περαιτέρω ο ρόλος τους στην υπόθεση.