«Καμία απάτη», «κανένα θαλασσοδάνειο» και άπαντες αθώοι στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο
Τον Μάιο του 2015, η εισαγγελέας Μαρία Σουκαρά-Κατσικάδη του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων θα πρότεινε προς το δικαστικό συμβούλιο την παραπομπή σε δίκη 40 συνολικά προσώπων, για την υπόθεση των επισφαλών δανείων από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Με μία πρόταση σχεδόν χιλίων σελίδων, η εισαγγελέας περιέγραφε τους δαιδαλώδεις μηχανισμούς που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου δεκάδες εκατομμύρια που δόθηκαν ως επιχειρηματικά δάνεια να καταλήξουν σε προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, σε σπίτια ή ακόμα και να χαθούν εντελώς τα ίχνη τους. Στην πρότασή της απέδιδε στους κατηγορούμενους σειρά κακουργηματικών πράξεων, με ορισμένα να επισύρουν ισόβια κάθειρξη.
Η εισαγγελέας περιέγραφε σειρά κακουργηματικών πράξεων που συντέλεσαν σε ένα πάρτι εκατομμυρίων, που κατέληξε σε ζημιές αντίστοιχου κόστους σε βάρος του Δημοσίου, τα οποία στη συνέχεια χρεώθηκαν στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, με το ξέσπασμα της κρίσης και την δημιουργία μηχανισμού στήριξης των τραπεζών. Σημειώνεται πως η έρευνα ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2013, κατόπιν εντολής της τότε Εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Ράικου και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014.
«Στην κατηγορία των “Μη Μεταβιβαζόμενων Στοιχείων”, υπήχθη μια σειρά από δανειακές συμβάσεις, τις οποίες το νέο Τ.Τ. αναγκάσθηκε να καταγγείλει την 3-10-2011, καθόσον τα δάνεια αυτά δεν εξυπηρετούνταν και οι δανειολήπτες δεν τηρούσαν τους όρους των συμβάσεων. Πρέπει δε να τονιστεί, ότι η ανωτέρω μεταβίβαση, χρηματοδοτήθηκε από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο, ιδρύθηκε με το Ν. 3864/2010, με σκοπό την στήριξη του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος» ανέφερε, μεταξύ άλλων, στην πρότασή της η εισαγγελέας, την οποία οι εφέτες του Δικαστικού Συμβουλίου θα αποδέχονταν λίγους μήνες αργότερα με βούλευμά τους.
Περιγράφοντας τη ζημιά που προκλήθηκε σε βάρος της Τράπεζας και του δημοσίου στην πρότασή της προς το Συμβούλιο επισημαίνει ότι «η συνολική εκτιμηθείσα ζημία της περιουσίας της στο ποσό των 209.768.000 ευρώ, με την συνολική ανεπάρκεια προβλέψεων να διαμορφώνεται στο ποσό των 88.077.000 ευρώ- συγκεκριμένα η πιθανή ζημία για τις ελεγχθείσες επιχειρηματικές πιστοδοτήσεις… ανήλθε στο ποσό των 208.154.000 ευρώ».
Διαβάστε αναλυτικά την εισαγγελική πρόταση του 2015:
Κοντομηνάς, Λαυρεντιάδης, Μπακατσέλος, Ρέστης και άλλοι 40 στο εδώλιο
Ο δρόμος προς την απαλλαγή
Λίγους μήνες αργότερα, στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2015, με εξαίρεση πέντε από τους 40 που απαλλάχθηκαν για επιμέρους πράξεις, οι 35 κατηγορούμενοι θα οδηγούνταν στο δικαστήριο με τις κατηγορίες της απάτης και της απιστίας, με τις διατάξεις του ν. 1608/50 περί καταχραστών και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Η έρευνα ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2013 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014.
Δημήτρης Κοντομηνάς, Λαυρέντης Λαυρεντιάδης, Περικλής Λίβας, Δημήτρης Μπακατσέλος, Βίκτωρας Ρέστης, Άγγελος Φιλιππίδης, το ζεύγος Κυριάκου Γριβέα και Μαρίας Βάτσικα αλλά και η πρώην επικεφαλής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Αναστασία Σακελλαρίου, καθώς και 26 ακόμα επιχειρηματίες και μεγαλοστελέχη τραπεζών θα κάθονταν στο εδώλιο του κατηγορούμενου, αντιμετωπίζοντας βαρύ κατηγορητήριο και ποινές έως και ισόβιας κάθειρξης, σε μία δίκη που ξεκίνησε στις 19 Σεπτεμβρίου 2016.
Έκτοτε, η δίκη καρκινοβατούσε στην κυριολεξία, καθώς δημοσιεύματα της περιόδου εκείνης περιγράφουν πως στα μέσα πλέον του Μαΐου του 2018, ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη της δίκης, δεν είχε καν εξεταστεί ο πρώτος μάρτυρας.
Μέσα σε ένα ζοφερό κλίμα μεταξύ των δικαστών, η πρόεδρος του δικαστηρίου, Μαρία Κουτέρη υπέβαλε τότε αίτημα αποχής που έγινε δεκτό, με την δίκη να αναβάλλεται και να αποφασίζεται να ξεκινήσει ξανά από την αρχή με νέα σύνθεση του δικαστηρίου στο τέλος του 2018.
Η αποδόμηση του κατηγορητηρίου
Έτσι πέρασαν πέντε χρόνια από την παραπομπή των κατηγορούμενων στην πολύκροτη δίκη, μέχρι που μόλις 20 ημέρες μετά την επέτειο του ενός έτους άνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση τον περασμένο Ιούλιο, το κατηγορητήριο βρέθηκε στον αέρα.
Την αρχική τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα ώστε για την ποινική δίωξη για απιστία, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, τοκογλυφία και άλλες τέτοιου είδους απάτες (όταν αυτές στρέφονται κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα) να απαιτείται έγκληση της εκάστοτε επιχείρησης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ήρθε να συμπληρώσει η θέσπιση του ακαταδίωκτου για τα μεγαλοστελέχη τραπεζών από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Συνέπεια των παραπάνω, στα τέλη Ιουλίου το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων έκανε δεκτή την ευεργετική εφαρμογή της τροποποίησης του αδικήματος της απιστίας σε βάρος τραπεζικών και άλλων ιδρυμάτων που θέσπισε η Νέα Δημοκρατία τον περασμένο Νοέμβριο, με τους 35 κατηγορούμενους να απολαμβάνουν πλέον την απαλλαγή τους από το βαρύ κατηγορητήριο περί απιστίας και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Η κατηγορία που απέμεινε μετά τη διαδικασία ήταν μόνον αυτή της απάτης, καθώς η εκκαθαρίστρια εταιρεία PQH δεν κατέθεσε σχετική δήλωση για τη δίωξή τους.
Διαβάστε σχετικά με την απόφαση του περασμένου Ιουλίου:
Πράξεις… αθωωτικού περιεχομένου για τους τραπεζίτες από την κυβέρνηση
Σύμφωνα με την πλειοψηφία του δικαστηρίου, ο Ειδικός Εκκαθαριστής είχε περιθώριο μέχρι την 18 Μαρτίου 2020 να δηλώσει την πρόθεση του για την συνέχιση της ποινικής δίωξης -που είχε ασκηθεί αυτεπάγγελτα- και ότι εφόσον δεν το έπραξε, οι κατηγορούμενοι πρέπει να απαλλαγούν. Η παραπάνω εξέλιξη είναι απότοκη των μεθοδεύσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη και των «πράξεων αθωωτικού περιεχομένου» που επιστράτευσε εν μέσω πανδημίας, όταν εξαίρεσε την αναστολή του χρόνου προθεσμίας παραγραφής νόμιμων και δικονομικών προθεσμιών για τα μεγάλα τραπεζικά σκάνδαλα και συναφή αδικήματα που βρίσκονται σε εκκρεμότητα.
Το τελικό καθάρισμα
Μετά την απαλλαγή του περασμένου Ιουλίου, η συνέχιση της δίκης αναμενόταν στις 15 Σεπτεμβρίου, με τους 35 να δικάζονται πλέον μόνο για το αδίκημα της απάτης. Μόλις δεκαπέντε ημέρες αργότερα, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας κήρυξε άπαντες αθώους, υιοθετώντας όπως έγινε γνωστό, την πρόταση της εισαγγελέως που υποστήριζε πως δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της απάτης που αποδίδονταν στον πρώην πρόεδρο του Ιδρύματος Άγγελο Φιλιππίδη, στον επιχειρηματία Δημήτρη Κοντομηνά, και σε άλλα πρώην στελέχη του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του συστημικού Τύπου, η εισαγγελική λειτουργός στην αγόρευσή της υποστήριξε πως τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου δεν παραπλανήθηκαν όταν ενέκριναν τα επίμαχα επισφαλή δάνεια, καθώς φέρονται να γνώριζαν το περιεχόμενο τη συμφωνίας μεταξύ του Δ. Κοντομηνά και του πιστωτικού ιδρύματος. Παράλληλα, ανέφερε πως ούτε ο επιχειρηματίας παρουσίασε, είτε ο ίδιος είτε οι συνεργάτες του, ψευδή στοιχεία στα μέλη του ΔΣ.
Επίσης, η εισαγγελική πρόταση ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως η έκθεση της εταιρείας ορκωτών λογιστών Deloitte που αφορούσε την αξία της εταιρείας Bestline συμφερόντων Κοντομηνά «ήταν σωστή», συνεπώς ορθώς το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στηρίχθηκε σε αυτή για την έγκριση των δανείων.
«Με την απαλλακτική απόφαση, σε μια υπόθεση που ξεκίνησε το 2014 με την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης, αποδείχθηκε σήμερα ότι όχι μόνο δεν τέλεσε ο κ Δ. Κοντομηνάς τις αποδιδόμενες πράξεις, αλλά κυρίως ότι ουδέποτε είχε τελεσθεί οιαδήποτε αξιόποινη πράξη» ανέφεραν την Τετάρτη σε δήλωσή τους που διακινείται μετά την απαλλακτική απόφαση οι συνήγοροι υπεράσπισης του Δ. Κοντομηνά, Αρης Τζανετής, Γρηγόρης Τσόλιας και Δημήτρης Κούρεντας.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο συνήγορος του πρώην αναπληρωτή γενικού διευθυντή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, Μάριου Βαρότση, Αλέξης Στεφανάκης, ο οποίος εμφανίζεται να δηλώνει πως «Σήμερα είχαμε την έκδοση της απόφασης του Γ´ τριμελούς εφετείου κακουργημάτων Αθηνών, με την οποία κηρύχθηκε ομόφωνα αθώος για το αδίκημα της απάτης ο εντολέας μου. Δηλώνω ιδιαίτερα ικανοποιημένος και δικαιωμένος για την απόφαση, έστω μετά σχεδόν 7 έτη, χωρίς όμως να ξεχνάμε τις τόσες αστοχίες και πλημμέλειες της ανακριτικής διαδικασίας όσο και του παραπεμπτικού βουλεύματος».
«Δικαιωμένος» δηλώνει και ο πρώην διοικητής του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, Άγγελος Φιλιππίδης, κάνοντας λόγο για «ανυποστήρικτο πόρισμα» που ευθύνεται για την όλη υπόθεση, καλώντας μάλιστα «από τη θέση του αθώου πλέον» για την προστασία των τραπεζικών στελεχών σήμερα. Ακόμα, υπενθύμισε τη δήλωσή του στον ανακριτή πως «εφ’ όσον χάσω, κανείς τραπεζικός δεν θα θέτει την υπογραφή του σε δάνειο παρά μόνον με τη σύμπραξη του εισαγγελέως», και τονίζοντας πως οι εξελίξεις τον δικαίωσαν πλήρως.
Διαβάστε αναλυτικά τη δήλωση Φιλιππίδη:
«Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη της έρευνας από την Εισαγγελία Διαφθοράς για το ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ, κατά την διάρκεια της οποίας ποτέ δεν κλητεύθηκα για να δώσω εξηγήσεις, σήμερα, με ομόφωνη απόφαση του Εφετείου Αθηνών αθωώθηκα, όπως και όλοι όσοι κατηγορηθήκαν για απάτη σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Αποδόθηκε δηλαδή δικαιοσύνη μετά από μακρόχρονη και ενδελεχή διαδικασία, αφού η κατηγορία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος ενώπιον των φυσικών μας δικαστών και μετά από απαλλακτική πρόταση της Εισαγγελέως της έδρας. Η προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική καταστροφή, που προκλήθηκε σε όλους μας από εξωφρενικό, ανεύθυνο και ανυποστήρικτο πόρισμα κατά τα λοιπά «υπεύθυνων προσώπων», είναι τόσο μεγάλη, ώστε μετριάζεται ακόμη και η χαρά και ανακούφιση που μας διακατέχει για την δικαίωσή μας.
Το 2007 μου ανατέθηκε η διοίκηση του ΤΤ. Εργασθήκαμε όλοι με ενάργεια, πίστη και μας διακατείχε το πάθος που απαιτούσε η περίσταση και ο σκοπός που υπηρετούσαμε. Παραλάβαμε μια τράπεζα με σοβαρές παθογένειες και την παραδώσαμε, δύο χρόνια αργότερα, πρώτη σε κεφαλαιακή επάρκεια στην Ελλάδα και τρίτη στην Ευρώπη. Το ΤΤ στην δεκαετή λειτουργία του ως εταιρεία απέδωσε καθαρά στο Ελληνικό δημόσιο πάνω από 3 δις Ευρώ. Η απόφαση της μη κεφαλαιοποίησης του, μετά το κούρεμα των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου που κατείχε, δυστυχώς συνοδεύθηκε με προσπάθεια ενοχοποίησης όλων των προηγουμένων διοικήσεών του και ιδίως εμού.
Από την θέση του αθώου πλέον της κατηγορίας που μου αποδόθηκε, θέλω να απευθύνω έκκληση για την προστασία των τραπεζικών στελεχών, που καλούνται με το βάρος της υπογραφής τους να δανειοδοτήσουν επιχειρήσεις εν μέσω κρίσεων, είτε οικονομικών, όπως από το 2008, είτε και υγειονομικών όπως βιώνουμε σήμερα. Οι χρηματοδοτήσεις αυτές δίνουν ώθηση στην αγορά και εργασία σε χιλιάδες συμπολίτες μας. Θυμίζω την δήλωση κατά την εμφάνιση μου στον ανακριτή, ότι δίνω την μάχη του αυτονόητου. Εφ’ όσον χάσω, κανείς τραπεζικός δεν θα θέτει την υπογραφή του σε δάνειο παρά μόνον με τη σύμπραξη του εισαγγελέως. Οι εξελίξεις με δικαίωσαν πλήρως.
Εύχομαι, εφ’ εξής να γίνεται σεβαστό το δικαίωμα ακροάσεως του ελεγχομένου σε επίκαιρο χρόνο, με τις εγγυήσεις ενός ευρωπαϊκού δημοκρατικού κράτους και να μην φαλκιδεύεται η προσωπικότητα αθώων.
Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω όλους όσους μου συμπαραστάθηκαν στον επταετή αγώνα μου, που είναι πολλοί για να τους αναφέρω όλους. Ιδιαίτερη όμως αναφορά οφείλω να κάνω, τόσο στους μικρομετόχους και τους πρώην εργαζόμενους στο ΤΤ, που σε όλη την διάρκεια των επτά ετών στάθηκαν στο πλευρό μου, όσο και στους συνηγόρους μου Αθανάσιο Βαρλάμη και Σπύρο Κλαδά».
Ο δε συνήγορος του Άγγελου Φιλιππίδη, Αθανάσιος Βαρλάμης, μόλις εξήλθε από την αίθουσα του Δικαστηρίου, δήλωσε πως «η σημερινή αθώωση του Άγγελου Φιλιππίδη και για το αδίκημα της απάτης σε βάρος του Δημοσίου ως Προέδρου του ΤΤ, μετά από επτά χρόνια δικαστικού αγώνα για την ανάδειξη του διάτρητου της κατηγορίας, αναδεικνύει την επισφάλεια των ποινικών διώξεων, που στηρίζονται άνευ ετέρου σε πορίσματα «αρμοδίων», που εξυπηρετούν συγκυρίες ή σκοπιμότητες. Δεν μπορώ να ξεπεράσω και να ξεχάσω τη σύλληψη του Α.Φ. στην Τουρκία και την παραμονή του για 22 ημέρες στις φυλακές του Μάλτεπε, χωρίς καν να έχει προηγουμένως κληθεί στην προκαταρκτική εξέταση τότε. Αν είχε κληθεί (γεγονός το οποίο επιδιώκαμε και ζητούσαμε με αυτοπρόσωπες παραστάσεις) δεν θα επικρεμόταν επί επτά έτη η τόσο βαριά και απαξιωτική αυτή κατηγορία, που αποδομήθηκε πλήρως ενώπιον του Τρ/λους Εφετείου Κακ/των Αθηνών και δεν θα έκριναν οι Τούρκοι δικαστές ως παράνομο το ένταλμα σύλληψης του Α.Φ., διότι είχε παραβιασθεί στην Ελλάδα η προηγουμένη ακρόαση του φερομένου ως κατηγορουμένου».
Κάπως έτσι, η υπόθεση που συγκλόνισε το πανελλήνιο και προκάλεσε το κοινό περί δικαίου αίσθημα στο ξέσπασμα της κρίσης στις αρχές της δεκαετίας για τις προκλητικές δανειοδοτήσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου την περίοδο 2008-2010 σε μεγαλοεπιχειρηματίες και τραπεζικά στελέχη κλείνει οριστικά, με τη Δικαιοσύνη να αποφαίνεται πως ουδέποτε υπήρξαν θαλασσοδάνεια και ουδέποτε υπήρξε απάτη από κανέναν.