Έντονη ανησυχία εξέφρασε μέσω ανακοίνωσης που εξέδωσε τις προηγούμενες ημέρες ο ΟΗΕ, αναφορικά με τη χάρη που απένειμε ο απερχόμενος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, μεταξύ άλλων και σε τέσσερις πρώην μισθοφόρους της ιδιωτικής εταιρείας Blackwater η οποία έδρασε στο Ιράκ κατά την αμερικανική εισβολή. Οι τέσσερις στρατιώτες είχαν κατηγορηθεί και καταδικαστεί για δολοφονίες 14 Ιρακινών πολιτών. Πιο συγκεκριμένα όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, οι μισθοφόροι είχαν ανοίξει πυρ σε ώρα αιχμής σε πλατεία της Βαγδάτης, σκοτώνοντας 14 άμαχους πολίτες.
Στην ανακοίνωσή του ο ΟΗΕ, αφού εκφράζει βαθιά ανησυχία για την απονομή χάρης στους συγκεκριμένους καταδίκους, επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη εξέλιξη «συμβάλλει στην ατιμωρησία και έχει ως αποτέλεσμα να ενθαρρύνει άλλους να διαπράξουν τέτοια εγκλήματα στο μέλλον.
Ο ΟΗΕ υπογραμμίζει ότι «τα θύματα σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σοβαρών παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου έχουν επίσης το δικαίωμα στην επούλωση των πληγών τους. Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα να βλέπουν οι δράστες να τιμωρούνται ανάλογα με τη σοβαρότητα της πράξης τους.
Από πλευράς της η Γελένα Άπαρατς, πρόεδρος της ομάδας εργασίας πέντε ανεξάρτητων ειδικών για τη χρήση μισθοφόρων, ανέφερε πως «το να απονέμεται χάρη σε υπαλλήλους της Blackwater αποτελεί προσβολή στη δικαιοσύνη, στα θύματα της σφαγής στην πλατεία Νίσουρ και τις οικογένειές τους».
Ακόμα πρόσθεσε ότι «βάσει της Σύμβασης της Γενεύης, τα κράτη πρέπει να φροντίζουν ώστε οι εγκληματίες πολέμου να λογοδοτούν για τις πράξεις τους, ακόμη κι αν πρόκειται για εργαζομένους σε μια εταιρεία ιδιωτικής ασφάλειας».
Επομένως εξηγεί πως «οι χάρες αυτές παραβιάζουν τις υποχρεώσεις των ΗΠΑ απέναντι στο διεθνές δίκαιο, αλλά ευρύτερα υπονομεύουν το ανθρωπιστικό δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε παγκόσμιο επίπεδο».