Αποφάσισαν να φύγουν από το Ιντλίμπ της Συρίας, όπου ζούσαν εκτοπισμένοι όταν μετά από έκρηξη που έγινε δίπλα στο σπίτι τους έχασαν το τριών μηνών παιδί τους. Εμείς τους συναντήσαμε ένα απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας, στο κηπάκι απέναντι από το Στέκι Μεταναστών στην Τσαμαδού στα Εξάρχεια. Οι άνθρωποι που έχουμε μπροστά μας είναι χαμογελαστοί και το μωρό τους στριφογυρίζει στην αγκαλιά του πατέρα του και μετα της μητέρας του, όση ώρα διαρκεί η συνέντευξη.
*Εδώ μπορείτε να δείτε το βίντεο της συνέντευξης
Δύο άνθρωποι που μόλις είχαν ξεκινήσει την κοινή ζωή τους, μάζεψαν τα κομμάτια τους και τα πράγματα τους και ξεκίνησαν το ταξίδι λίγο καιρό μετά για την Ευρώπη, «για μια καλύτερη ζωή», όπως μας λένε. Η πρώτη κούνια του μωρού ήταν ένα καφάσι από λαχανικά στη Μαλακάσα, με ένα νεογέννητο μέσα σε σκηνή μαζί με άλλα δέκα άτομα και κατσαρίδες. Ένας άντρας που συνοδεύει τη γυναίκα του στο νοσοκομείο για να γεννήσει και φορά χειροπέδες. Θα περίμενε κανείς να είναι εύκολο να βρεις ένα μέρος που θα νιώθεις πιο ασφαλής απ’ ό,τι στην πόλη που σου στέρησε το νεογέννητο παιδί σου, όμως για εκείνους η Ελλάδα είναι μια πληγή.
Τους συναντήσαμε ένα απόγευμα του Γενάρη στο κέντρο της Αθήνας, όμως θα μπορούσαμε να είχαμε συμπέσει και τον Μάρτιο του 2020 στη Μυτιλήνη, όταν εμείς βρεθήκαμε εκεί για να καταγράψουμε τις αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας στο νέο hot-spot που ετοίμαζε η κυβέρνηση και εκείνοι μόλις είχαν φτάσει ζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.
Μας περιγράφουν ότι η πρώτη λέξη που έμαθαν στα ελληνικά φτάνοντας στο νησί, αλλά πριν πατήσουν τα πόδια τους στη στεριά με τη γυναίκα να είναι επτά μηνών έγκυος, ήταν το «πίσω, πίσω» γιατί αυτό τους έλεγαν οι ντόπιοι όσο ήταν ακόμα στη βάρκα και απευθείας σκέφτομαι τις εικόνες ντροπής από το λιμάνι της Θερμής που οι ντόπιοι φώναζαν σε μια έγκυο «να μη γαμιόσουν@ σα τη σκύλα να μην ήσουνα γκαστρωμένη μωρή! Κουνέλες! Εμείς σε γαμ@@αμε;».
Μόνο που αυτή τη φορά είχαμε μπροστά μας ανθρώπους που είχαν δεχτεί αυτή τη συμπεριφορά και τους ακούγαμε να την αναφέρουν ως κομμάτι μιας διαδρομής που ξεκινάει από τον χαμό του παιδιού τους. Γιατί είναι διαφορετικό να σκεφτόμαστε αφηρημένα ότι «ποιος ξέρει τι έχουν περάσει αυτοί που ακούνε αυτές τις χυδαιότητες» και είναι διαφορετικό να μιλάς με μια μάνα που έχει χάσει το παιδί της σε βομβαρδισμό, φτάνει στην Ελλάδα και το πρώτο που ακούει είναι το «πίσω πίσω». Τα υπόλοιπα ελπίζουμε ότι κανείς ποτέ δεν θα της τα μεταφράσει, γιατί η ντροπή από αυτές τις λέξεις αγγίζει όλους μας.
Έμειναν 16 ώρες στη θάλασσα, ακολούθησαν μερικά 24ωρα που έμειναν στον δρόμο μαζί με δεκάδες ακόμα πρόσφυγες, για να καταλήξουν να μένουν μέσα σε αρματαγωγό του Πολεμικού Ναυτικού. Η «λύση» των αρματαγωγών ήταν η απάντηση ή καλύτερα το κρύψιμο κάτω από το χαλί, από πλευράς της κυβέρνησης, των αντιδράσεων τοπικών παραγόντων και κατοίκων στη δημιουργία νέας δομής αλλά και της φιλοξενίας περισσότερων προσφύγων στις τότε υπάρχουσες. Οι κάτοικοι είχαν δημιουργήσει μπλόκα σε διάφορα σημεία του νησιού αποτρέποντας μια τέτοια μεταφορά. Η κατάσταση που επικρατούσε στο αρματαγωγό είχε καταγγελθεί σε διεθνές επίπεδο με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να σημειώνει ότι οι τοπικές αρχές αρνήθηκαν τα αιτήματα του να εισέλθουν ενώ έκανε λόγο για «αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας», καθώς όσοι διέμεναν εκεί δεν είχαν δικαίωμα υποβολής αίτησης ασύλου.
Πόσο τραγικά ειρωνικό είναι να φεύγεις από τον πόλεμο για να νιώσεις ασφαλής και να καταλήγεις να σε απειλούν οι ντόπιοι σε μια άλλη χώρα εν μέσω ειρήνης και να μένεις σε ένα πολεμικό αρματαγωγό; Η Μ. μας λέει ότι τα πράγματα ήταν πολύ άσχημα εκεί. Τη μετέφεραν στο νοσοκομείο, αλλά τη γύρισαν πίσω γιατί δεν υπήρχε διερμηνέας. «Νιώθαμε ότι όταν φύγαμε από τη χώρα μας δε μας ήθελε κανένας στη χώρα μας και όταν φτάσαμε εδώ πάλι αισθανθήκαμε το ίδιο. Ότι δε μας θέλουν».
Δεκαπέντε μέρες αργότερα μεταφέρθηκαν στη δομή της Μαλακάσας. Μοιραζόντουσαν μία σκηνή μαζί με τρεις οικογένειες. Όσο ακόμα η Μ. ήταν έγκυος την πήγαιναν στο νοσοκομείο με τον άνδρα της ως συνοδό, αλλά φορώντας χειροπέδες. Η ίδια γέννησε χωρίς να μπορεί στο μαιευτήριο να συνεννοηθεί με τη βοήθεια διερμηνέα, και επέστρεψε σε μια δομή κάνοντας ένα καφάσι που προηγουμένως είχε λαχανικά το πρώτο κρεβάτι για τη μικρή της. Επί επτά μήνες με ένα νεογέννητο και άλλους δέκα ανθρώπους στη σκηνή.
Αυτές οι ιστορίες είναι αμέτρητες, είναι περισσότερες από όσες θα μπορούσαμε να καταγράψουμε και να μεταφέρουμε. Και η αλήθεια είναι ότι σε όποια πέτρα σηκώσεις μιλώντας με πρόσφυγες, θα βρεις κάποιον από τους αδιανόητα σκληρούς, τραγικούς λόγους που οδηγούν έναν άνθρωπο στο να αφήσει τη χώρα του και να έρθει να διακινδυνεύσει το ζωή του και τη ζωή των παιδιών του με μια λαστιχένια βάρκα προκειμένου να βρεθεί σε κάποια από τα κολαστήρια όπου στοιβάζουμε τους πρόσφυγες.
Έχουμε γράψει πολλές φορές για την πολιτική διάσταση του προσφυγικού, για τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, για τις καταγγελίες των ανθρωπιστικών οργανώσεων, αλλά αυτή τη φορά ας αναμετρηθούμε με ένα απλό ανθρώπινο γεγονός: η χώρα μας μπορεί να πιστεύει ότι είναι χώρα φιλόξενη, αλλά υπάρχει ένα ζευγάρι προσφύγων που διηγήθηκε αυτή την ιστορία. Και αν ο συναισθηματισμός είναι κακός σύμβουλος για την άσκηση της πολιτικής και της δημοσιογραφίας, εξίσου κακό είναι να μην μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει σε τι επίπεδα απανθρωπιάς έχουμε φτάσει απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους.