από την εισαγωγή:

«Κάθε παιχνίδι είναι σύστημα κανόνων. Αυτοί καθορίζουν τι είναι και τι δεν είναι παιχνίδι, δηλαδή το επιτρεπόμενο και το απαγορευμένο. Αυτές οι συμβάσεις είναι, ταυτόχρονα, αυθαίρετα, επιτακτικές και ανέκκλητες. Δεν μπορούν να παραβιαστούν για κανένα λόγο, αλλιώς το παιχνίδι τελειώνει την ίδια στιγμή και αναιρείται από αυτό το γεγονός. Γιατί το μόνο που συντηρεί τον κανόνα είναι η επιθυμία για παιχνίδι, δηλαδή η θέληση για σεβασμό του κανόνα. Πρέπει να παίξουμε το παιχνίδι ή να μην παίξουμε καθόλου. Ωστόσο, η έκφραση αυτή λέγεται επίσης έξω και πέρα από το παιχνίδι (και μάλιστα λέγεται κυρίως εκτός παιχνιδιού) σε πολλές πράξεις ή συναλλαγές που επιχειρείται να επιβληθούν υπονοούμενες συμβάσεις που θυμίζουν εκείνες των παιχνιδιών. Η υποταγή στον κανόνα έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία, καθώς καμία επίσημη κύρωση δεν τιμωρεί τον ανέντιμο παίχτη. Απλώς, παύοντας να παίζει το παιχνίδι, επιστρέφει στη φυσική κατάσταση και επιτρέπει ξανά κάθε βιαιοπραγία, πανουργία ή απαγορευμένη αντίδραση, που οι συμβάσεις αποσκοπούσαν ακριβώς να τις αποκλείσουν με κοινή συμφωνία. Αυτό που ονομάζεται παιχνίδι παρουσιάζεται τούτη τη φορά σαν ένα σύνολο εθελοντικών περιορισμών, που γίνονται εκούσια αποδεκτοί και εγκαθιδρύουν μια σταθερή τάξη, μερικές φορές μια σιωπηρή νομοθεσία μέσα σ’ ένα σύμπαν χωρίς νόμους.

Η λέξη παιχνίδι ανακαλεί τελικά μια ιδέα χαλαρότητας, μια ευκολία κίνηση, μια ελευθερία ωφέλιμη αλλά όχι υπερβολική, όταν μιλάμε για το παιχνίδι ενός γραναζιού ή όταν λέμε ότι ένα πλεούμενο παίζει πάνω στην άγκυρά του. Αυτή η χαλαρότητα καθιστά δυνατή μια αναγκαία κινητικότητα. Το 'παιχνίδι' που υφίσταται ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία επιτρέπει τη λειτουργία ενός μηχανισμού. Από την άλλη, αυτό το παιχνίδι δεν πρέπει να είναι υπερβολικό, γιατί η μηχανή θα απορρυθμιζόταν. Έτσι, αυτό το προσεχτικά υπολογισμένο διάστημα, εμποδίζει τόσο το μπλοκάρισμα όσο και την απορρύθμιση της μηχανής. Άρα παιχνίδι ονομάζεται η ελευθερία που οφείλει να παραμένει μέσα στο πλαίσιο της αυστηρότητας, ώστε να αποχτήσει ή να διατηρήσει την αποτελεσματικότητά της. Εξάλλου, ολόκληρος ο μηχανισμός μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα είδος παιχνιδιού κατά μία άλλη έννοια της λέξης που ορίζεται από το λεξικό με τον ακόλουθο τρόπο: «κανονική και συνδυασμένη δράση των διαφόρων τμημάτων μιας μηχανής». Μια μηχανή, πράγματι, είναι ένα παζλ κομματιών που έχουν επινοηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε τα μεν να εφαρμόζουν στα δε για να λειτουργούν αρμονικά. Άλλο στο εσωτερικό αυτού του παιχνιδιού, συνόλου ακριβείας, παρεμβαίνει αυτό που του δίνει ζωή, δηλαδή ένα παιχνίδι διαφορετικού είδους. Το πρώτο είναι αυστηρή συναρμολόγηση και ωρολογιακή τελειότητα, το δεύτερο είναι ελαστικότητα και περιθώριο κινήσεων.

Πρόκειται για ποικίλες και πλούσιες σημασίες που δείχνουν κατά πόσο, όχι το παιχνίδι καθεαυτό, αλλά οι ψυχολογικές προδιαθέσεις που εκφράζει και αναπτύσσει μπορούν πράγματι να αποτελέσουν σημαντικούς παράγοντες πολιτισμού. Στο σύνολό τους, αυτές οι διαφορετικές έννοιες επιβάλλουν ιδέες ολότητας, κανόνα και ελευθερίας. Μία από αυτές συνδέει την παρουσία ορίων και την ικανότητα επινόησης στο εσωτερικό αυτών των ορίων. Μία άλλη κάνει τη διάκριση ανάμεσα στα μέσα που παραχωρούνται από την τύχη και την τέχνη να επιτυγχάνεις τη νίκη στηριγμένος αποκλειστικά στα εσωτερικά και αναπαλλοτρίωτα μέσα που εξαρτιόνται μόνο από τον προσωπικό ζήλο και επιμονή. Μία τρίτη αντιπαραθέτει τον υπολογισμό και τη διακινδύνευση. Μια άλλη πάλι προσκαλεί να συλλάβουμε νόμους που να είναι, ταυτόχρονα, επιτακτικοί και με μοναδική κύρωση την καταστροφή τους, ή υποδεικνύει ότι αρμόζει να διατηρήσουμε κάποιο κενό ή διαθεσιμότητα στην καρδιά της ακριβέστερης οικονομίας.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα όρια γίνονται δυσδιάκριτα ή ο κανόνας ξεθωριάζει, άλλες όπου απεναντίας η ελευθερία και η επινόηση τείνουν να εξαφανιστούν. Αλλά παιχνίδι σημαίνει ότι υφίστανται και οι δύο πόλοι και ότι διατηρείται μία σχέση ανάμεσα στον μεν και τον δε. Προτείνει και διαδίδει αφηρημένες δομές, εικόνες κλειστών και περιφραγμένων χώρων, όπου μπορούν να εξασκηθούν ιδεώδεις ανταγωνισμοί. Αυτές οι δομές, αυτοί οι ανταγωνισμοί αποτελούν επίσης πρότυπα για τους θεσμούς και τις συμπεριφορές. Ασφαλώς, δεν μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα στην πάντα ασαφή και διφορούμενη, περιπλεγμένη και απροσμέτρητη πραγματικότητα. Εκεί, τα συμφέροντα και τα πάθη δεν αφήνονται εύκολα να κυριαρχηθούν. Εκεί, η βία και η προδοσία είναι κοινό νόμισμα. Αλλά τα πρότυπα που προσφέρουν τα παιχνίδια αποτελούν προϊδεασμό του ρυθμισμένου σύμπαντος που οφείλει να υποκαταστήσει τη φυσική αναρχία.

Αυτή είναι, στην ουσία της, η επιχειρηματολογία ενός Huizinga (μεγάλος Ολλανδός ιστορικός), όταν βλέπει το παιγνιακό πνεύμα να γεννάει τους περισσότερους θεσμούς που διευθύνουν τις κοινωνίες ή τους γνωστικούς κλάδους που συμβάλλουν στη δόξα τους. Το δίκαιο εντάσσεται χωρίς πρόβλημα σ’ αυτή την κατηγορία: ο κώδικας αναγγέλλει τον κανόνα του κοινωνικού παιχνιδιού, η νομολογία τον επεκτείνει στις αμφισβητούμενες περιπτώσεις, η δικονομία καθορίζει τη διαδοχή και την κανονικότητα των πράξεων. Έχουν ληφθεί προφυλάξεις ώστε όλα να συμβαίνουν με την καθαρότητα, την ακρίβεια, τη διαφάνεια, την αμεροληψία ενός παιχνιδού. Οι διαμάχες διεξάγονται και η κρίση εκδίδεται μέσα σε μία αίθουσα δικαιοσύνης και σύμφωνα με μια αμετάβλητη τελετουργία που θυμίζουν αντίστοιχα το αφιερωμένο στο παιχνίδι μέρος (κλειστό πεδίο, πίστα ή αρένα, νταμιέρα ή σκακιέρα), τον απόλυτο διαχωρισμό που πρέπει να το απομονώνει από τον υπόλοιπο χώρο για όλη τη διάρκεια του αγώνα ή της συνεδρίασης, τέλος τον άκαμπτο και πρωτίστως τυπικό χαρακτήρα των κανόνων που ισχύουν.

Στην πολιτική, στα διαλείμματα των βίαιων ενεργειών (όπου δεν παίζουν πια το παιχνίδι), υπάρχει επίσης ένας κανόνας εναλλαγής που φέρνει διαδοχικά στην εξουσία και μέσα στις ίδιες συνθήκες, τα αντίθετα κόμματα. Η ομάδα που κυβερνάει και που παίζει σωστά το παιχνίδι, δηλαδή σύμφωνα με τις προκαθορισμένες διατάξεις και χωρίς να κάνει κατάχρηση των πλεονεκτημάτων που της προσφέρει η προσωρινή επικαρπία της ισχύος, ασκεί την εξουσία χωρίς να την εκμεταλλεύεται για να αφανίσει τον αντίπαλο ή να του στερήσει κάθε πιθανότητα να την διαδεχθεί μέσα στους νόμιμους τύπους. Χωρίς αυτό, παραμένει ανοιχτή η εκδοχή της συνομωσίας ή της εξέγερσης. Τότε, όλοι συνοψίζονται σε μια ωμή αντιπαράθεση δυνάμεων που δεν τη μετριάζουν πια εύθραυστες συμβάσεις: αυτές που είχαν σαν συνέπεια την επέκταση στο χώρο της πολιτικής τάξης των σαφών, αποστασιοποιημένων και αναμφισβήτητων νόμων που διέπουν τις περιορισμένες αντιπαλότητες.   (…)

Το παιχνίδι προϋποθέτει σίγουρα τη θέληση για νίκη, χρησιμοποιώντας με τον καλύτερο τρόπο τα διαθέσιμα μέσα και αποκλείοντας τις αντικανονικές κινήσεις. Αλλά απαιτεί ακόμα περισσότερα: πρέπει να ξεπεράσεις σε ευγένεια τον αντίπαλό σου, να τον εμπιστευτείς εξαρχής και να τον πολεμήσεις χωρίς εμπάθεια. Πρέπει ακόμα να αποδεχτείς προκαταβολικά την ενδεχόμενη αποτυχία, την ατυχία ή τη μοίρα, να συναινέσεις στην ήττα χωρίς οργή και χωρίς απελπισία. Όποιος ενοχλείται ή διαμαρτύρεται, χάνει την υπόληψή του. Πράγματι, εκεί που κάθε νέα παρτίδα εμφανίζεται σαν απόλυτο ξεκίνημα, τίποτα δεν είναι χαμένο και οι παίχτης, αντί να αγανακτήσει ή να αποκαρδιωθεί, οφείλει να εντείνει την προσπάθειά του. Το παιχνίδι προτρέπει και εθίζει το άτομο να ακούει αυτό το μάθημα αυτοκυριαρχίας και να επεκτείνει την πρακτική του στο σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων και γεγονότων, ακόμα κι εκεί όπου ο ανταγωνισμός δεν είναι ανιδιοτελής, ούτε η μοίρα προδιαγεγραμμένη. Μια τέτοια αποστασιοποίηση απέναντι στα αποτελέσματα της δράσης, έστω κι αν παραμένει φαινομενική και πρέπει πάντα να επιβεβαιώνεται, δεν είναι μικρή αρετή. Αναμφίβολα αυτή η αρχοντική συμπεριφορά είναι ευκολότερη στο παιχνίδι, όπου είναι κατά κάποιο τρόπο υποχρεωτική και όπου ο εγωισμός μοιάζει να είναι προκαταβολικά δεσμευμένος να τιμήσει τις υποχρεώσεις του. Πάντως, το παιχνίδι κινητοποιεί τα ποικίλα προτερήματα που ο καθένας μπορεί να έχει λάβει από τη μοίρα: τον περισσότερο ζήλο, την ανελέητη και απρόβλεπτη συγκυρία, την τόλμη του ρίσκου και τη σύνεση του υπολογισμού, την ικανότητα συνδυασμού αυτών των διαφορετικών τύπων παιχνιδιο, που είναι κι αυτό ένα παιχνίδι και μάλιστα παιχνίδι ανώτερο, με ευρύτερη πολυπλοκότητα, στο βαθμό που είναι τέχνη του ωφέλιμου συνδυασμού δυνάμεων που δύσκολα συντίθενται. Κατά μία έννοια, τίποτα δεν απαιτεί τόση προσήλωση, εγρήγορση και γερά νεύρα όσο το παιχνίδι».

info: Το βιβλίο Τα παιγνίδια και οι άνθρωποι του Roger Caillois (μετάφραση Νίκος Κούρκουλος) έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.

 

O ιππότης Μαξ φον Σίντοφ, στην περίφημη Έβδομη Σφραγίδα του Μπέργκμαν, ξεκινά την παρτίδα του σκακιού