Ρεπορτάζ της Νεκταρίας Ψαράκη

Οι άδικα φυλακισμένοι ναυαγοί αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από έναν ακόμη μήνα διοικητικής κράτησης, ενώ έμειναν στη φυλακή για 11 ολόκληρους μήνες και δεν αποζημιώθηκαν ποτέ για αυτό.

Στη δίκη της Τετάρτης ήταν και ο Μοχάμαντ. Ο πρώτος ναυαγός ο οποίος πέρασε από τη διαδικασία της προανάκρισης και ο μόνος από τους 9 που επιθυμούσε να παρευρεθεί ξανά στο δικαστήριο που τον Μάιο τον αθώωσε. Ήθελε να καθίσει μπροστά στον δικαστή ως ελεύθερος πολίτης, να περάσει το κατώφλι των δικαστηρίων χωρίς φόβο. Όπως είπε στο TPP «διάβασα μετά από καιρό την απολογία μου στην προανάκριση και δεν την αναγνώριζα».

Ωστόσο, το δικαστήριο δεν είχε φροντίσει ούτε την Τετάρτη να υπάρχει διερμηνέας αιγυπτιακής γλώσσας, αλλά διόρισε Σύριο διερμηνέα ο οποίος μετέφραζε και όταν οι 9 ανακρίνονταν από το Λιμενικό, γελώντας, κατά δήλωση του ίδιου του Μοχάμαντ στο TPP, σε βάρος των προσφύγων και μεταφέροντας λανθασμένα τα λεγόμενά τους με αποτέλεσμα το τελικό κείμενο της απολογίας να μην μοιάζει σε τίποτα με αυτά που είχαν πει στις Αρχές.

«Θα ήθελα πολύ να μπορώ να μιλήσω σήμερα. Αλήθεια σου λέω, στα αραβικά είμαι πολύ καλός. Θα ήθελα να τα πω όπως θέλω εγώ», είπε ο Μοχάμαντ στο TPP, μιλώντας στα αγγλικά. «Στην πατρίδα μου έχω τελειώσει Νομική. Από την πρώτη ημέρα ήξερα κάθε λεπτομέρεια της υπόθεσής μου. Σήμερα θα είχα την ευκαιρία να πω μερικά πράγματα στους δικαστές χωρίς να φοβάμαι, αλλά όχι με αυτόν τον διερμηνέα που γελούσε σε βάρος μας και τα μετέφερε λάθος», είπε στο TPP.

Άλλοι συγκατηγορούμενοί του, βρέθηκαν στις φυλακές Ναυπλίου απευθείας από το νοσοκομείο, όπου νοσηλεύονταν έχοντας επιζήσει από τύχη, αφού ήπιαν μεγάλες ποσότητες νερού.

Όλοι τους διασύρθηκαν με τα ονοματεπώνυμά τους, τα προσωπικά τους στοιχεία και τα πρόσωπά τους σε έγχρωμες φωτογραφίες, να έχουν δημοσιευθεί πρωτοσέλιδο στο «Πρώτο Θέμα» σε δημοσιεύματα που τους αποκαλούσαν «διακινητές» και «δουλεμπόρους». Οι δικηγόροι απόρησαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, πώς κατέληξαν στα ΜΜΕ τα έγχρωμα πρωτότυπα – καθώς στη δικογραφία μπαίνουν πάντα ασπρόμαυρες φωτογραφίες – πριν καν σχηματιστεί η δικογραφία, καταγγέλλοντας ότι η δικαιοσύνη δεν έκανε ούτε βήμα για να το διερευνήσει.

Όλοι τους από τη θάλασσα ή το νοσοκομείο βρέθηκαν να ανακρίνονται από τους ανθρώπους που φορούσαν τις ίδιες στολές με τους ανθρώπους που μερικές ώρες νωρίτερα τους ρυμούλκησαν με αποτέλεσμα τον θάνατο 650 προσφύγων, και από την ανάκριση βρέθηκαν στη φυλακή, χωρίς παρακολούθηση από ψυχολόγο, με τους περισσότερους να αντιμετωπίζουν μέχρι σήμερα μετατραυματικό στρες και άλλες ψυχικές διαταραχές από το ναυάγιο και τον εγκλεισμό.

Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία οι προσωρινά κρατηθέντες που αθωώθηκαν αμετάκλητα με βούλευμα ή με απόφαση του δικαστηρίου έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν αποζημίωση από το ελληνικό δημόσιο η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των 20 ευρώ ούτε ανώτερη των 50 ευρώ την ημέρα και της οποίας το ύψος προσδιορίζεται αφού ληφθεί υπόψη και η οικονομική και οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου.

Ωστόσο, ο εισαγγελέας πρότεινε να απορριφθούν οι αιτήσεις αποζημίωσης των αδίκως φυλακισμένων, οι οποίοι πλήρωσαν με την ελευθερία τους, την ηθική, υλική και ψυχολογική βλάβη τους τα εγκλήματα του Ελληνικού Λιμενικού. Όπως υποστήριξε, ήταν αναγκαία η προφυλάκισή τους ως την ακροαματική διαδικασία, καθώς δεν ήταν πρόδηλη η αναρμοδιότητα των ελληνικών δικαστηρίων, παρά το γεγονός ότι ακόμη και οι διορισμένοι από το κράτος δικηγόροι των εννιά, κατά τις πρώτες ημέρες των δικαστικών εξελίξεων, είχαν επισημάνει την έλλειψη αναρμοδιότητας.

Αργότερα, κατά τον πρώτο μήνα φυλάκισής τους, οι νέοι δικηγόροι προσέφυγαν κατά του εντάλματος σύλληψής τους ξανά, τονίζοντας την αναρμοδιότητα των ελληνικών δικαστηρίων, με τον εισαγγελέα να απαντά πως βεβαίως και είναι ελληνική υπόθεση, καθώς οι πρόσφυγες μη έχοντας γνώση ναυσιπλοΐας αφενός, επιβαίνοντας σε μη αξιόπλοο μέσο αφετέρου, γνώριζαν την πιθανότητα να καταλήξουν στην Ελλάδα (σ.σ. το The Press Project έχει στη διάθεσή του τις προσφυγές αλλά και την εισαγγελική απόφαση).

Με αυτό το βούλευμα ποινικοποίησης της σκέψης, οι συλληφθέντες παρέμειναν στη φυλακή μέχρι τη δίκη, για να ακουστεί στο ακροατήριο αυτό που επεσήμαναν οι δικηγόροι από την αρχή: ότι δεν είναι δουλειά της ελληνικής δικαιοσύνης να δικάσει, ότι πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι, ότι δεν τέλεσαν το έγκλημα της διακίνησης μεταναστών.

Ο πρόεδρος της έδρας συντάχθηκε με την εισαγγελική πρόταση και έτσι δεν επιδικάστηκε ούτε ευρώ. Ο Μοχάμαντ, είπε στο TPP: «Δεν με ενδιέφεραν τα λεφτά, αυτό που θέλω είναι μία συγγνώμη για ό,τι συνέβη. Αν μπορούσα να μιλήσω θα έλεγα γάμα τα λεφτά, είμαι ελεύθερος». Οι δικηγόροι μίλησαν για ημέρα «προσβολής της δικαιοσύνης».

Όλα όσα συνέβησαν στην δικαστική αίθουσα

Οι δικηγόροι έδωσαν μάχη να πείσουν την έδρα πως ήταν προφανής η αναρμοδιότητα των ελληνικών δικαστηρίων, αλλά και να εξηγήσουν την ανάγκη αποζημίωσης των ναυαγών που φυλακίστηκαν 343 ημέρες για ένα έγκλημα του οποίου υπήρξαν θύματα και όχι θύτες. Υπενθύμισαν ότι αφενός το δικαστήριο τους αθώωσε για τη διακίνηση και την παράνομη είσοδο, και αφετέρου ότι το ζήτημα αναρμοδιότητας είχε τεθεί ήδη από την προδικασία.

Πρώτη μίλησε η δικηγόρος Νατάσα Νταλιάνη η οποία προσκόμισε έγγραφα που αποδείκνυαν ότι από τότε που αποφυλακίστηκε ο εντολέας της εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής, όπως στη χώρα του όπου έχει πιστοποιητικό δεξιότητας. Πρόσθεσε ότι ο αδερφός του ήταν στην Ιταλία και είχε κάνει πολλές προσπάθειες να τον φέρει νόμιμα με αιτήσεις για δουλειά. Έτσι ζήτησε από το δικαστήριο τα μέγιστα, δηλαδή 50 ευρώ.

Ο δικηγόρος Σπύρος Πανταζής είπε ότι για να αποδειχθεί η ηθική βλάβη και η ανάγκη αποκατάστασής της αρκεί ένα μόνο χαρτί: Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» με τα πρόσωπα των -τότε- κατηγορουμένων, μερικών από αυτών από το κρεβάτι του νοσοκομείου χωρίς τις αισθήσεις τους.

«Αρκεί μόνο αυτό εδώ το δημοσίευμα, το οποίο παραβίασε τα προσωπικά δεδομένα των ανθρώπων και το οποίο αναπαράχθηκε και στο εξωτερικό. Ξεκάθαρη παραβίαση τεκμηρίου ταυτότητας. Ακόμη, δεν απήλαυσαν καμία προστασία από τη δικαιοσύνη, καθώς δεν κινήθηκε καμία δικαστική έρευνα για το πώς τα πρόσωπά τους έγιναν πρωτοσέλιδα. Στη συνέχεια, οδηγήθηκαν στις φυλακές Ναυπλίου, κατάστημα το οποίο ήδη έχει μία καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την παραβίαση του άρθρου 3 που αφορά στην εξευτελιστική μεταχείριση των κρατουμένων.

Οι άνθρωποι έχουν υποστεί πνιγμό, εγκλεισμό, συμβάντα που δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσουν. Ζητάμε από το δικαστήριο να δοθούν τα μέγιστα, το ποσό των 50 ευρώ ημερησίως», είπε.

Ξανά χωρίς διερμηνέα το δικαστήριο 

«Χθες ζητήσαμε διερμηνέα, όμως ήταν ο ίδιος ο διερμηνέας που διορίστηκε και στην προανάκριση και ο Μοχάμαντ δεν ήθελε», είπε η Νατάσα Νταλιάνη και αρνήθηκε να γίνει αίτημα εξέτασης του Μοχάμαντ καθώς όπως γνωστοποίησε η έδρα η δική του αίτηση αποζημίωσης σε περίπτωση νέου αιτήματος να εξεταστεί θα αναβαλλόταν για άλλη μέρα. Η δικηγόρος του ενημέρωσε το δικαστήριο ότι ο Μοχάμαντ στην Αίγυπτο είναι απόφοιτος Νομικής. Είχε βγάλει διαβατήριο για να ταξιδέψει νόμιμα στη Λιβύη και να φύγει στην Ιταλία όπου βρίσκεται η θεία του αναζητώντας μία καλύτερη ζωή. «Αυτοί οι άνθρωποι είναι επιζώντες ναυαγίου και λίγες ώρες μετά βρέθηκαν έγκλειστοι για κατηγορίες που δεν υφίστανται», είπε ακόμη, διεκδικώντας το μέγιστο ποσό.

Ο Αλέξης Γεωργούλης θύμισε στο δικαστήριο ότι ήδη από το στάδιο της κύριας ανακρίσεως είχε επισημανθεί η έλλειψη δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων, αλλά παρ’όλα αυτά οι 9 παρέμειναν στην φυλακή. Ακόμη, τόνισε στο δικαστήριο ότι τη μία μέρα γλίτωσαν από πνιγμό και την επόμενη βρέθηκαν έγκλειστοι, επισημαίνοντας την ανάγκη αποζημίωσής τους.

Ο Δημήτρης Χούλης κάλεσε το δικαστήριο να αναλογιστεί το βάσανο αυτών των ανθρώπων: «Από τη μία ανάμεσα σε πνιγμένους ανθρώπους στη θάλασσα και από την άλλη στη φυλακή. Μέχρι και σήμερα δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτά τα τραύματα, ενώ δε δέχτηκαν όλο αυτό το διάστημα καμία ψυχολογική βοήθεια. Ακόμη και μετά τις 22 Μαΐου που αθωώθηκαν, τους κράτησαν διοικητικά! Ζητάμε τα μέγιστα».

Η Έφη Δούση τόνισε στο δικαστήριο ότι ο εντολέας της δεν ξεπέρασε ποτέ τα τραύματά του. Παρακολουθείται από ψυχίατρο και είναι υπό αντικαταθλιπτική αγωγή. Τόνισε την ηθική του βλάβη όταν η φωτογραφία του κυκλοφόρησε στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» όντας σε κρεβάτι νοσοκομείου, αλλά και την ψυχική του οδύνη όταν από αυτό το κρεβάτι μεταφέρθηκε κατευθείαν στη φυλακή.

«Ο κύριος Αλ Χούλι βρέθηκε σε μία δεινή συνθήκη τόσο τη στιγμή που ανασύρθηκε όσο και κατά τη διάρκεια της κράτησής του. Θυμίζουμε στο δικαστήριο ότι δεν ήξερε κολύμπι. Κόντεψε να πνιγεί αυτός για να σωθεί ένας 16χρονος. Κατάφερε να κρατήσει τον εαυτό του στη ζωή και βρέθηκε στη φυλακή, όπου έπεσε κι εκεί θύμα βίας. Ο εντολέας μου δεν έχει καταφέρει ακόμη να πατήσει στα πόδια του. Πρόκειται για έναν άνθρωπο του μεροκάματου που η οικογένειά του πλήρωσε για να έρθει στην Ευρώπη. Στη Γαλλία τον περίμενε ο ανιψιός του. Η πολιτεία δεν κατάφερε να προστατεύσει αυτούς τους ανθρώπους και πραγματικά προκαλεί εντύπωση ότι οι φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» είναι διαφορετικές (σ.σ. εννοεί έγχρωμες) από αυτές της δικογραφίας», είπε. 

Η Χρυσάνθη Καούνη σημείωσε ότι και ο εντολέας της υποφέρει από μετατραυματικό στρες. Υπενθύμισε στο δικαστήριο την οικογενειακή του κατάσταση, καθώς ήταν πατέρας πέντε παιδιών, ωστόσο έχασε το ένα. «Σήμερα δουλεύει ως εργάτης στην οικοδομή. Στην Αθήνα υπάρχει εργασία στην οικοδομή, υπάρχουν μεροκάματα τα οποία θα μπορούσαν να του είχαν εξασφαλίσει ποιοτική ζωή για εκείνον και την οικογένειά του αν δεν ήταν στη φυλακή. Ζητάμε να αποζημιωθεί με τα μέγιστα».

Εισαγγελέας: «Δεν ήταν πρόδηλη η έλλειψη δικαιοδοσίας»

Ο εισαγγελέας είπε ότι πράγματι οι δικηγόροι είχαν υποβάλει ενστάσεις κατα τη διάρκεια της προδικασίας θέτοντας θέμα απαράδεκτου, ωστόσο οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί τέθηκαν υπόψιν από το δικαστήριο. Σημείωσε, ότι η κράτηση των κατηγορούμενων είναι ενιαία ανεξαρτήτως του αθωωτικού σκέλους, και προκύπτει ότι η κράτηση ήταν νόμιμη καθώς δεν υπήρχε ζήτημα προδήλου. Υποστήριξε ότι ορθά υπήρξε η κίνηση της ποινικής διώξεως, και προκύπτει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να αποζημιωθούν οι εννιά, καθώς ήταν σημαντικό το δικαστήριο να μπει στην ουσία της δίκης για να αποφαθνεί αν θα αφεθούν ελεύθεροι λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.

Οι δικηγόροι δυσκολεύτηκαν να κατανοήσουν τι ακριβώς εννοούσε ο εισαγγελέας. Η Νατάσα Νταλιάνη τόνισε ότι βεβαίως και πληρούνται οι προϋποθέσεις για αποζημίωση καθώς συνδέονται πλήρως με το περιεχόμενο της ορθής απόφασης του Μαΐου. Διαφώνησε και τόνισε ότι βεβαίως και η έλλειψη δικαιοδοσίας ήταν πρόδηλη εξαρχής.

«Ήταν γνωστό εξαρχής ότι το δικαστήριο είναι αναρμόδιο. Οι ενστάσεις μας κατά την προδικασία ήταν ουσιαστικές και το δικαστήριο τον Μάιο τις επιβεβαίωσε όπως όφειλε να το κάνει εξ αρχής καθώς κατά τη διάρκεια της προδικασίας είχε στη διάθεσή του όλα τα απαραίτητα έγγραφα. Δε χρειαζόταν να έρθουμε στην ακροαματική διαδικασία και να εξεταστεί η ουσία της υπόθεσης για να διαπιστώσουμε ότι το ναυάγιο έγινε σε διεθνή ύδατα. Τι παραπάνω προσέφερε η ακροαματική διαδικασία από αυτά που ήταν ήδη γνωστά; Ήταν παράνομα έγκλειστοι και το να ποινικοποιείς τη μετανάστευση σε πολιτικό επίπεδο δεν μπορεί να αποτελεί επιχείρημα σε μία διαδικασία όπως προβλέπει ένα Κράτος Δικαίου. Δεν μπορούμε να στερήσουμε στους ανθρώπους αυτούς το να αποζημιωθούν για την κράτησή τους. Γιατί να το κάνουμε αυτό; Για να κλείσουμε τα μάτια μας σε αυτό που πραγματικά έγινε; Ότι έγινε μπροστά στα μάτια μας το μεγαλύτερο ναυάγιο της Μεσογείου μετά από ρυμούλκηση και χωρίς να τους παραχθεί καμία ψυχολογική υποστήριξη κατέληξαν στη φυλακή ενώ είχαν ζητήσει βοήθεια;», είπε.

Ο Σπύρος Πανταζής μίλησε για εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου από τον εισαγγελέα. Θύμισε στο δικαστήριο ότι υπάρχει αντίστοιχο βούλευμα από Δικαστήριο της Κρήτης που έκανε δεκτή την έλλειψη δικαιοδοσίας κάτι το οποίο δεν το έκανε το δικαστήριο της Καλαμάτας. «Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να συνταχθούμε ότι οι συγκεκριμένοι αιτούντες έχουν κρατηθεί δικαίως προσωρινά περί το ένα έτους. Τους είχε επιβληθεί το επαχθέστερο μέτρο δικονομικού εξαναγκασμού, μετά εκδόθηκε η απόφαση η οποία έχει καταστεί αμετάκλητη», είπε.

Ο Αλέξης Γεωργούλης σημείωσε ότι ήδη από το στάδιο της κύριας ανακρίσεως είχε προβληθεί η ένσταση έλλειψης δικαιοδοσίας με τα απολογητικά υπομνήματα. «Κύριε Πρόεδρε τα γνωρίζετε καλύτερα από όλους γιατί τύχατε μέλος της σύνθεσης. Ξέρετε ότι στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας δεν προέκυψε κανένα νέο στοιχείο για να υποστηρίζουμε σήμερα ότι ήταν απαραίτητη η διεξαγωγή της. Στα πλαίσια αυτά ζητάμε να γίνουν δεκτές οι αιτήσεις αποζημίωσης», είπε.

Ο Δημήτρης Χούλης τόνισε ότι αυτά που διαπίστωσε το δικαστήριο τον Μάιο, τα έλεγαν μέχρι και οι αυτεπαγγέλτως διορισμένοι δικηγόροι από την πρώτη μέρα, αλλά δεν κατάφεραν να τα αναγνώσουν ο εισαγγελέας και ο ανακριτής παρά τις συνεχείς προσπάθειες των δικηγόρων. «Εμείς ήρθαμε τον Μάιο έτοιμοι να δώσουμε μία μεγάλη μάχη και τελικά από την πρώτη στιγμή έγινε δεκτό αυτό που λέγαμε από την αρχή. Και όχι μόνο αυτό. Το δικαστήριό σας έκανε ένα βήμα παρακάτω και είπε τη λέξη αθώοι. Είναι μία αφορμή, για εμένα, η κράτηση, αυτό το έσχατο μέτρο ποινικού καταναγκασμού να γίνει πραγματικά έσχατο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι αντί να είναι σε ένα camp και να περιμένουν το άσυλό τους, εμείς επιλέξαμε να τους φυλακίσουμε. Σήμερα πρέπει να δοθεί έστω και η ελάχιστη αποζημίωση», είπε.

Η Έφη Δούση σημείωσε ακόμη ότι δεν κατανοεί πώς το δεύτερο σκέλος της απόφασης, δηλαδή η αθώωση είναι ανεξάρτητη. «Ήταν πρόδηλο ότι συνέτρεχαν οι λόγοι του παραπεμπτικού βουλεύματος και δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι οι λόγοι συνέτρεχαν κατά το χρόνο εκδίκασης. Δεν τίθεται θέμα αν ένα σκέλος επιδρά περισσότερο ή λιγότερο. Είναι εσφαλμένη η ερμηνεία του εισαγγελέα αλλά σεβαστή. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι δικαιούνται αποζημίωση από το ελληνικό δημόσιο», είπε.

Η Χρύσα Καούνη συμφώνησε με την Έφη Δούση. «Είναι εσφαλμένη η ερμηνεία του εισαγγελέα αλλά σεβαστή. Πραγματικά δεν κατάλαβα γιατί δεν επιδρά η αθώωση. Κύριε πρόεδρε εσείς γνωρίζετε τι έγινε στη διαδικασία. Όλη η αποδεικτική διαδικασία στράφηκε γύρω από την πρόθεση ή μη της εισόδου. Για την κατηγορία για την οποία το δικαστήριο χρειάστηκε διευκρινίσεις και μπήκε στην ουσία, δόθηκε αθώωση. Η έλλειψη δικαιοδοσίας αφορούσε στην πρόκληση ναυαγίου και ήταν κάτι που ήταν γνωστό από το πρώτο δευτερόλεπτο. Δεν ήταν απλά πρόδηλο, ήταν πασείδηλο. Για την εγκληματική οργάνωση δε, άπαντες κατά τη διαδικασία κατέθεσαν ότι συγκροτήθηκε στη Λιβύη και το δικαστήριο δεν μπήκε σε καμία διαδικασία ουσιαστικής διερεύνησης. Δεν κατανοώ για ποιο λόγο επισημαίνει ο εισαγγελέας ότι έπρεπε να μπούμε στην ουσία της δίκης για να αποδειχθεί πού έγινε το ναυάγιο. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να αποζημιωθούν», είπε.

Στη συνέχεια το δικαστήριο συντάχθηκε με την εισαγγελική πρόταση και απέρριψε όλα τα αιτήματα αποζημίωσης.

Μοχάμαντ: «Δεν με νοιάζουν τα λεφτά, δεν άκουσα ποτέ μία συγγνώμη»

Ο Μοχάμαντ μετά την απόφαση του δικαστηρίου βγήκε από την αίθουσα με χαμόγελο. Δεν έδειχνε καθόλου ενοχλημένος από το αποτέλεσμα. Τον ρωτήσαμε πώς αισθάνεται για το αποτέλεσμα και συνεχώς επαναλάμβανε «είμαι ελεύθερος».

«Εμένα Αρχή μου είναι ότι τα χρήματα δεν έχουν σημασία, όμως έχω ανάγκη να ακούσω μία συγγνώμη από κάποιον για ό,τι συνέβη. Όμως αυτό που έγινε σήμερα είναι απλά άδικο. Όμως ελπίζω να αποδοθεί δικαιοσύνη. Τα χρήματα δεν φέρουν πίσω στους ανθρώπους τους τους άνδρες και τις γυναίκες. Κάποιος πρέπει να απολογηθεί στους συγγενείς των ανθρώπων στην Αίγυπτο, στη Συρία και στο Πακιστάν. Αυτό που νιώθω σήμερα όμως είναι ένα άλλο συναίσθημα. Είμαι ελεύθερος. Κάθισα μπροστά στον δικαστή χωρίς να φοβάμαι για τίποτα. Όμως δεν νοιώθω άσχημα που έχασα χρήματα. Δεν είναι καν σημαντικά. Όμως έκαναν λάθος. Έχω πλάνα για το μέλλον. Το καλύτερο πλάνο που έχω είναι να μάθω ελληνικά και να επιστρέψω στη δικηγορία. Είμαι δικηγόρος αλλά πρέπει να διαβάσω για να υπερασπίζομαι αθώους ανθρώπους. Τώρα ξέρω την διαφορά ανάμεσα σε κρατούμενους και ελεύθερους ανθρώπους. Αν μπορούσα σήμερα να μιλήσω θα έλεγα “γάμα τα λεφτά. Η ελευθερία είναι το πάν”», είπε.

«Όσοι ήμασταν εδώ τον Μάιο ξέρουμε ότι το δικαστήριο στάθηκε και ερεύνησε αν υπήρξε είσοδος και πρόθεση εισόδου. Βεβαίως ρώτησε πού έλαβε χώρα το ναυάγιο αλλά αυτό δεν αποτέλεσε σημείο ενδελεχούς έρευνας διότι όλοι ξέραμε από την πρώτη στιγμή που έχει συμβεί το ναυάγιο, δηλαδή σε διεθνή ύδατα. Αυτό ούτε διερευνήθηκε στο δικαστήριο διεξοδικά γιατί ήταν πασείδηλο και προφανές από την πρώτη στιγμή. Σήμερα το δικαστήριο μας είπε ότι δεν ήταν πρόδηλο, για αυτό το λόγο οι άνθρωποι δε δικαιούνται να αποζημιωθούν για τον ένα χρόνο που έκατσαν στη φυλακή αμέσως μετά την τραυματική εμπειρία του θανάτου που είχαν χωρίς να έχουν τη δυνατότητα ψυχολογικής υποστήριξης», εξήγησε η Χρυσάνθη Καούνη.

Ρωτήσαμε την κ. Καούνη αν μπορεί ένας εισαγγελέας να λέει ότι υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο ενώ είναι πασειφανές ότι δεν υπάρχει, και μάλιστα αυτό να μην επιφέρει καμία επίπτωση. «Θεωρώ ότι το δικαστήριο ουσιαστικά εξέδωσε μία απόφαση που υπαγορευόταν από λόγους σκοπιμότητας και όχι νομιμότητας γιατί δεν θα ήθελε να επιτρέψει να μην ασκούνται ποινικές διώξεις – γιατί αυτό έπρεπε να γίνει αφού η ποινική δίωξη ήταν αβάσιμη προδήλως και από την αρχή. Επομένως εδώ υπήρχαν λόγοι σκοπιμότητας», απάντησε.

Η κ. Καούνη ερωτήθη σχετικά με το δημοσίευμα από το «Πρώτο Θέμα». Αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας με νόημα ότι οι φωτογραφίες που διέρρευσαν ήταν διαφορετικές από τη δικογραφία και ρωτήσαμε αν οι συνήγοροι υπονόησαν ότι το αφήγημα περί «δουλεμπόρων» στήθηκε σε συνεργασία με τους λιμενικούς οι οποίοι ήταν κι εκείνοι που είχαν επαφή με τους ναυαγούς στο νοσοκομείο:

«Δεν είμαι διωκτική αρχή για να διαπιστώσω ποιος τράβηξε αυτές τις φωτογραφίες. Αυτό που μπορώ να δηλώσω είναι ότι οι φωτογραφίες των ανθρώπων που δημοσιεύθηκαν ήταν έγχρωμες και εντός της δικογραφίας ήταν ασπρόμαυρες. Στη δικογραφία είναι πάντα ασπρόμαυρες. Εκτιμώ ότι αυτές που τραβήχτηκαν με το κινητό ως έγχρωμες τυπώθηκαν ως ασπρόμαυρες και μπήκαν στη δικογραφία, και αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν διέρρευσαν από κάποιον που είχε τη δικογραφία. Διέρρευσαν πριν. Πριν γίνει καν δικογραφία».

«Θεωρούμε ότι η σκέψη πίσω από αυτό είναι πιο βαθιά. Ξέρουμε για την ποινικοποίηση της μετανάστευσης και ότι υπάρχει η πολιτική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση. Σήμερα εν μέρει πήρε πίσω την απόφαση του Μαΐου λέγοντας ουσιαστικά “ναι σας αφήσαμε, ναι σας αθωώσαμε, αλλά δεν θα αποζημιωθείτε κιόλας”», είπε η Νατάσα Νταλιάνη

Πρόσθεσε ότι είναι ιδιαίτερα χαρούμενη «για το γεγονός ότι ένας εκ των αιτούντων είναι εδώ και ήταν μαζί μας. Δεν του δόθηκε η δυνατότητα να μιλήσει αλλά στάθηκε μπροστά στο δικαστήριο ως ελεύθερος πολίτης και αυτό δεν ξεπληρώνεται. Οι πρόσφυγες δεν είναι αντικείμενα προς κατανάλωση και ανάλωση. Ούτε αντικείμενα για μία αδικαιολόγητη ποινικοποίηση της μετανάστευσης στο σύνολό της».

Ερωτηθείς αν η σημερινή έκβαση έχει κάτι να πει για τη δίκη του Μαΐου, ο Αλέξης Γεωργούλης δήλωσε στο TPP: «Νομίζω ότι όποιος παρακολούθησε τη σημερινή ακροαματική διαδικασία του δημιουργήθηκαν σοβαρές υπόνοιες σε σχέση με τη στάση που κράτησε το δικαστήριο στην πρωτοβάθμια απόφαση. Έχουμε μία αθωωτική απόφαση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, κάνοντας και δεκτή την έλλειψη δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων. Το δικαστήριο δεν μπήκε ποτέ στην ουσία της υπόθεσης για να διερευνηθούν και τυχόν πιθανές ευθύνες και του λιμενικού. Σήμερα στην διαδικασία που είχαμε ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου στο οποίο προήδρευε μέλος της σύνθεσης του πρωτοβαθμίου που απήλλαξε τους κατηγορούμενους έχουμε μία απόφαση προσβλητική για την ίδια τη δικαιοσύνη διότι σε κάθε περίπτωση ακυρώνει στην πράξη το άρθρο περί αποζημίωσης των αδίκως κρατηθέντων».

Ο Δημήτρης Χούλης ρωτήθηκε αν πιστεύει ότι πραγματικά οι δικαστές δεν είχαν καταλάβει κατά τη διάρκεια της προδικασίας ότι το ναυάγιο συνέβη 47 ν.μ., καθώς αυτό επικαλέστηκαν για να μην αποζημιώσουν τους εννιά. Εκείνος απάντησε ότι «έπρεπε να προφυλακιστούν κάποιοι άνθρωποι για να μην αναρωτηθούμε ποιος πραγματικά έφταιγε. Αυτός που έφταιγε ήταν ο καπετάνιος του λιμενικού σκάφους που σήμερα έχει κληθεί για να δώσει εξηγήσεις. Το καλό της υπόθεσης είναι το χαμόγελο του Μοχάμαντ, και αυτό που είπε ότι δεν έχουν σημασία τα λεφτά. Σημασία έχει επιτέλους να πάνε στη δικαιοσύνη αυτοί που πρέπει. Το δικαστήριο φυλακίζει. Το κράτος δε δίνει ποτέ πίσω. Παίρνει, δε δίνει. Κι αν είσαι φτωχός δε σου δίνει ποτέ. Αυτοί οι άνθρωποι είναι φτωχοί. Όπου φτωχοί και η μοίρα τους. Αυτό που έχει αποφύγει το δικαστήριο είναι να ρωτήσει γιατί πνίγηκαν τόσοι άνθρωποι. Αυτή η ερώτηση είτε έπαιρναν σήμερα κάποια χρήματα, είτε όχι, παραμένει. Ποιοι τους σκοτώσαμε τόσους ανθρώπους; Είμαστε εμείς, είναι το κράτος μας, είναι η πολιτική μας και είναι και συγκεκριμένα άτομα τα οποία έχουν κληθεί να δώσουν εξηγήσεις και ελπίζουμε να βρεθούν εκείνοι στις δικαστικές αίθουσες κατηγορούμενοι».

Ρωτήσαμε την Έφη Δούση, με αφορμή την επίκληση του πρωτοσέλιδου της εφημερίδας «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ», αν θα έπρεπε να ενδιαφέρεται το δικαστήριο για το γεγονός ότι εννιά άνθρωποι διασύρθηκαν: «Αυτό ήταν ένα κομμάτι του ισχυρισμού μας σε σχέση με την ηθική βλάβη την οποία υπέστησαν από την άδικη κράτησή τους που έπρεπε να αποδειχθεί στο δικαστήριο πέραν της περιουσιακής ζημίας. Εδώ έχουμε ουσιαστικά ένα δικαστήριο που δεν εφάρμοσε σωστά τον νόμο. Στις 21 Μαΐου είχαμε μία απόφαση αθωωτική και σήμερα έχουμε μία άλλη απόφαση η οποία δεν αποζημιώνει τους ίδιους ανθρώπους που το ίδιο δικαστήριο έχει αθωώσει. Τα χρήματα που θα επιδικάζονταν είναι ελάχιστα έως αστεία σε σχέση με την ψυχική, ηθική και σωματική ταλαιπωρία που υπέστησαν αυτοί οι άνθρωποι».

Θύμισε ότι ένας εκ των αιτούντων σήμερα, σύρθηκε ημιλιπόθυμος από τη θάλασσα και βρέθηκε στη φυλακή. «Αυτά είναι γνωστά στο δικαστήριο. Ο λόγος που είμαστε εδώ και θα συνεχίσουμε να είμαστε είναι γιατί πρέπει να αποκατασταθεί ηθικά το δίκαιο. Το να πάρεις για 343 ημέρες εγκλεισμού ως αθώωος από 20 έως 50 ευρώ την ημέρα, όπως καταλαβαίνεις αυτό το ποσό δεν αποκαθιστά καμία βλάβη. Είναι συνταγματική υποχρέωση όμως η αποζημίωση. Είναι το άρθρο 7 παράγραφος 4 και καταστρατηγήθηκε», είπε.

Ο Σπύρος Πανταζής τόνισε στο TPP ότι «πρόκειται για μία απόφαση η οποία στην πραγματικότητα καταστρατηγεί το δικαίωμα των αδίκως κρατηθέντων σε εύλογη αποζημίωση. Αυτό που μας είπε στην ουσία το δικαστήριο είναι ότι εγώ μπορώ να επιβάλω το επαχθέστερο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού στερώντας αναιτίως την προσωπική ελευθερία του άλλου και την ίδια ώρα να μη φέρω ευθύνη. Δε χωρά αμφιβολία πως η εξέλιξη αυτή μας απομακρύνει από το ευρωπαϊκό κεκτημένο».

 

Η υπόθεση των εννιά έκλεισε την Τετάρτη εκεί όπου ξεκίνησε: στην Καλαμάτα. Η υπόθεση του ναυαγίου της Πύλου ωστόσο είναι ακόμη ανοιχτή, με τους πραγματικούς ενόχους να βρίσκονται υπό διερεύνηση στο Ναυτοδικείο Πειραιά και το πλήρωμα του ΠΠΛΣ 920 και ο καπετάνιος, Μιλτιάδης Ζουριδάκης, να καλούνται να δώσουν εξηγήσεις. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του TPP πολύ σύντομα οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τους δεκάδες πρόσφυγες που τόλμησαν να προχωρήσουν σε μήνυση αναμένεται να λάβουν τη δικογραφία, ενώ αποτελεί ουσιαστικό ερώτημα αν η δικαιοσύνη θα κάνει τη δουλειά της: αν θα προχωρήσει σε ακροαματική διαδικασία δεδομένων των αδιάσειστων στοιχείων με το πλήρωμα του ΠΠΛΣ να κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου ή αν θα θέσει την υπόθεση στο αρχείο.