Το θέμα της Ουκρανίας, θα συζητηθεί κατά τη διάρκεια του σημερινού δείπνου εργασίας των «28». Όπως σχολίασαν διπλωματικές πηγές, η μεγαλύτερη πρόκληση που καλούνται να αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι η επιβολή κυρώσεων με το μεγαλύτερο δυνατό αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία, αλλά ταυτόχρονα με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες για την Ε.Ε. Έτσι, ενώ φαίνεται πιθανό το ενδεχόμενο οι Ευρωπαίοι να ακυρώσουν τη Σύνοδο Κορυφής Ρωσίας – Ε.Ε. τον Ιούνιο στο Σότσι, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα προχωρήσουν σε οικονομικές κυρώσεις που θα διακύβευαν τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.

 
Παράλληλα, στο σημερινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναμένεται να γίνει μια ουσιαστική πολιτική συζήτηση για τη χάραξη στρατηγικής, σε βάθος χρόνου, στις σχέσεις της Ε.Ε. με τη Ρωσία. Διπλωματικές πηγές σχολίασαν ότι η ουκρανική κρίση υποχρεώνει την Ε.Ε. να επανεξετάσει σε βάθος την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία και να αναζητήσει τρόπους μεγαλύτερης διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού της.
 
Επιπλέον, κατά τη δεύτερη ημέρα της Συνόδου, οι «28» θα υπογράψουν με τον πρωθυπουργό της Ουκρανίας, Αρσένι Γιατσένιουκ την πολιτική συμφωνία σύνδεσης Ε.Ε.- Ουκρανίας. Με αυτόν τον τρόπο, η Ε.Ε. επιβεβαιώνει τη στήριξή της στη νέα ουκρανική κυβέρνηση, κάτι το οποίο αναμφίβολα θα θεωρηθεί πρόκληση από τη Μόσχα, εκτιμούν διπλωμάτες.
 
Τα υπόλοιπα θέματα της ημερήσιας διάταξης του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αφορούν στο «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα, το κλίμα, την ενέργεια και τη Σύνοδο Κορυφής Ε.Ε. – Αφρικής.
Οι εργασίες των «28» θα ξεκινήσουν σήμερα το απόγευμα, με θέμα την οικονομία και παρουσία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Μάριο Ντράγκι. Οι ηγέτες θα εξετάσουν την πρόοδο της διαδικασίας παρακολούθησης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου του τρέχοντος έτους και θα αξιολογήσουν την υλοποίηση της στρατηγικής Ευρώπη 2020. Στη συνέχεια θα ασχοληθούν με το ζήτημα της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας.
 
Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα του νομοθετικού έργου και τη Διακυβερνητική Διάσκεψη, σε σχέση με τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης τραπεζών και θα επανέλθει στο θέμα της φορολόγησης των αποταμιεύσεων.
 
Η δεύτερη ημέρα της Συνόδου θα αφιερωθεί σε θέματα ενεργειακής στρατηγικής της Ε.Ε. και κλίματος, μετά την υπογραφή της συμφωνίας σύνδεσης Ε.Ε. – Ουκρανίας.

Έντονο παρασκήνιο για τις τράπεζες

Σε τελική συμφωνία κατέληξε η ΕΕ για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης των Τραπεζών, αλλά και το Ταμείο Εξυγίανσης που θα τον στηρίζει. 

Μετά από αρκετούς μήνες έντονων διαπραγματεύσεων και με τα χρονικά περιθώρια να στενεύουν επικίνδυνα, οι αξιωματούχοι κατέληξαν σε συμφωνία μετά από μαραθώνιο συζητήσεων που διήρκεσε 17 ώρες και ολοκληρώθηκε το πρωί της Πέμπτης.
 
Βάσει των πρώτων πληροφοριών που μεταδίδει το Reuters, η επιτροπή των ευρωβουλευτών και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησαν να δημιουργηθεί η τραπεζική ένωση και να κλείνουν οι τράπεζες που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Επίσης συμφώνησαν ότι πρωταρχικό ρόλο στην απόφαση για το κλείσιμο τραπεζών θα έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Συμβιβαστική είναι η λύση και για το χρονοδιάγραμμα στο Ταμείο Εξυγίανσης που προβλέπεται να είναι έτοιμο σε διάστημα 8 ετών.
 
Επισήμως, οι λεπτομέρειες της συμφωνίας δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές. Οι Financial Times ωστόσο, αποκαλύπτουν ότι οι τελικοί όροι περιλαμβάνουν μικρές, αλλά δύσκολες αλλαγές στην αρχική θέση των κρατών μελών που επηρεάστηκε σημαντικά από το Βερολίνο και την ένσταση της Γερμανίας για έκθεση των φορολογούμενων πολιτών. Ο Yves Merchs, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είχε προειδοποιήσει ότι η απουσία συμφωνίας θα ήταν «πολύ κοντά στην αυτοκτονία». 
 
Οι βασικοί συμβιβασμοί που έγιναν μετά από πιέσεις του ευρωκοινοβουλίου ήταν να επιταχυνθεί το χρονοδιάγραμμα για τη σύσταση του Ταμείου Εξυγίανσης στα 8 από τα 10 έτη με ταχύτερη εφαρμογή και της αμοιβαιοποίησης του κόστους μεταξύ των κρατών – μελών. Αυτό ήταν ένα θέμα στο οποίο είχε αντισταθεί σθεναρά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
 
Ορισμένες αλλαγές αποφασίστηκαν και στη δομή της διαδικασίας λήψης αποφάσεων ώστε να μειωθεί ο ρόλος των υπουργών Οικονομικών και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Έτσι, αναθεωρούνται οι περιπτώσεις στα οποίες υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης από τους υπουργούς, αλλά και ο αριθμός των αποφάσεων που απαιτούν ομοφωνία.
 
Και πάλι όμως, οι αποφάσεις αυτές απέχουν από τα αρχικά αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Κομισιόν που ζητούσαν πλήρως αμοιβαιοποιημένο ταμείο με ισχυρή γραμμή πίστωσης από τα κράτη-μέλη υπό ένα σύστημα λήψης αποφάσεων που θα επικυρώνονταν από τις Βρυξέλλες και όχι από τα κράτη-μέλη.

(με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ)