Της Βασιλικής Σιούτη
Η κυβέρνηση όμως δεν το ήθελε. Μέχρι και την έναρξη του χθεσινού Eurogroup διαβεβαίωνε ότι αυτό δεν θα συμβεί. Κατά την έξοδο του από το Μέγαρο Μαξίμου, κι ενώ το Eurogroup συνεχιζόταν, ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος , έσπευσε να κάνει δηλώσεις στις κάμερες, ανακοινώνοντας ότι έχει πολύ ευχάριστα νέα, ότι λύνεται το πρόβλημα χρηματοδότησης της χώρας και ότι αυτό συνιστά πολύ μεγάλη επιτυχία.
Οι δανειστές ωστόσο έχουν δηλώσει δεκάδες φορές τον τελευταίο μήνα ότι η Ελλάδα θα πάρει χρήματα, μόνο αν κλείσει την αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος (δηλαδή την τελευταία αξιολόγηση του μνημονίου που παραμένει ανοιχτή από την προηγούμενη κυβέρνηση).
Θα μπορούσαν να εκταμιεύσουν κάποια υποδόση, όπως είπαν, αν έβλεπαν ότι η σημερινή κυβέρνηση αποδέχεται και προωθεί μεταρρυθμίσεις (δηλαδή μέτρα) και οι οποίες αποτελούν μνημονιακούς όρους της δανειακής σύμβασης.
Επίσης, όπως έχουν ξεκαθαρίσει, δέχονται και ισοδύναμα μέτρα, αρκεί να αποφέρουν τα ίδια έσοδα.
Άρα τι θα μπορούσε να είχε συμβεί εχθές για να δικαιολογεί τις δηλώσεις Καμμένου; Μήπως απέσυραν τους όρους τους οι δανειστές για συμφωνία πριν δώσουν χρήματα; Ή δέχθηκε η κυβέρνηση τους όρους των δανειστών; – αλλά σε αυτή την περίπτωση δεν θα ήταν «μεγάλη νίκη», αλλά υποχώρηση.
Οι ασάφειες του Βαρουφάκη συνεχίζονται
Παραδέχθηκε δηλαδή ότι αποδέχθηκε τη συμφωνία που ζητάνε οι δανειστές. Για την τρόικα δεν ήταν ξεκάθαρος: «Η τρόικα ήταν μία ομάδα τεχνοκρατών, η οποία έμπαινε στα υπουργεία με αποικιοκρατικό ύφος. Αυτή η πρακτική έχει τελειώσει. Οι θεσμοί δεν θα μπαινοβγαίνουν στα υπουργεία» είπε, αλλά ταυτόχρονα δήλωσε ότι θα έχουν πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες που θέλουν.
(Όταν του επισήμαναν οι δημοσιογράφοι ότι πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι συνεχίζουν να την αποκαλούν τρόικα, επιχείρησε να απαντήσει με –μια μάλλον απόπειρα- χιούμορ, λέγοντας :«κάποιοι Ευρωπαίοι επιμένουν στη λέξη τρόικα. Αν τους αρέσει τόσο πολύ, ας τους τη στείλουμε»)..
Ο υπουργός Οικονομικών της χώρας ανέφερε ότι «καμία από τις νομοθετικές μας ρυθμίσεις δεν θα έχει αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο», δήλωση επίσης με πολλή ασάφεια που δημιουργεί εύλογες απορίες.
Για τη λίστα Βαρουφάκη, δηλαδή τη λίστα μεταρρυθμίσεων που όσο πάει μοιάζει όλο και πιο πολύ με τη λίστα Χαρδούβελη, είπε ότι αυτή θα εμπλουτιστεί με μερικές ακόμα.
Τέλος, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός τρίτου προγράμματος, το οποίο όμως δεν αποκάλεσε ούτε δανειακή σύμβαση, ούτε μνημόνιο, αλλά «συμβόλαιο».
Στο εσωτερικό η κυβέρνηση επιχειρεί ακόμα να πείσει ότι δεν θέλει άλλα λεφτά (πολλοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να το ισχυρίζονται) τη στιγμή που συζητάνε όχι μόνο πως θα πάρουν την τελευταία δόση του προγράμματος, που άφησε ανοιχτό η προηγούμενη κυβέρνηση και η σημερινή επέκτεινε, αλλά και για νέα δανειακή σύμβαση, που φυσικά δεν υπάρχει περίπτωση να μην συνοδεύεται από όρους και νέα μέτρα.
-Η κυβέρνηση, όσο αφορά την αξιολόγηση, υποστηρίζει ότι δεν πρόκειται για το τρέχον πρόγραμμα/ μνημόνιο, αλλά για κάτι άλλο. Ο Γ. Ντάισελμπλουμ , πάλι, υποστηρίζει κατηγορηματικά ότι πρόκειται για το τρέχον ( «The discussions between the Greek authorities and the institutions must and will start as from Wednesday with a view to achieve a speedy and successful conclusion of the current review»). Το ίδιο υποστηρίζουν συνολικά οι δανειστές.
-Η κυβέρνηση υποστήριζε ότι κλιμάκια της τρόικας δεν θα έρθουν στην Αθήνα, όταν ο Ντάισελμπλουμ εχθές δήλωνε ότι αυτά θα είναι καλοδεχούμενα («in this context, we agreed that the discussions with the institutions will take place in Brussels. In parallel, as needed, technical teams from the institutions will be welcomed in Athens…”).
-Πέρα από την υποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης για τις μονομερείς ενέργειες που παραδέχθηκε χθες και ο Γ.Βαρουφάκης ότι δεν θα κάνει, ο Γ.Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι υπογραμμίστηκε η δέσμευση της κυβέρνησης να σεβαστεί τα μέτρα που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. («We also underlined the importance of close and efficient cooperation between the Greek authorities and the institutions and underlined the commitments of no unilateral actions and no rolling-back on measures previously agreed needed to be respected at all times»).
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να λέει ότι το τρέχον πρόγραμμα/μνημόνιο τελείωσε και ότι δεν θέλει άλλα δανεικά, παρά μόνο χρόνο για να ετοιμάσει το πρόγραμμά της.
Η προφανής (και πρωτοφανής) αυτή ασάφεια και διγλωσσία, έστω και αν θεωρήσουμε ως διγλωσσία μόνο ότι άλλα λένε οι δανειστές και άλλα η Ελλάδα, είναι βέβαιο ότι δεν θα κρατήσει για πολύ, καθώς σε λίγο αναγκαστικά θα πρέπει όλοι να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις. Γεννιούνται ωστόσο εύλογα ερωτήματα:
-Αν οι δανειστές ψεύδονται και μάλιστα τόσο προκλητικά, ώστε να παρουσιάζουν μια κυβέρνηση που αντιστέκεται σαν να συνθηκολογεί, γιατί δεν τους καταγγέλλουν για αυτό; Γιατί τους επιτρέπουν να λένε όσα λένε;
-Αν η κυβέρνηση όντως δεν θέλει άλλα χρήματα από τους δανειστές (όπως έλεγε και προεκλογικά) , αλλά μόνο χρόνο, τότε γιατί δεν παρουσιάζει επιτέλους το σχέδιο εξεύρεσης πόρων για την υλοποίηση του προγράμματος της; Πού είναι η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που θα μπορούσε να κρατήσει τη χώρα εντός της ευρωζώνης, αλλά χωρίς τους όρους που επέβαλλαν οι δανειστές;
-Όταν η προηγούμενη κυβέρνηση μιλούσε για το τέλος των μνημονίων και της τρόικας, ο ΣΥΡΙΖΑ απαντούσε ότι απλώς θα τους αλλάξουν όνομα. Γιατί οι εταίροι τώρα λένε και για εκείνους το ίδιο;
-Ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά, όταν τον ρωτούσαν τι θα κάνει αν οι εταίροι δεν υποχωρήσουν και δεν του επιτρέψουν να εφαρμόσει το πρόγραμμά του (για το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης έλεγαν ότι θα το εφαρμόσουν άμεσα, από την επόμενη μέρα, ανεξάρτητα από την έκβαση της διαπραγμάτευσης και χωρίς την έγκριση των δανειστών) απαντούσε ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Τι άλλαξε; Γιατί δεν επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις τους; Και αν άλλαξαν τα δεδομένα γιατί δεν ενημερώνουν τους πολίτες γι αυτά;
Το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί να λένε όλοι την αλήθεια. Και να ζητάμε λεφτά και τα μην ζητάμε. Και να έρχονται τα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα και να μην έρχονται. Και να χρειαζόμαστε τρίτο πρόγραμμα και να μην χρειαζόμαστε. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, όσο και αν αργήσει, θα φανεί. Και αυτό που σήμερα μοιάζει για την κάθε πλευρά ως πολιτικό κέρδος, αν βασίζεται πάνω σε ψέματα, θα μετατραπεί σύντομα σε πολιτικό κόστος.