της Γεωργίας Κριεμπάρδη

Στα μέσα τούτου του Σεπτέμβρη, έλαβα μια πρόσκληση για τη συνέντευξη Τύπου που την ακολουθούσε ο τίτλος «Α year into the Taliban Rυle: Τhe lives of women and girls in Afghanistan behind sealed doors», εκδήλωση από το δίκτυο Afghan Women Parliamentarians & Leaders Network, που δημιουργήθηκε για τον συντονισμό δράσεων για την υπεράσπιση των Αφγανών και ιδιαίτερα των Αφγανών γυναικών. Παρούσες στην εκδήλωση ήταν 18 γυναίκες-που μέσω του ελληνικού δικτύου Μέλισσα, του Human Rights 360 και μιας διεθνούς αλυσίδας αλληλεγγύης, βρίσκονται ασφαλείς στην Ελλάδα, μετά την άνοδο των Ταλιμπάν στην εξουσία της χώρας. Μιλούν για όσα θέλουν να ξεχάσουν, για όσα εύχονται να μην είχαν γίνει, για όσα ταλαιπωρούν όσους έμειναν πίσω. Συνολικά, στην Ελλάδα παραμένουν 7 γυναίκες, απ’ όσες ίδρυσαν το Δίκτυο, ενώ οι Αφγανές με τα πρόσωπα του στενού περιβάλλοντός τους που επίσης ήταν σε λίστες θανάτου και ήρθαν πέρσι τον Σεπτέμβριο στην Ελλάδα είναι κατά προσέγγιση 160 και συνολικά περίπου 600 άτομα.

«Η κυβέρνηση παρεμβαίνει ακόμα και στην ιδιωτική ζωή των πολιτών και ιδιαίτερα των γυναικών σε ό,τι αφορά το δικαίωμά τους στην εργασία, στην εκπαίδευση και τελικά τους στερεί κάθε στοιχειώδες δικαίωμα» είπε η Nazifa Yusefi Bek, καθηγήτρια πανεπιστημίου, προειδοποιώντας πως «αν δε σταματήσουν οι Ταλιμπάν και δεν αλλάξουν οι υπάρχουσες συνθήκες, η μοίρα των ανθρώπων της πλειοψηφίας των χωρών της περιοχής και του κόσμου κάποτε θα αντιμετωπίσουν την ίδια μοίρα με το Αφγανιστάν».

Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά γυναικών, που μεγάλωσε την τελευταία 20ετία στη χώρα με ασύγκριτα παραπάνω ελευθερίες σε σχέση με το σκοταδιστικό καθεστώς των ισλαμιστών φονταμενταλιστών. Οι Ταλιμπάν κυβέρνησαν το Αφγανιστάν από το 1996 έως το 2001 και ανακατέλαβαν την εξουσία από την 15η Αυγούστου του 2021. Το 2001, εκδιώχθηκαν βίαια από την εξουσία μετά την πολεμική σύρραξη Αφγανιστάν–ΗΠΑ. Επέστρεψαν και πάλι στην εξουσία μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, τα οποία ήξεραν καλά ότι θα επακολουθούσε ακόμα μία κόλαση για το Αφγανιστάν, ιδρύοντας ένα ισλαμικό χαλιφάτο στη χώρα με εκείνους αρχηγούς.

Το Αφγανιστάν ποτέ δεν υπήρξε ενωμένο κράτος. Η δημοσιογράφος Λαμπρινή Θωμά έγραψε πριν έναν χρόνο δύο τρία πράγματα που αγνοούμε για τη χώρα αυτή, μια χώρα που αντιστέκεται στο σύγχρονο κράτος. Μια χώρα που έζησε την τελευταία της επίσημη και κανονική απογραφή του 1971. Μια χώρα, στην οποία δεν υπάρχει καταγραφή γεννήσεων και θανάτων, δεν υπάρχουν πιστοποιητικά – δεν υπάρχουν καν επίθετα, με τον τρόπο που τα γνωρίζουμε εμείς. Μια χώρα που αποτελείται από τους λαούς των Παστούν, των τουρκογενών, των Χαζάρα κατά κύριο λόγο, χωρίς να υπάρχει εθνική ενότητα κι άρα κεντρική πολιτική. Οι σχέσεις και οι αποφάσεις λαμβάνονται σε φυλετικό επίπεδο, ανά περιοχές, με βάση συγκεκριμένα  ζητήματα και προβλήματα που προκύπτουν. Μια χώρα με τους δικούς της κανόνες. Με την επάνοδο των Ταλιμπάν στην εξουσία των περισσότερων περιοχών του Αφγανιστάν, ο αυταρχισμός δίνει και παίρνει.

Οι γυναίκες βλέπουν τους Ταλιμπάν να επιστρέφουν σχεδόν 20 χρόνια μετά στην εξουσία υποστηρίζοντας πως έχουν αλλάξει. Όμως, τίποτα δεν άλλαξε.

«Δεν άφησαν λιθαράκι όρθιο»

Η Homa Ahmadi, νομικός, τόνισε από τη μεριά της πως «μόλις έναν χρόνο εξουσίας των Ταλιμπάν και όλα τα πολιτικά, πολιτιστικά και οικονομικά επιτεύγματα καταστράφηκαν σε μία νύχτα». Οι εξελίξεις μετά το 2001 εισήγαγαν το Αφγανιστάν σε έναν νέο κόσμο, προς την κατεύθυνση της νομιμότητας και λογοδοσίας της εξουσίας, καθώς και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Δεν άφησαν λιθαράκι όρθιο» σχολίασε η Homa Ahmadi για τους Ταλιμπάν. «Όλα έγιναν καπνός εν ριπή οφθαλμού. Τον περασμένο χρόνο, χιλιάδες στελέχη του στρατού, της αστυνομίας, της ασφάλειας και της λαϊκής εξέγερσης σκοτώθηκαν από τους Ταλιμπάν και εξαφανίστηκαν σε πολλές περιπτώσεις. Οι Ταλιμπάν απέτυχαν και στη διαχείριση των φυσικών καταστροφών. Ο σεισμός της Πακτίας και οι πρόσφατες πλημμύρες στις επαρχίες του Αφγανιστάν κατέστησαν τελείως αδύναμους σε επίπεδο διαχείρισης κρίσεων τους Ταλιμπάν. Η κυβέρνηση ενεργεί σαν στρατιωτική δύναμη και εισέρχεται στις πιο ιδιωτικές γωνιές των πολιτών. Η κατάσταση είναι τέτοια που οι άνθρωποι φοβούνται τη σκιά τους. Οι πόρτες των σχολείων είναι κλειστές για τη μισή κοινωνία -τις γυναίκες». 

Η Zohra Nawrozi, δημοσιογράφος-παρουσιάστρια, έκανε λόγο για μια κατάσταση κοινωνικής και οικονομικής κατάπτωσης, πλέον στο Αφγανιστάν, με τις γυναίκες να βιώνουν το μεγαλύτερο κακό. «Τα κορίτσια πηγαίνουν μέχρι δημοτικό. Δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία. Οι γυναίκες δε μπορούν να πάνε στη δουλειά, να εκφράσουν τις απόψεις τους όπως πριν. Δεν μπορούν να κινηθούν ή να ταξιδέψουν χωρίς μαχράμ. Πολλές γυναίκες είναι ακόμα στις φυλακές και η μοίρα τους είναι άγνωστη. Όσες διαμαρτύρονται, απειλούνται».

Η Friba Quraishi, δικαστικός, σε έναν έντονα συναισθηματικό λόγο, μίλησε για τη δυσκολία του να αναγκάζεσαι να αποχαιρετάς την οικογένεια, τους συγγενείς και τους φίλους σου. Παρουσίασε αναλυτικά όσα έχουν αλλάξει τον τελευταίο χρόνο στο Αφγανιστάν. «Σε ένα χρόνο, οι γυναίκες και τα κορίτσια βιώνουν συστηματικές διακρίσεις στην καθημερινή τους ζωή. Άλλαξε οποιοδήποτε τοπωνύμιο  περιελάμβανε τη λέξη “γυναίκες”. Οι Ταλιμπάν φίμωσαν τη φωνή της Tamana Zaryab Pariani και των συντρόφων της, που ήταν η φωνή χιλιάδων γυναικών και κοριτσιών σε αυτή τη γη, και πολέμησε γενναία για τα δικαιώματα των γυναικών του Αφγανιστάν. Το δικαστικό σύστημα έχει μετατραπεί σε τόπο αδικίας και καταστροφής. 270 γυναίκες δικαστές πρέπει να κλειδωθούν και μόνο λίγες θα μπορούν να μετακινούνται σε χώρες ζητώντας άσυλο. Όσο για τα δικαστήρια επίσης, καμία γυναίκα που έχει υποστεί κακοποίηση δεν μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια λόγω έλλειψης γυναικών στο δικαστικό σώμα. Δεν υπάρχουν πια χώροι για γυναίκες που πέφτουν θύματα βίας, όλα καταστράφηκαν από τους Ταλιμπάν. Το Υπουργείο Γυναικείων Υποθέσεων, που ήταν ένα επίτευγμα είκοσι ετών της δημοκρατικής κυβέρνησης, καταστράφηκε από την ομάδα των Ταλιμπάν και αντικαταστάθηκε από το Υπουργείο Προώθησης του Καλού και Απαγόρευσης του Κακού. Σήμερα, γινόμαστε μάρτυρες κάθε είδους βίας, όπως βιασμό, καταναγκαστικό γάμο, σφαγή, ξυλοδαρμό. Με την εξάλειψη των τμημάτων και τον εξοστρακισμό όλων των κρατικών αξιωματούχων που εργάστηκαν για τη διασφάλιση της δικαιοσύνης και την ευημερία των ανθρώπων, πώς μπορούν να αποδώσουν δικαιοσύνη για τους ανθρώπους και τις γυναίκες που είναι η μισή αφγανική κοινωνία;»

Η Halima Askari, νομικός, μίλησε «για λογαριασμό των ανθρώπων που πουλάνε τα παιδιά τους και τα όργανα του σώματός τους για ένα καρβέλι ψωμί». «Οι Ταλιμπάν είναι μια αδίστακτη και εξτρεμιστική ομάδα, που δεν πιστεύει στην ελευθερία της γυναίκας και δεν αποδέχεται την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Αυτή η ομάδα δεν αντιπροσωπεύει καμία εθνοτική ομάδα στο Αφγανιστάν» είπε και συνέχισε: «Οι Ταλιμπάν διαπράττουν εγκλήματα πολέμου. Το μόνο πράγμα που είναι άφθονο για αυτήν την ομάδα είναι ο θάνατος, και το μόνο που δεν έχει αξία είναι η ανθρώπινη ζωή» τόνισε η ίδια για να προσθέσει: «Σε αυτή τη χώρα, οι Χαζάρες είναι τα κύρια θύματα της τρομοκρατίας και οι πολίτες, όπως και οι ειρηνικές διαμαρτυρίες τους, τα σχολεία, τζαμιά, μαιευτήρια, πολιτιστικά κέντρα και οι αίθουσες γάμων έχουν γίνει στόχος τρομοκρατικών επιθέσεων». Τα στοιχεία που παρέθεσε είναι τρομακτικά. «Κάθε μέρα, μιλάω με τους ανθρώπους μου και ακούω ιστορίες για: ένα κορίτσι που έχασε τα πόδια της από επίθεση των αδίστακτων τρομοκρατών, μια γυναίκα, μητέρα δύο παιδιών, έχασε τον γιο, την κόρη και τον σύζυγό της -φανταστείτε, τώρα ούτε καν της επιτρέπεται να εργαστεί, και δεν επιτρέπεται να ταξιδέψει χωρίς άντρα». 

«Ζητάμε την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας, ν’ ακούσουν τη φωνή μας. Χωρίς αμφιβολία, οι γυναίκες έχουν και δύναμη και γνώση. Να τελειώσουν οι διακρίσεις. Ζητάμε μποϊκοτάρισμα των ηγετών των Ταλιμπάν. Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να βοηθήσει να μην γίνει το Αφγανιστάν ασφαλές καταφύγιο για τη διεθνή τρομοκρατία και τον εξτρεμισμό ξανά.  Οι Ταλιμπάν πρέπει να μετρώνται με τις πράξεις τους, όχι με τα λόγια» κατέληξε η ίδια και έκλεισε με τα λόγια του Σααντί του Σιράζ: «Μην συγχωρείς ποτέ τους καταπιεστές! Γιατί το έλεος πάνω τους είναι τρομερή σκληρότητα για όλους τους ανθρώπους!».

Οι οκτώ κανόνες για τις γυναίκες, έχοντας επιβληθεί από το καθεστώς των Ταλιμπάν, όπως καταγράφηκαν το 2001:

1. Να είναι καλυμμένες με ενδύματα από την κορφή ως τα νύχια.

2. Δεν τους επιτρέπεται να εργαστούν, παρά μόνο σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις.

3. Δεν τους επιτρέπεται να πηγαίνουν σχολείο.

4. Περιορισμένη πρόσβαση στο σύστημα Υγείας.

5. Απαγόρευση εξόδου από το σπίτι τους, χωρίς να συνοδεύονται από άνδρα-μέλος της οικογένειάς τους.

6. Όταν βγαίνουν έξω, μπαίνουν σε ειδικά λεωφορεία, ενώ για να μπουν σε ταξί, θα έπρεπε και πάλι να συνοδεύονται από κάποιον άντρα, συγγενή τους.

7. Γενικά, οι γυναίκες δεν μπορούν να κυκλοφορούν στον δρόμο, χωρίς να συνοδεύονται από κάποιον άντρα, που να είναι συγγενικό τους πρόσωπο.

8. Τα παράθυρα των σπιτιών τους πρέπει να είναι βαμμένα, προκειμένου να μην μπορεί κανένας περαστικός απ’ έξω να δει στο εσωτερικό τους.

Τον Ιούνιο του 2022, δύο γυναίκες Αφγανές μίλησαν στη δημοσιογράφο Λαμπρινή Θωμά, μία δικαστής και μία δημοσιογράφος, που διέφυγαν από το Αφγανιστάν και βρήκαν καταφύγιο στη χώρα μας. Η Μ., δικαστής και ακτιβίστρια, περιέγραψε στην κάμερα τις κατακτήσεις των γυναικών στο Αφγανιστάν τα τελευταία 20 χρόνια, πριν ανέβουν στην εξουσία οι Ταλιμπάν. Δημιούργησε έναν οργανισμό Δικαιοσύνη για Όλους και κυρίως για την προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών. «Ξεκινήσαμε το εγχείρημα αυτό το 2008 κι απλωθήκαμε σε 11 επαρχίες, αλλά είχαμε προγράμματα που κάλυπταν 20 επαρχίες. Ήταν ένας οργανισμός που περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, γραφείο νομικών θεμάτων για έμφυλα θέματα, συμβουλές σε κακοποιημένες γυναίκες και για υποθέσεις οικογενειακών συγκρούσεων και παροχή δωρεάν υπεράσπισης σε άπορες γυναίκες». Κι όσα κατακτήθηκαν χάθηκαν σε μια νύχτα.

Η 23χρονη δημοσιογράφος Μαχνάζ Μασάλ, που ανήκει στη φυλή των Χαζάρα, σιίτισσα, έχει μεγαλώσει με εξελισσόμενη την γενοκτονία των Χαζάρα «όποια κι αν ήταν η κυβέρνηση». «Μεγάλωσα με τον ήχο των πυροβολισμών. Μας σκοτώνουν όπου μας βρουν» είχε πει χαρακτηριστικά. Με την ανάληψη της εξουσίας και πάλι από τους Ταλιμπάν, εκείνη όπως και η μητέρα της -βουλεύτρια στο Αφγανιστάν- κρύβονταν για δύο μήνες, άλλαζαν κάθε μέρα το πλάνο τους για το τι θα κάνουν, για να μην τις βρουν οι Ταλιμπαν. Γιατί κάνουν δουλειές που δεν εγκρίνουν οι Ταλιμπάν. Γιατί δε θέλουν τις γυναίκες ενεργές στην κοινωνία.

Κυνηγώντας τα αυτονόητα δικαιώματα…

Το Frontline σε ειδικό αφιέρωμά του για το Αφγανιστάν έκανε μια λεπτομερή ιστορική αναδρομή. Μετά την ανεξαρτησία της χώρας από τη Μεγάλη Βρετανία (1919), ο βασιλιάς Αμανουλάχ Χαν επιχείρησε να εκσυγχρονίσει τη χώρα ιδρύοντας τα πρώτα μεικτά σχολεία για αγόρια και κορίτσια, ενθαρρύνοντας την εκπαίδευση των θηλέων. Προέτρεψε τις γυναίκες να φορούν ό,τι θέλουν, δίνοντας τους τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν τις χιτζάμπ, αν ήθελαν, και με νόμο του 1921 κατήργησε τους υποχρεωτικούς γάμους, τους γάμους με ανηλίκους, ενώ περιόρισε και την πολυγαμία. Ο εκμοντερνισμός της χώρας, που -μεταξύ άλλων- υποστήριζε την ενεργή παρουσία των Αφγανών γυναικών στην κοινωνική ζωή, συνεχίστηκε και από τους διαδόχους του Αμανουλάχ. Το 1950-51 οι πρώτες Αφγανές έγιναν δεκτές στο πανεπιστήμιο της Καμπούλ, το 1957 προσλαμβάνονται οι πρώτες εργαζόμενες στο Radio Kabul, 40 νεαρές γυναίκες πιάνουν δουλειά στο κρατικό εργοστάσιο αγγειοπλαστικής και οι πρώτες γυναίκες αντιπρόσωποι στέλνονται από την Κυβέρνηση του Mohammed Daoud Khan στη Διεθνή Σύνοδο Γυναικών Ασίας στο Κάιρο.

Το Σύνταγμα του 1964 αναγνωρίζει επίσημα τη φυλετική ισότητα, το δικαίωμα ψήφου και το δικαίωμα στο εκλέγεσθαι για τις γυναίκες του Αφγανιστάν. Στις μεγάλες πόλεις οι Αφγανές επιτρέπεται να κυκλοφορούν χωρίς κάλυψη, να κατέχουν θέσεις σε δημόσια αξιώματα, να εργαστούν σε διάφορους τομείς, να σπουδάσουν και γενικά να απολαμβάνουν αυτονόητες ελευθερίες. Δεν συνέβη, όμως, το ίδιο και για τις γυναίκες της επαρχίας, η πλειοψηφία της οποία παρέμεινε υπό την επιρροή της πατριαρχίας. Το κομμουνιστικό κόμμα του Αφγανιστάν κατέλαβε την εξουσία το 1978 και κυβέρνησε ως το 1992. Στη διάρκεια της κομμουνιστικής περιόδου, οι γυναίκες του Αφγανιστάν γνώρισαν πρωτόγνωρες στην ιστορία τους ελευθερίες. Το καθεστώς αναγνώρισε απολύτως ίσα δικαιώματα σε άντρες και γυναίκες, οι οποίες θεωρητικά είχαν πλέον τη δυνατότητα να επιλέγουν αυτόνομα την καριέρα τους, αλλά και το ποιον θα παντρευτούν. Γυναίκες εκπαιδεύτηκαν ως εκπαιδευτικοί και βιβλία δημοσιεύθηκαν σε όλες τις ιθαγενείς και μειονοτικές γλώσσες. Η ηλικία γάμου αυξήθηκε από 8 σε 16 έτη. Καθιερώθηκε άδεια μητρότητας με μισθό τριών μηνών. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι μισοί εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης στο Αφγανιστάν ήταν γυναίκες.

Η Δρ. Αναχίτα Ρατεμπζάντ ήταν Αφγανή σοσιαλίστρια, ιδρυτικό μέλος του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος του Αφγανιστάν και μέλος του Επαναστατικού Συμβουλίου. Ήταν επίσης η πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρος του Αφγανιστάν από το 1980 έως το 1985. Στη δεκαετία του 1960, ίδρυσε τη Δημοκρατική Οργάνωση των Γυναικών του Αφγανιστάν (DOAW), και το 1965, η Ρατεμπζάντ και άλλες Αφγανές οργάνωσαν την πρώτη Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στην Καμπούλ. Νωρίτερα το 1963, η Δρ. Ρατεμπζάντ αποφοίτησε ως ιατρός.

Το 1992 το Αφγανιστάν από Λαϊκή Δημοκρατία, όπως ονομάστηκε στη διάρκεια του κομμουνιστικής διακυβέρνησης, μετονομάζεται σε Ισλαμικό Κράτος. Η διακυβέρνηση πέρασε στους Μουτζαχεντίν, τους οποίους απαρτίζουν διάφορες φυλετικές και ιδεολογικές ομάδες που ηγήθηκαν στον Εμφύλιο Πόλεμο κατά των Κομμουνιστών. Από τα πρώτα μέτρα που λαμβάνουν είναι να κλείσουν όλα τα μπαρ, όπου σερβίρεται αλκοόλ, και να υποχρεώσουν τις γυναίκες να φορέσουν χιτζάμπ. Ο πρωθυπουργός Gulbuddin Hekmatyar διατάζει να απολυθούν οι γυναίκες που εργάζονται την αφγανική τηλεόραση, ενώ στη διάρκεια του 4ετους εμφυλίου που ξεσπά με τους Ταλιμπάν πολλές γυναίκες απάγωνται και βιάζονται.

Το 1996 ο έλεγχος της Καμπούλ περνάει στους Ταλιμπάν. Ξημερώνουν σκοτεινές μέρες. Οι Ταλιμπάν εκτοπίστηκαν από την εξουσία του Αφγανιστάν το 2001. Στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν της πτώσης και της επιστροφής των Ταλιμπάν, με την παρουσία διεθνής στρατιωτικής δύναμης στα εδάφη του, το Αφγανιστάν επιχείρησε να επιστρέψει στις δημοκρατικές διαδικασίες αποκαθιστώντας σταδιακά κάποια από τα δικαιώματα των γυναικών. Τα γυναικεία κινήματα έπαψαν να είναι παράνομα, και οι γυναίκες δεν ήταν πλέον υποχρεωμένες να φορούν μπούργκα- μπορούσαν μόνο εφόσον το επιθυμούσαν. Το νέο Σύνταγμα του 2003 προστατεύει τα γυναικεία δικαιώματα, ενώ το 2009 το Αφγανιστάν ψηφίζει νόμο για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών. Το Σύνταγμα του 2003 προβλέπει, επίσης, ότι το 27% από τις θέσεις στην αφγανική βουλή θα καλύπτεται από γυναίκες, ενώ αυτές επιστρέφουν στη εκπαίδευση, με τη συμμετοχή τους να καταγράφει άνοδο σε ποσοστό 65%.

Η πραγματικότητα για το Αφγανιστάν, πλέον, με την ανακατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, άλλαξε άρδην.