του Θάνου Καμήλαλη

Από τις δημόσιες δηλώσεις, μέχρι και ένα προκλητικό κάλεσμα όταν έκλεισαν οι κάμερες, η στάση του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στη συνάντηση του με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, δείχνει με τον καλύτερο τρόπο την επικοινωνιακή διαχείριση που έχει επιλέξει η κυβέρνηση στο ζήτημα των πλειστηριασμών (άρνηση της πραγματικότητας), αλλά και την ανησυχία της για την επικείμενη έξαρση των πλειστηριασμών λαϊκής κατοικίας, που είναι αποτέλεσμα της πολιτικής και των δύο πλευρών του τραπεζιού.

Θα διαπιστώσατε και μόνοι σας ότι όλα τα μηνύματα που παίρνουμε είναι θετικά, τα ελληνικά ομόλογα, το δεκαετές έσπασε και το φράγμα του 4%, πράγμα το οποίο σηματοδοτεί την επιστροφή σε συνθήκες προ κρίσης, 2006, και νομίζω ότι τώρα είναι η ώρα να βάλουμε όλοι πλάτη, ώστε αυτό το κλίμα να μεταφραστεί, πέρα από τους αριθμούς και τις στατιστικές, και σε πραγματική αίσθηση στην ελληνική οικονομία, κυρίως στους πιο αδύναμους, στους ευάλωτους, στη μεσαία τάξη.

Η «επιστροφή σε συνθήκες προ κρίσης», μοιάζει απλά με ανέκδοτο, τόσο χρηματοπιστωτικά όσο φυσικά και κοινωνικά. Βρισκόμαστε στα τέλη του 2017, επτάμιση χρόνια από το διάγγελμα Παπανδρέου στο Καστελόριζο και λόγω της «μεγαλοφυούς» διαχείρισης της κρίσης (υπέρ κάθε λογής τραπεζών και ολιγαρχών) οι τράπεζες έχουν στους ισολογισμούς τους ανοίγματα σε «κόκκινα» δάνεια σχεδόν 100 δισ. Αυτό από μόνο του σημαίνει ότι η σημερινή κατάσταση των τραπεζών δεν έχει καμία σχέση με τις «συνθήκες προ κρίσης» κι επίσης, ότι τα μνημονιακά μέτρα (περικοπή μισθών και συντάξεων, αύξηση φόρων), φέρνουν νέα μέτρα (πλειστηριασμοί περιουσιών).

Βρισκόμαστε επίσης, στην περίοδο που, όσο κι αν δεν θέλει να το παραδεχτεί η κυβέρνηση, που παπαγαλίζει ότι βγαίνουμε από τα μνημόνια, τα μνημόνια είναι εδώ και παραμένουν ισχυρότερα από ποτέ. Στα καταστροφικά μέτρα της περιόδου 2010-14 προστέθηκαν όσα επίσης καταστροφικά έχει ψηφίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ την περίοδο 2015-2017. Και θα προστεθούν επίσης όσα θα ψηφίσει και την περίοδο 2018-2020, την περίοδο δηλαδή «μετά το μνημόνιο». Την περίοδο που οι κατασχέσεις έγιναν καθημερινότητα, το επίδομα θέρμανσης περικόπτεται κατά 50%, οι μισοί Έλληνες χρωστούν στην Εφορία και η ΔΕΗ κάνει περίπου 240.000 διακοπές ηλεκτροδότησης των χρόνο.

Αυτό όμως, ήταν μονάχα η εισαγωγή του Πρωθυπουργού στη συνάντηση με τους τραπεζίτες. Η συνέχεια είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα.

Θα ήθελα, λοιπόν, να σας ζητήσω δύο πράγματα. Πρώτον, να προτεραιοποιήσετε αυτές τις περιπτώσεις. Να τις βγάλετε από τα συρτάρια, τους μεγαλομπαταχτσήδες και τους μεγαλοοφειλέτες, αυτούς που προκαλούν το περί δικαίου αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας.

Είναι εύλογο το ερώτημα εδώ: Αν η προστασία της λαϊκής κατοικίας ήταν τόσο ισχυρή, όσο υποστηρίζει μετά μανίας η κυβέρνηση, γιατί θα πρέπει ο Πρωθυπουργός να ζητήσει από τις τράπεζες να ασχοληθούν με τους μεγαλοοφειλέτες; Θεωρητικά θα έπρεπε, βάσει της νομοθεσίας, να μην υπάρχει κανένα άλλο περιθώριο για τράπεζες και κερδοσκοπικά funds από τον πλειστηριασμό μόνο της περιουσίας «μεγαλομπαταχτσήδων και μεγαλοοφειλετών».

Φυσικά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας είναι τουλάχιστον διάτρητο. Η περίφημη «προφορική συμφωνία» Κοντονή – τραπεζών διαψεύδεται κάθε εβδομάδα, με μια απλή ματιά στα επεξεργασμένα στοιχεία του Ταμείου Νομικών. Όπως άλλωστε δήλωσε σωστά ο Νίκος Φίλης (που συνεχίζει πάντως να αποτελεί πολιτικό φαινόμενο), «η κυβέρνηση πρέπει να μελετήσει σοβαρά το θέμα της οριζόντιας νομοθετικής προστασίας της πρώτης κατοικίας, με βάση την αντικειμενική αξία και να μην αρκεστεί στη συμφωνία κυρίων με τις τράπεζες». Ο Φίλης αλλά και οι υπόλοιποι της «εσωκομματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ», μπορεί να ξεχνάνε πως ό,τι καταγγέλλουν, το έχουν ψηφίσει ξανά και ξανά, αλλά σημειώνουν το αυτονόητο.

Ο Πρωθυπουργός βέβαια υποστηρίζει ότι όλα αυτά είναι «fake news»:

Και δεύτερον, να συμβάλλετε, ώστε να σταματήσει μια διαρροή ψευδών ειδήσεων, ότι κινδυνεύει η λαϊκή κατοικία, με την ευρεία έννοια, διότι και νομοθετικά προστατεύεται, αλλά και όλα όσα έχουμε συμφωνήσει και όλα όσα εσείς οι ίδιοι έχετε αποφασίσει, διαμορφώνουν ένα πλέγμα που, κατά την άποψή μου, δεν προκαλεί αστάθεια και ανησυχία. Κάθε άλλο. Θα έπρεπε να προκαλεί την ελπίδα ότι το τελευταίο εμπόδιο για να βγούμε από την κρίση, που είναι δηλαδή η αποκατάσταση του ρόλου των τραπεζών, θα αποκατασταθεί με όρους δικαιοσύνης και με όρους υπευθυνότητας και αποτελεσματικότητας.

Στο θέμα των πλειστηριασμών η κυβέρνηση ακολουθεί μια απλή τακτική. Κλείνει τα αυτιά της, φωνάζει και αρνείται να ακούσει την πραγματικότητα. Αλλά η πραγματικότητα είναι αμείλικτη.

Πραγματικότητα είναι η περίπτωση στο Αγρίνιο, όπου η πρώτη κατοικία δεσμεύθηκε από την Εφορία για χρέος 1.300 ευρώ. Πραγματικότητα είναι στους πλειστηριασμούς που ανακοινώνονται κάθε εβδομάδα, είτε σε Ειρηνοδικεία, είτε ηλεκτρονικά, το ποσοστό των ακινήτων κάτω της αξίας των 300.000 ευρώ, που τέθηκε προφορικά ως όριο προστασίας, είναι στο 65 με 80%. Πραγματικότητα είναι ότι πλειστηριασμοί και κατασχέσεις θα επιτρέπονται πλέον για χρέη άνω των 500 ευρώ προς το Δημόσιο και το μόνο που απομένει, είναι η υπογραφή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης ώστε να γίνονται πλειστηριασμοί στην εμπορική και όχι την αντικειμενική αξία. Πραγματικότητα είναι ότι οι «φίλοι» τραπεζίτες έχουν στόχο τους 40.000 πλειστηριασμούς σε δύο χρόνια. Πραγματικότητα δεν είναι ότι όλοι οι ιδιοκτήτες των παραπάνω είναι «στρατηγικοί κακοπληρωτές»

Συν τοις άλλοις, ακόμα και οι χιλιάδες πλειστηριασμοί, «κοινωνικά ωφέλιμοι» κατά τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα των τραπεζών. Όπως σημειώνουν οι οικονομολόγοι Κώστας Λαπαβίτσας και Γιώργος Διαγουρτάς σε πρόσφατο άρθρο τους:

Οι πλειστηριασμοί το 2018-19 θα αναδιαρθρώσουν την ελληνική οικονομία καταστρέφοντας τελειωτικά ένα μεγάλο μέρος του μικρομεσαίου ιστού της και προκαλώντας μεγάλη κοινωνική ζημία. Είναι αδιανόητο, μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων, μια τέτοια βαθιά αναδιάρθρωση να αφήνεται στα χέρια των δανειστών και των τραπεζών. Θα δράσουν με βάση τα στενά τους συμφέροντα, η οικονομία θα έχει ακόμη πιο αδύναμο μικρομεσαίο τομέα και οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας θα χειροτερέψουν κι άλλο. Τέλος, ακόμη και αν οι τράπεζες πετύχουν όλους τους μνημονιακούς στόχους, στο τέλος του 2019 θα συνεχίσουν να κατέχουν 66,7δις ΜΕΑ, κατά την ΤτΕ. Το ποσό θα παραμείνει τεράστιο και θα απαιτηθούν και άλλα μέτρα. Δεν θα έχει λυθεί δηλαδή το πρόβλημα των τραπεζών.

Το απαύγασμα όμως του πρωθυπουργικού καλέσματος προς τους τραπεζίτες ήρθε όταν η συζήτηση συνεχίστηκε με κλειστές τις κάμερες. Όπως σημειώνει η «Αυγή», ο Τσίπρας τόνισε:

Υπερασπιστείτε τους εαυτούς σας και το τραπεζικό σύστημα απέναντι στα ΜΜΕ που παράγουν fake news. Εξάλλου εσείς τα χρηματοδοτείτε. Δεν μπορείτε να ανέχεστε τα ψεύδη.

Όντως, οι τράπεζες χρηματοδοτούν σε πολύ μεγάλο βαθμό τα ΜΜΕ (στο TPP έχουμε την τιμή να αποτελούμε τη φωτεινή εξαίρεση), με σκοπό να εξαλείφουν όσο γίνεται τις αρνητικές γι' αυτές ειδήσεις, κάτι που αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους που οι ευθύνες των τραπεζών για την κρίση αποτελούν, επίσης σε μεγάλο βαθμό, δημοσιογραφικό «ταμπού». 

Με πολύ απλά λόγια λοιπόν εδώ, ο πρωθυπουργός κάνει επίκληση στη διαπλοκή, αναγνωρίζοντας την άποψη ότι όποιος χρηματοδοτεί ένα ΜΜΕ, καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό και το τι λέγεται. Ζητεί μάλιστα, από τον χρηματοδότη (τις τράπεζες) να παρέμβει («να μην ανέχεται τα ψεύδη»), προκειμένου, τι ακριβώς; Να μην μιλούν οι δημοσιογράφοι για τους πλειστηριασμούς; Να μη δημοσιεύουν τα ΜΜΕ ειδήσεις για πλειστηριασμούς λαϊκών κατοικιών, υπό το φόβο της κομμένης τραπεζικής διαφήμισης; Έχουμε ήδη αρκετά ΜΜΕ που αναπαράγουν άκριτα τα κυβερνητικά non paper και αρκετά που τα συμφέροντα του ολιγάρχη που τα ελέγχει διαγωνίζονται με τα συμφέροντα του διαφημιζόμενου, δεν χρειαζόμαστε άλλα.

Από τα πολλά που είπε ο Αλέξης Τσίπρας στους τραπεζίτες, περίσσευαν οι παρακλήσεις, αλλά έλειπαν οι ευθύνες. Σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ε.Ε. από τις ελληνικές τράπεζες χάθηκαν τουλάχιστον 36 δισ. ευρώ που τους έδωσε το Δημόσιο, λόγω έλλειψης ελέγχου των ιδιωτικών τους διοικήσεων και κακοδιαχείρισης. Αυτό, μάλλον ο Πρωθυπουργός θα ξέχασε να το πει…