*γράφει ο Δημήτρης Λένης για το «Κοσμοδρόμιο»
Τα λοκντάουν δουλεύουν. Αυτοί που υποστηρίζουν οτιδήποτε άλλο είτε είναι χρήσιμοι ηλίθιοι, είτε το κάνουν εκ του πονηρού / υπηρετούν συμφέροντα / προτιμούν να μην κλείσει η οικονομία, ακόμα και αν είναι να πεθάνουν μερικές χιλιάδες άνθρωποι παραπάνω. Τι άλλη χρείαν έχομεν μαρτύρων πέραν της Σουηδίας: η προσπάθεια της χώρας να εφαρμόσει με το ζόρι ανοσία αγέλης κατέληξε σε εκατόμβες θυμάτων, ενώ οι πειθαρχημένες γειτόνισσές της (Νορβηγία και Φινλανδία) που εφάρμοσαν λοκντάουν, συγκαταλέγονται στις χώρες του κόσμου με τα λιγότερα θύματα.
Νομίζουμε ότι η παραπάνω παράγραφος περιγράφει χωρίς (ιδιαίτερη) υπερβολή και χωρίς να αδικεί (πολύ) μια ολόκληρη οικογένεια ομοειδών επιχειρημάτων. Θα το πούμε ευθαρσώς και όσο πιο κομψά γίνεται: τα επιχειρήματα της παραπάνω παραγράφου δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα μιας δύσκολης πανδημίας, παρά μόνο με τις προσωπικές φοβίες ή και τις ιδεολογικές αναφορές (το ίδιο είναι) αυτών που επιχειρηματολογούν.
Το Λοκντάουν δουλεύει
Ορίστε ένα τυπικό, τυχαίο παράδειγμα: “Με δέκα μήνες δεδομένων από δεκάδες χώρες, τα επιχειρήματα περί της ματαιότητας των λοκντάουν είναι πλέον δυνατό να αποδειχτεί ότι είναι λάθος. Τα αυστηρά λοκντάουν δουλεύουν και μάλιστα γρήγορα, μέσα σε 4 ως 6 βδομάδες. Δούλεψαν μέχρις εξαφανίσεως του ιού σε Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Ισλανδία, αλλά και σε Κίνα, Κορέα και Ταιβάν, όπως φαίνεται στο σχήμα 1 όπου φαίνονται τα νέα κρούσματα ανά χώρα”. Πράγματι, η Εικόνα 1 δείχνει την τεράστια διαφορά μεταξύ των ΗΠΑ και 9 άλλων χωρών στον αριθμό “κρουσμάτων”. (Θα αφήσουμε ασχολίαστο το γεγονός ότι μέτρο αποτελούν τα “κρούσματα”, όπως λανθασμένα αποκαλούνται τα θετικά τεστ).
Το πρώτο που μπορεί να παρατηρήσει κανείς είναι ότι από τις εννέα αυτές χώρες, Κίνα, Σινγκαπούρη, Ταιβάν, Νότια Κορέα, Ταιλάνδη, Βιετνάμ, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Ισλανδία, οι τέσσερις είναι νησιωτικές (οι πέντε, αν συνυπολογίσουμε την Αυστραλία), γεγονός που σημαίνει ότι είναι γενικά εύκολο για αυτές να ελέγξουν τις διασυνοριακές τους μετακινήσεις προσώπων και τις σχετικές καραντίνες, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο για χώρες με μεγάλη διαπερατότητα στα σύνορά τους. Ερώτηση: Γιατί να διαλέξουμε την Ισλανδία και όχι τις Φαιρόες Νήσους, που έχουν μηδέν νεκρούς και μηδέν μέτρα; Απάντηση: Γιατί βολεύει το επιχείρημά μας.
Επίσης, γίνεται ο ισχυρισμός ότι οι χώρες αυτές (αντίθετα με τις ΗΠΑ) έκαναν αυστηρό λοκντάουν. Από πού προκύπτει αυτός ο ισχυρισμός; Μπορεί να επιβεβαιωθεί; Είναι οι μόνες χώρες με λοκντάουν; Σε όλες τις χώρες με λοκντάουν είχαμε μετά από 4 ως 5 βδομάδες εξάλειψη του ιού; Πρόκειται για ερωτήματα που ποτέ δεν απαντώνται. Εδώ αναλαμβάνει δράση για άλλη μια φορά το “Κοσμοδρόμιο” και προσφέρει στους πάντα ενήμερους, υπεύθυνους, οξυδερκείς κτλ. αναγνώστες του την αποδόμηση αυτών των πρόχειρων ιδεολογημάτων.
Το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διατηρεί μια καθημερινά ανανεούμενη βάση δεδομένων για την κυβερνητική αντίδραση στην επιδημία στις διάφορες χώρες του κόσμου. Η αντίδραση των κυβερνήσεων ποσοτικοποιείται με βάση μια εκτεταμένη σειρά από κριτήρια που ομαδοποιοούνται σε τέσσερις κατηγορίες (πολιτικές ανάσχεσης και εγκλεισμού, πολιτικές υγείας, οικονομικές πολιτικές και διάφορες πολιτικές). Προφανώς εμάς μας ενδιαφέρουν εδώ οι πολιτικές ανάσχεσης και εγκλεισμού, οι οποίες ποσοτικοποιούνται με μεγάλη λεπτομέρεια σε 8 υποκατηγορίες:
- Κλείσιμο σχολείων,
- Κλείσιμο χώρων εργασίας,
- Ματαίωση δημόσιων εκδηλώσεων,
- Περιορισμοί σε συγκεντρώσεις,
- Περιορισμοί στα μέσα μαζικής μεταφοράς,
- Επιβολή κλεισίματος στο σπίτι,
- Περιορισμοί σε εσωτερικές μετακινήσεις (π.χ. από πόλη σε πόλη ή νομό σε νομό κτλ.). και τέλος
- Διεθνή ταξίδια.
(Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης θα δει επίσης εκεί τις πολλές προειδοποιήσεις στις οποίες προχωρά η ομάδα του πανεπιστημίου ως προς την ανάγκη προσεκτικής χρήσης των δεδομένων και την αποφυγή εξαγωγής βιαστικών συμπερασμάτων· εάν βέβαια απλώς θέλετε να “αποδείξετε” ένα προκατασκευασμένο επιχείρημα, όπως εμείς σε αυτό το άρθρο, καλό είναι αυτές τις προειδοποιήσεις να τις αγνοήσετε επιδεικτικά).
Δηλαδή, αν το σκεφτεί κανείς με βάση αυτές τις κατηγορίες, λόκντάουν δεν είναι μόνο ένα. Υπάρχουν πολλά, διαφορετικών βαθμών και σοβαρότητας και διαφορετικού τρόπου διακοπής των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων. Το άθροισμα αυτών όλων των δεικτών, ο “δείκτης αυστηρότητας” (stringency index) μπορεί να δώσει μια εικόνα της σοβαρότητας των περιορισμών που επιβάλλονται σε μια χώρα με αφορμή την επιδημία. Φυσικά, αυτός ο δείκτης δεν μας δίνει μια εικόνα της αντίδρασης σε ζητήματα υγείας, οικονομίας κ.ο.κ, αν για παράδειγμα η τάδε κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία στο διάλειμμα μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου επιδημικού κύματος για να κάνει βελτιώσεις στο σύστημα υγείας (σπόιλερ: όχι, δεν την άδραξε). Όμως μας δίνει μια γενική ιδέα για το πόσο σκληρό ήταν το λοκντάουν, μια ιδέα που χρειάζεται εξειδίκευση (την οποία δεν θα κάνουμε εδώ).
Ένας δείκτης στο 100 σημαίνει ότι τα πάντα έκλεισαν, μόνο οι αστυνομικοί μπορούν να μετακινούνται ελεύθερα, δεν κινείται τίποτα. Ένας δείκτης γύρω στο 40 πάλι, σημαίνει ότι υπάρχουν μέτρα επιβολής κοινωνικής αποστασιοποίησης, υπάρχουν συστάσεις για αποφυγή συγκεντρώσεων πολλών ατόμων κτλ., αλλά από την άλλη μεριά η εστίαση είναι ανοιχτή (έστω και με περιορισμούς σε αποστάσεις τραπεζιών), τα σχολεία συνεχίζουν, τα μαγαζιά είναι ανοιχτά (αν και με μάσκα, με περιορισμό στον αριθμό των πελατών κτλ). Το πρώτο είναι λοκντάουν, το δεύτερο όχι ακριβώς.
Ας δούμε λοιπόν τις παραπάνω επιτυχημένες χώρες υπό αυτό το φως. Στην Εικόνα 2 έχουμε σχεδιάσει τον συνολικό αριθμό καταγεγραμμένων θανάτων ανά εκατομμύριο (μαύρο χρώμα, δεξιά κλίμακα) μαζί με τον συνολικό δείκτη αυστηρότητας (stringency, κόκκινο χρώμα, αριστερή κλίμακα).
Και το πρώτο που βλέπουμε φυσικά είναι ότι η Ισλανδία (η πιο μικρή, απομονωμένη και ομοιογενής χώρα όπου το λοκντάουν θα έπρεπε να είναι παιχνιδάκι) δεν τα έχει καταφέρει και τόσο καλά όσο οι υπόλοιπες, αφού οι θάνατοι ανά εκατομμύριο πήδησαν εντελώς ξαφνικά από τους 30 στους 70 μέσα σε δύο εβδομάδες. Ίσως τελικά η Ισλανδία να μην είναι και τόσο καλό παράδειγμα, αλλά αυτό οφείλεται ίσως και στο γεγονός ότι η Ισλανδία ήταν κακή επιλογή λόγω μικρού μεγέθους: όσο πιο μικρή είναι μια χώρα, τόσο πιο εύκολες οι γρήγορες και μεγάλες στατιστικές διακυμάνσεις και ανατροπές. Ας την αφήσουμε κι ας επικεντρωθούμε σε μεγαλύτερες χώρες και στην ουσία του επιχειρήματος “Τα Λοκντάουν Δουλεύουν”.
Έχουμε το παράδειγμα της Κίνας (που κρατάει σταθερά το strigency στο 80, που είναι όπως είπαμε είναι αρκετά γερό σύνολο μέτρων περιορισμού και ελέγχου της κοινωνικής δραστηριότητας ισοδύναμο με λοκντάουν), το παράδειγμα του Βιετνάμ (που έφτασε για μια εβδομάδα στο 100 για να χαλαρώσει μετά), ενώ υπάρχει και το παράδειγμα της Σιγκαπούρης, η οποία όχι μόνο κράτησε τον δείκτη στο 80 για μεγάλο διάστημα , αλλά επιπλέον “πείραξε” τους δείκτες της απελαύνοντας κατά βούληση τους ξένους εργάτες με άδειες μικρής διάρκειας που φιλοξενούσε στο έδαφός της όποτε υπήρχε υποψία μόλυνσης.
Υπάρχει επίσης το λαμπρό παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας (επιτέλους: μια δημοκρατία, και τι δημοκρατία, η αγαπημένη των όπου γης ακραιο-κεντριτών!) που τερμάτισε τον δείκτη για σχεδόν ένα μήνα και έτσι τώρα έχει σχεδόν μηδενικές απώλειες (με την μικρή λεπτομέρεια ότι πρακτικά δεν μπαίνει κανείς στη χώρα χωρίς να περάσει αυστηρότατη καραντίνα, κάτι που είπαμε ότι γίνεται μόνο σε σχετικά απομονωμένα νησιωτικά κράτη).
Βέβαια, από την άλλη μεριά, υπάρχει και το παράδειγμα μιας άλλης χώρας της ευρύτερης περιοχής, την Καμπότζης. Αυτή ίσα που πέρασε το 60 για λίγες μέρες την άνοιξη και έκτοτε βρίσκεται χαλαρή στην περιοχή του 40 (συστάσεις για μάσκες, απαγόρευση μεγάλων συγκεντρώσεων, κοινωνική αποστασιοποίηση). Κανένα λοκντάουν δηλαδή: και όμως, είναι μια φτωχή χώρα που χωρίς να είναι νησί όπως η Νέα Ζηλανδία, έχει ως σήμερα 0 (μηδέν) κρούσματα, 0 (μηδέν) θανάτους. Μάλιστα, όλη η περιοχή της νοτιοανατολικής Ασίας βρίσκεται σε αντίστοιχη κατάσταση: με ή χωρίς λοκντάουν, και εν μέσω διαδηλώσεων και ταραχών (όπως στην Ταιλάνδη και την Ινδονησία) η κατάσταση, με τα πάνω και τα κάτω της, είναι πάντως πολύ καλύτερη από όσο εδώ.
Με άλλα λόγια, στην περιοχή δεν έχουν τόσο σοβαρό πρόβλημα με την επιδημία είτε με ή χωρίς λοκντάουν. Το επιχείρημα “το λοκντάουν δούλεψε στην Κίνα” χάνει το βάρος του από το αντεπιχείρημα “το ίδιο όμως έγινε και στις άλλες χώρες της περιοχής που δεν έκαναν λοκντάουν”. Αναρωτιέται κανείς, αν όντως υπήρχε κάποια αιτιοκρατική σχέση λοκντάουν και περιορισμού της επιδημίας τι θα είχε καταφέρει η Καμπότζη αν είχε εφαρμόσει και αυτή λοκντάουν: αρνητικούς θανάτους;
Ας αφήσουμε όμως το κακό μαύρο χιούμορ και ας πάμε στον ιδεολογικό πυρήνα του επιχειρήματος: τη Σουηδία.
Ναι, ακριβώς, τι έχετε να πείτε για τη Σουηδία;
Γιατί η Σουηδία, θα μας πει η (αριστερή) υπέρμαχος αυτού του επιχειρήματος, με την χαλαρή της στάση και την επιδίωξη της ανο(η)σίας αγέλης, το μόνο που κατάφερε είναι να πάει χειρότερα από τις άλλες σκανδιναβικές χώρες.
Και εδώ διαπιστώνουμε για αρχή μια ορισμένη κακοπιστία. Η (σοσιαλφιλελεύθερη) κυβέρνηση της Σουηδίας ουδέποτε δήλωσε ότι προσπαθεί να επιτύχει ανοσία αγέλης, αλλά με δεδομένη την κακοποίηση του όρου ένθεν κακείθεν, αυτό αποτελεί λεπτομέρεια. Το ερώτημα παραμένει: πώς τα πάει η Σουηδία σε σχέση με τις χώρες της περιοχής και σε συνάρτηση με τα μέτρα που ελήφθησαν;
Για αρχή, προς υπεράσπιση της Σουηδίας, αποκαλύπτεται ότι στην πραγματικότητα αυτή δεν τα πάει τόσο άσχημα, όσο θα καταλαβαίναμε αν διαβάζαμε μόνο τα άπειρα άρθρα για την “απόλυτη αποτυχία” του μοντέλου της. Η Σουηδία αυτή τη στιγμή δεν είναι καν στις πρώτες 20 χώρες ως προς τον συνολικό αριθμό των θυμάτων ανά εκατομμύριο. Αντίθετα σε αυτή την κατηγορία ανήκουν χώρες όπως Βέλγιο, Περού, Ισπανία, Αργεντινή, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία, Βραζιλία, Χιλή, Μεξικό, ΗΠΑ, Βολιβία, Εκουαδόρ, Γαλλία, Βόρεια Μακεδονία, Κολομβία κοκ.
Αναδύεται ένα σημαντικό μοτίβο εδώ. Στις πρώτες θέσεις της κατάταξης δεν υπάρχουν χώρες από την Ασία και την Αφρική: για την ώρα η Covid-19 παραμένει ασθένεια βασικά της Ευρώπης και των Αμερικών, πράγμα που ήδη το είδαμε για την Ασία, αλλά επίσης ισχύει ακόμα περισσότερο και για την υποσαχάρια Αφρική που για την ώρα ούτε που έχει καταλάβει ότι υπάρχει επιδημία και δεν ξέρει τι σημαίνει λοκντάουν για λόγους υγείας. Προφανώς, η περιοχή μαστίζεται από άπειρους άλλους επικίνδυνους νοσογόνους παράγοντες, όπως π.χ. οι φαρμακευτικές εταιρίες και τα παράλογα ποσά που ζητάνε για εμβόλια από πάμφτωχες χώρες – αλλά αυτό είναι θέμα για άλλη συζήτηση. Μπορούμε να κρατήσουμε λοιπόν το ότι με ή χωρίς λοκντάουν, η Σουηδία μπορεί να τα έχει πάει άσχημα, αλλά σε καμιά περίπτωση τόσο άσχημα όσο πολλοί άλλοι.
Βέβαια αυτό είναι επιχείρημα χαμηλής αξίας. Αν δεχτούμε ότι η Σουηδία είναι σε καλύτερη θέση από το Βέλγιο, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία, μπορείτε παρόλα αυτά να απαντήσετε πώς τα πάει η χώρα σε σχέση με τις πειθαρχημένες γειτόνισσές της;
Η απάντηση που είναι ότι:
- Πρώτον: Τα πάει χάλια.
- Δεύτερον: Αντίθετα με τα γνωστά σε όλους φληναφήματα, οι γειτόνισσές της δεν είναι καθόλου μα καθόλου πιο πειθαρχημένες από αυτήν και το να συγκρίνεται η Σουηδία στη βάση της πειθαρχίας είναι εντελώς λάθος.
Ας δούμε λοιπόν την εικόνα 3. Σε αυτήν συγκρίνουμε μερικές ευρωπαϊκές χώρες με τη Σουηδία. Είναι προφανές πόσο χειρότερα είναι η Σουηδία από τις υπόλοιπες σκανδιναβικές χώρες, αλλά –
Αλλά οι κανόνες δεν είναι τόσο διαφορετικοί σε αυτές τις χώρες, ούτως ή άλλως. Γιατί η Νορβηγία έφτασε μεν την άνοιξη για ένα σύντομο διάστημα στο 80 (περίπου σαν το δικό μας λοκντάουν, αλλά κράτησε πολύ λιγότερο και ήταν περιορισμένο μόνο στο Όσλο), αλλά μετά έπεσε κάτω από το 40 και έμεινε εκεί. Η Δανία και αυτή ήταν λίγο πιο αυστηρή στην αρχή (όμως ποτέ δεν έφτασε τη δική μας αυστηρότητα) και έκτοτε βρίσκεται κάτω από το επίπεδο απαγορεύσεων της Σουηδίας, χωρίς να φτάσει όμως στα δικά της επίπεδα θανάτων. Η Φινλανδία πάλι, αν μη τι άλλο, είναι στην πραγματικότητα ακόμα πιο χαλαρή στα μέτρα της και από τη Σουηδία, έχοντας όμως σχεδόν το ένα δέκατο των νεκρών ανά εκατομμύριο, 68 σε σχέση με 626! Και στις τρεις αυτές χώρες, η όποια αύξηση των θανάτων δεν συνέπεσε με χαλάρωση των περιορισμών, αντίθετα: είχαμε αύξηση απωλειών όταν εφαρμόστηκαν αυστηροί περιορισμοί, και μείωση των απωλειών όσο οι περιορισμοί χαλάρωναν, ακριβώς το ανάποδο δηλαδή από ότι θα περίμενε ο οπαδός των λοκντάουν. Μάλιστα, αν υπολογίσουμε τον μέσο όρο των περιορισμών σε όλη την περίοδο της πανδημίας, η Σουηδία βρίσκεται στην μέση της ευρωπαϊκής κατάταξης αυστηρότητας και είναι πιο αυστηρή από όλες τις Σκανδιναβικές χώρες!
Μιλώντας για αποτελεσματικότητα των περιορισμών, ας δούμε την Γαλλία και την Ισπανία, οι οποίες γενικά είναι αντιπροσωπευτικές των πιο αυστηρών ευρωπαϊκών χωρών. Όπως φαίνεται στην Εικ. 3, οι περιορισμοί σε αυτές τις χώρες είναι παρόμοιοι μεταξύ τους, ιδιαίτερα αυστηροί και μεγάλης διάρκειας (όπως είναι και στο Βέλγιο). Και όμως: παρά το ότι τα λοκντάουν τους είναι λίγο πιο αυστηρά από το δικό μας, έχουν πολύ περισσότερα θύματα από μας (γεγονός που δεν προοιωνίζεται κάτι το ευχάριστο για την εξέλιξη της ασθένειας εδώ…). Το αυτό ισχύει γενικά για τις χώρες με τις μεγαλύτερες απώλειες στον πλανήτη: έχουν οι περισσότερες αυστηρότατα λοκντάουν τα οποία ξεκίνησαν σε πολλές περιπτώσεις πριν την μεγάλη εξάπλωση της νόσου (αφήνουμε στην άκρη τις κάπως ειδικές περιπτώσεις των ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου που χρειάζονται ειδική ανάλυση).
Τέλος, όπως δείχνει το κεντρικό διάγραμμα της εικόνας 3, υπάρχουν και οι εντελώς ανεξήγητες περιπτώσεις, όπως η Ιαπωνία, η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό υπέργηρων στον κόσμο, της οποίας τα μέτρα, εκτός από το κλείσιμο των σχολείων για μια εβδομάδα την άνοιξη, ουδέποτε ξεπέρασαν το επίπεδο του χαδιού (αυστηρές συστάσεις και τα παρόμοια). Αυτά μέχρι την περασμένη εβδομάδα, που το Τόκιο, η μεγαλύτερη μητρόπολη του πλανήτη με 40 εκατ. κατοίκους, έφτασε το ρεκόρ των 534 “κρουσμάτων” στις 18 Νοεμβρίου (και ανεβαίνει). “Είναι ζήτημα υψίστης σημασίας να αντιμετωπίσουμε την εξάπλωση της μόλυνσης”, δήλωσε η δημοφιλέστατη (και ακροκεντρώα της ακροδεξιάς ποικιλίας) κυβερνήτης του Τόκιο, Κόικε Γιούρικο, και συνέχισε αποφασιστικά: “Η συνεργασία όλων θα καθορίσει τη μοίρα μας. Το κλειδί είναι να μην έχουμε σοβαρά περιστατικά – και αυτή είναι η κόκκινη γραμμή”. Για αυτόν τον σκοπό και με αίσθηση της κρισιμότητας των στιγμών, η Κόικε ανακοίνωσε με ιαπωνική ακρίβεια, πάντα ευγενικά αλλά με τόνο που δεν σηκώνει αντιρρήσεις, την πολιτική5つの小 (Ίτσουτσου νο κο: “Τα Πέντε Κο”). “Κο” (小) σημαίνει “μικρό” ή “λίγο”. Τα “Πέντε Μικρά” έχουν να κάνουν με το βραδινό δείπνο, στο σπίτι ή έξω, στο οποίο:
• είναι καλό να συμμετέχουν λίγοι συνδαιτημόνες (μέχρι 4),
• θα πρέπει να γίνεται με μικρά, ατομικά σερβίτσια (για να αποφεύγεται η κοινή χρήση σκευών),
• θα πρέπει να κρατάει λίγο (μέχρι μια ώρα το πολύ),
• οι συμμετέχοντες καλό είναι να φορούν μάσκες όσο πιο πολύ γίνεται και να πλένουν τα χέρια τους κάθε λίγο,
• και τέλος, να μιλούν όσο πιο χαμηλόφωνα (με μικρές φωνές) και όσο πιο λίγο γίνεται.
Επίσης, οφείλουμε όλοι να προσέχουμε τους ηλικιωμένους (αυτό δεν είναι “κο”, αλλά ισχύει παντού). Και έτσι το Τόκιο μπήκε σε κατάσταση ανώτατου συναγερμού, χωρίς τις high-tech παρακολουθήσεις των Κινέζων, χωρίς σκληρά λοκντάουν, χωρίς ιδιαίτερο πανικό, με τα “ίτσουτσου νο κο” – αλλά και με τον υψηλότερο αριθμό νοσοκομειακών κρεβατιών κατά κεφαλήν στον κόσμο, 13.5 ανά 1000 κατοίκους (στην Ελλάδα είμαστε στα 4). Είναι, όπως και να το κάνουμε, μια κάποια εγγύηση…
Συμπέρασμα: Τα συμπεράσματα δεν είναι εύκολα
Για τους οπαδούς του επιχειρήματος “η Σουηδία απέτυχε” η λύση είναι εύκολη: Λοκντάουν τώρα, Λοκντάουν για πάντα (ή μέχρι το εμβόλιο). Σε αυτό το σημείωμα προσπαθήσαμε να δείξουμε ότι η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη και ότι το λοκντάουν δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι βοηθάει την “επιπεδοποίηση της καμπύλης” ή την εξέλιξη της ασθένειας (αφήνοντας στην άκρη τις πιο σοβαρές αντιρρήσεις που έχουν να κάνουν με τις νοσηρές τελικά συνέπειές του). Το γεγονός ότι τόσο όμοιες χώρες όσο η Σουηδία και οι γειτόνισσές της, χώρες που πήραν όλες παρόμοιου βαθμού μέτρα (και παρά την έξαλλη περί του αντιθέτου φιλολογία, από ένα σημείο και μετά η Σουηδία ήταν μάλιστα η αυστηρότερη), είχαν εντούτοις τόσο διαφορετικές εξελίξεις στον αριθμό των θανάτων, δεν μπορεί παρά να δείχνει ότι το ζήτημα χρειάζεται περισσότερη σκέψη και λιγότερες ευκολίες. Αν μη τι άλλο, οι οπαδοί του λοκντάουν θα έπρεπε να σταθούν μια στιγμή και να σκεφτούν ότι αν κανείς υπολογίσει τη συσχέτιση αυστηρότητας των μέτρων και θυμάτων, αυτή είναι ελαφρά θετική (Εικόνα 4, όπου το μέγεθος των σημείων αναπαριστά τον απόλυτο αριθμό θυμάτων): Όσο πιο αυστηρά τα μέτρα τόσο περισσότεροι οι νεκροί. (Φυσικά είναι προφανές ότι αυτή είναι μια στατιστικά ασήμαντη συσχέτιση: το σημαντικό που πρέπει να κρατήσουμε για την ώρα είναι ότι δεν υπάρχει κανένα κριτήριο που να δείχνει ότι συνολικά στους δέκα τελευταίους μήνες τα λοκντάουν είχαν θετικό αποτέλεσμα!).
Και αν δεν είναι εύκολα τα συμπεράσματα, τότε προφανώς χρειάζεται διάλογος ή και πολιτικός αντίλογος (έστω κι αν το θέμα φαντάζει επιστημονικό: δεν είναι μόνο επιστημονικό). Επίσης, η επιδημία δυσανεξίας στην (φανταστική) “σουηδική ανοσία αγέλης”, οφείλει να μας προειδοποιήσει για κάτι. Όποιος παλεύει με φανταστικούς εχθρούς (όπως την “υπερβολικά χαλαρή” Σουηδία, η οποία αποδεικνύεται ότι τελικά δεν είναι και τόσο χαλαρή) δεν βοηθάει την αντιμετώπιση της πραγματικής επιδημίας: βοηθάει όσους ενδιαφέρονται όχι για τον ιό, αλλά για τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της επιδημίας. Η διαρκής πειθάρχηση των υποτελών σε μόνιμα λόκντάουν διαφόρων τύπων και βαθμών και η πλήρης αγελαία ανοσία των κυρίαρχων (και μάλιστα χωρίς εμβόλιο) στη δημοκρατία είναι μόνο δύο από αυτά…
*το άρθρο αναδημοσιεύεται με την άδεια των συντακτών