του Σωφρόνη Παπαδόπουλου και της Σοφίας Θεοδωροπούλου, υποψήφιων της ΟΚΔΕ στις Ευρωεκλογές

Η κρίση βαθαίνει

Η κρίση (οικονομική, κοινωνική, πολιτική) που ξέσπασε το 2008, από τις μεγαλύτερες που γνώρισε ο ελληνικός καπιταλισμός και ανάλογη σε κάποιο βαθμό με αυτήν του ’40-’49 ή του ’65-’73, όχι μόνο δεν έχει ξεπεραστεί, αλλά μάλλον έχει χειροτερεύσει.

Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε:

– 15 χρόνια μετά το 2008 σχεδόν κανένας βασικός οικονομικός δείκτης δεν έχει βελτιωθεί.
– Οι δυο βασικοί παραγωγικοί τομείς (βιομηχανία, γεωργία) είναι σε χειρότερη κατάσταση, με τάση να χειροτερεύσει ακόμη περισσότερο, καθώς επενδύσεις δεν γίνονται. Να υπενθυμίσουμε ότι τη διετία 2022-23 οι επενδύσεις ήταν μόλις στο 46% της διετίας 2007-08.
– Η οικονομία εξακολουθεί να τρέφεται από τις σάρκες της, ιδιωτικοποιώντας και ξεπουλώντας τη δημόσια περιουσία, τα δάση, τα νησιά, την ιδιωτική περιουσία (πλειστηριασμοί κατοικιών κ.λπ.).
– Το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2008 (298 δισ. ευρώ) φτάνοντας τα 407 δισ., ενώ το ιδιωτικό χρέος –που αυξάνεται ταχύτερα– έχει ξεπεράσει τα 250 δισ. Το χρέος των ασφαλιστικών ταμείων έχει φτάσει σε αστρονομικά ποσά!
– Αποκαλυπτικό ότι η Ελλάδα το 2023 κατρακύλησε στην προτελευταία θέση των 27 της ΕΕ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ), μόλις πάνω από τη Βουλγαρία. Ενώ το 2009 το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν στη 14η θέση και υπερδιπλάσιο της Βουλγαρίας.
– Οι κοινωνικές ανισότητες κάθε μέρα μεγαλώνουν, λόγω της εσωτερικής υποτίμησης από τη μια (μείωση μισθών και λαϊκών εισοδημάτων), και από την άλλη λόγω των υπερκερδών των επιχειρήσεων, των τραπεζών, των καπιταλιστών. Π.χ. τα κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Εθνική, Πειραιώς, Eurobank, Αlpha) αυξήθηκαν το 2023 κατά 4 δισ. ευρώ (ποσοστό 50%) σε σχέση με το 2022, από τα οποία οι προμήθειες ήταν πάνω από 1,8 δισ.!
– Επιπλέον η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού και ιδιαίτερα της Δύσης μεγαλώνει, χωρίς να αποκλείεται μια έκρηξη ανάλογη ή και μεγαλύτερη του 2008, όπως προβλέπουν οι εγκυρότεροι οικονομολόγοι.

Ξεπεράστηκε η κρίση αντιπροσώπευσης;

Χωρίς αμφιβολία, η έντονη κρίση αντιπροσώπευσης των μαζών της περιόδου 2010-2015 ή ακόμη μέχρι και το 2019, δεν υπάρχει σήμερα χάρη στη σύγχυση, την απογοήτευση, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες ηλικίες που πάλεψαν εκείνη την περίοδο και εμπιστεύτηκαν τον ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα την ήττα των αγώνων εκείνης της περιόδου. Αλλά όχι και ότι έληξε αυτή η κατάσταση. Αυτό είναι αδύνατο, όσο η κρίση βαθαίνει, οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της αστικής τάξης εκφυλίζονται όλο και περισσότερο, η οικονομία καταρρέει, η κοινωνία φτωχοποιείται και βυθίζεται σ’ έναν βούρκο. Αντίθετα απ’ ό,τι λέγεται, το αστικό πολιτικό σύστημα μπαίνει στη δεύτερη φάση της κρίσης που ξεκίνησε το 2008 και την εποχή των Μνημονίων (ουσιαστικά η κρίση δεν ξεπεράστηκε από το 2008).

Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που κυβερνούν σήμερα είναι σε χειρότερη κατάσταση από αυτή που ήταν πριν δεκαπέντε χρόνια. Κι αυτό παρά την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, που με την πολιτική του ανέστησε τα αστικά κόμματα, που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία, και κατάφερε σοβαρή ήττα στο εργατικό κίνημα, που δυστυχώς τον εμπιστεύθηκε και εγκατέλειψε τον γιγαντιαίο ξεσηκωμό στους δρόμους, στους χώρους δουλειάς, στα πανεπιστήμια, στις γειτονιές και στις πλατείες.

Η δημοσιογραφική και επιπόλαιη ανάλυση των δημοσκοπικών ευρημάτων, πατώντας κυρίως στη μεγάλη διαφορά της ΝΔ από το δεύτερο κόμμα, που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «παρά μια φθορά ο Μητσοτάκης είναι πολιτικά κυρίαρχος», είναι το λιγότερο μια στατική ματιά, αν όχι εσκεμμένη προπαγάνδα των νεοφιλελεύθερων, της ΕΕ, των ιμπεριαλιστών. Η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ευχαριστημένη από τη διακυβέρνηση της ΝΔ που χρεοκόπησε τη χώρα και βεβαίως δεν είναι ευχαριστημένη από τη διακυβέρνηση των νεοφιλελεύθερων αγριάνθρωπων του Μητσοτάκη, που είναι πολύ χειρότεροι από τις πολιτικές δυνάμεις του 2008. Τα λαϊκά προβλήματα, οι ιδιωτικοποιήσεις των πάντων (Υγεία, Παιδεία κ.ά.), το δέσιμο της χώρας στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς της Δύσης, και κυρίως η ακρίβεια, σε συνδυασμό με την κυβερνητική ανικανότητα να δώσει λύσεις, δημιούργησαν αρχικά ένα υπόγειο ρεύμα δυσαρέσκειας (με περαστικές εκρήξεις όπως της Νέας Σμύρνης, της υπόθεσης Κουφοντίνα, του εγκλήματος των Τεμπών κ.ά.), το οποίο τείνει να μετατραπεί σε ορμητικό ποτάμι.

Είναι γεγονός ότι η δυσαρέσκεια προς τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη δεν εκφράστηκε στις τελευταίες εθνικές εκλογές, σε ένα βαθμό συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Όμως, αυτό δεν αποτελεί κανένα μυστήριο, δεν υπάρχει κανένας θρίαμβος της μητσοτακικής ΝΔ κι αυτό σήμερα φαίνεται καθαρά. Στις περασμένες εθνικές εκλογές η ΝΔ δεν πήρε ψήφο επιβράβευσης και θριάμβου, αλλά ψήφο αδιεξόδου. Ο κόσμος, σε μεγάλο βαθμό αηδιασμένος από τα άλλα κόμματα και ιδιαίτερα από τον ΣΥΡΙΖΑ, ψήφισε ΝΔ γιατί δεν είχε πού αλλού να πάει. Ρόλο έπαιξε και η προπαγάνδα των συστημικών ΜΜΕ, που μηδένιζαν οποιαδήποτε άλλη πολιτική πρόταση εκθειάζοντας την κυβερνητική διαχείριση σαν δήθεν μοναδική στη χώρα.

Αυτό το υπόγειο ρεύμα δυσαρέσκειας, αυτό το αδιέξοδο που έχει έρθει στην επιφάνεια, το αντιλαμβάνονται όλοι και πρώτα οι κυρίαρχες αστικές δυνάμεις, ο ίδιος ο Μητσοτάκης και η νεοφιλελεύθερη κυβέρνησή του. Το Κράτος Δικαίου, για το οποίο μιλούν όλοι οι μνημονιακοί και το στρατηγείο της αντεπανάστασης των Βρυξελλών, είναι η κωδική ονομασία του Κράτους Έκτακτης Ανάγκης που οικοδομούν συστηματικά – και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα όρια της αστικής δημοκρατίας και πλησιάζει εκείνα του ολοκληρωτισμού. Όχι απλά για να πειθαρχεί κατασταλτικά τις ανάγκες, τις ελπίδες και τα όνειρα της κοινωνικής πλειοψηφίας, αλλά για να προχωράει τακτικά στην προληπτική αντεπανάσταση. Αυτή είναι η πολιτική της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής κυβέρνησης του Μητσοτάκη και όχι μόνο. Αυτή είναι η ουσία του περιορισμού του δικαιώματος της απεργίας, του συνδικαλισμού, των διαδηλώσεων, της καταπάτησης του άρθρου 16 του Συντάγματος και βέβαια των Μνημονίων που επέβαλαν πραξικοπηματικά με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου.

ΜΑΥΡΟ στα «Προοδευτικά» Δεκανίκια

Οι υπόλοιπες δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος δεν έχουν να προτείνουν κάποια διαφορετική πολιτική ή προσανατολισμό της οικονομίας και της κοινωνίας. Ασκούν μια χρεοκοπημένη «αντιπολίτευση» γκρινιάζοντας για ελλείψεις και λάθη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ουσιαστικά ταυτίζονται με την πολιτική της ΝΔ, ψηφίζουν σωρηδόν μέτρα μαζί της (ν. Χατζηδάκη, εξοπλισμοί κ.ά.). Επομένως τα χειρότερα είναι μπροστά μας.

Ο μνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ του επιχειρηματία Κασσελάκη είναι μια μαριονέτα των ιμπεριαλιστών και πλουσίων, που συμπληρώνει την παρωδία της βουλής. Το ΠΑΣΟΚ είναι σεσημασμένο για το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά του. Η Νέα Αριστερά υπερασπίζεται παθιασμένα τα Μνημόνια που εφάρμοσε στις κυβερνήσεις Τσίπρα. Τα πολιτικά εγκλήματα όλων αυτών των δήθεν «προοδευτικών» έστρωσαν τον δρόμο στον Μητσοτάκη, τον βοήθησαν τα μέγιστα. Σε μια εποχή που ο κόσμος γίνεται περισσότερο ανταγωνιστικός, όλα αυτά τα αστικά κόμματα και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του μένουν προσκολλημένα στην ΕΕ, η οποία υποβαθμίζεται διαρκώς σε όλους τους τομείς (παραγωγικότητα, έρευνα, καινοτομία, τεχνολογία κ.ά.) έναντι των βασικών ανταγωνιστών της (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, άλλες ασιατικές χώρες). Ακόμη, δεν περνάει μέρα που αυτά τα κόμματα να μην έχουν εσωτερική κρίση, η αξιοπιστία τους στις μάζες διαρκώς μειώνεται.

Ο αγώνας ενάντια στην Ακροδεξιά

Παλεύουμε για τη συντριβή όλων των ακροδεξιών, σε Ελλάδα και Ευρώπη. Γραφικοί και γελοίοι, συμπληρώνουν επικίνδυνα τη διαρκή μετατόπιση προς τα δεξιά. Τρέφονται από την πορεία του καπιταλιστικού συστήματος, των πολιτικών δυνάμεων, των κρατικών μηχανισμών, της ΕΕ προς την προληπτική αντεπανάσταση (μιλιταρισμός, ρατσισμός, καταστολή κ.λπ.). Αλλά και από την κρίση του εργατικού κινήματος / της σοσιαλιστικής εναλλακτικής, που τούς επιτρέπει να παρουσιάζονται ως «αντισυστημικοί» στα, ολοένα μεγαλύτερα, φτωχά ή περιθωριοποιημένα στρώματα.

Αυτό το προσωπείο τους είναι μια εφεδρεία για το χτύπημα του εργατικού κινήματος και σήμερα η ακροδεξιά απειλή βρίσκεται σε όσμωση με τις «κανονικές» αστικές δυνάμεις. Γι’ αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με προεκλογικά τρικ του «δημοκρατικού τόξου». Με όρκους πίστης στους ταξικούς, διεφθαρμένους, χρεοκοπημένους θεσμούς του αστικού κοινοβουλευτισμού, του αστικού κράτους, της οικονομίας της αγοράς, των «αξιών» της ΕΕ – όλων αυτών όπου ομνύει σύσσωμη η «προοδευτική και δημοκρατική αντιπολίτευση». Αλλά μόνο με τους αγώνες και την ταξική ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος.

Οι Χούντες δεν πέφτουν με λόγια στη Βουλή

Για να νικήσουμε, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Το ΚΚΕ έχει μια βαθιά αποπροσανατολιστική πολιτική. Με τη διασπαστική και αντιδημοκρατική στάση του, σαμποτάρει τους αγώνες, με πρόσφατο παράδειγμα το φοιτητικό κίνημα ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Με τη θέση του για τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς (θεωρεί ότι είναι το ίδιο είτε υπό δημόσιο είτε υπό ιδιωτικό έλεγχο, αφού παραμένουμε στον καπιταλισμό!), αφήνει στο απυρόβλητο τον νεοφιλελευθερισμό και τις ιδιωτικοποιήσεις, τον πυρήνα της αστικής πολιτικής τις τελευταίες δεκαετίες. Αρνείται μια πραγματική κλιμάκωση με αιτήματα-αιχμές (π.χ. εθνικοποίηση των σιδηροδρόμων), προχωράει συντηρητικά και νομιμόφρονα, ώστε όλα να υπηρετούν μόνο μια ακίνδυνη «ψήφο διαμαρτυρίας». Οι ρεφορμιστές του ΚΚΕ έχουν παραπέμψει τη ρήξη/έξοδο με Ευρώ-ΕΕ στη Δευτέρα Παρουσία (γι’ αυτό κεντρικό σύνθημά τους είναι ένα γενικόλογο «σπάμε τα δεσμά της ΕΕ»), όπως και οτιδήποτε πέραν της εκλογικής ενίσχυσής τους. Το σύνθημα για «δυνατό ΚΚΕ» δεν μεταφράστηκε σε αγώνες που ταράζουν/ανατρέπουν το σημερινό σκηνικό, αλλά στο κάλεσμα για «πολύ πιο δυνατό ΚΚΕ». Ενώ δεν έχουν πάψει στιγμή να λιβανίζουν τις σταλινικές δικτατορίες.

Λύση δεν υπάρχει στις αυταπάτες «μεταρρύθμισης» της ΕΕ που καλλιεργεί το ΜέΡΑ25, που ο «ρεαλισμός» του στέκει ξεδοντιασμένος μπροστά στη χειροτέρευση της κρίσης. Η συνταγή τέτοιων «αντιδεξιών» μετώπων και συγκολλήσεων έχει αποτύχει οριστικά. Η επανάληψή της οδήγησε την ευρωπαϊκή «αριστερά» (όπως και με τον ΣΥΡΙΖΑ) σε αστικοποίηση και κατάντια. Σε υποταγή στον ρεφορμισμό, τον νεοφιλελευθερισμό, τον κυβερνητισμό, στο όνομα ενός ανύπαρκτου «μικρότερου κακού», που πάντα οδηγεί στο μεγαλύτερο.

Το πιο αναγκαίο και χρήσιμο «όπλο»
ΜΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ

Εργαζόμενοι, φτωχά λαϊκά στρώματα και νεολαία αμφισβητούν ό,τι λέγεται και γίνεται από τις κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Η αντίδραση των «από κάτω» είναι υπαρκτή, αρχίζει να παίρνει άλλα χαρακτηριστικά –όχι μόνο των φευγαλέων εκρήξεων της προηγούμενης περιόδου–, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόσφατο φοιτητικό κίνημα. Παρά τις αδυναμίες του και τον δούρειο ίππο (ΚΝΕ) στο εσωτερικό του, ήταν το μεγαλύτερο κίνημα μετά το 2010-15 και τους «Αγανακτισμένους», δηλαδή εδώ και 10-15 χρόνια. Έδρασε στους δρόμους, ήταν μιας νεολαίας απαλλαγμένης από τη Βάρκιζα των Μνημονίων και του ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό πολεμήθηκε τόσο σκληρά από τους νεοφιλελεύθερους του Μητσοτάκη και όχι μόνο (οι φοιτητές χαρακτηρίστηκαν «ληστές»!).

Ωστόσο, δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί η ήττα, το σοκ που υπέστηκαν οι εργαζόμενες και λαϊκές μάζες από την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ. Οι μάζες του 62% του ΟΧΙ, που αψήφησαν απειλές και εκβιασμούς της αστικής ελίτ και των ιμπεριαλιστών της ΕΕ, αισθάνονται βαθιά προδομένες. Ακόμη, με όσα έχουν συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες (εγκλήματα σταλινισμού και σοσιαλδημοκρατίας, εκφυλισμός σημαντικών κομματιών της άκρας αριστεράς), η συγκρότηση μιας νέας επαναστατικής πρωτοπορίας θα είναι πιο αργή, βασανιστική.

Όσο η κοινωνική πόλωση και ο κοινωνικός αποκλεισμός εντείνονται, οι ανισότητες μεγαλώνουν και παίρνουν αποκρουστικές μορφές, οι μισθοί πλησιάζουν αυτούς της Βουλγαρίας, η διάλυση του αναιμικού κοινωνικού κράτους επιταχύνεται, το μέλλον γίνεται όλο και πιο αβέβαιο και σκοτεινό, τόσο καθημερινά ο υπόκωφος «κοινωνικός πόλεμος» θα μπαίνει όλο και περισσότερο στην κοινωνική ζωή.

Γι’ αυτό χρειάζεται μια πολιτική ενότητας και οργάνωσης των εργαζομένων, ταξικής ανεξαρτησίας,
αποφασιστικής ανάπτυξης των αγώνων. Μια Αριστερά Επαναστατική που:
– Παλεύει για την οργάνωση των εργαζομένων, την ανάπτυξη των αγώνων. Με μια ενωτική πολιτική μέσα στο κίνημα, όχι με εκλογικίστικες συγκολλήσεις.
– Δεν υποκλίνεται στο δόγμα ΤΙΝΑ (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική), στη δικτατορία των Αγορών και της ΕΕ.
– Συγκρούεται με τον κάλπικο αστικό νεοφιλελεύθερο δικαιωματισμό των «ταυτοτήτων», που διαιρεί και χτυπάει τους εργαζόμενους, απειλεί με κοινωνική αποσύνθεση.
– Παλεύει για την αναγέννηση της επαναστατικής προοπτικής, του Σοσιαλισμού, μόνη διέξοδο στη
βαρβαρότητα και καταστροφή του καπιταλισμού.
Η ΟΚΔΕ παλεύει για το χτίσιμο μιας τέτοιας δύναμης σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Το κοινωνικό θερμόμετρο λόγω της φτώχειας, των κοινωνικών ανισοτήτων, της ακρίβειας, των ιδιωτικοποιήσεων και συνολικά της απληστίας και της αθλιότητας των αστικών δυνάμεων (κοινωνικών και πολιτικών) χτυπάει κόκκινο. Το εργατικό και φοιτητικό κίνημα πρέπει να εγκαταλείψει τις πολιτικές της «ανάθεσης» και τα κόμματα που μας οδήγησαν σε προδοσίες, ήττες, καταστροφές. Πρέπει να θάψει οριστικά στη συνείδησή του κόμματα και μηχανισμούς, που επανειλημμένα έχουν αποδειχτεί ανίκανα και προδοτικά. Πρέπει με «απλωμένη την αφοβία σα σημαία, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες…» να πιστέψουν ότι με μια επαναστατική πολιτική όλα είναι κατορθωτά και ότι το εργατικό κίνημα, κατάλληλα εξοπλισμένο, όλα τα μπορεί, να οικοδομήσει μια κοινωνία που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά του, μια κοινωνία σοσιαλιστική.