Ένα νέο περιστατικό αναίτιας, ακραίας σωματικής βίας από αστυνομικό της ομάδας ΔΙΑΣ κατά ενός εικοσάχρονου οδηγού μοτοσικλέτας, τη Μεγάλη Πέμπτη, ήρθε στη δημοσιότητα πριν δύο μέρες με καταγγελία οικείου του προσώπου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Άλλη μία καταδίωξη της ομάδας ΔΙΑΣ που οδήγησε σε αδιανόητη κατάχρηση εξουσίας και έστειλε έναν νέο άνθρωπο στην εντατική με φανερά τα σημάδια από τα βάρβαρα χτυπήματα σε πρόσωπο και σώμα, συγκεκριμένα κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, καθώς ο αστυνομικός τον χτυπούσε με τον ασύρματο μέχρι ο νεαρός οδηγός να χάσει τις αισθήσεις του. «Ήταν απρόκλητη επίθεση, η οποία μπορεί να οδηγούσε σε τετελεσμένη ανθρωποκτονία και έμεινε στο στάδιο της απόπειρας όχι από βούληση των δραστών αστυνομικών, αλλά γιατί περνούσε από εκεί ένας διασώστης τυχαία» είπε με κάποια ένταση ο δικηγόρος της οικογένειας Φώτης Μπαμπάνης μιλώντας στο TPP. «Αν το παιδί μου ζει σήμερα οφείλεται σε αυτόν τον διασώστη» μας είπε αργότερα ο πατέρας του θύματος της αστυνομικής βίας.

Ρεπορτάζ της Ηλιάνας Ζερβού

Η ανάγνωση αυτής της καταγγελίας με εξόργισε για ακόμα μία φορά με την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα της ανεξέλεγκτης και άγριας αστυνομικής βίας με την οποία ερχόμαστε διαρκώς αντιμέτωποι. Έτσι,  συνομίλησα με τον δικηγόρο της οικογένειας και κατανόησα ακόμα πιο βαθιά το μέγεθος της βίας. Ενδεικτικό της έντασης αυτής της βιαιότητας ήταν ότι σταμάτησε μόνο όταν πέρασε τυχαία ένας διασώστης, απομάκρυνε τον αστυνομικό και παρείχε τις πρώτες βοήθειες στο θύμα. «Ήταν απρόκλητη επίθεση, η οποία μπορεί να οδηγούσε σε τετελεσμένη ανθρωποκτονία και έμεινε στο στάδιο της απόπειρας όχι από βούληση των δραστών αστυνομικών, αλλά γιατί περνούσε από εκεί ο διασώστης τυχαία» είπε ο δικηγόρος μιλώντας στο TPP. «Αν το παιδί μου ζει σήμερα οφείλεται σε αυτόν τον διασώστη» θα μου ανέφερε αργότερα ο πατέρας του θύματος, σε σύντομη τηλεφωνική μας επικοινωνία.

Το χρονικό

Η καταγγελία που δημοσιεύτηκε:

Όπως επιβεβαίωσε το χρονικό εκείνης της νύχτας στο TPP ο δικηγόρος της οικογένειας, Φώτης Μπαμπάνης, ο νεαρός μαζί με τον φίλο του είχαν επιβιβαστεί σε μία μοτοσυκλέτα για να βγουν βόλτα. «Κάποια στιγμή τον προσέγγισαν άντρες της ΔΙΑΣ, με τη μορφή όμως του χλευασμού. Δηλαδή τον πειράζανε» εξήγησε ο κ. Μπαμπανής και προσέθεσε ότι «εκείνος ενδεχομένως το εξέλαβε ως σήμα για έλεγχο» και, καθώς, ο εικοσάχρονος διέθετε δίπλωμα για μηχανή χαμηλότερου κυβισμού από εκείνη που οδηγούσε, «φοβήθηκε, πανικοβλήθηκε και ανέπτυξε ταχύτητα. Μετά άρχισε η καταδίωξη».

Κατά τη διάρκεια αυτής της καταδίωξης ο νεαρός οδηγός έκανε διάφορες προσπεράσεις παράνομες, παραβίασε για παράδειγμα κάποιους σηματοδότες. Πράξεις, βέβαια, που εντάσσονται στο φάσμα του πλημμελήματος και σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν τη βία που ακολούθησε. Τότε το όχημα που επέβαιναν τα δύο αγόρια προσέκρουσε σε άλλο όχημα ΙΧ, χωρίς να τραυματιστεί κανένα από τα δύο άτομα, αλλά η καταδίωξη σταμάτησε τότε απότομα. Εκείνη τη στιγμή, ο αστυνομικός «τον ξυλοφόρτωσε, κυριολεκτικά» τόνισε ο κ. Μπαμπάνης. Γεγονός που αποδεικνύεται και από την άμεση διακομιδή του θύματος σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Ευαγγελισμού.

«Γιατί; Γιατί η κατάσταση ήταν τραγική. Πλέον ήταν εκτός ελέγχου» ξεκαθάρισε ο δικηγόρος.

«Η βία σταμάτησε μόνο όταν παρενέβη διασώστης που περνούσε τυχαία»

Το σκηνικό με τον αστυνομικό που χτυπούσε βάρβαρα έναν άνθρωπο στην άσφαλτο έτυχε να δει ένας διερχόμενος διασώστης, ο οποίος και ενεπλάκη για να διακόψει τον θύτη και να παράσχει τις πρώτες βοήθειας στον βαριά χτυπημένο νεαρό. «Ισχύει ότι η βία που ασκούσε ο αστυνομικός σταμάτησε όταν παρενέβη διασώστης» σημείωσε ο δικηγόρος, δημιουργώντας μου πραγματικά ερωτήματα για το πού θα οδηγούσε η ανεξέλεγκτη αυθαιρεσία του αστυνομικού.

Την σκέψη μου αυτή επιβεβαίωσε στη συνέχεια, αφού ανέφερε ότι η μήνυση που έκανε η οικογένεια αφορά και το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας. «Ήταν απρόκλητη επίθεση, η οποία μπορεί να οδηγούσε σε τετελεσμένη ανθρωποκτονία και έμεινε στο στάδιο της απόπειρας όχι από βούληση των δραστών αστυνομικών, αλλά γιατί περνούσε από εκεί ο διασώστης τυχαία. Αυτός ο άσχετος διασώστης» τόνισε και συμπλήρωσε κοφτά «αν δεν περνούσε από εκεί μπορεί να τον είχαν σκοτώσει».

Να σημειωθεί στο σημείο αυτό, πως ο βασικός θύτης της κακοποίησης δρούσε υπό την σιωπηρή αποδοχή των συναδέλφων του που παρακολουθούσαν. Ρώτησα τον κ. Μπαμπάνη «οι υπόλοιποι αστυνομικοί που ήταν εκεί παρευρισκόμενοι τι έκαναν; Δεν ήταν μόνος του» για να λάβω τη δυστυχώς προβλέψιμη, αλλά πάντα εξοργιστική απάντηση «όχι, δεν ήταν μόνος. Πολλοί παρακολουθούσαν, δηλαδή σιωπηρά ενέκριναν την αξιόποινη συμπεριφορά του συναδέλφου τους», χωρίς να γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των αστυνομικών που βρίσκονταν στο σημείο.

Νομικές κινήσεις και διαχείριση της ΕΛΑΣ

«Εμείς έχουμε ασκήσει μήνυση κατά όλων όσων συμμετείχαν για τα αδικήματα και τις αξιόποινες πράξεις στο πλαίσιο κακουργήματος για απόπειρα ανθρωποκτονίας, βαριές σωματικές βλάβες, εξύβριση και απειλές» ενημέρωσε ο κ. Μπαμπάνης. Δεν γνωρίζει, βέβαια, μία εβδομάδα μετά το περιστατικό, ποιος ήταν ο αστυνομικός που ξυλοκόπησε τον νέο οδηγό, παρόλα αυτά όλοι τους έφεραν διακριτικά.

Όσον αφορά την επαφή με την αστυνομία, ο δικηγόρος ανέφερε πως αρχικά υπήρξε μία προσπάθεια αποτροπής τους ως προς την κατάθεση της καταγγελίας. «Στην υποβολή της μηνύσεως προσπάθησαν να μας αποτρέψουν» σημείωσε, εξηγώντας ότι ακολούθησε το μοτίβο του «απευθυνθείτε αλλού». «Δεν παίρνουμε την μήνυση, δεν είμαστε αρμόδιοι, πρέπει να πάτε στο Εσωτερικών Υποθέσεων» ήταν μερικές από τις ατάκες που άκουσε ο δικηγόρος και ανέφερε συνοπτικά. «Ποιο Εσωτερικών Υποθέσεων;» διερωτήθηκε με κάποια αγανάκτηση και ξεκαθάρισε «το Εσωτερικών Υποθέσεων αναλαμβάνει όταν υπάρχει οικονομικό όφελος. Εδώ είναι ωμή, βία είναι είναι καθαρά κατάχρηση εξουσίας και ωμή βία».

Παρόλα αυτά, πληροφόρησε πως «υπάρχει η ενημέρωση από την Ελληνική Αστυνομία ότι θα γίνει έρευνα για το ποιοι υπηρετούσαν εκείνη την ώρα στην ΔΙΑΣ και θα προσέλθουν όλοι για να αναγνωριστούν». Αρκετές μέρες μετά, αναρτήθηκε και η ανακοίνωση του αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία εστίαζε σχεδόν αποκλειστικά στις «ευθύνες» του θύματος και σχετικά με τις αξιόποινες πράξεις των αστυνομικών έγραφε μόνο ότι «ως προς τα καταγγελλόμενα, διενεργείται προανακριτική και διοικητική έρευνα, σύμφωνα με την πάγια πρακτική σε ανάλογες περιπτώσεις, ώστε να διακριβωθεί η βασιμότητα των ισχυρισμών σχετικά με τη συμπεριφορά των αστυνομικών».

Ο πατέρας του θύματος, τόνισε ότι βέβαια είναι πάρα πολύ εύκολο να εντοπιστεί ποιος είναι ο υπαίτιος αστυνομικός, καθώς όπως τόνισε μιλώντας στο TPP, «είναι ο άνθρωπος ο οποίος έχει κάνει τη σύλληψη, είναι τα πληρώματα τα οποία για να βρεθούν εκεί έχουν απαντήσει σε κάποιο σύστημα ενίσχυσης, καθώς φαντάζομαι ότι το πλήρωμα καταδίωξης ζήτησε ενισχύσεις, διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να βρεθούν 7 μηχανές και ένα περιπολικό στο σημείο».

«Οπότε από εκεί θα έχουν την εικόνα ποια πληρώματα ανταποκρίθηκαν» κατέληξε τον εύλογο συλλογισμό του ο πατέρας του αγοριού, ξεκαθαρίζοντάς ότι ακόμα δεν έχει υπάρχει καμία ενημέρωση από την ΕΛΑΣ για την εξέλιξη της έρευνας.

Ποινική δίωξη έχει ασκηθεί σε βαθμό πλημμελήματος σε βάρος του 20χρονου για τροχαίες παραβάσεις και απείθεια, επειδή δεν σταμάτησε στο σήμα των αστυνομικών. «Ο οδηγός συνελήφθη για επικίνδυνη οδήγηση, απείθεια και στέρηση άδειας ικανότητας οδήγησης, ενώ του επιβλήθηκαν τα ανάλογα διοικητικά πρόστιμα (2.425 ευρώ) για τρεις περιπτώσεις παραβίασης ερυθρού σηματοδότη, καθώς και για στέρηση διπλώματος, επίδειξη ικανοτήτων, μη χρήση κράνους και κίνηση αντίθετα σε μονόδρομο» ανέφερε συγκεκριμένα και η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ.

Παρότι, όμως, παραδέχτηκε το αρχηγείο της ΕΛΑΣ ότι διενεργείται έρευνα έσπευσε να κλείσει την ανακοίνωση της αθωώνοντας προκαταβολικά τους αστυνομικούς. «Οι αστυνομικοί, και ειδικά τα πληρώματα πρώτης γραμμής, θα συνεχίσουν να δίνουν καθημερινό αγώνα υπό δύσκολες και πολλές φορές επικίνδυνες συνθήκες για τη διαφύλαξη της νομιμότητας, την κυκλοφοριακή τάξη και την ασφάλεια όλων» κατέληξε η ανακοίνωση, αποκαλύπτοντας για ακόμα μία φορά πόσο απέχει η αντίληψη της για την «ασφάλεια» από την πραγματική σημασία της λέξης.

Ο νέος οδηγός από την πρώτη στιγμή που ήρθε σε επαφή με το πλήρωμα της ομάδας ΔΙΑΣ μάλλον μόνο φόβο ένιωσε. Από την ώρα που έτρεξε να διαφύγει μέχρι εκείνο το «φοβήθηκα φοβήθηκα συγγνώμη» που πρόλαβε να φωνάξει πριν ξεκινήσει η ανεξέλεγκτη βία.

Αναλυτικά η ανακοίνωση του αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας:

«Σχετικά με δημοσιεύματα, τα οποία βασίζονται σε ανάρτηση σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου καταγγέλλεται περιστατικό “αστυνομικής βίας” κατά τη διάρκεια σύλληψης ατόμου στην περιοχή της Κηφισιάς, διευκρινίζονται τα εξής:

Βραδινές ώρες της 17ης Απριλίου 2025 στην οδό Τατοΐου στη Μεταμόρφωση, οδηγός δίκυκλης μοτοσικλέτας, στην οποία επέβαινε και συνεπιβάτης, αρνήθηκε να συμμορφωθεί σε σήμα στάσης αστυνομικών της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. και στη συνέχεια προέβη σε επικίνδυνους ελιγμούς αναπτύσσοντας υπερβολική ταχύτητα, παραβιάζοντας φωτεινούς σηματοδότες και είσοδο σε μονόδρομο, θέτοντας με αυτόν τον τρόπο σε κίνδυνο άλλους οδηγούς οχημάτων και πεζούς.

Στη συνέχεια, φτάνοντας στο ύψος της οδού Καλυφτάκη με την οδό Γ. Λύρα στην Κηφισιά, ο οδηγός έχασε τον έλεγχο της μοτοσικλέτας του και συγκρούστηκε με προπορευόμενο όχημα, με αποτέλεσμα να υποστεί ελαφρύ τραυματισμό, λόγος για τον οποίο μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ σε νοσοκομείο. Επισημαίνεται ότι, δεν έφερε προστατευτικό κράνος, ενώ στερούνταν και σχετικής άδειας ικανότητας οδήγησης.

Ο οδηγός συνελήφθη για επικίνδυνη οδήγηση, απείθεια και στέρηση άδειας ικανότητας οδήγησης, ενώ του επιβλήθηκαν τα ανάλογα διοικητικά πρόστιμα (2.425 ευρώ) για τρεις περιπτώσεις παραβίασης ερυθρού σηματοδότη, καθώς και για στέρηση διπλώματος, επίδειξη ικανοτήτων, μη χρήση κράνους και κίνηση αντίθετα σε μονόδρομο.

Περαιτέρω, ως προς τα καταγγελλόμενα, διενεργείται προανακριτική και διοικητική έρευνα, σύμφωνα με την πάγια πρακτική σε ανάλογες περιπτώσεις, ώστε να διακριβωθεί η βασιμότητα των ισχυρισμών σχετικά με τη συμπεριφορά των αστυνομικών.

Υπενθυμίζεται ότι, η επικίνδυνη οδήγηση, ιδίως όταν συνδυάζεται με άγνοια του Κ.Ο.Κ., έλλειψη άδειας οδήγησης ή μη χρήση προστατευτικού κράνους, δεν αποτελεί απλώς παράβαση, αλλά θανάσιμο ρίσκο — για τον ίδιο τον οδηγό, τον ή τους συνεπιβάτες, τους πεζούς και τους άλλους χρήστες του οδικού δικτύου.

Οι αστυνομικοί, και ειδικά τα πληρώματα πρώτης γραμμής, θα συνεχίσουν να δίνουν καθημερινό αγώνα υπό δύσκολες και πολλές φορές επικίνδυνες συνθήκες για τη διαφύλαξη της νομιμότητας, την κυκλοφοριακή τάξη και την ασφάλεια όλων».