Η Ελλάδα έχει, κατά μέσο όρο, τις πιο υψηλές χρεώσεις για σταθερό Internet μετά το Βέλγιο. Στην έρευνα της Κομισιόν, τα κράτη-μέλη χωρίζονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες, με την πρώτη να περιλαμβάνει τις «φθηνές» χώρες της Ε.Ε., τη δεύτερη «τις σχετικά φθηνές», την τρίτη τις «σχετικά ακριβές» και την τέταρτη τις «ακριβές» χώρες. Ανάλογα με το εξεταζόμενο πακέτο υπηρεσιών, η χώρα μας συγκαταλέγεται, κατά περίπτωση, είτε στην τέταρτη, είτε στην τρίτη.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πιο ακριβές χώρες της ΕΕ στις χρεώσεις ευρυζωνικού Internet σταθερής, είναι οι ίδιες αυτές που έχουν και τις πιο αργές συνδέσεις. Στο τέλος του 2018, Βέλγιο, Ελλάδα, Κύπρος και Ιρλανδία δεν προσέφεραν συνδέσεις ταχυτήτων 1 Gbps – και Ελλάδα και Κύπρος δεν διέθεταν καν συνδέσεις με ταχύτητα άνω των 200 Μbps.
Στην έρευνα που ανέδειξε με ρεπορτάζ της η «Καθημερινή» αναφέρεται ακόμη ότι σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες προσφερόμενων πακέτων (απλή σύνδεση, διπλό ή τριπλό πακέτο) η χώρα μας είναι πιο ακριβή από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Ανάλογα με το είδος σύνδεσης μεταβάλλονται και οι αποκλίσεις. Παραδείγματος χάριν, πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις ταχυτήτων 30 έως 100 Mbps, η απόκλιση της χώρας μας από τον μέσο όρο της ΕΕ κυμαίνεται από 20% έως και 60%. Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις πιο ακριβές χώρες όσο αυξάνεται η ταχύτητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο. Στα πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις άνω των 100 (και έως 200 Mbps) η Ελλάδα είναι συνήθως η πιο ακριβή και οι αποκλίσεις διευρύνονται.
Για παράδειγμα, για ένα πακέτο με Internet και τηλεόραση με σύνδεση άνω των 100 Mbps, στην Ελλάδα η χρέωση είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου της ΕΕ, καθώς ξεπερνά τα 90 ευρώ τον μήνα, όταν o ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 43,7 ευρώ. Tα στοιχεία της μελέτης αξιοποιούνται στους δείκτες DESI (Digital Economy & Society Index).