-του Δημήτρη Τσίρκα

Ό,τι προσλαμβάνουν οι πολλοί ως «Αλέφαντος» είναι μια κατασκευή, ένα τηλεοπτικό προϊόν, μια σκηνοθετημένη καρικατούρα,πιο σωστά. Ο κόσμος περισσότερο θυμάται τον Αλέφαντο από τα αστεία αποσπάσματα των δηλώσεων του που έπαιζαν στα κανάλια ή τη σάτιρα του Μητσικώστα. Μάλιστα, από ένα σημείο και μετά, το κατάλαβε και ο ίδιος και φρόντισε να τροφοδοτεί συνεχώς τα ΜΜΕ με τέτοια «διαμάντια». Ταυτίστηκε δηλαδή, με την τηλεοπτική του περσόνα.

Ασφαλώς κάποιοι, μιας ορισμένης ηλικίας ποδοσφαιρόφιλοι, στο πρόσωπο του Αλέφαντου έβλεπαν τον παλιό ποδοσφαιράνθρωπο, τότε που το ποδόσφαιρο παιζόταν ακόμη στις αλάνες. Για άλλους συμβόλιζε μια αυθεντική και εν πολλοίς χαμένη, λαϊκότητα. Όμως η λαϊκότητα του Αλέφαντου ήταν και αυτή μια καρικατούρα, μια τραβηγμένη, σχεδόν καρναβαλική παράσταση που θα προκαλούσε γέλια ακόμη και σε επαρχιακά καφενεία του ’50.

Αυτοί μάλλον είναι και οι λόγοι που ήταν τόσο δημοφιλής και ο θάνατός του προκάλεσε συγκίνηση, ακόμη και σε ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με το ποδόσφαιρο ή είναι πολύ νέοι για να έχουν αναμνήσεις μιας απολεσθείσας λαϊκότητας. Για αυτούς, ο Αλέφαντος ήταν κάτι σαν κωμωδία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, ένα ρετρό απομεινάρι που θυμίζει κάποιο μη βιωμένο, αλλά παράξενα οικείο, εξωραϊσμένο παρελθόν. Η απώλειά του προκαλεί συναισθήματα νοσταλγίας για κάτι όμορφο που χάθηκε για πάντα και ας μην υπήρξε ποτέ.

Για αυτό και η υπενθύμιση των ακραία ομοφοβικών δηλώσεών ή των τραμπούκικων ξεσπασμάτων του, είναι μεν χρήσιμη, αλλά χάνει εντελώς τον στόχο. Συγχέει το πραγματικό πρόσωπο με την περσόνα. Κάνει με δυο λόγια, το λάθος να παίρνει στα σοβαρά τον Αλέφαντο, τη στιγμή που κανένας δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά. Όλοι σχεδόν τον αντιμετώπιζαν ως μια συμπαθή, πλην όμως γραφική φιγούρα. Ακόμα και οι πιο καμένοι οπαδοί.

Δεν θα αλλάξει λοιπόν την εικόνα που έχει ο κόσμος για εκείνον.Όπως η επισήμανση των πολλών σεξιστικών στερεοτύπων που περιέχει, δεν θα σταματήσει τον κόσμο από το να βλέπει και να γελά με την ταινία «Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο».