του Νίκου Βλασερού, PhD Mathematics Education

Σε λίγες μέρες οι μαθητές της Α΄ και Β΄ τάξης του Λυκείου θα εξεταστούν στις προαγωγικές εξετάσεις, οι οποίες θα γίνουν φέτος με τον θεσμό της Τράπεζας Θεμάτων. Έναν θεσμό που έχει σηκώσει θύελλα αντιδράσεων από εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές και ως αποτέλεσμα το ΥΠΑΙΘ έχει αναγκαστεί να υποστηρίξει τις επιλογές του με διάφορα επιχειρήματα. Θα επιχειρήσω έναν σχολιασμό των επιχειρημάτων αυτών υπό το πρίσμα του ενεργού εκπαιδευτικού και ειδικότερα του μαθηματικού. Είμαι σίγουρος ότι συνάδελφοι άλλων ειδικοτήτων θα έχουν να προσθέσουν και άλλα σχόλια και ίσως να μπορέσουν να μου εξηγήσουν πώς το «άγνωστο» κείμενο στα Αρχαία μπορεί να είναι ανεβασμένο στην (γνωστή) Τράπεζα Θεμάτων.

1. Το επιχείρημα της «αντικειμενικότητας»

Υπάρχουν κάποιες λέξεις που συνήθως σημαίνουν κάτι «επιθυμητό» και χρησιμοποιούνται για να δικαιολογήσουν επιλογές ώστε να σταματάει η κριτική. Μια τέτοια είναι η «αντικειμενικότητα» και άλλη μια η «εγκυρότητα» που επαναλαμβάνει συνεχώς η κ. Κεραμέως όταν αναφέρεται στην Τράπεζα Θεμάτων. Για την «εγκυρότητα”» δεν είμαι ο πλέον κατάλληλος να μιλήσω γιατί στα Μαθηματικά δεν έχουμε συχνά τέτοια προβλήματα (και γι’ αυτό και δε μας βοηθάει η Τράπεζα Θεμάτων σε κάτι), αλλά συνάδελφοι φιλόλογοι έχουν αμφισβητήσει τις ενδεικτικές απαντήσεις που παρέχονται σε Έκθεση και Ιστορία ως μη έγκυρες. Σε ό,τι αφορά την αντικειμενικότητα όμως, με ποιον τρόπο είναι κάτι το θετικό και το επιθυμητό να είναι συγκρίσιμοι οι βαθμοί ανάμεσα σε διαφορετικές τάξεις και διαφορετικά σχολεία; Ποιος παιδαγωγικός στόχος επιτυγχάνεται; Ένα αδύναμο τμήμα, το οποίο καταφέρνει με σκληρή δουλειά να λύσει ασκήσεις μέσης δυσκολίας, δεν κερδίζει απολύτως τίποτα με το να εξεταστεί σε θέματα που δεν έχει κατακτήσει. Αντίθετα, μπορεί να απογοητευτεί και να αποφασίσει ότι τα μαθηματικά είναι κάτι άπιαστο. Όπως και με την ΕΒΕ, καλλιεργείται ο μύθος του «τεμπέλη μαθητή», που οι επιδόσεις του στο σχολείο εξαρτώνται από καθαρά από αυτόν, ενώ είναι πλέον αποδεδειγμένο στην εκπαιδευτική έρευνα ότι οι διαφορετικές «ταχύτητες» των μαθητών εξαρτώνται κυρίως από κοινωνικούς, οικονομικούς, οικογενειακούς και άλλους παράγοντες και όχι από την ευφυΐα του μαθητή ή τον κόπο του καθηγητή, αφού αυτός είναι συνήθως δεδομένος.

2. Το επιχείρημα της «κάλυψης της ύλης»

Εδώ έχουμε το δεύτερο αφήγημα που αρέσκεται να προβάλλει το ΥΠΑΙΘ, αυτό του «τεμπέλη καθηγητή». Υποτίθεται ότι η Τράπεζα Θεμάτων θα αναγκάσει όλους τους καθηγητές να ολοκληρώσουν την ύλη ώστε να μην υπάρχουν προβλήματα στις επόμενες τάξεις. Ποιος καθηγητής δε θέλει να τελειώσει την ύλη έγκαιρα; Η ύλη προχωράει στην τάξη ανάλογα με τις ανάγκες των μαθητών. Είναι πάρα πολύ εύκολο να πω ότι ολοκλήρωσα όλο το υλικό μέσα σε τρεις μήνες αν μιλάω μόνος μου στον πίνακα. Η αφομοίωση του υλικού χρειάζεται χρόνο και ανάλογα με το τμήμα μπορεί να μην είναι εφικτό να γίνουν όλα στον βαθμό που οι μαθητές να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε θέμα της Τράπεζας Θεμάτων. Άλλωστε σε μαθήματα των οποίων οι ώρες είναι λίγες στο ωρολόγιο πρόγραμμα, αν έχουν την ατυχία να πέσουν πάνω σε εκδρομές, αργίες κ.λπ., ακόμα και το πολύ αισιόδοξο πρόγραμμα ωρών που προτείνει το ΙΕΠ για κάθε κεφάλαιο γίνεται ασφυκτικό. Χώρια τα σχολεία που είχαν κενά και οι αναπληρωτές τους πήγαν με καθυστέρηση, στα οποία είναι αδύνατο να γίνουν όλα αξιοπρεπώς. Η πίεση για την ολοκλήρωση της ύλης αναγκάζει τους καθηγητές των μαθημάτων που εξετάζονται με την Τράπεζα θεμάτων να περάσουν ολόκληρα κεφάλαια σε ελάχιστο χρόνο, και οι καθηγητές που δεν έχουν Τράπεζα βλέπουν τα μαθήματά τους να υποβαθμίζονται και ο χρόνος τους να δίνεται στα «σημαντικά» μαθήματα.

3. Το επιχείρημα της «χρησιμότητας στη διδασκαλία»

Η εμπειρία από εκπαιδευτικά συστήματα του εξωτερικού που έβαλαν στην αιχμή του δόρατος της βελτίωσης τους τις εξετάσεις μάς δείχνει ότι αυτό που επετεύχθη ήταν να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης ώστε μοναδικός στόχος να είναι οι καλύτερες επιδόσεις με κάθε κόστος. Είναι άλλωστε ένα συμπέρασμα που θα έπρεπε να είναι οικείο σε οποιονδήποτε νεοφιλελεύθερο, όπως οι εμπνευστές της Τράπεζας Θεμάτων: Όπως αυτορρυθμίζεται η αγορά, έτσι και η εκπαίδευση. Η Τράπεζα Θεμάτων ουσιαστικά θα γίνει το νέο «βιβλίο» που θα μας λέει τι θα διδάξουμε. Αυτό αντικρούει ευθέως τον σχεδιασμό του ΙΕΠ για τα νέα αναλυτικά προγράμματα που αναφέρεται ρητά ότι «στοχεύει σε όλους/-ες τους/τις μαθητές/-τριες, λαμβάνοντας υπόψιν τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους αυτοί/-ές νοηματοδοτούν τις εμπειρίες τους και τις μαθηματικές έννοιες και διαδικασίες στις τάξεις των Μαθηματικών, αλλά και τις διαφορετικές τους κοινωνικές, πολιτισμικές και συναισθηματικές αφετηρίες». Αυτό αποκλείεται να συμβεί όταν ο χρόνος θα αφιερώνεται στη λύση των ίδιων ασκήσεων από την Τράπεζα Θεμάτων σε κάθε τάξη, ώστε να μεγιστοποιηθεί η πιθανότητα να γράψουν καλά οι μαθητές.

Παράλληλα, η Τράπεζα Θεμάτων με τη σημερινή μορφή της είναι πολύ πρόχειρα κατασκευασμένη. Το ΥΠΑΙΘ, στη βιασύνη του να τη θεσμοθετήσει, έκανε το ίδιο λάθος με την ΕΒΕ και δεν έδωσε αρκετό χρόνο για να γεμίσει με θέματα, με αποτέλεσμα πριν από έναν μήνα να υπάρχουν ελάχιστα θέματα, ενώ και τώρα ακόμα δεν είναι αρκετά. Ενδεικτικά, στα Μαθηματικά Προσανατολισμού Β΄ Λυκείου υπάρχει μόνο ένα τέταρτο θέμα για το κεφάλαιο 3.3 , έναγια το 3.4 και κανένα για το 3.5. Όπως φαίνεται, κατανομή των θεμάτων φαίνεται ότι δεν έχει γίνει με κάποιον επιστημονικό τρόπο ώστε να καλύπτει σωστά όλη την ύλη. Ειδικά τα τέταρτα θέματα συχνά δίνουν την εντύπωση ότι κάποιος συνάδελφος έστειλε μια «καλή ιδέα» που πράγματι θα ήταν εξαιρετική για να γίνει στην τάξη, αλλά είναι πιθανότατο οι μαθητές να τη βλέπουν για πρώτη φορά στις εξετάσεις. Επίσης, αν και τα θέματα είναι οργανωμένα ανά κεφάλαιο, η οργάνωση αυτή χρειάζεται περισσότερη λεπτομέρεια για να είναι χρήσιμη. Για παράδειγμα, θα ήταν χρήσιμα tags που να ενημερώνουν ακριβώς τι χρειάζεται η κάθε άσκηση ώστε να μη χρειάζεται ο καθηγητής να τις ψάχνει μία μία για να βρει κάποια που να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο θεώρημα που έκανε στην τάξη. Όλα αυτά δε θα ήταν σοβαρά προβλήματα αν η Τράπεζα Θεμάτων ήταν απλά μια συλλογή ασκήσεων βοηθητική στη διδασκαλία, αλλά η σημασία της αλλοιώνει όλη τη διδασκαλία.

4. Το επιχείρημα «παντού έτσι γίνεται»

Δυστυχώς τελευταία έχει γίνει πολύ συχνό το φαινόμενο πολιτικοί να κάνουν δηλώσεις οι οποίες να δημοσιεύονται στα μέσα ενημέρωσης χωρίς κανέναν έλεγχο για την εγκυρότητά τους. Η κ. Κεραμέως δήλωσε πρόσφατα ότι η Τράπεζα Θεμάτων «εφαρμόζεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, σχεδόν παντού». Εξ όσων γνωρίζω αυτό δεν είναι αληθές. Για παράδειγμα δεν εφαρμόζεται στα σχολεία της Αγγλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ολλανδίας. Θα ήταν χρήσιμο να μας πει το ΥΠΑΙΘ σε ποιες χώρες οι προαγωγικές εξετάσεις στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση βγαίνουν από κάποια ανοιχτή τράπεζα ερωτήσεων. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να μας πει τι μάθαμε από τη μελέτη αυτών των συστημάτων των χωρών και γιατί αυτή η επιλογή ταιριάζει και στο δικό μας εκπαιδευτικό σύστημα. Όπως είναι προφανές, το ότι «το κάνουν και οι άλλοι» δε θα πρέπει να είναι επαρκής λόγος για να εφαρμόσουμε κάτι στο εκπαιδευτικό μας σύστημα χωρίς την απαραίτητη μελέτη.

5. Τελικά τι μας προσφέρει η Τράπεζα Θεμάτων;

Κάθε μεγάλη αλλαγή σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να δικαιολογείται επαρκώς. Πρέπει να οριοθετείται το πρόβλημα που θέλουμε να λύσουμε, πώς λύνεται με τις αλλαγές που κάνουμε, ποιες άλλες εναλλακτικές απορρίφθηκαν και με ποιον τρόπο θα ελέγξουμε το κατά πόσο πετύχαμε τον στόχο μας. Η εισαγωγή της Τράπεζας Θεμάτων αποτυγχάνει από την αρχή, καθώς δε λύνει κανένα υπαρκτό πρόβλημα, παρά μόνο κατασκευασμένα από το ΥΠΑΙΘ προβλήματα. Αντίθετα είναι πιθανό να προκαλέσει απογοήτευση στους μαθητές και τελικά σχολική διαρροή. Απώτερος στόχος φαίνεται ότι είναι η διαστρωμάτωση των σχολείων με «αντικειμενικά» κριτήρια ώστε να αναδειχθούν τα ιδιωτικά σχολεία αλλά και οι ιδιωτικές εναλλακτικές του Λυκείου (ΙΕΚ, Κολλέγια κ.λπ.) ως οι ενδεδειγμένες επιλογές για τους ανήσυχους γονείς, για όσους μπορούν να το σηκώσουν οικονομικά τουλάχιστον. Είναι σίγουρο ότι η Τράπεζα Θεμάτων θα αυξήσει την πελατεία των φροντιστηρίων, ειδικά για την κρίσιμη Α΄ Λυκείου. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της χρονιάς οι διαφημίσεις μεγάλων φροντιστηριακών ομίλων είχαν αναφορά στην Τράπεζα Θεμάτων και προέτρεπαν τους γονείς να προετοιμάσουν έγκαιρα τα παιδιά τους.