Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η υπουργός Εργασίας εξήγησε ότι «μέχρι τώρα, η λογική ήταν αμιγώς εισπρακτική και τιμωρητική ως προς τον εργοδότη που παραβίαζε τη νομοθεσία. Για έναν αδήλωτο εργαζόμενο, το πρόστιμο που επιβαλλόταν στην επιχείρηση, ανερχόταν στα 10.500 ευρώ».

«Αυτό που εισηγούμαστε, είναι μία συνολική αλλαγή, ώστε να επικρατήσει μία λογική δικαιοσύνης προς τον εργαζόμενο που ήταν αδήλωτος» σημείωσε η κ. Αχτσιόγλου, διευκρινίζοντας ότι το πρόστιμο θα μειώνεται σημαντικά, εφόσον μεσολαβήσει πρόσληψη του εργαζομένου που ήταν αδήλωτος. «Όσο πιο μεγάλη διάρκεια έχει η σύμβαση εργασίας, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η μείωση του προστίμου. Από 10.500 ευρώ που είναι σήμερα, θα μειώνεται στα 7.000 ευρώ, αν γίνει τρίμηνη πρόσληψη, στα 5.000 ευρώ, αν ο εργοδότης προχωρήσει σε εξάμηνη πρόσληψη και στα 3.000 ευρώ, αν γίνει ετήσια πρόσληψη» εξήγησε η υπουργός Εργασίας.

«Σε κάθε περίπτωση», τόνισε, ο εργοδότης πρέπει να καταβάλει ένσημα τριών μηνών, ενώ το πρόστιμο θα διπλασιάζεται, εφόσον υπάρχει υποτροπή. «Αν, δηλαδή, ο ίδιος εργοδότης πιαστεί εκ νέου με αδήλωτο εργαζόμενο, θα διπλασιάζεται το πρόστιμο, χωρίς δυνατότητα έκπτωσης» συμπλήρωσε.

Παράλληλα, υπογράμμισε ότι από τον Αύγουστο του 2018, οι κλαδικές συμβάσεις θα επεκτείνονται, εφόσον καλύπτουν το 50% των εργαζομένων του κλάδου και, όταν συρρέουν περισσότερες συλλογικές συμβάσεις, θα εφαρμόζεται η πλέον ευνοϊκή για τον εργαζόμενο.

Αναφορικά με τον κατώτατο μισθό, η υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι το 2012, έγινε περικοπή του κατώτατου μισθού κατά 22% και κατά 32% για τους νέους. «Ωστόσο, η κυβέρνησή μας εξαρχής είχε πει ότι δεν είναι δυνατόν να παραιτηθεί από το στόχο της αύξησης του κατώτατου μισθού» δήλωσε η κ. Αχτσιόγλου, υποστηρίζοντας ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να υλοποιείται στα συντρίμμια του κόσμου της εργασίας. «Γι' αυτό έχει μεγάλη σημασία η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Πρόκειται για έναν βασικό στόχο για την περίοδο μετά την έξοδο από το πρόγραμμα. Τον έχουμε συμπεριλάβει στην αναπτυξιακή στρατηγική μας και θα τον δρομολογήσουμε με προσεκτικό τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό, το παράδειγμα της Πορτογαλίας είναι πολύ καλό», διευκρίνισε η κ. Αχτσιόγλου.

Υπενθύμισε ότι τον Αύγουστο του 2018 ολοκληρώνεται το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, επισημαίνοντας ότι υπάρχει πλέον γενική πεποίθηση όχι μόνο της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και όλων των θεσμών και των ευρωπαϊκών και των κρατών-μελών ότι θα έχουμε καθαρή έξοδο. Όπως είπε, με αυτόν τον τρόπο αυξάνονται πολύ οι βαθμοί της ελευθερίας άσκησης της πολιτικής, προσθέτοντας, όμως ότι πρέπει να υπάρχει ενημέρωση και συζήτηση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Σχετικά με το ασφαλιστικό, υπογράμμισε ότι ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) είναι πλεονασματικός, ενώ εκτίμησε ότι τα πράγματα αρχίζουν να εξομαλύνονται.

Σε ερώτηση σχετικά με το νομοσχέδιο για την αναδοχή και την υιοθεσία, η υπουργός Εργασίας απάντησε ότι το νομοσχέδιο βάζει κανόνες στην αναδοχή και την υιοθεσία, επισημαίνοντας ότι μειώνεται η αξία του, όταν κάποιος επικεντρώνεται σε ένα μόνο ζήτημα. «Στόχος είναι κανένα παιδί να μην είναι σε Ίδρυμα» δήλωσε η υπουργός.

Όσον αφορά στη δυνατότητα που δίδεται στα ζευγάρια που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης να γίνουν ανάδοχοι γονείς, η κ. Αχτσιόγλου σχολίασε ότι η αναδοχή επιτρέπεται και μόνο σε ένα άτομο. «Είναι, λοιπόν, παράλογο κανείς να θέλει να αποκλείσει ζευγάρια από αυτήν την πράξη. Αν κανείς επέλεγε να αφήσει εκτός τα ομόφυλα ζευγάρια, στην πραγματικότητα, για να μπορέσει αυτό να σταθεί νομικά, θα έπρεπε να αποκλείσει εντελώς τα ζευγάρια που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης. Θα ήταν αντισυνταγματικό να γίνεται τέτοια διάκριση», υποστήριξε η υπουργός Εργασίας.

Όσον αφορά τη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι είναι μία κυβερνητική συμμαχία σε ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο που είναι η έξοδος της χώρας από τα προγράμματα της επιτροπείας με την κοινωνία όρθια. «Σε αυτό το σχέδιο βαδίζουμε προσηλωμένα. Ποτέ δεν κρύψαμε ότι υπάρχουν βασικές διαφωνίες, όμως σε αυτήν την κυβερνητική συμμαχία εξακολουθούμε να προχωράμε με αγαστή συνεργασία» σημείωσε.

Μεταξύ άλλων, η υπουργός Εργασίας σχολίασε επίσης ότι το ευρωπαϊκό περιβάλλον, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, έχει το μεγάλο πρόβλημα ότι με την πολιτική που κυριάρχησε, δεν μπόρεσε ο κόσμος της εργασίας να δει το μέλλον του σε αυτήν την Ευρώπη. Αναφερόμενη στον τρόπο που εξελίχθηκε η πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόνισε ότι, παρά τις διακηρυγμένες αξίες της για την ανάγκη της κοινωνικής πολιτικής, στην πράξη οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν, ήταν ακραίας λιτότητας.

«Όταν ξεκίνησε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, είχε τεράστια υποστήριξη από τα συνδικάτα και από την κοινωνία των πολιτών, αλλά σιγά-σιγά απαξιώνεται διαρκώς, διότι δεν βλέπουν πως όλη αυτή η δομή, τελικά, βελτιώνει την καθημερινότητά τους. Αν δεν ξυπνήσουμε γρήγορα γύρω από αυτό, τα πράγματα θα πηγαίνουν προς το άσχημο, καθώς παρατηρούνται διαρκώς αποσχιστικές τάσεις, που βρίσκουν εκφραστές όπως ακροδεξιές δυνάμεις» υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου.