Ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ διαμορφώνεται στο 2,5% τον Ιούνιο του 2024, από 2,6% τον Μάιο, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών, ενώ σε μηνιαία βάση αυξήθηκε κατά 0,2%. Ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των μη επεξεργασμένων τροφίμων, υποχώρησε επίσης ελαφρώς, διατηρήθηκε στο 2,9%. Σε μηνιαία βάση, ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 0,3% έναντι αύξησης 0,4% τον Μάιο κυρίως εξαιτίας των πιέσεων στον κλάδο των υπηρεσιών.
Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ, οι υπηρεσίες καταγράφουν τον Ιούνιο τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό (4,1%, σταθερό σε σχέση με τον Μάιο), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (2,5%, έναντι 2,6% τον Μάιο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (0,7%, σταθερό σε σχέση με τον Μάιο) και την ενέργεια (0,2%, έναντι 0,3% τον Μάιο).
Ο πληθωρισμός στη Γερμανία υποχώρησε στο 2,5% από 2,8%, καταγράφοντας μεγαλύτερη πτώση από τις εκτιμήσεις που ανέμεναν 2,6%. Στο 2,5% κυμάνθηκε και ο πληθωρισμός στη Γαλλία έναντι 2,6% τον προηγούμενο μήνα.
«Δεν έχει περάσει η πληθωριστική απειλή»
Νωρίτερα, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Christine Lagarde, δήλωνε ότι η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης δεν έχει ακόμη επαρκή στοιχεία ότι η πληθωριστική απειλή έχει περάσει.
«Εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε αρκετές αβεβαιότητες σχετικά με τον μελλοντικό πληθωρισμό, ειδικά σε ό,τι αφορά το πώς θα εξελιχθεί η σχέση κερδών, μισθών και παραγωγικότητας και εάν η οικονομία θα πληγεί από νέα σοκ από την πλευρά της προσφοράς», είπε η Lagarde. «Θα χρειαστεί χρόνος για να συγκεντρώσουμε επαρκή στοιχεία για να είμαστε σίγουροι ότι οι κίνδυνοι για πληθωρισμό πάνω από τον στόχο έχουν περάσει».
Τα σχόλια αυτά δείχνουν προτίμηση για τη διατήρηση του κόστους δανεισμού αμετάβλητου κατά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ αυτό τον μήνα.
Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος: Πανομοιότυπες οι πληθωριστικές πιέσεις που ασκήθηκαν στην Ελλάδα με αυτές της Ευρωζώνης
Σύµφωνα µε την Εκθεση Νοµισµατικής Πολιτικής της Τραπέζης της Ελλάδος για το 2023- 2024, που παρουσιάστηκε την εβδοµάδα που πέρασε, οι πληθωριστικές πιέσεις που ασκήθηκαν στη χώρα µας στον χώρο των τροφίµων τα τελευταία δύο-τρία χρόνια είναι σχεδόν πανοµοιότυπες µε εκείνες της Ευρωζώνης.
Ο πληθωρισµός των τροφίµων αφορά δύο βασικές κατηγορίες αγαθών, τα µη επεξεργασµένα τρόφιµα (π.χ. λαχανικά, νωπό κρέας, αβγά κ.λπ.), τα επεξεργασµένα τρόφιµα, τα αλκοολούχα ποτά και τα καπνικά προϊόντα. Καλύπτει δηλαδή τις δύο πρώτες από τις 12 βασικές κατηγορίες του Εναρµονισµένου ∆είκτη Τιµών Καταναλωτή (Εν∆ΤΚ), που αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% του καλαθιού του καταναλωτή. Στην Ελλάδα ο πληθωρισµός των ειδών διατροφής κυµάνθηκε από 1,2% το 2021 σε 9,7% το 2022, 9,9% το 2023 και 5,0% το πρώτο πεντάµηνο του 2024.
Ο αντίστοιχος µέσος όρος των ειδών διατροφής στη ζώνη του ευρώ ήταν 1,5% το 2021, 9,0% το 2022, 10,9% το 2023 και 3,5% κατά το διαθέσιµο πεντάµηνο του 2024. Την προηγούµενη δεκαετία, 2010-2019, ο µέσος πληθωρισµός των ειδών διατροφής στην Ελλάδα ήταν 1,3% και στη ζώνη του ευρώ 1,8%. Η εξέλιξη του πληθωρισµού των ειδών διατροφής είναι σχεδόν ταυτόσηµη, όπως δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και της Eurostat. Aν υπάρχουν διαφοροποιήσεις οφείλονται στο ότι στη χώρα µας οι πιο ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις στα είδη διατροφής ασκήθηκαν από το 2023 και µετά, ενώ στην Ευρωζώνη οι πιο ισχυρές πιέσεις ασκήθηκαν µέσα στο 2022. Ωστόσο βρίσκονται πολύ κοντά µεταξύ τους, έτσι ώστε να θεωρούνται… βίοι παράλληλοι.
Ισχυρές πιέσεις στα μη επεξεργασμένα τρόφιμα, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη
Μία άλλη διαφοροποίηση που εντοπίζει η ΤτΕ στη ανάλυσή της για τον πληθωρισµό των ειδών διατροφής είναι ότι στην Ελλάδα οι πιο ισχυρές πιέσεις ασκήθηκαν στα µη επεξεργασµένα τρόφιµα, ενώ στην Ευρωζώνη στα επεξεργασµένα τρόφιµα. Συγκεκριµένα, µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και µέχρι τον Μάιο του 2024 οι αυξήσεις στις τιµές των µη επεξεργασµένων τροφίµων διαµορφώθηκαν κατά µέσον όρο στην Ελλάδα στο 10,2%, στην Ευρωζώνη 8,7% και στην Ε.Ε.-27 στο 9,6%. Στα επεξεργασµένα τρόφιµα οι αντίστοιχοι δείκτες διαµορφώνονται σε 8,9% στην Ελλάδα, 9,4% στην Ευρωζώνη και 10,2% στην Ευρωπαϊκή Ενωση των 27.
Παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις, οι αυξήσεις είναι παραπλήσιες και πολύ κοντά η µία στην άλλη. Μάλιστα η ΤτΕ κάνει λόγο για «την επιµονή του πληθωρισµού ειδών διατροφής», η οποία είναι κοινή στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη. Σηµειώνει δε ότι σε περιόδους χαµηλού πληθωρισµού (για παράδειγµα, την περίοδο από τα µέσα του 2012 έως και τα τέλη του 2020) η επιµονή του πληθωρισµού ειδών διατροφής ήταν χαµηλότερη από αυτή του γενικού πληθωρισµού.
Αντίθετα, σε περιόδους κατά τις οποίες ο γενικός πληθωρισµός είναι υψηλός ή αυξάνεται ραγδαία (όπως την περίοδο από τα µέσα του 2021 έως και τα τέλη του 2023), ο πληθωρισµός ειδών διατροφής αποδεικνύεται πιο επίµονος.
Οι αναλυτές της ΤτΕ απέδωσαν αυτή την «επιµονή» στο ευρύ φάσµα προσδιοριστικών παραγόντων του πληθωρισµού ειδών διατροφής (αυξήσεις αγαθών ενέργειας, κλιµατική αλλαγή, υψηλή ζήτηση, αύξηση µισθολογικού κόστους κ.λπ.), που ενώ αυτοί ξεχωριστά χαρακτηρίζονται από µεγάλη µεταβλητότητα και συνεπώς µικρότερη επιµονή, ωστόσο, όταν επιδρούν σωρευτικά και ταυτόχρονα στον πληθωρισµό ειδών διατροφής, τότε το αποτέλεσµα είναι η µεγαλύτερη επιµονή του. «Την περίοδο 2021-2023 οι τιµές αυξήθηκαν εξαιτίας της ταχύτερης ανάκαµψης της ζήτησης, ενώ ακολούθησε ο πόλεµος στην Ουκρανία, ο οποίος επηρέασε σηµαντικά µια σειρά από προσδιοριστικούς παράγοντες των τιµών των ειδών διατροφής, όπως η ενέργεια, οι τιµές των σιτηρών και άλλων πρώτων υλών, οι τιµές των λιπασµάτων κ.ά.
Το αθροιστικό αποτέλεσµα όλων αυτών των επιδράσεων εξηγεί σε µεγάλο βαθµό τη µεγαλύτερη επιµονή του πληθωρισµού ειδών διατροφής τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ ταυτόχρονα αναδύονται και νέοι παράγοντες αβεβαιότητας, όπως η κλιµατική αλλαγή και η συνακόλουθη µεταβλητότητα στις τιµές των τροφίµων», αναφέρει η έκθεση της ΤτΕ.
«Τα μέτρα της κυβέρνησης είχαν πολύ χαμηλή επίπτωση στον πληθωρισμό»
Για το µέλλον η ΤτΕ δεν είναι αισιόδοξη, σηµειώνοντας ότι «η αβεβαιότητα για τη µελλοντική πορεία του πληθωρισµού ειδών διατροφής είναι µεγάλη». Πάντως η ανάλυση της ΤτΕ για τον πληθωρισµό στα τρόφιµα στην Ελλάδα δείχνει ότι τα µέτρα της κυβέρνησης πολύ χαµηλή επίπτωση είχαν σε αυτόν. Η εξέλιξή του είναι αντίστοιχη µε εκείνη της Ευρωζώνης, όπου δεν υπήρξε επιβολή πλαφόν στο περιθώριο µικτού κέρδους των επιχειρήσεων, αλλά ούτε τα βαριά πρόστιµα προς τους προµηθευτές αγαθών της ελληνικής αγοράς.