Το επιχείρημα είναι γνωστό και σχολιασμένο στην ηθική φιλοσοφία. Το έχει αναλύσει ο Jonathan Glover σε ένα κείμενο με τίτλο It makes no difference whether or not I do it, όπου μάλιστα η αφορμή είναι συμπτωματικά τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνταν για να δικαιολογηθεί η πώληση όπλων από τη Βρετανία στη Νότια Αφρική. Αναρωτιέται ο φιλόσοφος: αν δεχτούμε αυτό το επιχείρημα, ποια φρικαλέα και αποτρόπαιη πράξη δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο; Να προσπαθήσουμε λοιπόν να σκεφτούμε κι εμείς αυτό το ερώτημα. Αναφέρονται στη σειρά 13 διαφορετικά αντεπιχειρήματα από τον Glover, από τα οποία ανασύρω ένα, αυτό που μου είχε κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση την πρώτη φορά που διάβασα το άρθρο. Είναι η αρχή του Σολζενίτσιν, όπως την αναφέρει, που βασίζεται στη φράση του νομπελίστα: «Ας υπάρχει το ψέμα, ας κυριαρχήσει ακόμα, αλλά όχι με τη βοήθειά μου». Θα εξηγήσω το πρόβλημα και θα επανέλθω στον Ζαχαριάδη στο τέλος.
Περάσαμε ολόκληρες εβδομάδες συζητώντας για τον μεσάζοντα του Καμμένου χωρίς να αναφερθούν τα εγκλήματα της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη, μέχρι να ξεκινήσουν μόλις τις τελευταίες μέρες κάποιες ντροπαλές φωνές από γνωστά αντιπολιτευτικά κάστρα του ΣΥΡΙΖΑ που ύψωσαν το ανάστημά τους ενάντια στο συντελούμενο έγκλημα. Πρόκειται για τους συνήθεις υπόπτους, για βουλευτές που διαφωνούν αρκετά ώστε να διαμαρτυρηθούν, αλλά ποτέ αρκετά ώστε να κάνουν κάτι. Είναι σαν τα ζευγάρια που γκρινιάζουν για τη σχέση τους αλλά γερνάνε μαζί. Κάποια στιγμή σταματάς να ακούς τα παράπονά τους.
Στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας έχουμε να κάνουμε με πολιτικό αμοραλισμό μεγατόνων. Για όσους αγαπούν τις αριθμητικές αποτυπώσεις, το εμπάργκο της Σαουδικής Αραβίας έχει ως συνέπεια να απειλούνται επτά εκατομμύρια άνθρωποι με λιμοκτονία και 900.000 να έχουν προσβληθεί από χολέρα, να πεθαίνουν 130 παιδιά την ημέρα από πείνα και αρρώστιες. Η βρετανική κυβέρνηση χρειάστηκε να ξανασκεφτεί για λίγο τις στρατιωτικές της συμφωνίες με τη Σαουδική Αραβία διότι θεωρήθηκε κάπως σοκαριστικός ο βομβαρδισμός κηδείας με 140 θύματα στην Υεμένη. Τέσσερις διεθνείς οργανισμοί οδήγησαν τη ΜΒ στο Ανώτατο Δικαστήριο ισχυριζόμενες πως η πώληση όπλων συνιστά ενίσχυση εγκλημάτων πολέμου. Το αποδεικτικό υλικό με βάση το οποίο το βρετανικό δικαστήριο αποφάσισε ότι η Σαουδική Αραβία λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην τραυματίζονται άμαχοι δεν έφτασε στη δημοσιότητα, διότι συνιστά ζήτημα εθνικής ασφαλείας.
Ο Boris Johnson δήλωσε πως δεν είχαν πλησιάσει το όριο του κινδύνου να χρησιμοποιηθούν αυτά τα όπλα σε εγκλήματα πολέμου. Να εξηγήσουμε τι σημαίνει αυτό. Μία απάντηση στο «Τι θα εμπόδιζε τον ΣΥΡΙΖΑ να προωθήσει σε μια επόμενη φάση το εμπόριο ναρκωτικών ή λευκής σαρκός με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα» είναι πως αυτό θα ήταν παράνομο. Η κοινή θέση 2008/944/ΚΕΠΠΑ προβλέπει μεταξύ άλλων ότι κριτήριο για τη χορήγηση άδειας εξαγωγής όπλων συνιστά «ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα τελικού προορισμού και ο σεβασμός του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου από τη χώρα τελικού προορισμού». Τα κράτη μέλη δεν χορηγούν άδεια εξαγωγής εφόσον υπάρχει «σαφής κίνδυνος η προς εξαγωγή στρατιωτική τεχνολογία ή ο εξοπλισμός να χρησιμοποιηθούν στη διάπραξη σοβαρών παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου». Βεβαίως, στην προκειμένη περίπτωση η εφαρμογή του νόμου θα είναι κάπως ελαστική, γιατί έχει κι η δικαιοσύνη τις συμπάθειές της, ιδίως όταν διακυβεύονται πωλήσεις 3,3 δις ευρώ, στην περίπτωση της Αγγλίας. Ο Boris Johnson είχε πει παλιότερα “άμα δεν πουλήσουμε εμείς όπλα στη Σαουδική Αραβία, θα πουλήσει κάποιος άλλος”. Ποιος να το φανταζόταν τότε ότι εννοούσε τον Κώστα Ζαχαριάδη. Ομοίως, στη Γερμανία τέθηκε το ίδιο ζήτημα, με τις συνομιλίες να γίνονται υπό τη σκιά της κριτικής για το ότι τα όπλα αυτά χρησιμοποιούνται σε εγκλήματα πολέμου. Εμείς, την ίδια στιγμή, είτε συζητούμε για τον Πάνο Καμμένο είτε ακούμε τις εκθέσεις ιδεών του Φίλη και του Σκουρλέτη.
Ο Κώστας Ζαχαριάδης στην ίδια συνέντευξη κατέληξε λέγοντας ότι «όπλα είναι, δεν είναι για αγαθοεργίες, είναι για κακούς σκοπούς». Την ευθύνη λοιπόν την έχει η χώρα που τα χρησιμοποιεί. Διατρέχω όλες αυτές τις δηλώσεις, που τις ταυτίζω όχι με τον συγκεκριμένο άνθρωπο αλλά με την ασκούμενη πολιτική, και ξαναρωτώ: τι είναι αυτό που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με τα ίδια επιχειρήματα; Σε τι θα λέγαν “όχι” αυτοί οι άνθρωποι;
Είχα ξαναχρησιμοποιήσει το κείμενο του Glover σε ένα συνέδριο για τον Κ. Καβάφη, για να σχολιάσω το ποίημα Ας φρόντιζαν. Διαβάζω εκεί λοιπόν για τον ήρωα που λέει ότι θα πήγαινε και με τον Γρυπό και με τον Ζαβίνα και με τον Υρκανό (και οι τρεις με σοβαρές περγαμηνές στο έγκλημα, παρεμπιπτόντως), οπότε:
Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
Να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα με αυτόν.
Με άλλα λόγια, ζούμε σε έναν ψεύτη κι άδικο ντουνιά. Τέτοιους έχει: Μνημόνια, δανειστές, σαουδάραβες εγκληματίες, γενικώς είναι παλιοκοινωνία. Ας ήταν όλα ρόδινα, να ασκούσε κι ο ΣΥΡΙΖΑ την πολιτική της καρδιάς του. Τώρα δεν έχει παρά να συμμορφωθεί.
Δεν ξέρω πώς να αποδώσω την ένταση της αποστροφής που μου δημιουργεί αυτός ο συλλογισμός. Αγαπητοί φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, και ιδίως καλόπιστοι συνοδοιπόροι του «τι άλλο να κάναμε;», έχω μια πρόταση: όχι με τη δική μας συμμετοχή. Τι σημαίνει αυτό; Η απάντηση του Σολζενίτσιν σημαίνει ότι τίθεται ζήτημα όχι μόνο αποτελέσματος, αλλά και ηθικής ακεραιότητας. Αυτής δηλαδή που μας επιτρέπει να συζητούμε σαν να είχε νόημα να υπερασπίζεται κανείς τη μία ή την άλλη άποψη, όσο ακόμα κυριαρχεί η αδικία και η καταπίεση. Η δική μου σκέψη είναι πως ακόμη και αν η άρνηση ενός ανθρώπου να είναι αυτός που θα πράξει κάτι που δεν αποφεύγεται είναι σταγόνα στον ωκεανό, αυτή η σταγόνα είναι ό,τι δίνει αξία στη ζωή μας. Το χυδαιότερο επιχείρημα της περιόδου που διανύουμε είναι πως η περιχαράκωση στην “ιδεολογική καθαρότητα” είναι φυγομαχία. Στον αντίποδα λοιπόν αυτής της στάσης έχουμε μια κυβέρνηση που ξεκινά ψηφίζοντας μνημόνια για προθέρμανση και καταλήγει να συμμετέχει σε εγκλήματα πολέμου με το επιχείρημα «αν δεν το έκανα εγώ θα το έκαναν άλλοι». Ναι. Μόνο που όλο το ζήτημα είναι αν είσαι ή όχι με αυτούς τους άλλους.