του Κωνσταντίνου Πουλή
Φάλκας: Δεν έχουμε επαφή με το αριστερό χέρι γιατί είχε γείρει προς τα αριστερά. Βρίσκεται σε εμβρυακή στάση και δεν ξέρουμε τι είχε πάνω του. Εμείς πάμε με αυτή τη λογική, ότι δεν ξέρουμε τι άλλο έχει επάνω του.
Πρόεδρος: Όταν λέτε ότι αντιστέκεται, αντιστάθηκε ενεργητικά;
Μιχαηλίδης: Θα μπορούσε να καρφώσει αν δεν του κρατούσαμε το χέρι.
Ζαμάνης: Ένα σύντομο σχόλιο, ανέφερε ο κ. Καμπράς ότι σκοπός των αστυνομικών κατά τη σύλληψη του δράστη ήταν να οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη. Ας σκεφτούμε το σενάριο να μην είχε πεθάνει, σε τι κατάσταση θα βρισκόμασταν αυτή τη στιγμή; Κανένας απ’ τους αστυνομικούς δεν θα είχε παρευρεθεί στο δικαστήριό σας και ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος θα ήταν κατηγορούμενος για ένα κακούργημα, για το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά του διασώστη και τουλαχιστον ενα πλημμελημα.
Αθανασάτος: Ένα από τα αγαπημένα κεφάλαια στις σχολές είναι ένα περιστατικό του 1991 μπροστά από τη ΓΑΔΑ με ένοπλη συμπλοκή με περιπολικό και με ένα κακοποιό. Δύο αστυνομικοί σκοτωθήκαν, δέχθηκε ο ένας από τους δύο μια σφαίρα στην καρδιά κι όμως πρόλαβε και έριξε 6 βολές με το περίστροφό του, περπάτησε και έριξε. Αυτό το λέμε στην αστυνομική εκπαίδευση “το περπάτημα μετά τον θάνατο” δηλαδή το σώμα λόγω αδρεναλίνης εξακολουθεί…
Αυτή είναι η φράση που θα ήθελα να κρατήσουμε εδώ. Και θα ήθελα να την πάρουμε τοις μετρητοίς. Ακόμη και νεκρός ο Ζακ θα αποτελούσε απειλή. Αν ρωτήσεις έναν αστυνομικό πότε πρέπει να σταματήσει η κακοποίηση, θα σου πει ότι δεν τον ενδιαφέρει αν ο Ζακ πέθανε αμέσως μετά, διότι ακόμη και ο θάνατος δεν σημαίνει ότι ο “κακοποιός” παύει να αποτελεί κίνδυνο. Εξακολουθούν να αναφέρονται στον Ζακ ως δράστη και να μιλούν για όλα αυτά τα σενάρια για το τι θα μπορούσε να συμβεί.
Με τα λόγια της Κλειώς Παπαπαντολέων:
Παπαπαντολέων: Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι ότι επί εικαζόμενων αδικημάτων, που δεν προέκυψε ότι διέπραξε ο θανών, οι μάρτυρες έχουν να πουν τόσα αλλά ως προς τα πραγματικά εγκλήματα που τελέστηκαν δεν έχουν καμία αξιολόγηση.
Εδώ καλούμαστε να πιστέψουμε ότι υπήρχαν πολίτες που δεν φαίνονταν, που θα τους έσφαζε ο Ζακ με το τζάμι, και τους γλίτωσε η αστυνομία. Υπήρχαν δίπλα του; Τους πλησίασε; Υπάρχουν άνθρωποι που οφείλουν τη ζωή τους στην ευτυχή παρέμβαση της αστυνομίας; Και μάλιστα όχι μόνο με το τζάμι, αλλά και με το μαχαίρι που θα κρατούσε στο άλλο του χέρι, οπότε ο Ζακ θα κρατούσε ένα όπλο σε κάθε χέρι, θα ήταν ένας αμφιδέξιος φονιάς απέναντι σε εννέα ένοπλους αστυνομικούς.
Έχουμε έναν δικηγόρο που λέει ότι αν δεν είχε πεθάνει, δεν θα ήταν στο δικαστήριο οι αστυνομικοί. Πράγματι, αν αφαιρέσουμε τον θάνατο, θα είχαμε μια πολύ διαφορετική κατάσταση να αντιμετωπίσουμε. Αλλά γιατί να αφαιρέσουμε τον θάνατο του Ζακ από την εξίσωση; Επειδή βολεύει τους κατηγορούμενους;
Αφού συγκεντρώσουμε όλα αυτά τα “αν” που ακούστηκαν στην αίθουσα του δικαστηρίου την Τρίτη, μπορούμε να προσπαθήσουμε να αξιολογήσουμε τον ισχυρισμό της υπεράσπισης.
Ξεκινώ λέγοντας ότι καταρχήν ο ισχυρισμός είναι ευλογοφανής. Θέλεις να πεις ότι ήταν σημαντικό να ακινητοποιηθεί ο Ζακ, συνεπώς μιλάς για τους δυνητικούς κινδύνους από τους οποίους γλιτώσαμε χάρη σε αυτήν την ακινητοποίηση. Προφανώς θα μιλάς για το τι θα συνέβαινε, αφού ακινητοποιήθηκε και πρέπει να μιλήσεις υποθετικά και να κριθεί η πιθανότητα μιας τέτοιας υπόθεσης.
Αυτό βεβαίως καταρρέει μπροστά σε μία πολύ απλή παρατήρηση που έκανε η δικηγόρος της πολιτικής αγωγής Άννυ Παπαρρούσου: ο Ζακ πέφτει πάνω στο τραπεζάκι και δεν ξανασηκώνεται.
Παπαρρούσου: Δεν είναι γενικό. Είναι κατηγορούμενοι και ελέγχονται για άσκοπη βία, πατήματα κλωτσιές, αυτά που αποτυπώνονται και στο βίντεο. Εσείς είπατε ότι δεν είναι δυνατόν να δεσμεύεται ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Και μετά το
περιστατικό με το τραπέζι δεν ξανασηκώνεται. Σε αυτές τις συνθήκες που οι αστυνομικοί χρησιμοποίησαν τόση βία, χρειαζόταν;
Όσο και αν ακούσουμε σενάρια για το τι θα μπορούσε να έχει κάνει αυτός ο άνθρωπος χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας δύο γεγονότα. Το ένα είναι ότι κατέρρευσε και το άλλο είναι ότι λίγο αργότερα πέθανε.
Αν οι αστυνομικοί θέλουν να ισχυριστούν στο δικαστήριο ότι χρειάζονται τη συνδρομή εξειδικευμένου ιατρού για να καταλάβουν αν αυτός ο άνθρωπος κατέρρεε ή δεν κατέρρεε, είναι κάτι που προφανώς θα έλεγαν για να υπερασπιστούν το σώμα της αστυνομίας αλλά είναι καταφανώς παράλογο.
Για αυτή την υπεράσπιση θα πρέπει να μιλήσουμε λίγο ακόμα. Έγινε πολλές φορές λόγος για την αλληλεγγύη στην αστυνομία και μάλιστα και την αλληλεγγύη συμπλήρωσε ένας συνήγορος που δεν είναι χαρακτηριστικό της αστυνομίας αλλά των Ελλήνων. Καλό θα είναι να αφήσουμε όμως τη λέξη αλληλεγγύη μακριά από αυτή τη συζήτηση, διότι αυτό που συζητούμε εδώ το έθεσε στην πραγματική του βάση η Κλειώ Παπαπαντολέων:
Παπαπαντολέων: Η αλληλεγγύη μεταξύ των αστυνομικών είναι γνωστή, κι αυτό έχει οδηγήσει τον Συνήγορο του Πολίτη να ασχολείται με περιστατικά αστυνομικής βίας, έχει οδηγήσει σε καταδίκες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Αυτό έχει οδηγήσει σε συστάσεις και την Επιτροπή κατά των βασανιστηρίων. Υπάρχει ένα πόρισμα σε επίπεδο βουλεύματος που ζητάει και προτείνει την απόταξή τους και βρίσκει κάτι τελείως αντίθετο. Διαφορετικά θα έρχονται εδώ οι αστυνομικοί και θα λένε ότι τα κάνανε όλα καλά.
Αυτό περιγράφεται πολύ καλύτερα δηλαδή αν μιλήσουμε για συστημική, μεθοδευμένη ατιμωρησία, παρά για αλληλεγγύη. Διότι αν υπάρχουν αστυνομικοί που νιώθουν επαγγελματική αλληλεγγύη για συναδέλφους που έχουν παρανομήσει, αυτό είναι ριζικό πρόβλημα κουλτούρας του σώματος, δεν αποτελεί κάποια επαινετέα στάση αλληλοβοήθειας.
Άφησα για το τέλος το κομμάτι που με αφορά προσωπικά, δηλαδή το αίτημα αποβολής μου από την αίθουσα που κατέθεσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης. Ζητήθηκε να αποβληθώ δια παντός από την αίθουσα, να ανακληθεί δηλαδή η διαπίστευσή μου διότι καταφέρομαι εναντίον των παραγόντων της δίκης με τρόπο εξυβριστικό, τους συκοφαντώ και παραποιώ τα γεγονότα.
Είχαμε υποβάλλει στην 1η δικάσιμο μια αίτηση σχετικά με την προσκομιδή του πορίσματος του ΕΚΑΒ, όπως είχαμε ενημερωθεί από δημοσίευμα του ThePressProject. Ενημερωθήκαμε ότι εκκρεμεί πειθαρχική, […] [διαβάζει] […]. Κανένα πειθαρχικό πόρισμα δεν υπάρχει και παρασυρθήκαμε από ένα συκοφαντικό δημοσίευμα του δημοσιογράφου του PressProject, υπογραφόμενο από τον δημοσιογράφο Kωνσταντίνο Πουλή. Ο εν λόγω δημοσιογράφος στις 9/11 αναφερθηκε και εξυβριστικά σε παράγοντα της δίκης, «δεν είπε καμία φράση χωρίς να πεταχτεί εναντίον του ο πιτσιπόρδας, το πιτσιρίκι […]». Έχετε επιτρέψει την παρουσία δημοσιογράφων, διαπιστευμένων […] πλην όμως η ενημέρωση αυτή δεν γίνεται να γίνεται στα όρια της εξύβρισης, ούτε με προπαγανδιστικούς ισχυρισμούς που πόρρω απέχουν από αυτό που συμβαίνει εδώ. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί οι εξυβριστικοί σε συνδυασμό με το συκοφαντικό δημοσίευμα, μας υποχρεώνουν να ζητήσουμε να αρθεί η διαπίστευσή του γιατί παραβιάζει επανειλημμένα το τεκμήριο αθωότητάς του [του κατηγορουμένου] και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Δεν είναι δυνατό να επιτρέπεται η διαστρέβλωση γεγονότων. Σας ζητάμε να διατάξετε την αποβολή του κ Πουλή κατά τα άρθ. 336 παρ. 1 και να υπομνήσετε ότι ο ρόλος των δημοσιογράφων είναι η ενημέρωση.
Αποσύρουμε το από 20/10 σε σχέση με την προσκόμιση του πειθαρχικού πορίσματος που ρητώς δεν υπάρχει.
Πρόεδρος: Το 336 που αφορά σε συνηγόρους.
Και εγώ που δεν είμαι νομικός αντιλαμβάνομαι πολύ εύκολα ότι η κίνηση αυτή είχε χαρακτήρα πυροτεχνήματος, μια που το 336 αναφέρεται σε συνηγόρους και βεβαίως η εξύβριση, αν μπορούσαν να τη στοιχειοθετήσουν, θα έπρεπε να διωχθεί χωριστά. Απάντησα σε αυτό ότι:
Πουλής: Αν μου επιτρέπετε, πρόκειται για αυτά που γράφω, δεν πρόκειται για κάτι που είπα μέσα στην αίθουσα αλλά για τα σχόλια που γράφω ως δημοσιογραφος μετά. Αυτό μου ακούγεται σαν ένα ζήτημα ελευθερίας του Τύπου. Δηλαδή το να βρίσκομαι εδώ και μετά να
σχολιάζω αυτά που βλέπω και ακούω.
Δεν προκάλεσα κανένα πρόβλημα στη διαδικασία, η συμπεριφορά μου είναι φυσικά κοσμιοτάτη πάντα μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, και όταν κάνω τη δουλειά μου εκφράζομαι κατά τον τρόπο που αντιστοιχεί στην κρίση και τη συνείδησή μου.
Ως προς το ζήτημα της συκοφαντίας, έχουμε δημοσιεύσει τη συνέντευξη της Άννης Παπαρρούσου στο thepressproject που τεκμηριώνει την αναφορά μας σε πόρισμα για τον οδηγό του ΕΚΑΒ, την ύπαρξη του οποίου επιβεβαιώνει η δικηγόρος της πολιτικής αγωγής.
Εις ό,τι αφορά την εξύβριση και τον χαρακτηρισμό του “πιτσιπόρδα” που απέδωσα στο ραδιόφωνο σε έναν εκ των συνηγόρων, ο Εισαγγελέας όταν επέστρεψε στην αίθουσα μετά τη διακοπή που έγινε για να εξεταστεί το αίτημα της αποβολής μου από την αίθουσα είπε τα εξής:
Εισαγγελέας: Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του 336 παρ 1 ΚΠΔ. Εγώ κρίνω ότι πρέπει να υπάρχουν οι δημοσιογράφοι. Τα αδικήματα της δυσφήμισης και εξύβρισης είναι κατ’ έγκληση διωκόμενα. Ευχή και παράκληση είναι να σεβόμαστε τον θεσμό της Δικαιοσύνης και όλοι να τηρούν του κανόνες ευπρέπειας και δεοντολογίας στο βαθμό που καθένας τούς αντιλαμβάνεται προσωπικά.
Το νομικό κομμάτι ήταν κάπως κραυγαλέο ότι δεν θα είχε καμία τύχη, ακόμη και για μένα που δεν είμαι νομικός. Εις ότι αφορά το ήθος και την αμεροληψία μου, ορίστε πώς σκέφτομαι εγώ τα πράγματα: Αμερόληπτος δεν είναι κανένας, ποτέ. Είμαι πάντοτε εκτεθειμένος όμως στην κρίση των αναγνωστών, της συνείδησής μου και βεβαίως και του νόμου, για το αν αυτά που γράφω είναι σωστά και δίκαια.
Και εδώ λοιπόν θα κλείσω με ένα σχόλιο για την υπεράσπιση. Κατανοώ ότι για όλους όσοι έχουμε ταραχτεί από τη βαρβαρότητα με την οποία φέρθηκαν στον Ζακ, το γεγονός ότι η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την υγεία του είτε γύρω από την υποτιθέμενη επικινδυνότητά του αποτελεί αντιστροφή της πραγματικότητας, οδυνηρή και σκληρή. Έτσι θα έιναι η δίκη.
Ωστόσο αντιλαμβάνομαι ότι είναι ένας αναμενόμενος υπερασπιστικός ισχυρισμός. Προσοχή: Δεν λέω ότι έχουν δίκιο, αλλά λέω ότι καταλαβαίνω πως κάτι τέτοιο πρέπει να πουν. Όταν όμως μία συνήγορος κλείνει με τελικό σχόλιο αυτό, μιλάμε για κάτι διαφορετικό:
Βαρελά: Υπάρχει μια εμμονική στάση προς τους αστυνομικούς να βγαίνουν ότι οι αστυνομικοί σκότωσαν έναν άνθρωπο. Περνάνε απ’ το μυαλό μου σκέψεις για αστικές αποζημιώσεις. Μήπως πρέπει να βγάλουμε ενόχους τους αστυνομικούς για να διεκδικήσουν ποσά και από την αστυνομία;
Στέκεται δηλαδή απέναντι στον πατέρα και τον αδελφό του Ζακ, γιατί η μητέρα του ευτυχώς απουσίαζε, και τους λέει ότι βρίσκονται εκεί για τα λεφτά. Ξέρετε από πότε έχει να ακουστεί αυτό σε δίκη μεγάλου δημοσίου ενδιαφέροντος; Ξέρετε. Από την ψευδή είδηση που κυκλοφορούσε για την αποζημίωση που υποτίθεται ότι διεκδικούσε ή είχε λάβει η Μάγδα Φύσσα. Αυτό είναι νόμιμο δικαίωμά τους που αν θέλουν θα το ασκήσουν και δεν θα ρωτήσουν την υπεράσπιση των κατηγορουμένων. Όμως για τον δικό μου κώδικα αξιών, το να στέκεσαι μπροστά στον αδερφό και τον πατέρα του θύματος και να τους λες ότι πάνε να βγάλουν χρήματα, είναι μάλλον βαρύτερο από το να πεις στο ραδιόφωνο έναν εκ των συνηγόρων “πιτσιπόρδα”.
Υ.Γ. Τα παραδείγματα προέρχονται από την καταγραφή που κάνει το Παρατηρητήριο ZackieOh Justice Watch