«Αγόρασα έναν φανταστικό τριθέσιο καναπέ, 90 ευρώ, και μου τον φέρνουν και σπίτι». Κι έτσι, η νέα αγορά ενός φίλου έγινε η αφορμή για να γνωρίσω το Ρέτο και τους ανθρώπους του. Πριν επικοινωνήσω μαζί τους, ψαχούλευα κάμποσες ώρες τη σελίδα του μαγαζιού στο Instagram. Τόσες που ξεχάστηκα πως πρόκειται για θέμα και αναρωτιόμουν αν θα ταίριαζε καλύτερα μία πολυθρόνα με κόκκινο ή πορτοκαλί κάλυμμα στο σαλόνι μου. Θα διαβάσεις για το μαγαζί πως πρόκειται για αναπαλαιώσεις, ανακατασκευές και κατασκευές επίπλων και άλλων αντικειμένων. Άνθρωποι χαρίζουν πράγματα που δε χρειάζονται. Παλαιοπωλείο είναι, όμως έχει κάτι διαφορετικό. Και τη διαφορά την κάνουν πάντα οι άνθρωποι. Γνώρισα τον Γιώργο, τον Γιάννη, τον Βαγγέλη, τον κύριο Ηρακλή, τον άλλον Γιάννη -τον πιο λιγομίλητο, τον Παναγιώτη, τον Νικόλα. Πρώην τοξικομανείς βρήκαν παράθυρο για μία νέα ζωή.
Ρεπορτάζ: Γεωργία Κριεμπάρδη
Φωτογραφίες: Γιάννης Δημητρόπουλος
Το 2001 μια μικρή ομάδα εθελοντών του Reto a la Esperanza από την Ισπανία κάνει την εμφάνιση της στους κακόφημους δρόμους της Αθήνας, συγκεκριμένα στην Ομόνοια και τα γύρω δρομάκια. Πάρα πολλά παιδιά καταφέρνουν να φύγουν από τους δρόμους και να έχουν την ευκαιρία μιας καινούργιας ζωής.
Ήταν μία ομάδα με 3-4 άτομα, κανείς τους Έλληνας, εθελοντές και πρώην τοξικομανείς οι ίδιοι. Βγήκαν στις πιάτσες μ’ ένα τροχόσπιτο. Δεν είχε σημασία που δεν μιλούσαν την ίδια γλώσσα με τα άτομα στα οποία απευθύνονταν. Όταν είσαι άνθρωπος της πιάτσας, μιλάς μια γλώσσα παγκόσμια. Και απλώνεις το χέρι. Δε χρειάζονται λόγια.
Το 2003, το Ρέτο Ελλάς-Πρόκληση της Ελπίδας, συγκροτείται νόμιμα με τη μορφή μη κερδοσκοπικού σωματείου. Αν και εδώ ξεκίνησε με μία μικρή επίσης ομάδα 5-6 ατόμων, βρήκε γρήγορα ανταπόκριση. Υπήρχε πολλή ανάγκη, τελικά, να υπάρχει αυτό το εγχείρημα. Σήμερα βρίσκεται σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο Κρήτης και Χαλκίδα.
Το Ρέτο Ελλάς παρέχει άμεσα και δωρεάν βοήθεια σε ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο, στους τοξικομανείς. Πώς το κάνει αυτό; Με συνεχή παρουσία στις πιάτσες, με συσσίτια, συζήτηση και διανομές εντύπων, ενισχύοντας και προτρέποντας τους τοξικομανείς να κάνουν το βήμα της απεξάρτησης. Παρέχοντάς τους φιλοξενία σε οργανωμένες στέγες φιλοξενίας σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο Κρήτης. Δίνοντάς τους την ευκαιρία να πάνε στα αναγνωρισμένα κέντρα απεξάρτησης σε Ισπανία, Ιταλία και Κύπρο. Και φυσικά λειτουργεί 24ωρη γραμμή επικοινωνίας για ενημέρωση των τοξικομανών ή/και των οικογενειών τους.
«Αγόρασα έναν φανταστικό τριθέσιο καναπέ, 90 ευρώ, και μου τον φέρνουν και σπίτι». Κι έτσι, η νέα αγορά ενός φίλου έγινε η αφορμή για να γνωρίσω το Ρέτο και τους ανθρώπους του. Πριν επικοινωνήσω μαζί τους, ψαχούλευα κάμποσες ώρες τη σελίδα του μαγαζιού στο Instagram. Τόσες που ξεχάστηκα πως πρόκειται για θέμα και αναρωτιόμουν αν θα ταίριαζε καλύτερα μία πολυθρόνα με κόκκινο ή πορτοκαλί κάλυμμα στο σαλόνι μου. Θα διαβάσεις για το μαγαζί πως πρόκειται για αναπαλαιώσεις, ανακατασκευές και κατασκευές επίπλων και άλλων αντικειμένων. Άνθρωποι χαρίζουν πράγματα που δε χρειάζονται, τα μεταφέρουν στους χώρους του Ρέτο ή υπάρχει και η δυνατότητα να έρθουν κατ’ οίκον οι ίδιοι οι εθελοντές με το φορτηγάκι που διαθέτουν και να παραλάβουν τα πράγματα. Βρίσκουν και στα σκουπίδια διαμαντάκια. Παλαιοπωλείο είναι, όμως έχει κάτι διαφορετικό. Και τη διαφορά την κάνουν πάντα οι άνθρωποι.
«Γιώργος, χάρηκα». Είναι ο υπεύθυνος του καταστήματος στο Κορωπί κι εκεί με υποδέχτηκε με χαμόγελο. Ήταν δέκα χρόνια στα ναρκωτικά. Ομόνοια, πεταμένος στους δρόμους, τελειωμένος, λέει μόνος του. «17 χρόνια είμαι ελεύθερος. Έχω πάλι ζωή. Ήμουν νεκρός. Η οικογένειά μου με είχε ξεγράψει. Τέσσερις γιατροί επίσης. Το ΚΕΘΕΑ επίσης. Με είχαν πάει παντού, είχαν προσπαθήσει τα πάντα για να γλιτώσω απ’ όλο αυτό, αλλά δε γινόταν τίποτα. Ακόμα κι όταν πήγα στο Ρέτο, λέω “θα πάω για 4-5 μέρες και μετά πάλι πίσω”. Κι εκεί βρήκα μία ομάδα ανθρώπων. Με φρόντιζαν με μασάζ, ντους, χαμομήλι, βόλτα και πάμε πάλι».
«Προτιμάμε να έχει κάνει κάποιος που θα έρθει εδώ αποτοξίνωση, επειδή στην Ελλάδα δεν είμαστε αναγνωρισμένο κέντρο απεξάρτησης -απάτσι είμαστε-, αλλά αν τυχαίνει κι έρχεται κάποιος από το μηδέν, τον στέλνουμε κατευθείαν για αποτοξίνωση σε στεγνό πρόγραμμα στο κέντρο στην Ισπανία. Αν έχεις κάνει ένα βήμα, έρχεσαι στις δικές μας κοινότητες και προχωράμε αμέσως παρέα. Η δουλειά εδώ είναι ομαδική και δημιουργική. Ο ένας παρακολουθεί τον άλλον όλο το 24ωρο, δουλεύουμε μαζί, μένουμε μαζί, βγαίνουμε μαζί».
Λίγο πιο πέρα συναντώ τον κ. Γιάννη. Καθάριζε μικροσκοπικά αντικείμενα πάνω σε έναν πάγκο. Δεν ήθελα να ενοχλήσω. Συστηθήκαμε και προχώρησα. Όλοι οι εθελοντές είναι πρώην τοξικομανείς. Οι ιστορίες τους μοιάζουν κατά πολύ. Πάνω κάτω ξεκίνησαν στην ηλικία των 15 με χασίς και μέσα σε δύο χρόνια είχαν κάνει φίλους τα χάπια και την ηρωίνη. Ο Γιώργος μου λέει πως το χασίς, αν και ο κόσμος το θεωρεί το πιο ακίνδυνο, είναι το χειρότερο, γιατί δρα κατευθείαν στο κεντρικό νευρικό σύστημα, γι’ αυτό και πολλοί -υπογραμμίζει- έχουν θέματα μνήμης.
Συνάντησα τον Γιάννη και τον Νίκο («Νενέτ το κανονικό μου -είμαι από τη Σερβία»). Έφτιαχναν έπιπλα και κουβαλούσαν ό,τι νέο είχε φτάσει στο κατάστημα. Ο Νίκος ήταν 4 χρόνια εκεί. Ο πιο παλιός μάλλον ο Γιώργος. 17 χρόνια εκεί. Και ο Ηρακλής ή αλλιώς «παππούς». Έτσι τον φωνάζουν. Γκριζομάλλης, στέκει πίσω από το ταμείο και κοιτάζει τα πάντα σιωπηλός. 10 χρόνια στον δρόμο, 10 χρόνια φυλακή. Έκανε απ’ όλα, τα δοκίμασε όλα στον δρόμο. Κοιμόταν σε εγκαταλελειμμένα κτίρια και αυτοκίνητα. Ένιωθε τελειωμένος, μου λέει, και το πιο μικρό χρονικό διάστημα που είχε να κάνει μπάνιο ήταν 6 μήνες.
Ο Παναγιώτης είναι 14 χρόνια εκεί. «Και σκέψου ήρθα κι είχα πει μέσα μου ότι πάνω από 15 μέρες δεν κάθομαι», μου λέει, και γελάει. Είχε σκεφτεί να κάτσει 15 μέρες και μετά να πάει Κρήτη, να ζει στους δρόμους, αλλά τουλάχιστον, να είναι σε νησάκι με θάλασσα στα πόδια του. Μου τα λέει και γελάει και δεν πιστεύει ακόμη πώς βρέθηκε στο Ρέτο. Κάποια στιγμή, του είχαν δώσει στον δρόμο ένα φυλλάδιο του προγράμματος. Το είδε, γέλασε, θεωρώντας πως είναι καλά και δεν το χρειάζεται, και το άφησε στην τσέπη του παντελονιού του. Έμεινε εκεί 4 χρόνια, ώσπου το έβγαλε και κάλεσε το τηλέφωνο που αναγραφόταν. Ήταν σαν όλα να συνωμοτούσαν να βρεθεί εκεί. Η αδερφή του έφερε στο σπίτι έναν φίλο της που είχε ξεμπλέξει μέσα από το Ρέτο και του πρότεινε να πάει κι εκείνος. Κάλεσε την επόμενη μέρα στον αριθμό του φυλλαδίου και η απάντηση ήταν «πάρε πάλι αύριο». Ξαναπήρε και οι 15 μέρες έγιναν 4 χρόνια και συνεχίζει.
Όσο μιλάμε, γνωρίζω κι άλλα άτομα. Από έναν διάδρομο μου φωνάζει κάποιος «από το press; Καλό ρεπορτάζ -σας ξέρω».
Αυτοί οι άνθρωποι, για να το πούμε απλά, πήγαν και γύρισαν. Και αναρωτιέμαι πώς σηκώνεις από κάτω κάποιον; Κάποιοι προσεγγίζουν μόνοι τους το Ρέτο. Άλλα βασικά το ίδιο το Ρέτο προσεγγίζει το περιθώριο. Δεν είναι εύκολο, αλλά οι άνθρωποι της πιάτσας γνωρίζονται κι όπως μου λέει ο Γιώργος, δεν πάει να τους μιλήσει ένας από μοναστήρι ή πανεπιστήμιο, «πάω εγώ που ξέρω τον Μπάμπη και τον κάθε Μπάμπη». «Το πιο εύκολο είναι να απευθυνθείς σε χρήστες αποκλειστικά ηρωίνης, γιατί έχουν κάποια διαύγεια» μου εξηγεί, ενώ πλέον οι προκλήσεις είναι πολλές, με τα καταστροφικά ναρκωτικά -όπως σίσα- να έχουν κατακλύσει τους δρόμους και να σκοτώνουν ασταμάτητα.
Είναι δύσκολο να φύγεις από τον δρόμο και οι άνθρωποι του Ρέτο το ξέρουν καλά. «Πολύς κόσμος έχει κάνει πίσω, γιατί το αυτό το πάθος δεν ξεπεράστηκε. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα, ότι όταν έχεις γευτεί τέτοια πράγματα σε τέτοιο βαθμό, είναι δύσκολο στην πρώτη στραβή να μην ξανακυλήσεις» λέει ο Γιώργος.
Ο Παναγιώτης με μία φράση καταφέρνει να μου εξηγήσει τι είναι όλο αυτό που γίνεται εκεί. «Τα 50 ευρώ που θα δώσει κάποιος για μια πολυθρόνα για εμάς είναι το πετρέλαιο για να πάνε με το φορτηγάκι 5 τοξικομανείς για μπάνιο στη θάλασσα. Κι αυτό δε συγκρίνεται με τίποτα». Και οι άνθρωποι το ξέρουν αυτό και αγκαλιάζουν το έργο των παιδιών.
Μου έκανε εντύπωση πόσα πράγματα υπήρχαν εκεί. Ασφυκτιούσε ο χώρος. Και τα δύο επίπεδα. Και η αυλή έξω. Μέσα στον κοινωνικό ζόφο που ζούμε, είναι πολλοί εκείνοι που προσφέρουν. Και πολλοί εκείνοι που αγοράζουν και στηρίζουν. Ρωτώ τον κόσμο που χαζεύει έπιπλα και διακοσμητικά πώς έμαθε για το Ρέτο. «Το ξέρουμε χρόνια. Έχουμε φέρει και όλα τα πράγματα των γονιών μας όταν πέθαναν» μου απαντάει μια κυρία, ενώ μια άλλη, κρατώντας ένα πολύχρωμο βάζο, φανερά ενθουσιασμένη, μου λέει «κάθε εβδομάδα εδώ είμαι».
Και λίγο πιο κάτω, σ’ έναν στενό διάδρομο, «Βαγγέλης, χάρηκα».
Η κριτική – Από τα βέλη για τον χριστιανικό χαρακτήρα μέχρι το «πουλάνε όργανα στην Ισπανία»
Στο πρώτο τηλεφώνημα που έκανα στον Γιώργο, λέγοντας του μάλιστα πόσο ενθουσιασμένη είμαι με αυτό που κάνουν, με προλαβαίνει: «Ξέρεις πόσοι -και δημοσιογράφοι- μας πλησίασαν ενθουσιασμένοι κι όταν έμαθαν ότι έχει χριστιανική βάση το έργο έτρεξαν μακριά; Ξέρεις πόσοι μας πλησίασαν ενθουσιασμένοι γι’ αυτό το αλτρουιστικό έργο, αλλά στην πορεία μας κοιτούσαν καχύποπτα; Ο άνθρωπος κοιτάει το καλό με το κιάλι. Σου λέει “δεν μπορεί να είναι τόσο καλό και αληθινό, κάτι περίεργο θα συμβαίνει”. Στην αρχή μας έλεγαν μέχρι κι ότι πουλάμε όργανα στην Ισπανία».
Η αλήθεια είναι ότι το έργο ξεκίνησε στην Ισπανία από κάποιον -έτυχε να πιστεύει στον Χριστό- που θέλησε να βοηθήσει ανθρώπους και πήρε 2-3 παιδιά τοξικομανείς από τον δρόμο στο σπίτι του, να τα σώσει, και μετά τα ίδια τα παιδιά βρήκαν κι άλλους τοξικομανείς και δημιουργήθηκε μία ομάδα που οδήγησε την κατάσταση να φτάσει εδώ που έφτασε κι ο ένας βοηθούσε τον άλλον να γλιτώσει. Ο Γιώργος ξεκαθαρίζει πως «δεν παίρνουμε χρήματα από το κράτος, επιδοτήσεις ή οτιδήποτε άλλο γιατί ξέρουμε ότι όταν το κράτος σε “βοηθάει”, θέλουν να σε κατευθύνουν κάπως, να σε οριοθετήσουν, κάτι θέλουν από σένα».
Είναι άνθρωποι γεμάτοι. Το βλέπεις στα μάτια τους. Το ακούς στη φωνή τους. Δεν τους νοιάζει η κριτική. «Πολύ λίγο με ενδιαφέρει τι θα σκεφτεί και τι θα νομίζει ο άλλος για εμάς, γιατί εγώ ήμουν νεκρός και τώρα ζω. Να σου πω ότι ζω με νόημα θα είναι λίγο. Βρέθηκε κάτι να αντικαταστήσει αυτό το θηρίο που το έπαιρνες κι ένιωθες τζάμι. Βρήκα το νόημα στη ζωή τώρα. Όμως, δε σου κρύβω ότι κι εγώ όταν πρωτοήρθα το έβλεπα καχύποπτα όλα αυτό. Λέω τι πάει να πει δωρεάν; Γιατί σου παρέχεται βοήθεια δωρεάν; Γιατί τόσο ενδιαφέρον; Ξεφεύγει απ’ τη λογική, έλεγα. Μέχρι που έβλεπα εδώ κάθε μέρα ανθρώπους που ήθελαν να είναι εδώ και το γούσταραν και δεν έκαναν ένα τυπικό 8ωρο και να τρέχουν να φύγουν. Τους έβλεπες τι έπιναν, τι έφτιαχναν, τι λεφτά είχαν πάνω τους. Και πίστεψα ότι όλο αυτό όντως είναι αληθινό. Μια κοινότητα είμαστε εδώ, κι αν μπαίνει η ταμπέλα χριστιανική, εμείς το εννοούμε στη βάση του “αγαπάτε αλλήλους”. Καμία σχέση με εκκλησίες και όλα τα βρόμικα που ακολουθούν συχνά τη θρησκεία”» λέει ο Γιώργος.
Η μόνη διαφήμιση που γίνεται είναι από στόμα σε στόμα. Όποιος θέλει να βοηθήσει το κάνει, χαρίζοντας κι αγοράζοντας. Η εργασιοθεραπεία, η συνεργασία, η ιδέα της κοινότητας είναι πολύ πιο σημαντικά απ’ όσο μπορεί να νομίζουμε. Μια χούφτα άνθρωποι (περίπου 200 σ’ όλη την Ελλάδα) μοιράζονται ανθρωπιά, αλληλοσεβασμό. Κι αυτό μαθαίνουν στα παιδιά τους. Ο Γιώργος γνώρισε τη γυναίκα του στο Ρέτο. Βλέπεις, όταν είσαι σε χρήση σε νοιάζει μόνο να πιεις, η ερωτική επιθυμία μπαίνει σε παύση. Εκείνη επίσης πρώην τοξικομανής. Έχουν δύο παιδιά και η χαρά τους είναι όταν οι δάσκαλοι λένε πόσο σπουδαία είναι τα δύο πιτσιρίκια τους. «Θέλουμε να γίνουν άνθρωποι, να βοηθούν τον διπλανό τους, να τον καταλαβαίνουν, να είναι μέρος ενός συνόλου και να ξέρουν πώς να λειτουργούν μέσα σ’ αυτό».