Του Νίκου Κωτσικόπουλου

Με τρίπλα μέσω παράτασης στην εξόφληση δόσεων του ΔΝΤ, δείχνει πως επιχειρεί μεταξύ άλλων να αποφύγει η Ελλάδα, τον στραγγαλισμό, που επιβάλλουν γερμανική κυβέρνηση και ΕΚΤ.  Το Βερολίνο, έχει εξαπολύσει αντεπίθεση, προκαλώντας τεχνητά έλλειψη ρευστού, μέχρι τον Μάη, με τη στήριξη της ΕΚΤ.

Τώρα η κυβέρνηση μεταξύ άλλων, δίνει την εντύπωση, ότι επιχειρεί να αναβάλλει τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου, την εξόφληση 8,2 δις ευρώ σε δόσεις δανείων προς το ΔΝΤ από τα οποία τα 4,6 δις ευρώ, θα καταβληθούν μέχρι το τέλος Ιουνίου. Αν πετύχαινε αυτό το σχέδιο, η κυβέρνηση θα μπορούσε να εξοικονομήσει, αυτά τα ποσά, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου.

Θα μπορούσε έτσι να ισοφαρίσει σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη χρηματοδότησης του «σχεδίου- γέφυρας», που έχει ζητήσει για να μπορέσει να διαπραγματευθεί με σχετικά μέτρια άνεση, ένα νέο πρόγραμμα εξόφλησης του χρέους.

Να σημειωθεί, όμως πως το ΔΝΤ ποτέ δεν αναδιαρθρώνει τα δάνειά του. Έτσι ενώ το αίτημα που φέρεται να έχει κάνει προς το ΔΝΤ για swap ενδέχεται να μην είναι καν στην ατζέντα, το αίτημα για κάποιας μορφής διευκόλυνση, ενδεχομένως και χρονικής, θα μπορούσε να είναι στο τραπέζι, εκτιμούν στελέχη της αγοράς στην Αθήνα. 

Την διαπραγμάτευση μπλοκάρουν οι δανειστές και ειδικά η γερμανική κυβέρνηση, αξιοποιώντας τους συσχετισμούς δύναμης που διαθέτουν σε ΕΕ και ΕΚΤ. Έτσι ώστε, να τελειώσει το ρευστό στην Αθήνα μετά το Μάη και τότε να αρχίσουν την ουσιαστική διαπραγμάτευση για το χρέος και το πρόγραμμα λιτότητας, με τρόπο που η εξαντλημένη από ρευστότητα Αθήνα, θα συρθεί, να συμφωνήσει ότι της επιβάλλεται.

Η πρόταση για παράταση εξόφλησης των δόσεων προς το ΔΝΤ, προκύπτει εμμέσως πλην σαφώς από αυτά που δημοσίευσε την Τετάρτη ιταλική εφημερίδα στην οποία έδωσε συνέντευξη ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης.
Σε κάθε περίπτωση, εκθέτει τη στάση και της ΕΚΤ η οποία αρνείται να διευκολύνει ταμειακά την Ελλάδα. Όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν πως θα αρκεστεί μόνο σε παρατάσεις δανείων ELA, στις τράπεζες.

Αντίθετα από όσα διαρρέονται ή δηλώνοντα από το γερμανικό μπλοκ, φαίνεται πως δεν συζητά ούτε την αύξηση του πλαφόν εσωτερικού δανεισμού στα 25 δις ευρώ, (από 15 δις ευρώ μέχρι τώρα), ούτε την ανάκληση για δάνεια μέσω τραπεζικών εγγυήσεων, που επέβαλε.

Αυτά, ενώ γνωρίζει ότι ξένες επιχειρήσεις και κεφαλαιούχοι έβγαλαν προεκλογικά 14 δις ευρώ στο εξωτερικό, εξ αιτίας των ανεύθυνων δηλώσεων πρώην υπουργών και στελεχών της προηγούμενης κυβέρνησης…

Ωστόσο γνώστες των αγορών στην Αθήνα, δεν αποκλείουν στην πορεία, ο Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ, να δώσει με κάποιον τρόπο μικρή διευκόλυνση ζαχαρώνοντας το φαρμάκι, φοβούμενος, ότι η αδιάλλακτη στάση του Βερολίνου και η ταύτιση της ΕΚΤ με αυτό, θα μπορούσαν να προκαλέσουν «ατύχημα», τον Ιούνιο

 

Τι προτείνουμε στο ΔΝΤ για τα δάνειά του

 

Παράταση εξόφλησης με περίοδο χάριτος τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου και εξόφληση μόλις επανέλθει σταθερά η ανάπτυξη φέρεται να προτείνει στο ΔΝΤ, η κυβέρνηση.

Αυτά προκύπτουν από όσα δημοσιεύει ιταλική εφημερίδα, στην οποία έδωσε συνέντευξη ο υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης.  Η πρόταση βασίζεται σε ανταλλαγή του χρέους με ομόλογα που συνδέονται με το ΑΕΠ.

Ειδικότερα, διαπραγματεύσεις και με το ΔΝΤ για ανταλλαγή του χρέους που το αφορά, με ομόλογα συνδεδεμένα με ρήτρα ανάπτυξης και χρονική επέκταση εξόφλησης, έχει ξεκινήσει η Ελλάδα. Αυτό αναφέρει το Reuters, που άντλησε το θέμα από συνέντευξη του υπουργού Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη στην ιταλική εφημερίδα La Repubblica.

Προτείνουμε, είπε στην ιταλική εφημερίδα ο υπουργός, «να ανταλλάξουμε το χρέος του ΔΝΤ και των άλλων χωρών (ΕΕ), με νέα ομόλογα με επιτόκια αγοράς που αυτή τη στιγμή είναι πολύ χαμηλά, με μια ρήτρα: Θα ξεκινήσουμε τις εξοφλήσεις, μόλις η σταθερή ανάπτυξη ξεκινήσει στην Ελλάδα».

Στο ρεπορτάζ αναφέρεται πως η Ελλάδα, ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τους αξιωματούχους του Ταμείου.

«Δεν βλέπω γιατί δεν θα δεχθούν μια επέκταση όπως πάντα κάνουν σε αυτές τις περιπτώσεις, τουλάχιστον, μέχρι το τέλος του χρόνου», πρόσθεσε.

Σημειώνεται πως η Ελλάδα, οφείλει περί τα 25 δις ευρώ στο ΔΝΤ. Από αυτά, τα 19,4 δις ευρώ, πρέπει να εξοφληθούν μέχρι το 2019 και τα υπόλοιπα 6,4 δις ευρώ, μέχρι το 2024.