Άναψε το τσιγάρο, δώσμου φωτιά…
Δε θα μασήσω τα λόγια μου. Θεωρώ το θέμα του καπνίσματος θέμα κατ’ εξοχήν της αριστεράς. Οι φωτογραφίες του άρθρου το αποδεικνύουν, αλλά ας το πούμε και με λόγια: Οι κλιμακούμενες επιθέσεις που δεχόμαστε οι καπνιστές την τελευταία εικοσαετία, αποτελούν μέρος της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας που θέλει να μεταφέρει την κοινωνική ή κρατική ευθύνη στο άτομο, αθωώνοντας τον καπιταλισμό και επιτιθέμενη στον πολίτη που είναι πάντα «λάθος».
Εμείς φταίμε για την μόλυνση του περιβάλλοντος και όχι οι βιομηχανίες. Οι πλαστικές σακκούλες μας ευθύνονται για την καταστροφή των ωκεανών και όχι οι πετρελαιοκηλίδες. Τα καλαμάκια μας φταίνε για την κλιματική αλλαγή και όχι η βιομηχανία και η αχαλίνωτη μεγένθυση της παραγωγής. Φταίει αυτό που τρώμε, αυτό που πίνουμε, και αυτό που καπνίζουμε. Α, και οι περδόμενες αγελάδες. Κι όλα θα λυθούν με τις απαγορεύσεις και τις πολιτικές τύπου TFG2000.
Όπως έχει γραφτεί και αλλού, είμαστε οι νέοι ένοχοι, οι νέοι διαφορετικοί. Είμαστε εκείνοι που πρέπει να απολογούνται, να εξαιρούνται και να καταπιέζονται. Οι απόβλητοι που η κυβέρνηση τους λυπάται και τους αφήνει να ζεσταθούν σε λάμπες απ’ έξω από τα μαγαζιά, στα οποία πληρώνουν σα μαλάκες όσα κι υπόλοιποι που κάθονται στα τραπέζια. Δεν έχουμε καν το δικαίωμα που είχαν οι διωκόμενοι ομοφυλόφιλοι αδελφοί μας σε ένα καπνιστο-μπαρ, ωσάν τα gay bars. Είμαστε αποσυνάγωγοι και πρέπει να καταφύγουμε στην παρανομία.
Οσοι με το χάρο γίναν φίλοι
Αν και καθόλου αμελητέα μειονότητα (ή και πλειονότητα, κάποτε), οι καπνιστές είμαστε τα νέα θύματα του ρατσισμού, ενός ισχυρού, κρατικού ρατσισμού, που τιμωρεί μια προσωπική επιλογή, εν ονόματι της προστασίας όλων εκείνων που ποτέ δεν ρωτήθηκαν – ακριβώς η ίδια λογική που ήθελε την ομοφυλοφιλία «κρυφή» για να μη «παρασύρονται τα παιδιά μας». Είμαστε ένοχοι και καταδικαστέοι από τη στιγμή που πάμε στο περίπτερο, είμαστε εχθροί του λαού τη στιγμή που βγάζουμε το τσιγάρο από το κουτί και πριν καν το ανάψουμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να διαβάζουμε ένα σωρό προειδοποιήσεις, με άθλιες εικονογραφήσεις, γιατί είμαστε ο νέος εχθρός.
Και, δε φτάνει που μας γέμισαν άθλιες εικόνες το πακέτο των τσιγάρων, που έχει γράψει τον καϋμό της πάνω του μια Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, αυτομάτως αφαιρούν σε αυτό το λαό το δικαίωμα να παράγει Παπαγιαννοπούλου, γιατί ένας πόντος λευκό πάνω στην κασετίνα δεν υπάρχει πια… Αλλος καϋμός κι αυτός… Πες μου πως να μην ανάψω τσιγάρο τώρα!
Στο θέμα μας, όμως. Δηλαδή, θα πάω να ακούσω ρεμπέτικα, και δε θα ανάψω τσιγάρο; Θα σηκωθώ να χορέψω ζεμπέικικο και θα μου ρίξεις πρόστιμο γιατί θα πράξω τα δέοντα; Και, άντε, στο χορό να μη καπνίσω- ξέρεις εσύ κανέναν που να χορέψει την καρδιά του και μετά να μη χρειάζεται τσιγάρο; όχι, λέω. Και άρα θα βγω έξω να καπνίσω ιδρωμένη και θα πλευριτωθώ και εκεί να δεις τι θα κοστίσω στο σύστημα υγείας.
Αλλά, ας μην πιαστώ από τα πολιτιστικά, έχουν μικρό κοινό, μαθαίνω. Ναι, ας πούμε τα υπόλοιπα.
Για το καλό μου…
Μα, μου κάνει κακό! Κακό μου κάνει κι ο καπιταλισμός αλλά δεν βλέπω να κουνιέται κανένας. Καλά, ας μη το χοντρύνω τόσο. Ανάλογο κακό μπορεί να μου κάνει ένα γερό μεθύσι, μια μερίδα πατάτες των McDonalds, και η εκδιδόμενη η κόκα κόλα που πάει με όλα. Τι έγινε; Αυτά πως και τη γλιτώνουν;
Και ποιός έβαλε το κράτος δερβέναγα για το πως θα ζούμε πιο υγιεινά; Σε ποιές εκλογές και σε πιο δημοψήφισμα ψηφίσαμε και αποφασίσαμε ότι θέλουμε αντικαπνιστικό νόμο; Να περιμένουμε και υποχρεωτικές αθλοπαιδειές με τον καιρό; Ζύγισμα πριν μπούμε στο ασανσέρ, γιατί ο άνω των 75 κιλών που μπαίνει μέσα, αποτελεί κίνδυνο για την υγεία των υπολοίπων;
Ύστερα, μπορεί να θέλω να πάω ευχαριστημένη, και στο «ευχαριστημένη» ανήκει και το τσιγαράκι μου, με το καφεδάκι μου ή με το τσιπουράκι μου το καλοκαίρι. Ευχαριστημένη ως συμφιλιωμένη με το θάνατο, ως άνθρωπος που ξέρει πως έχει τέλος και δεν θα ζήσει για πάντα σε τούτη τη γη που την πατούμε. Από που και ως που θα μου απαγορεύσει οποιοσδήποτε να επιλέξω τις αμαρτίες μου, λοιπόν, ή τον τρόπο που θα ζήσω τη ζωή μου; Από που κι ως που θα απαγορεύσει στον όποιο καταστηματάρχη να μου προσφέρει υπηρεσίες;
Ναι αλλά, κοστίζεις στο κράτος και στο σύστημα υγείας, μου λένε. Να του κοστίζω. Με τον παρά μου και την κυρά μου, που λέγαν κι οι παλιοί. Πληρώνω φόρους, ασφάλεια, κόντρα ασφάλεια και τα άντερά μου σε φόρο πάνω στα τσιγάρα, και όταν έρθει η ώρα δικαιούμαι την παροχή των σχετικών υπηρεσιών. Το κράτος οφείλει αυτές τις υπηρεσίες στον ανασφάλιστο – και καλώς-, όπως τις οφείλει και στο πρεζόνι ή τον αλκοολικό. Γιατί εγώ ειδικά πρέπει να του κάνω σκόντο;
Πληρώνουμε πολύ περισσότερους φόρους από όσα χρήματα χρειάζονται για την περίθαλψη μας, αν και εφόσον. Οι φόροι αυτοί, όντας υπερβολικοί, είναι που δίνουν βάση στην εγκληματικότητα με την ανάπτυξη του λαθρεμπορίου. Ήξερες εσύ λαθρεμπόριο τσιγάρων όταν καπνίζαμε ακόμη σαντέ άφιλτρο και το βάζαμε στο τσεπάκι του γιλέκου, στα Ελεύθερα Εξάρχεια; Οχι, δεν ήξερες. Ασε που το κράτος παρήγγειλε επτά χιλιάδες (7.000) μπλοκάκια για τα πρόστιμα τα σχετιζόμενα με το κάπνισμα, στοχεύοντας στην τσέπη όλων μας και ξαμολώντας την αστυνομία σε μία ακόμη επιδρομή κατά της βολικής «εγκληματικότητας», που όχι μόνο δεν κοστίζει τίποτε, αλλά φέρνει και μπόλικα. Και θα το δω να σου ζητάει να βγεις έξω από το μαγαζί για να σου κόψει το πρόστιμο ο μπάτσος, για να ανάψει ένα, να μου το θυμηθείς.
Παραδέξου το: Παρί εισαγόμενης και ακραίας αμερικανικής βλακείας πρόκειται, από αυτές που δημιουργεί η ανυπαρξία κοινωνικού κράτους και το σύστημα των μηνύσεων εκεί, και που μιμούνται και πάλι οι κυβερνώντες, διότι θα βγάλουν φράγκα για το ταμείον που είναι μονίμως μείον.
Ενα μόνο θα σου πω: Ο Τσε ήταν γιατρός και ασθματικός. Και καπνιστής. Και πολύ του άρεσε.
Τι σου ‘κανα και πίνεις…
Ξέρω τι θα μου πεις τώρα. Εδώ κάπου θα μπει στην κουβέντα ο περίφημος παθητικός καπνιστής. Του οποίου τα δικαιώματα είναι πιο σημαντικά από αυτά του θύματος τροχαίου από μεθυσμένο οδηγό και του αδύνατου που παίρνει ασανσέρ παρέα με υπέρβαρο.
Όντως, υπάρχει παθητικό κάπνισμα. Όντως υπάρχει ρίσκο. Αλλά, πρώτον κάποιοι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να πάρουν αυτό το ρίσκο, και δεύτερον και κυριότερον, δεν υποχρεώνω κανέναν να ανεχθεί τον καπνό μου – το κράτος υποχρεώνει τον καταστηματάρχη να μην ανεχθεί εμένα ή να μη με προτιμήσει σαν πελάτη από τον αντικαπνιστή.
Γιατί ενώ υπάρχει άδεια για την πώληση αλκοόλ δεν υπάρχει άδεια για το ελεύθερο κάπνισμα; Γιατί οι μικρές επιχειρήσεις πρέπει ή να πληρώσουν στο δήμο για τραπεζάκια ή να χάσουν πελάτες; Και να μη θυμίσω τι πληρώνουν ήδη σε φόρους και σε προκαταβολές φόρων. Γιατί, ας πούμε, να μην έχει το κατάστημα απ έξω μια επιγραφή τύπου «Ο χώρος φιλοξενεί καπνιστές», και να αποφασίζει ο μη καπνιστής αν θέλει να εκτεθεί στο παθητικό κάπνισμα μια φορά κι εκείνος;
Αν δε μπορώ να πάω πουθενά να νιώσω ελεύθερη, μαζεύω τους φίλους σπίτι ή στα γραφεία του The Press Project, και πίνω και καπνίζω όσο θέλω. Μετά όμως μη μου παραπονιέσαι για την κατάσταση στην αγορά. Αν και, όπως το πας, σε λίγο θα μπεις και στο σπίτι μου, να με προστατεύσεις σώνει και καλά…
Στο τσιγάρο που κρατώ…
Κι αν οι όροι του ρατσισμού προχωρήσουν, ε, γιατί να πηγαίνουμε στα ίδια μαγαζιά, στο κάτω κάτω; Απαρτχάιντ. Ας δοθεί το δικαίωμα στους καταστηματάρχες να αποφασίζουν. Κι όχι να επιχορηγούνται οι λάμπες…
Για τους χώρους εργασίας που δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καλός εξαερισμός ή διαχωρισμός γραφείων καπνιστών και μη καπνιστών, όπως και τα αυτοκίνητα με μικρά παιδιά μέσα, ναι, φυσικά όλοι μας μπορούμε και κάνουμε υπομονή και να τιμήσουμε τα μπαλκόνια της αντίστασης. Προσωπικά, έκοψα το τσιγάρο καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού (σύνολο 19 μήνες). Δε μου κοστίζει τίποτε να μην καπνίσω κάποιο χρόνο. Όμως, στη διασκέδασή μου και στην έξοδο μου, δεν μπορεί να μου απαγορεύεται η επιλογή να καπνίσω. Ύστερα, αν μου επιτρέπεται να καπνίζω στο σπίτι μου, γιατί δεν μπορεί να μου επιτρέπεται να καπνίζω και στο γραφείο μου, με δημοκρατική απόφαση; Γιατί αποσυνάγωγοι να είναι οι πολλοί και όχι οι λίγοι, εκεί που πλειοψηφούν οι καπνιστές; Αστική Δημοκρατία δεν έχουμε; Ποιά είναι η γνώμη των πολλών; Μόνο μη φανταστώ ότι όλα γίνονται για να γλιτώνουν τα έξοδα σωστού εξαερισμού τα αφεντικά…
Τώρα, ξέρω, θα σε πιάσει ο πόνος για τον εργαζόμενο στο μαγαζί, που υποχρεούται σε παθητικό κάπνισμα. Υπάρχουν ένα σωρό καπνιστές οι ίδιοι που υποφέρουν εργαζόμενοι στα σχετικά μαγαζιά, και, όσοι εργάζονται σε κατάστημα καπνιζόντων, αν και όταν, ας πάρουν και βαρύ κι ανθυγιεινό, αν έχεις τέτοιο καϋμό. Ή μήπως το έχει πιάσει ξαφνικά το κράτος ο πόνος και για όλους όσους εργάζονται στα λοιπά βαρέα και ανθυγιεινά, και δεν το ξέρουμε; Εδώ κόψαν επιδόματα ακόμη και σε αυτά…
Πέραν όλων αυτών, η επιστήμη έχει προ πολλού κατατάξει το «παθητικό κάπνισμα» στις περίπου δικαιολογίες. Καλύτερα, οι επιστήμονες διαφωνούν πολλαπλώς, αλλά όσοι ξεφεύγουν από την κύρια γραμμή, αποδεικνύοντας ότι η αντιστοιχία της πλήρους έκθεσης στον καπνό στο περιβάλλον αντιστοιχεί σε κάτι λιγότερο από το κάπνισμα ενός τσιγάρου τη μέρα, δαιμονοποιούνται μαζί με το κάπνισμα.
Αντε, να σοβαρέψω, αφού επιμένεις: Η πιθανότητα για την την επάρατο ως ισόβιος καπνιστής είναι περίπου μια στις δέκα. Η πιθανότητα ως παθητικός καπνιστής είναι 20-30% μεγαλύτερη σε σχέση με όσους δεν έρχονται καθόλου σε επαφή με καπνό, δηλαδή από περίπου 1% να πας στο 1,25% ― για αυτό το φοβερό ρίσκο μιλάμε, και δεδομένου ότι τη βγάζεις σε καταγώγια καπνιστών.
Θες τώρα να συζητήσουμε και την αύξηση του ρίσκου με τα μνημόνια;