Μεταξύ άλλων, η Δέσποινα Κουτσούμπα, Περιφερειακή σύμβουλος Αττικής εκλεγμένη με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναφέρει στην επιστολή ότι η δημόσια κριτική που άσκησε στα πεπραγμένα της Άννας Παναγιωταρέα στο υπουργείο Πολιτισμού αφορούσε την άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματός της, ως Προέδρου του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και ως μέλος του ΔΣ έως σήμερα, να ασκεί συνδικαλιστικό έλεγχο στο πλαίσιο της προσπάθειας του Συλλόγου να διαφυλάξει τη διαφάνεια, την αξιοκρατία και τη χρηστή διοίκηση, που είναι απαραίτητες να διέπουν κάθε πράξη της διοίκησης, καθώς και να αντιμετωπίσει την προσπάθεια παράκαμψης των αρμόδιων υπηρεσιών του δημοσίου από εξωθεσμικούς παράγοντες, με ό,τι αποτελέσματα έχει αυτό όταν συμβαίνει.
 
Επισημαίνει επίσης ότι η Α. Παναγιωταρέα την ενάγει για «συκοφαντική δυσφήμηση διά του τύπου» με αφορμή δύο αναρτήσεις στο facebook, οι οποίες ποτέ δεν δημοσιεύτηκαν στον τύπο, και ενώ η ίδια έχει προηγουμένως δηλώσει (σε μία από τις αναρτήσεις για τις οποίες είναι εναγόμενη) ότι ανήκει στον χώρο της Αριστεράς, και από θέση αρχής και υπεράσπισης της ελευθερίας του τύπου, είναι αντίθετη στις δικαστικές διώξεις δημοσιογράφων και εφημερίδων καθώς και των νόμων που τις επιτρέπουν.
 

Για τον τυποκτόνο νόμο
 

Αντιθέτως, προσθέτει η Δ. Κουτσούμπα, ότι η Άννα Παναγιωταρέα την ενάγει με τις διατάξεις του νόμου που έχει καταγγελθεί πολλάκις από την ΕΣΗΕΑ ως «τυποκτόνος», αναφέροντας επί λέξει στην αγωγή της: «Η ελευθερία του τύπου δεν αποτελεί αυτοσκοπό».
 
Καταλήγοντας, η επιστολή αναφέρει: Εν όψει της 7ης Μαΐου 2015, οπότε και έχει προσδιοριστεί η εκδίκαση της αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, θα ήθελα να γνωρίζω ποια είναι η θέση του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ για τη χρήση των τυποκτόνων διατάξεων από μέλη της, όπως η κα Άννα Παναγιωταρέα, καθώς και για τη χρήση ένδικων μέσων ενάντια σε συνδικαλιστική δράση.