Τη σχετική συζήτηση άνοιξε πριν περίπου ένα μήνα ο νέος υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, ο οποίος περιέγραψε τη σταδιακή κατάργηση της γενικής επιστράτευσης το 2011 ως «λάθος» που είχε συμβάλει στην «αποξένωση» των πολιτών από τους στρατιωτικούς θεσμούς.

Ακολούθησαν ανάλογες τοποθετήσεις από την κοινοβουλευτική επίτροπο του SPD για τις ένοπλες δυνάμεις, Εύα Χεγκλ, η οποία δήλωσε πως απαιτείται «κάποια μορφή υποχρεωτικής υπηρεσίας» για την αντιμετώπιση των ελλείψεων προσωπικού στις τάξεις της Bundeswehr (του γερμανικού στρατού), και από τον αρχηγό του Ναυτικού, Γιαν Κρίστιαν Κάακ, που επίσης πρότεινε επιστροφή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας με βάση το νορβηγικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο ένα μικρό ποσοστό ανδρών και γυναικών καλούνται στο στρατό.

Άλλα στελέχη της κυβέρνησης, ωστόσο, εμφανίστηκαν αρνητικά απέναντι σε μια τέτοια ιδέα, όχι όμως λόγω φιλειρηνικών αισθημάτων, αλλά επειδή θεωρούν ότι κάτι τέτοιο είναι ξεπερασμένο. «Όλες μας οι προσπάθειές μας πρέπει να επικεντρωθούν στην ενίσχυση της Bundeswehr ως στρατού με υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού», είπε ο υπουργός Οικονομικών, Κριστιάν Λίντνερ, στη «Süddeutsche Zeitung», περιγράφοντάς την όλη συζήτηση ως μια «διαμάχη-φάντασμα».

Ο Στέφεν Χέμπεστράιτ, εκπρόσωπος της κυβέρνησης, χαρακτήρισε τη συζήτηση ως «ανόητη», προσθέτοντας ότι η μετατροπή της Bundeswehr από στρατεύσιμο σε επαγγελματικό στρατό «δεν θα μπορούσε να αντιστραφεί από τη μια στιγμή στην άλλη».

Η ιδέα αμφισβητήθηκε και από στελέχη των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), ήσσονος κυβερνητικού εταίρου.

Ο Μάρκο Μπούσμαν, υπουργός Δικαιοσύνης, στέλεχος του FDP, κόμματος φίλα προσκείμενου στον επιχειρηματικό κόσμο, αντέταξε μιλώντας στο Γερμανικό Πρακτορείο πως η σκέψη κινείται σε «εντελώς λαθεμένη κατεύθυνση», ενώ ο Γιοχάνες Φόγκελ, κορυφαίο στέλεχος του FDP, έκρινε από την πλευρά του πως η υποχρεωτική στράτευση «στην πραγματικότητα θα αποτελούσε τροχοπέδη για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών μας», της «επαγγελματικής Μπούντεσβερ που έχουμε ανάγκη».