«Δεν είναι κάτι που συνηθίζεται. Ψάχνουμε να βρούμε προηγούμενο και δεν βρίσκουμε. Η συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό ακυρώθηκε από την πλευρά του Βρετανού πρωθυπουργού και εικάζουμε το προφανές, ότι ενοχλήθηκε για τις δηλώσεις με τις πάγιες θέσεις της χώρας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα» σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, προσθέτοντας πως η ακύρωση της συνάντησης έγινε γνωστή, κατά τη διάρκεια συνάντησης του Έλληνα πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη με τον αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης της Βρετανίας.

«Προτιμότερο είναι η έκφραση μια διαφωνίας, ειδικά όταν έρχεται ένας πρωθυπουργός από μια άλλη χώρα με βαριά ατζέντα όπως είναι το Μεσανατολικό», τόνισε, συμπληρώνοντας πως «εμείς δεν θέλουμε να αναβαθμίσουμε το ζήτημα με μια χώρα που έχουμε καλές σχέσεις. Για τα γλυπτά, η διαπραγμάτευση είναι μεταξύ του ελληνικού κράτους και του βρετανικού μουσείου και αποτελεί μια διαδικασία που εξελίσσεται και σε καμία περίπτωση δε θέλουμε να θεωρηθεί γενικευμένη κρίση» και κατέληξε ότι το γεγονός καταγράφεται «ως μια ατομική συμπεριφορά του Βρετανού πρωθυπουργού, αρνητική».

«Είναι απαράδεκτη η απόφαση του Βρετανού Πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ να ακυρώσει την προγραμματισμένη συνάντησή του με τον κ. Μητσοτάκη. Η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι ζήτημα που υπερβαίνει το πρόσωπο του εκάστοτε Έλληνα Πρωθυπουργού και τις κομματικές αντιπαραθέσεις» σημείωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Στέφανος Κασσελάκης.

«Η αιφνίδια ακύρωση της συνάντησης του Βρετανού Πρωθυπουργό με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας συνιστά ενέργεια απαράδεκτη και εντελώς αντίθετη σε κάθε έννοια διπλωματίας. Η επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, ενός παγκοσμίου εμβέλειας μνημείου, αποτελεί οικουμενικό αίτημα. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η αναλυτική ενημέρωση από την Κυβέρνηση, δεδομένων των κατά καιρούς διαρροών περί επικείμενης επίτευξης συμφωνίας» δήλωσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μάντζος.

«Η απαράδεκτη ακύρωση της συνάντησης Μητσοτάκη-Σούνακ, με ευθύνη του Βρετανού πρωθυπουργού, κάθε άλλο παρά δικαιώνει την -εδώ και καιρό- τακτική της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού, που αντί να θέσουν ευθέως το ζήτημα των γλυπτών του Παρθενώνα στη Βρετανική κυβέρνηση, συνέχιζαν να παζαρεύουν τη δήθεν επιστροφή τους με τη Διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου και μάλιστα με τη μορφή του δανεισμού, η οποία νομιμοποιεί την κλοπή τους» ανέφερε το ΚΚΕ και συνέχισε: «Η μόνιμη επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, ως αναφαίρετο μέρος του μνημειακού συνόλου της Ακρόπολης, καθώς και όλων των άλλων θησαυρών της αρχαίας πολιτιστικής κληρονομιάς που αποτέλεσαν κατά καιρούς αντικείμενα αρπαγής ή αρχαιοκαπηλίας, αποτελεί τη μοναδική επίλυση σ’ αυτό το διαχρονικό ζήτημα».

«Ο πρωθυπουργός ηθελημένα ή άθελά του δημιούργησε διπλωματικό ζήτημα για τα γλυπτά του Παρθενώνα απέναντι σε έναν “άτσαλο” Βρετανό πρωθυπουργό κι αυτό είναι θετικό. Στηρίζουμε, θα στηρίξουμε και θα προτείνουμε τις σοβαρές διπλωματικές ενέργειες που πρέπει να γίνουν από εδώ και πέρα ώστε να επιστρέψουν τα γλυπτά στο σπίτι τους», ανέφερε η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ άδειασε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παραμονή της προγραμματισμένης συνάντησής τους στο Λονδίνο, η οποία τελικά δε θα πραγματοποιηθεί, καθώς την ακύρωσε αργά το βράδυ της Δευτέρας ο Σούνακ. Η απόφαση αυτή, που έχει προκαλέσει οργή στον πρωθυπουργό, ήρθε μετά τις αναφορές του Κυρ. Μητσοτάκη στον βρετανικό Τύπο για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Εκκλήσεις που απέρριψε προκαταβολικά με ανακοίνωσή της η Ντάουνινγκ Στριτ.

«Εκφράζω την ενόχλησή μου για το γεγονός ότι ο Βρετανός Πρωθυπουργός ακύρωσε την προγραμματισμένη μας συνάντηση λίγες ώρες πριν αυτή πραγματοποιηθεί. Ελλάδα και Βρετανία ενώνονται από παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας και το πλαίσιο των διμερών μας σχέσεων είναι εξαιρετικά ευρύ» αναφέρει σε δήλωσή του ο Κυρ. Μητσοτάκης. Όπως επισημαίνει ο πρωθυπουργός, «οι θέσεις της Ελλάδος για το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι γνωστές. Ήλπιζα να έχω την ευκαιρία να τις συζητήσω και με τον Βρετανό ομόλογό μου, μαζί με τις μεγάλες προκλήσεις της διεθνούς συγκυρίας: Γάζα, Ουκρανία, Κλιματική κρίση, μετανάστευση». «Όποιος πιστεύει στην ορθότητα και το δίκαιο των θέσεών του δεν φοβάται ποτέ την αντιπαράθεση επιχειρημάτων» κατέληξε.