Ανταπόκριση από τις αποθήκες της ΒΙΟΜΕ και πάνω από τα τηγάνια στο πάρκο Ξαρχάκου μέχρι την οργανωτική ομάδα και το press room στα Ιλίσια Πεδία, οι: Μαρία Παπαδοπούλου (Σαλονίκη), Αντώνης Φάρας (Αθήνα), μέλη της Αναμέτρησης [1] που συμμετέχουν στην προετοιμασία των Φεστιβάλ

 

Σε μία εποχή που οι κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία μιλούν την ίδια γλώσσα σπέρνοντας διχόνοια και μίσος, η διεθνιστική αλληλεγγύη ξεφυτρώνει στα πιο απρόσμενα μέρη.

Φέτος, μετά από δύο χρόνια γεμάτα αυταρχισμό, θάνατο και πολύ εγκλεισμό, τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ είναι και πάλι εδώ. Πόση μαεστρία θέλει για να κρατήσεις ζωντανό όλο αυτό το συναίσθημα εδώ και σχεδόν 30 χρόνια! Σε πείσμα των καιρών, με πίστη στον δικό μας κόσμο και με πολύ μεράκι κι αίσθημα ευθύνης απέναντι σε όλες αυτές που ζουν ζωές αβίωτες, θα συναντηθούμε στην Αθήνα (1-3 Ιουλίου), τη Θεσσαλονίκη (30 Ιουνίου με 2 Ιουλίου), την Καλαμάτα (2-3 Ιουλίου), τα Τρίκαλα (8-9 Ιουλίου) και ως το φθινόπωρο στη Λάρισα και σε άλλες πόλεις.

Μετά από δύο χρόνια αναγκαστικής απουσίας τα Φεστιβάλ επιστρέφουν κουβαλώντας μαζί τους την ορμή και τη διάθεση του κόσμου να αποτινάξει από πάνω του τη κλεισούρα: να συναντηθεί, να χορέψει, να αγκαλιαστεί, να μετατρέψει το ζόρι σε ένα συλλογικό δάκρυ, ένα συλλογικό γέλιο των από των.

Τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ ξεδιπλώνουν το συναίσθημα με μαεστρία: Στον αντίποδα των επίσημων κρατικών εορτασμών και των παρελάσεων, οι δικές μας γιορτές, οι γιορτές των από τα κάτω, δε διέπονται από πειθαρχία, καταναγκασμό και κατασκευασμένους και προαποφασισμένους ρόλους για την εμπέδωση της κυριαρχίας. Οι δικές μας γιορτές, τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ, είναι εδώ για να διασαλεύσουν την ομαλή ροή και την κανονικότητα, είναι αυθεντικές λαϊκές γιορτές. Σε αντίθεση με την σοβαροφάνεια και την αυστηρότητα των επίσημων τελετών, στα Φεστιβάλ μας την πρωτοκαθεδρία έχει το συλλογικό συναίσθημα που θέλει να μπλέκει φυλές, γλώσσες, γεύσεις και ακούσματα διασαλεύοντας την κανονικότητα και αμφισβητώντας -όσο μπορεί- τη λευκή ετεροκανονική κυριαρχία.

Στις μέρες μας έχουμε τόσο ανάγκη αυτές τις συλλογικές γιορτές, χαρές και εξεγέρσεις όσο και τις απεργίες και τις πορείες. Αποτελούν επιθυμία αλλά και προϋπόθεση για μια διαφορετική καθημερινότητα κόντρα στην απαισιοδοξία, την παραίτηση, τον συμβιβασμό. Είναι σημεία συνάντησης και πολλαπλασιασμού των αντιστάσεων κάθε μορφής, απέναντι στα κλειστά σύνορα και τη βαρβαρότητα, για την ανάδειξη του μεταναστευτικού υποκειμένου και των αιτημάτων του αντιρατσιστικού κινήματος για αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής για όλες, όλους και όλα. Κομμάτια της κοινωνίας και του κινήματος από διαφορετικά μονοπάτια βρίσκονται και ενώνονται, ο κόσμος της αλληλεγγύης δηλώνει παρών.

Τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ βασίζονται στην αυτοοργάνωση και την αυτοδιάθεση, αναζητούν τη συναίνεση και το σεβασμό της πολυφωνίας και μας ενισχύουν διπλά. Η ειλικρίνεια στη συζήτηση, το άγχος του στησίματος, η χαρά της πραγμάτωσης κάνει τη συντροφικότητα βίωμα, τις εμπειρίες κοινές και εμάς πιο δυνατές/ους/α για την επόμενη μέρα. Ταυτόχρονα, η γιορτή δεν είναι μία στιγμή ή ένα τριήμερο στο οποίο παύει να υπάρχει ανάγκη οργάνωσης. Πιστεύουμε βαθιά ότι η αυτο-οργάνωση απαιτεί περισσότερη οργάνωση, απαιτεί πίστη ότι μπορείς να είσαι μία φωνή σε ένα τραγούδι και ότι δε χρειάζεσαι κάποιον να σου πει τι να κάνεις, πως να είσαι, που να είσαι, πως να σκεφτείς.

Ως μια μικρογραφία της κοινωνίας σε μετάβαση, η παρουσία των μεταναστευτικών κοινοτήτων και η άμβλυνση των έμφυλων διακρίσεων αποτελούν διαχρονικά διακυβεύματα και άγχη μας καθώς η πολυεθνική συνύπαρξη και η αποδοχή της διαφορετικότητας είναι το μόνο όχημα που μπορεί να δημιουργήσει συντροφικές και αλληλέγγυες σχέσεις. Πέρα από το να γιορτάσουμε μαζί, τα Φεστιβάλ προσφέρουν το τόπο για μία προσωρινή συνύπαρξη που αναδεικνύει διαφορετικές αναγνώσεις των αιτιών των ταξικών διαφορών, της ανισότητας, της έλλειψης κοινωνικής δικαιοσύνης που εν τέλει οδηγούν στην ανάγκη αλλαγής του κυρίαρχου.

Οι συζητήσεις των Φεστιβάλ, συχνά κρυμμένες πίσω από τη σκιά των συναυλιών και του πολιτιστικού προγράμματος, προσπαθούν να συνεισφέρουν στην οργάνωση των αγώνων και των κοινωνικών αντιστάσεων. Στο φετινό πρόγραμμα των φεστιβάλ Αθήνας και Θεσσαλονίκης βρίσκει κανείς μια πληθώρα συζητήσεων που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων προβληματισμών της κοινωνίας. Λειτουργούν στη πραγματικότητα ως ένα ορμητήριο ζύμωσης και έχουν σκοπό να πετύχουν την όσο το δυνατόν καλύτερη ανάλυση της συγκυρίας, τη δικτύωση εγχειρημάτων αλληλεγγύης, αλλά και την ευρύτερη διάδοση των σύγχρονων αγώνων.

Πιο συγκεκριμένα, θα συζητήσουμε για τη κατάσταση που επικρατεί αυτή τη περίοδο στην Ελλάδα σχετικά με τις λεγόμενες πολιτικές ένταξης στη χώρα, οι οποίες είναι παντελώς απούσες είτε αναφερόμαστε στην στέγαση, είτε στην εργασία είτε στην εκπαίδευση. Μια απολύτως εκούσια κρατική απουσία που προχωρά στην επιθετική καταπάτηση δικαιωμάτων και τον αφανισμό ανθρώπων στα σύνορα μέσω της πρακτικής pushbacks και στην απόλυτη περιθωριοποίηση δια των εξώσεων και της εξώθησης σε ένδεια για όσες τα κατάφεραν μέχρι την ενδοχώρα.

Το ιδιαίτερα οξύ ζήτημα της ακρίβειας δε θα μπορούσε να μείνει εκτός συζήτησης. Είναι χρόνια τώρα που βλέπουμε κυβερνήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους να επεκτείνουν παγκοσμίως την κυριαρχία του κέρδους τους σε κάθε πτυχή της ζωής μας. Με συντρόφια από το πρόσφατο κίνημα “‘Η θα πέσουν οι τιμές ή θα πέσει η κυβέρνηση” στην Αλβανία θα δούμε ότι, όπως λένε και εκείνοι, το πιλάφι δεν φτιάχνεται μόνο με νερό .

Τα Φεστιβάλ θα μιλήσουν για τον πόλεμο στην Ουκρανία, ξεκινώντας από την θέση ότι οι άνθρωποι δεν είναι η σκόνη της ιστορίας. Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία οδηγεί τον κόσμο σε ένα επικίνδυνο μονοπάτι γενικευμένης πολεμικής σύρραξης. Οι χιλιάδες νεκροί, στρατιώτες και άμαχοι, οι κακοποίησεις, οι καταστροφές υποδομών, το ογκώδες προσφυγικό κύμα θυμίζουν τη φρίκη του πολέμου του Αφγανιστάν, της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ και της Συρίας. Θα επιδιώξουμε να ακούσουμε τις φωνές εκείνων που επηρεάζονται άμεσα από τα γεγονότα, να προσέξουμε τις γεωπολιτικές υποθέσεις που γίνονται χωρίς όρους, να μην αποδεχθούμε καμία διάκριση μεταξύ «καλών» και «κακών» προσφύγων, να στηρίξουμε τη λαϊκή αντίσταση στην Ουκρανία και τη Ρωσία και να φωνάξουμε ένα πολύ δυνατό «όχι στον πόλεμο».

Ένα από τα βασικότερα προτάγματα που αξιώνονται σε κάθε Αντιρατσιστικό φεστιβάλ είναι αυτό του φεμινισμού, διεκδικώντας παράλληλα χώρο ενάντια στο σεξισμό και ορατότητα για όλα τα κοινωνικά φύλα. Θα ήμασταν πίσω από την ίδια την κοινωνία αν αφήναμε εκτός συζήτησης το ζήτημα της έμφυλης βία κι εκτός του τρόπου οργάνωσης τις πιο φροντιστικές φεμινιστικές πρακτικές. Θα ξαναμιλήσουμε για τις γυναικοκτονίες που δεν είναι σαφώς εγκλήματα πάθους και θα αναδείξουμε τις δολοφονίες θηλυκοτήτων, ΛΑΟΤΚΙ ατόμων, σεξεργατριών ως αυτό που πραγματικά είναι: αποτέλεσμα της τρανσφοβικής και ομοφοβικής κουλτούρας.

Το στοίχημα φέτος είναι τα φεστιβάλ μας να λάμψουν λίγο πιο μωβ και να μπορέσουμε να κρατήσουμε το χώρο ασφαλή και ανοιχτό για όλες και όλα μας μέσα από το λόγο, τις πρακτικές, την επιλογή του περιεχομένου των συζητήσεών μας, την καλλιτεχνική αισθητική και τις μουσικές μας επιλογές.

Πέρα από τα παραπάνω δε θα μπορούσαν φέτος να λείπουν και οι συζητήσεις για τους διαρκείς αγώνες για την προστασία του περιβάλλοντος, τους αντιφασιστικούς αγώνες, την ανάγκη ενίσχυσης του ΕΣΥ και της ανάδειξης της δημόσιας υγείας ως κοινό αγαθό, την αστυνομική αυθαιρεσία και καταστολή, τους φοιτητικούς αγώνες.

Σε όλα αυτά προστίθενται οι προβολές, οι κουζίνες (!), οι συναυλίες, οι θεατρικές παραστάσεις, οι φωτογραφικές εκθέσεις καθιστώντας τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ από τα σημαντικότερα μεγάλα πολιτικά δρώμενα στις πόλεις που συμβαίνουν.

Τι είδους συναίσθημα είναι, λοιπόν, τελικά αυτό που αναδεικνύουν τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ σε μία περίοδο που οι τιμές ανεβαίνουν, ο εθνικισμός βασιλεύει και το κράτος ενισχύει δυναμικά το θεσμικό ρατσισμό και νομιμοποιεί την εργασιακή εκμετάλλευση;

Είναι η χαρά κι η ελπίδα πως μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο αυτό. Είναι η συντροφικότητα που νιώθεις όταν μοιράζεσαι τον αγώνα για αλλαγή.

Είναι η θαλπωρή και η ζεστασιά στις δικές μας φιλόξενες γωνιές των πόλεων που κάνουν τους κάθε λογής «άλλους» να αισθάνονται πως όλες, όλα και όλοι μπορούν τελικά να έχουν μια πατρίδα.

 

[1] Website | Facebook | Instagram | Twitter | YouTube