Η διαδικτυακή συνάντηση των ακτιβιστών των ΗΠΑ ξεκίνησε ακριβώς στην ώρα της. Στην οθόνη μου, χωρισμένη στα τέσσερα, παρουσιάζονται οι Γιασμίν Ταϊμπ, Ιμαν Αμπιντ (Εκστρατεία για τα Δίκαια της Παλαιστίνης, USCPR Action), Αλεξάνδρα και Λίντα Σαρσούρ (Κίνημα Βάσης των Μουσουλμάνων, MPower Action). Γυναίκες, ακτιβίστριες αναδειχθείσες από τα κάτω, υπέρ της κατάπαυσης του πυρός, υπέρ της Ελευθερίας της Παλαιστίνης. Στόχος η συνέχιση του μικρού θαύματος που κατόρθωσαν στο Μίσιγκαν, η εξάπλωσή του σε όλες τις ΗΠΑ. Του θαύματος των “αδεσμεύτων”, uncommitted.

Ήταν η δεύτερη φορά στην ιστορία του Μίσιγκαν που χρησιμοποιούνται αυτή η ψήφος στις προκριματικές αμερικάνικες εκλογές. Η πρώτη φορά ήταν το 2008, όταν η εξουσία του Δημοκρατικού Κόμματος στήριζε Χίλαρυ, με νύχια και με δόντια, και η εργατική, βιομηχανική πολιτεία, τόπος με μεγάλα ποσοστά αφροαμερικάνων και ένα ιστορικό κίνημα για την χειραφέτησή τους, και σήμερα τόπος με μεγάλο ποσοστό μουσουλμάνων εργατών, ήθελε Ομπάμα. Τότε και έγινε για πρώτη φορά χρήση του Uncommitted, μιας ψήφου που η πολιτεία αυτή επιτρέπει και που μετρήθηκε ως αντίδραση της λαϊκής βάσης στα σχέδια των αποπάνω. Ο Μπάρακ Ομπάμα και πήρε το χρίσμα και έγινε πρόεδρος. Ήταν μια νίκη της βάσης.

Τώρα, το κίνημα των Uncommitted, στηριγμένο στους μουσουλμάνους αλλά και τους αφροαμερικάνους ασχέτως θρησκεύματος, στοχοποιούσε τον αντιπρόεδρο του Ομπάμα, τον Τζο Μπάιντεν. Η απροθυμία του να σταματήσει τη συνεχιζόμενη, επί πέντε μήνες πια, γενοκτονία στη Γάζα, που του “χάρισε” το παρατσούκλι Γενοκτόνος Τζο (Genocide Joe) και η συνεχιζόμενη αποστολή όπλων στο Ισραήλ, ο λόγος.

Ο στόχος που είχε μπει, και καταγραφεί, ήταν τουλάχιστον 10.800 ψήφοι uncommitted, ακριβώς η διαφορά με την οποία πήρε το αμφιταλαντευόμενο (swing) Μίσιγκαν ο Τραμπ το 2016. Ο αγώνας για τη διάδοση, στη βάση, στους απλούς πολίτες, της ιδέας και της αναγκαιότητάς της κράτησε κάτι πάνω από δύο εβδομάδες. «Μέσα σε 20 μέρες και με κεφάλαιο διακόσιες χιλιάδες δεκαπλασιάσαμε το στόχο. Αν είχαμε δύο εβδομάδες και εκατό χιλιάδες ακόμη, το αποτέλεσμα θα ήταν ακόμη καλύτερο», θα πει η Λίντα Σανσουρ, που πήρε το λόγο τελευταία και η συγκρότηση, η δύναμη και η αποφασιστικότητά της ξεχώριζε. Στόχος των σιωνιστικών οργανώσεων, και της Μοσάντ ή κάποιου παραρτήματός της (σύμφωνα με την Χααρέτζ μια ισραηλινή “ιδιωτική εταιρία συλλογής πληροφοριών” παρακολουθούσε και εκείνη και την οικογένειά της ψάχνοντας για οτιδήποτε αρνητικό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον της), η παλαιστινιακής καταγωγής Λίντα Σαρσούρ έχει φέρει κοντά όλες τις οργανώσεις, και τις εβραϊκές, που εργάζονται για την Ειρήνη και για τα δίκαια της Παλαιστίνης (Jewish Voice for Peace, Jews for Racial and Economic Justice κλπ).

Παίρνοντας το λόγο, επικεντρώθηκε σε δύο πράγματα. Το πρώτο, οι λογικές ανησυχίες πολλών εκ των (ντε φάκτο Δημοκρατικών) συμμετεχόντων, σε σχέση με την πιθανότητα εκλογής του Τραμπ λόγω της στάσης του κινήματος. «Μας λένε ότι μπορεί να φταίμε για την εκλογή του Τραμπ. Όμως, δεν είμαστε εμείς που φταίμε. Είναι η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν. Αν βγει ο Τραμπ, θα φταίει ο Μπάιντεν.. Μας λένε ότι θα γίνει το χειρότερο. Όμως τίποτε δεν είναι χειρότερο από μια γενοκτονία. Τίποτε δεν είναι χειρότερο από αυτό που βλέπουμε στην Παλαιστίνη… Κι οι στόχοι μας παραμένουν δύο: να σταματήσουμε τον πόλεμο και να νικήσουμε τον Τραμπ».

Δεν αρνείται την πολυμορφία του ίδιου του τοπίου των ανθρώπων που βγαίνουν στο δρόμο, μήνες τώρα, σε όλες τις ΗΠΑ, για την Παλαιστίνη. «Υπάρχουν μεταξύ μας και ρεπουμπλικάνοι, είναι πολυδιασπασμένη η μουσουλμανική κοινότητα, αλλά όλους μας ενώνει η Παλαιστίνη». Και, μάλιστα, με ένα τρόπο σημαντικό, που αποτελεί τη «μαγιά» και για άλλα δύο ζητήματα στα οποία συμφωνούν όλοι, θα πει, «Εκτός από την Παλαιστίνη, το μεταναστευτικό ζήτημα και το ζήτημα της παροχής ποιοτικής δημόσιας παιδείας μας ενώνουν. Ας παραμείνουμε σε κοινό μέτωπο για αυτά, από τις νοικοκυρές μέχρι τους ακτιβιστές. Δε θα συμφωνούμε σε όλα. Η ενότητα δεν σημαίνει ομοιομορφία (unity is not uniformity), δεν θα κουραστώ να το λέω».

Κι ύστερα, η μάχη μεταφέρεται στις Πολιτείες. Το “αδέσμευτος” (uncommitted) του Μίσιγκαν πρέπει και θα απλωθεί, αλλά κάθε πολιτεία έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και τοπικούς νόμους περί εκλογικών διαδικασιών, και το κίνημα οφείλει να προσαρμοστεί, από τη Βιρτζίνια ως την Αριζόνα, για να αντιμετωπίσει το πάμπλουτο σιωνιστικό λόμπυ, και κυρίως την Αμερικάνικη Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων του Ισραήλ (American Israel Public Affairs Committee, AIPAC).

Ποιοί, Πόσοι, Που «στέλνουν το μήνυμα»

Μετά την καταμέτρηση των ψήφων στο Μίσιγκαν, ο Τζο Μπάιντεν ήταν ο αναμενόμενος, συντριπτικά νικητής, στις κάλπες του κόμματος των Δημοκρατικών. Με απέναντί του το 13,3% των uncommitted. Από τους οποίους το ένα δέκατο αρκεί για να του στερήσει μία κρίσιμη πολιτεία. To μήνυμα ήταν ξεκάθαρο και, όπως είπε επικεφαλής της εκστρατείας του νυν προέδρου των ΗΠΑ στο δημόσιο ραδιόφωνο των ΗΠΑ “ελήφθη”. Η απόφαση, λίγες μέρες μετά, για τη ρίψη ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα από την ίδια κυβέρνηση που δίνει όπλα στο Ισραήλ, δεν είναι παρά μια προσπάθεια κατευνασμού του πληθυσμού αυτού, των ψηφοφόρων αυτών, όχι μόνο στο Μίσιγκαν, αλλά και σε άλλες αμφιταλαντευόμενες Πολιτείες.

Οι μουσουλμάνοι στις ΗΠΑ είναι ένας διαρκώς αυξανόμενος πληθυσμός, που, πέραν της πολυμορφίας του, έχει και ιδιαίτερη σχέση με τα κινήματα. Από την εποχή των Μαύρων Πανθήρων, που είδαν το Ισλάμ σαν μία ακόμη μορφή αντίστασης και επιστροφής στις ρίζες, μία ακόμη διαχωριστική γραμμή με τον κόσμο του Λευκού Αγγλοσάξονα Προτεστάντη (WASP), που έχτισε η γενοκτονία των Ινδιάνων μέχρι τη σημερινή εποχή, του αγώνα για την Παλαιστίνη με τρόπους που οι ΗΠΑ δεν έχουν ξαναδεί, η παρουσία της μουσουλμανικής κοινότητας στις ΗΠΑ είχε πάντα σχέση με τα κινήματα. Το “σημάδι” των Μαύρων Πανθήρων φαίνεται στο γεγονός ότι ακόμη και σήμερα ο ένας στους πέντε μουσουλμάνους των ΗΠΑ είναι προσήλυτος εκ χριστιανών. Το σημάδι των αμερικάνικων “ατελείωτων πολέμων” φαίνεται στο γεγονός ότι από το 1991 ως το 2012 έλαβαν υπηκοότητα 1,7 εκατομμύρια μουσουλμάνοι.

Αν και δεν υπάρχουν επίσημα κρατικά στοιχεία – η ερώτηση περί θρησκεύματος είναι ταμπού στις ΗΠΑ-, ειδικοί (Pew Research Center) και ακαδημαϊκοί οργανισμοί υπολογίζουν ότι σήμερα οι μουσουλμάνοι των ΗΠΑ είναι κάτι παραπάνω από 1% του πληθυσμού της χώρας, γύρω στα 3,5 εκατομμύρια, εκ των οποίων πάνω από δύο εκατομμύρια είναι ενήλικες, με δικαίωμα ψήφου. Οι περισσότεροι, κάπου 75%, είναι μετανάστες, ή παιδιά μεταναστών πρώτης γενιάς, από χώρες της Ασίας και της Αφρικής με κατ’ εξοχήν μουσουλμανικό πληθυσμό. Έχουν υψηλότερο μέσο όρο γεννήσεων από τον χριστιανικό πληθυσμό και υπολογίζεται ότι το 2030 θα αποτελούν το 2% του πληθυσμού, και με συνεχώς αυξητικές τάσεις. Παράλληλα, είναι η νεανικότερη θρησκευτική ομάδα στις ΗΠΑ, με άνω του 25% στις ηλικίες των 18-24 ετών.

Ο εβραϊκός πληθυσμός των ΗΠΑ σήμερα υπολογίζεται μεγαλύτερος, αλλά οι ίδιες πηγές θεωρούν ότι ως το 2040 οι εβραίοι το θρήσκευμα, που σήμερα αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη θρησκευτική ομάδα στις ΗΠΑ, θα περάσουν στην τρίτη θέση, και οι μουσουλμάνοι θα αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα, ξεπερνώντας τα οκτώ εκατομμύρια. Η πρόκληση της απεύθυνσης σε αυτό τον πληθυσμό, που θα αποτελεί όλο και πιο κρίσιμη εκλογική μάζα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, ειδικά σε κοινωνικά ζητήματα, είναι λογικό, λοιπόν, να απασχολεί και τα δύο κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Μέχρι σήμερα, οι Δημοκρατικοί είχαν το “πάνω χέρι”, προφανώς. Σήμερα όμως αυτό αλλάζει. Και λόγω των συντηρητικών χαρακτηριστικών πολλών μουσουλμανικών ομάδων/ κοινωνιών, και λόγω του Παλαιστινιακού και άλλων ζητημάτων που άπτονται της κατάστασης στις μητέρες πατρίδες.

Οι δύο εκατομμύρια μουσουλμάνοι ψηφοφόροι δεν κατανέμονται ομοιόμορφα σε όλες τις πολιτείες. Το Μίσιγκαν, το Νιού Τζέρσυ, η Βιρτζίνια, η Αριζόνα, η Μινεσότα, η Μασαχουσέτη, η πρωτεύουσα Ουάσιγκτον, έχουν πολύ περισσότερους από το μέσο όρο, σε σημείο καθοριστικό για το εκλογικό αποτέλεσμα σε κάποιες από αυτές, ενώ σε άλλες πολιτείες είναι ελάχιστοι. Οι μουσουλμάνοι των ΗΠΑ είναι, επίσης, 25% αφροαμερικάνοι, 24% λευκοί, 18% ασιάτες της άπω Ανατολής, 18% άραβες, 7% μεικτής προέλευσης και 5% λατίνοι. Τέλος, η οικονομία που στηρίζεται αποκλειστικά σε αυτούς (χαλάλ τρόφιμα, είδη ένδυσης συνδεόμενα με την πίστη τους, ισλαμική τραπεζική) διαρκώς μεγαλώνει.

«Στόχος μας να μπουν στη βουλή όλα τα μέλη της Squad».

«Χαρακτηρίζουν υποστηρικτές της Χαμάς όσους έδιναν χρήματα για να εκλεγεί η Σάμερ Λη, άνθρωποι που παριστάνουν ότι είναι Δημοκρατικοί» Λ. Σαρσούρ

Το δεύτερο, σημαντικό, πρόταγμα του κινήματος στις ΗΠΑ είναι η επανεκλογή όλων των μελών της Squad. Η διαβόητη AIPAC έχει δεσμεύσει 100 εκατομμύρια αφιερωμένα στην μη-εκλογή όσων βουλευτών είναι υπέρ της κατάπαυσης του πυρός. «Ο αγώνας είναι χρήματα εναντίον ψήφων», θα πει η Σαρσούρ. Τρόπος να συγκεντρωθούν 100 εκατομμύρια από το κίνημα δεν υπάρχει, όμως «αν καταφέρουμε το ένα προς πέντε δεν θα τους περάσει. Θα είμαστε ανταγωνιστικοί. Γιατί εμείς έχουμε ακτιβιστές και εθελοντές από τα κάτω, εκείνοι δεν εκπροσωπούν κανέναν από τα κάτω. Ο τρόπος που ξοδεύουμε χρήμα και χρόνο και ο τρόπος που χρησιμοποιούμε τη λαϊκή μας δύναμη θα κρίνουν τα πάντα».

O “Ουλαμός” (squad) είναι η ομάδα των αριστερών βουλευτών/ βουλευτριών του Δημοκρατικού Κόμματος που υποστηρίζουν την Παλαιστίνη και έχουν στοχοποιηθεί από το σιωνιστικό λόμπυ. Την αποτελούν οι: Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ (AOC) της Νέας Υόρκης, Ιλχαν Ομάρ της Μινεσότα, Ρασίντα Τλαϊμπ του Μίσιγκαν (η μόνη Παλαιστινιακής καταγωγής), Αϋάννα Πρέσλυ της Μασαχουσέτης, Σάμερ Λη της Πενσυλβανίας, Κόρι Μπους του Μισούρι, Τζαμάαλ Μπόουμαν της Νέας Υόρκης και Γκρεγκ Σίζαρ του Τέξας. Οι τέσσερις πρώτες αποτελούν τον αρχικό “ουλαμό”, χαρακτηρισμό που έδωσε η ίδια η AOC μετά τις εκλογές του 2018 στην ομάδα, η οποία όλο και μεγαλώνει σε αριθμό μελών, παραμένοντας παράλληλα η πιο νεανική και μάχιμη ομάδα μες στο αμερικάνικο κοινοβούλιο. Όλα τα μέλη της Squad είναι έγχρωμα και, το σημαντικότερο, αυτό για το οποίο και στοχοποιούνται από το σιωνιστικό λόμπυ, όχι μόνο στηρίζουν το αίτημα για Ελεύθερη Παλαιστίνη χρόνια τώρα, αλλά δεν ψήφισαν και την καταδίκη της Χαμάς στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Η AIPAC κάνει τεράστιες δωρεές σε όσους, μέλη ή υποψήφιους του Κογκρέσου, είναι υπάκουοι στα ισραηλινά συμφέροντα, και πληρώνει ταξίδια πολυτελείας για όλους τους πιστούς της στο Ισραήλ, μέσω της θυγατρικής της, του Αμερικανικού Ισραηλινού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος. Και, ανταμείβει πλουσιοπάροχα τους υποστηρικτές του Ισραήλ: με την ψήφιση, το Νοέμβρη που μας πέρασε, της παροχής στρατιωτικής βοήθειας 14 δις στο Ισραήλ, οι χορηγίες της AIPAC προς τον Μάικ Τζόνσον, τον ρεπουμπλικάνο πρόεδρο της βουλής, έφτασαν τις 95.000 δολάρια. Αυτή τη στιγμή, τεράστια ποσά της Επιτροπής πηγαίνουν στους πιο ακραίους ρεπουμπλικάνους – ακραιφνείς υποστηρικτές του Ισραήλ- για την επανεκλογή τους, αλλά και κατά της επανεκλογής όσων φωνών – εκ των Δημοκρατικών- ενοχλούν.

Μόνο για την μη-εκλογή των μελών της Squad θα διατεθούν από το σιωνιστικό λόμπυ πάνω από 100 εκατομμύρια δολάρια τη χρονιά που διανύουμε, χρονιά εκλογών. O εναντίον τους πόλεμος των εκατομμυρίων  κηρύχθηκε από την Αμερικάνικη Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων του Ισραήλ (AIPAC), είναι ακριβώς για αυτό το λόγο. Όπως εκπρόσωπος της Επιτροπής αυτής είχε πει στην AOC, όταν προσφέρθηκαν να τη βοηθήσουν και να την ..επιμορφώσουν επί του μεσανατολικού, “αν δεν δεχθείς εσύ τα χρήματα, θα πάνε στους αντιπάλους σου”.  Η AIPAC, που εξαιρείται και του νόμου για τους λομπίστες, που για όλες τις άλλες χώρες θεωρούνται παράγοντες που υπηρετούν ξένα συμφέροντα, είναι μηχανή δισεκατομμυρίων, και έχει στοχοποιήσει – έχει ενδιαφέρον – ειδικά τις γυναίκες του Ουλαμού.

Κι όμως, τις θέσεις της Squad για την κατάπαυση του πυρός μόνον ακραίες δεν τις λες. Αντιθέτως, βάσει των πρόσφατων δημοσκοπήσεων, εκπροσωπούν άνω του 65% του συνόλου των πολιτών των ΗΠΑ και άνω του 80% των ψηφοφόρων των Δημοκρατικών.

Δεν φαίνεται να έχει σημασία αυτό για την κυβέρνηση Μπάιντεν, που έχει δώσει το εν λευκώ, μαζί με τα όπλα, στην ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου. Χρήμα εναντίον ψήφων, είπαμε. Μεγαλύτερη σημασία έχει η συνεχιζόμενη αποστολή όπλων και η ροή χρήματος από την AIPAC, και προς τους υποστηρικτές του Ισραήλ εντός των Δημοκρατικών που μοιράζονται την πίτα της εξουσίας. Η πιθανότητα αυτό να του κοστίσει την επανεκλογή του, που διαρκώς μεγαλώνει, είναι γνωστή στους ανθρώπους του, ο κίνδυνος είναι ορατός, αλλά το ζεστό χρήμα και η υποστήριξη της σιωνιστικής ελίτ φαίνεται πως κρίνονται σημαντικότερα.

Η εκστρατεία των ανθρώπων που στηρίζουν τον Ουλαμό, για την επανεκλογή των μελών του, προσβλέπει στην κινητοποίηση του απλού πληθυσμού, την αύξηση των εθελοντών και των ακτιβιστών, μαζί με τη συγκέντρωση 20 εκατομμυρίων δολαρίων, το «ποσοστό 1:5» της Λίντας Σαρσούρ.

Πιθανώς δεν το γνωρίζει, λόγω ηλικίας, όμως το five to 1, 5:1, είναι τραγούδι των Doors, στο οποίο αυτή η αναλογία είναι αναλογία νίκης:

Οι γέροι γερνάνε,

οι νέοι δυναμώνουμε,

σύντομα ή όχι,

πάντως ζυγώνουμε,

Είναι οπλισμένοι,

και ισχυρότεροι,

μα θα νικήσουμε,

ως περισσότεροι!

Εμπρός!

The old get old

And the young get stronger

May take a week

And it may take longer

They got the guns

Well, but we got the numbers

Gonna win, yeah

We’re takin’ over

Come on!