Στο πόρισμά της η υποεπιτροπή εκφράζει σημαντικές ανησυχίες για πολύ σοβαρές απειλές κατά του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων σημειώνοντας ότι οι έλεγχοι είναι ουσιώδεις για μια ισχυρή δημοκρατία αλλά έχουν δεχθεί ισχυρές πιέσεις στην Ελλάδα.

Σε ό,τι αφορά το σκάνδαλο των υποκλοπών καταγγέλλει την παραβίαση απορρήτου δημοσιογράφων και τον εκφοβισμό αξιωματούχων ανεξάρτητων δημόσιων φορέων όπως η Αρχή Προστασίας Δεδομένων και η Αρχή για την Ασφάλεια και το Απόρρητο των Επικοινωνιών.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα των ευρωβουλευτών, η Εθνική Υπηρεσία Διαφάνειας, η οποία πρέπει να διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στον έλεγχο των δημοσίων αρχών, δεν φαίνεται να είναι αποτελεσματική ενώ έχουν εκφραστεί ανησυχίες σχετικά με την ανεξαρτησία της.

Επίσης, σοβαρή ανησυχία συνεχιζόμενη παρενόχληση της εισαγγελέως κατά της διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, που έπεσε θύμα συκοφαντίας αλλά αθωώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Η υποεπιτροπή εκφράζει την έκπληξή ης για το γεγονός ότι σχεδόν δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, δεν υπάρχει ακόμη ορατή πρόοδος στην αστυνομική έρευνα με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια ανατριχιαστική επίδραση για άλλους δημοσιογράφους. Η LIBE καλεί τις αρχές να ζητήσουν βοήθεια από την Europol, γιατί η υπόθεση πρέπει να διερευνηθεί χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση.

Παράλληλα, ανησυχεί ιδιαίτερα για το γεγονός ότι πολλοί δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν σωματικές απειλές, λεκτικές επιθέσεις, ακόμα και από υψηλόβαθμους πολιτικούς και υπουργούς, παραβίαση του απορρήτου τους με spyware ή αγωγές SLAPPs (Στρατηγικές αγωγές κατά της συμμετοχής του κοινού).

Ευρύτερα, ο πλουραλισμός των ΜΜΕ ενημέρωσης απειλείται καθώς ένας μικρός αριθμός ολιγαρχών έχει μοιραστεί την ιδιοκτησία των Μέσων στη χώρα με αποτέλεσμα τη ανεπαρκέστατη αναφορά για ορισμένα θέματα, όπως το ατύχημα του τρένου στα Τέμπη.

Ανησυχία και για την υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση, τον περιορισμό των εξουσιών, τις αδιαφανείς διαδικασίες διορισμών και την παρενόχληση και τον εκφοβισμό αξιωματούχων ανεξάρτητων δημόσιων φορέων όπως ο Διαμεσολαβητής,

Η διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών, σε συνδυασμό με αμφιβολίες για την ακεραιότητα τμημάτων της αστυνομίας και συγκρούσεις συμφερόντων, οδηγεί σε μια κουλτούρα ατιμωρησίας όπου μπορεί να ευδοκιμήσει η διαφθορά. Η LIΒΕ καλεί την κυβέρνηση και τις αρχές να επιλύσουν αυτά τα ζητήματα κατά προτεραιότητα και να εφαρμόσουν πλήρως όλες τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η υποεπιτροπή ανησυχεί σοβαρά για τη μεταχείριση των μεταναστών στα σύνορα και στο εσωτερικό της χώρας μας λόγω των αναφορών για συστηματικές απωθήσεις, βία, αυθαίρετη κράτηση και κλοπή των υπαρχόντων τους.

Προτρέπει την κυβέρνηση να άρει αμέσως τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε ΜΚΟ και δημοσιογράφους του προσφυγικού και ζητεί να υποστηριχθούν και να ενισχυθούν όλες οι πρωτοβουλίες που συμβάλλουν σε μεγαλύτερη διαφάνεια σε αυτά τα θέματα, όπως ο μηχανισμός υποβολής εκθέσεων από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Tι αναφέρει το draft

Το draft της έκθεση που δημοσιεύεται αφορά τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από τις 6 έως τις 8 Μαρτίου 2023, όταν και η Επιτροπή βρέθηκε στην ελληνική πρωτεύουσα.

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση: «Η αντιπροσωπεία αντάλλαξε απόψεις κυρίως με εκπροσώπους οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών που αφορούν στα ακόλουθα θέματα:

– την ανάγκη ενίσχυσης της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική εξουσία, παράδειγμα η επιστολή που απηύθυνε ο Πρωθυπουργός στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σχετικά με την εξέταση της υπόθεσης του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη· η πρόσφατη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ως προς τις αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ.

– η υπερβολική διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών θεωρείται επίσης ιδιαίτερα προβληματική καθώς η πολύ αργή εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών δικαιοδοσιών· Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε η μη ορθή συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ, ιδίως όσον αφορά τις εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες. σημειώθηκε ότι η αργή και αναποτελεσματική δικαιοσύνη οδηγεί σε μια κουλτούρα ατιμωρησίας.

– το γεγονός ότι οι μηχανισμοί ελέγχου αντιμετωπίζουν αυξανόμενες δυσκολίες·

– την ανάγκη σεβασμού και ενίσχυσης της ανεξαρτησίας ορισμένων εθνικών αρχών εποπτείας: αν και η ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, της ΑΠΔ και του Συνηγόρου του Πολίτη στηρίζεται σταθερά στο Σύνταγμα και το νόμο, τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο, από (προτεινόμενες) νομοθετικές αλλαγές που περιορίζουν τις εξουσίες και το πεδίο εφαρμογής τους, με ανεπαρκή μέσα και από προσπάθειες να κατακτηθούν οι θεσμοί μειώνοντας την ηγεσία. Όσον αφορά την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, εκφράστηκαν ανησυχίες σχετικά με τον διορισμό του επικεφαλής της αρχής· ο σημερινός επικεφαλής ηγείται προσωρινά από το καλοκαίρι του 2022, η αδύναμη έρευνα της Intellexa και 200 ​​καταγγελίες για απωθήσεις, καθώς και η άρνηση της ΝΤΑ να μεσολαβήσει στη λεγόμενη υπόθεση «λίστα Πέτσα», και η απροθυμία να μοιραστούν πληροφορίες, έριξαν σκιές στην ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητά της.

– ανησυχίες που εκφράστηκαν σχετικά με τη μεταφορά της οδηγίας της ΕΕ για τους καταγγέλλοντες ως εθνική νομοθεσία θεωρήθηκε ως μη αρκετά φιλόδοξη.

– όσον αφορά τη χρηματοδότηση των κομμάτων, εκφράστηκαν ανησυχίες για τις πρόσφατες τροπολογίες στη νομοθεσία ως προς τη δημοσιοποίηση περιουσιακών στοιχείων και τη μείωση της περιόδου δημοσίευσης των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης από 7 έτη στα 3 έτη, το γεγονός ότι δεν παρέχει κανένα περισσότερα για την υποχρεωτική δήλωση μετρητών άνω των 30.000 ευρώ και τιμαλφών άνω των 40.000 ευρώ και δεν προβλέπει υποχρέωση άρσης του τραπεζικού απορρήτου για την ολοκλήρωση των ελέγχων· η εντύπωση ότι οι σχετικές συστάσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου δεν έχουν μέχρι στιγμής εφαρμοστεί σωστά

– η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και η πολιτική πίεση, η ανεπαρκής αναφορά σε ορισμένα θέματα, όπως αποδείχτηκε από κοινή δήλωση διάφορων δημοσιογραφικών ενώσεων μετά το ατύχημα του τρένου, το γεγονός ότι δεν υπάρχει πρόοδος στην έρευνα από την τραγική δολοφονία του δημοσιογράφου Καραϊβάζ, το σκάνδαλο Predator και οι περιπτώσεις παρακολούθησης δημοσιογράφων, οι διώξεις κατά δημοσιογράφων· τη χρηματοδότηση μέσω ενημέρωσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid, όπου αργότερα βρέθηκαν πολυάριθμοι δικαιούχοι να είναι ανύπαρκτοι ή να λειτουργούν ψεύτικες ιστοσελίδες και μέσα που φέρονται να συνδέονται με την αντιπολίτευση έλαβαν μόλις περίπου το 1% των χρημάτων που μοιράστηκαν, όπως φαίνεται από τη λεγόμενη «Λίστα Πέτσα»

– το γεγονός ότι οποιαδήποτε κοινοβουλευτική έρευνα θα είναι αναποτελεσματική εάν δεν είναι διακομματική ευθύνη. Δόθηκαν παραδείγματα όπου μάρτυρες της αντιπολίτευσης δεν ακούστηκαν σε συγκεκριμένη έρευνα (π.χ. σκάνδαλ παρακολούθησης)

– η πρακτική της νομοθεσίας Omnibus που επιτρέπει γρήγορες αλλαγές στη νομοθεσία, χωρίς μια σωστή δημόσια διαβούλευση, τον τελευταίο καιρό έχουν δρομολογηθεί πολυάριθμα νομοσχέδια omnibus και ένα από τα μείζονα ζητήματα είναι οι τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, οι οποίες δεν επιτρέπουν διαβούλευση ή δημόσιο έλεγχο·

– η αυθαίρετη και δυσανάλογη χρήση βίας από τις δυνάμεις ασφαλείας, ιδίως τις αστυνομικές δυνάμεις

– την ένταξη των ευάλωτων ομάδων και τα επαναλαμβανόμενα προβλήματα που συνδέονται με τη συνθήκη της Ρώμης για τις διακρίσεις. Αναφέρθηκαν επίσης οι περιπτώσεις χαρακτηρισμού αρκετών Ρομά. Σε γενικά πλαίσια η απουσία κουλτούρας ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν έχει εφαρμόσει ακόμη τη Νομοθεσία της ΕΕ για τη ρητορική μίσους και τη νομολογία του ΣτΕ για την προστασία των μειονοτήτων. Συγκεκριμένες ενώσεις εθνικών μειονοτήτων απαγορεύονται.

– Η κατάσταση των μεταναστών, οι υποτιθέμενες απωθήσεις και ο μη σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών· οι αναφερόμενες ανησυχητικές πρακτικές όσον αφορά τις συστηματικές κακομεταχειρίσεις και κακοποιήσεις στα νησιά και στην ηπειρωτική χώρα, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής και σεξουαλικής βίας και την παράνομη κατάσχεση των υπηκόων τρίτων χωρών· η ποινικοποίηση των ΜΚΟ που παρέχουν υποστήριξη και συγκεκριμένα παραδείγματα που αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες· ελλείψεις στην αποτελεσματικότητα των ερευνών και στο δικαστικό σύστημα όπως η διάρκεια των διαδικασιών (συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής δικαιοσύνης), η έλλειψη ερμηνείας ή ο τρόπος που συλλέγονται αποδεικτικά στοιχεία. Μια διακεκριμένη διεθνής ΜΚΟ έχει υποβάλει 200 ​​καταγγελίες στο NTA σχετικά με τις απωθήσεις, αλλά ούτε η ΜΚΟ ούτε τα θύματα έχουν προσκληθεί να καταθέσουν. Ένα θετικό βήμα ήταν ο διορισμός ενός Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στο Υπουργείο Μετανάστευσης, ωστόσο η εντολή δεν καλύπτει τις απωθήσεις.

– ανησυχίες σχετικά με τις εκτεταμένες απαιτήσεις εγγραφής για τις ΜΚΟ, συμπεριλαμβανομένου του συνόλου του προσωπικού και τον αντίκτυπο της μη εγγραφής, όπως η απαγόρευση εισόδου σε προσφυγικούς καταυλισμούς, Έχοντας απορρίψει συναντήσεις με τις αρχές, δεν υπάρχει δυνατότητα ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού· οι δυσκολίες που συνδέονται με τις απαιτήσεις αυτής της διαδικασίας εγγραφής οι οποίες είναι δυσκίνητες καθώς και η άρνηση εφαρμογής της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι στις ΜΚΟ».

Σε άλλο σημείο της έκθεσης, το οποία αφορά σε συμπεράσματα έπειτα από συνάντηση με δημοσιογράφους, αναφέρεται: «Η ομάδα δημοσιογράφων που συναντήθηκε με την αντιπροσωπεία τόνισε τη συνολική ατμόσφαιρα στην οποία βρίσκονται και εργάζονται με συνεχείς επιθέσεις και πιέσεις, τα θέματα που αφορούν τον πλουραλισμό των ΜΜΕ και το γεγονός ότι ως επακόλουθο οι άνθρωποι δεν ενημερώνονται σωστά από τα λεγόμενα «παραδοσιακά μέσα» για θέματα σημαντικά για τη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος πλαισίου του σιδηροδρομικού ατυχήματος, όπως αναγνωρίζεται σε κοινή δήλωση αρκετών δημοσιογραφικών ενώσεων μετά τη σύγκρουση και παραδέχθηκαν ότι υπήρξε σοβαρή υποαναφορά γνωστών ανησυχιών σχετικά με την ασφάλεια του συστήματος. Υπογράμμισαν ότι η αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης μπορεί πλέον να αξιολογηθεί και με τον τρόπο που αυτό το πρόσφατο τραγικό γεγονός και θέματα λογοδοσίας παρουσιάζονται στον Τύπο

Άλλα θέματα που αναφέρθηκαν στη συζήτηση ήταν μεταξύ άλλων:

– ότι οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν απειλές και προσωπικές επιθέσεις, μεταξύ άλλων από υψηλόβαθμους πολιτικούς και μέλη της κυβέρνησης, κατηγορούμενοι ότι εκθέτουν τη χώρα και κάνουν προπαγάνδα ενάντια στους δικούς τους, η ψηφιακή και φυσική επιτήρηση, που χαρακτηρίζεται ως είδος “εκφοβισμού”, η ερευνητική δημοσιογραφία δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου στη χώρα εκτός από λίγες εξαιρέσεις.

– ότι σημαντικό μέρος των μέσων ενημέρωσης βρίσκεται στα χέρια ολιγαρχών, με κίνδυνο παρέμβασης στη δραστηριότητά τους και ότι γενικά υπάρχουν ζητήματα σχετικά με τη διαφάνεια της ιδιοκτησίας και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης· αναφέρθηκε η χρηματοδότηση, χωρίς διαφάνεια, των ΜΜΕ, εκστρατείες στο πλαίσιο της πανδημίας ορισμένων φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ και η δημιουργία νέων δομών μέσων ενημέρωσης που συνδέονται με ορισμένους Υπουργούς ή/και μέλη των οικογενειών τους· σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρθηκε ότι ένας τηλεοπτικός σταθμός λειτουργεί χωρίς την απαραίτητη άδεια; επίσης υποστηρίχθηκε ότι υπάρχει πολιτική εμπλοκή στη διαδικασία διορισμών, δίνοντας ως παράδειγμα την ηγεσία του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, όπου ο διορισμός έγινε λαμβάνοντας υπόψη πόσο ευνοϊκή θα ήταν για την κυβέρνηση η νέα ηγεσία. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη κάποια αισιοδοξία για τα μέσα ενημέρωσης, ιδίως για μικρά μέσα, με σταθερό βαθμό ανεξαρτησίας·

– σε ό,τι αφορά το ατύχημα του τρένου στα Τέμπη, σημειώθηκε ότι εργάτες του Σωματείου και μικρά ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης έχουν εκδώσει προειδοποιήσεις και αναφορές σχετικά με τη δυσλειτουργία των συστημάτων ασφαλείας για πολλά χρόνια. Παρά τα πρόστιμα της ΕΕ και τα ατυχήματα μικρότερου βαθμού, το ατύχημα στα Τέμπη δεν αποφεύχθηκε. Επίσης, κανένα από αυτά τα σοβαρά ελλείμματα δεν έχουν προβληθεί επαρκώς στα κύρια μέσα ενημέρωσης. Περιγράφηκε παντελής έλλειψη λογοδοσίας των υπευθύνων· μια πιθανή σύγκρουση συμφερόντων του Υπουργού Επικρατείας και Μεταφορών-Υποδομών, Γιώργου Γεραπετρίτη λόγω των στενών οικογενειακών δεσμών του με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Τέρνα Α.Ε., μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής και διαχείρισης υποδομών στη χώρα.

– μια γενική ανησυχία για τον τρόπο με τον οποίο η αστυνομία ασκεί την εξουσία της. Αναφέρθηκε ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών προστατεύονται και ως εκ τούτου οι εισαγγελείς δεν μπορούν να ασκήσουν το καθήκον τους
σωστά (π.χ. υπόθεση Predator). Γενικά επισημάνθηκε ότι υπάρχει θέμα με την αστυνομική βαρβαρότητα π.χ. κατά τη διάρκεια δημόσιων συνελεύσεων, επίσης προς τους δημοσιογράφους· τον άλλο τρόπο λειτουργούν ιδρύματα, όπως το NTA, και ο βαθμός ανεξαρτησίας τους από τα στελέχη.

– στο σκάνδαλο spyware, η αίσθηση ήταν ότι τα θεσμικά όργανα απέτυχαν με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να χάνουν την εμπιστοσύνη τους· το γεγονός ότι τα άτομα που υπόκεινται σε υποκλοπές το έμαθαν μόνο όταν το θέμα αποκαλύφθηκε στον Τύπο αναφέρθηκε επίσης ως ανησυχία

– μετά από ερωτήσεις για τα SLAPPs, υπογραμμίστηκε ότι θα βοηθούσε να υπάρχει οικονομική υποστήριξη και να θεσπιστεί νομοθεσία για την απόρριψη αυτού του τύπου υποθέσεων· σημειώθηκε ότι π.χ. για συνεταιριστική εφημερίδα, τα SLAPP, σε συνδυασμό με τη διαβόητα αργή ελληνική δικαιοσύνη, μπορεί να τους εκδιώξει από τη δουλειά, καθώς χρειάζονται πολλοί οικονομικοί πόροι για να μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε·

– για όσους καλύπτουν το προσφυγικό: η εργασία είναι σχεδόν αδύνατη, νιώθουν παρενοχλήσεις
από την αστυνομία, και υπό απειλή, ενώ ορισμένες περιοχές είναι αδύνατο να προσεγγιστούν για να εκτιμηθεί η κατάσταση των προσφύγων· τέθηκε ένα ερώτημα σχετικά με το γιατί αναβάλλονται τα μέτρα κατά των επαναπροωθήσεων σε επίπεδο ΕΕ».

Στην έκθεση αναφέρονται επίσης τα συμπεράσματα από τη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Αρχής Προστασίας Δεδομένων, Κωνσταντίνο Μενουδάκο και με τον Πρόεδρο, Χρήστο Ράμμο και εκπροσώπους της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση: «Οι Πρόεδροι των δύο αρχών παρείχαν επισκόπηση των αρμοδιοτήτων τους στις αντίστοιχες αρχές, τις δραστηριότητές τους, τους περιορισμένους πόρους, τον μεγάλο αριθμό καταγγελιών πρέπει να αντιμετωπίζουν ως αρχές και έθεσαν πολλά ζητήματα που συνδέονται με τα όριά τους, τις αρμοδιότητες και τις αναγκαίες νομοθετικές τροποποιήσεις.

Στη συνάντηση σημειώθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής:

– ο μεγάλος αριθμός καταγγελιών που συνδέονται με το σκάνδαλο Predator και το λογισμικό υποκλοπής. Η γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εξέδωσε τον Ιανουάριο σύμφωνα με την οποία η ΑΔΑΕ δεν μπορούσε να προχωρήσει σε ελέγχους με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και την απειλή εγκληματικότητας. Η ΑΔΑΕ εξέδωσε δημόσια ανακοίνωση θεωρώντας ότι η αρχή έχει αρμοδιότητα διεξαγωγής αυτών των ελέγχων, καθώς αποτελεί ανεξάρτητη αρχή από το σύνταγμα και τόνισε ότι θα συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους σε πλήρη έκταση·

– για τις υποκλοπές, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, όλοι οι επικεφαλής των πολιτικών κομμάτων αλλά και οι Πρόεδροι της Βουλής ενημερώθηκαν σχετικά. Όσον αφορά το σκάνδαλο Predator, οι δικαστικές αρχές που εργάστηκαν για την εγκληματική πλευρά ενημερώθηκαν για όλα τα ευρήματα.

– όσον αφορά την ΑΠΔ: έως το 2019 η εθνική ασφάλεια περιλαμβανόταν στο πεδίο των εργασιών της, αλλά έχει αφαιρεθεί μέσω νομοθετικής αλλαγής. Όσον αφορά την προστασία δεδομένων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, μια ανεξάρτητη αρχή θα πρέπει να μπορεί να εξετάζει προσωπικά ζητήματα, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων από την εθνική υπηρεσία πληροφοριών και να έχουν τα απαραίτητα μέσα· την προσπάθεια ορισμού της εθνικής ασφάλειας και άρσης του προηγούμενου συνόλου. Η απαγόρευση στην τροποποιημένη νομοθεσία θεωρήθηκε θετική εξέλιξη.

– ως θετικό στοιχείο αναφέρθηκε επίσης η αλλαγή της νομοθεσίας για την επανεισαγωγή δύο εισαγγελέων επί των αιτημάτων άρσης του απορρήτου επικοινωνίας, όπως αυτές οι αποφάσεις πρέπει να είναι αιτιολογημένες αποφάσεις που δεν θα λαμβάνονται από ένα μόνο άτομο· Σημείωσαν επίσης ότι ο νόμος δεν καθιστά σαφές ότι τρίτα μέρη πρέπει επίσης να προβλέπουν πληροφορίες και ζήτησαν αυτή την προσθήκη στο νόμο.

– η ανεπάρκεια των πόρων, ιδίως των ειδικευμένων υπαλλήλων και των δημοσιονομικών μέσων, υπογραμμίστηκε επανειλημμένα, ως πολύ σοβαρό εμπόδιο για την πλήρη άσκηση των καθηκόντων του, επίσης δεδομένου του ευρέος φάσματος που καλύπτει η ΑΔΑΕ, από την εθνική θέση μέχρι τις υπηρεσίες πληροφοριών υπηρεσίες σε παρόχους τηλεπικοινωνιών κ.λπ. ανησυχούν για τις διαδικασίες και την ικανότητα, καθώς λαμβάνονται συνεχείς και πολυάριθμες καταγγελίες· όσον αφορά την ΑΠΔ, σημειώθηκε στις Ερωτήσεις και Απαντήσεις ότι η ανεπαρκής κατανομή των μέσων θα συνιστούσε παραβίαση του GDPR·».

Αναλυτικά το draft του τελικού πορίσματος: FINALmissionreportGreece_EN