της Annalisa Camilli για το Poltiical Critique
Το 2015, όταν δύο Κινέζες χτύπησαν την πόρτα των γραφείων της A Buon Diritto, μιας οργάνωσης για τις πολιτικές ελευθερίες στη Ρώμη, το προσωπικό και οι δικηγόροι του οργανισμού βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα πρόβλημα που δεν είχαν συναντήσει ποτέ πριν: την επικοινωνία στη μανδαρινική γλώσσα.
Το νομικό γραφείο, που δραστηριοποιείται στην ιταλική πρωτεύουσα από το 2010, παρέχει συμβουλές σε εκατοντάδες μετανάστες και αιτούντες άσυλο απ’ όλο τον κόσμο, χρησιμοποιώντας πολλούς εθελοντές, δικηγόρους και άλλους διαμεσολαβητές, οι οποίοι εκείνη την ημέρα δεν ήξεραν πώς να βοηθήσουν. Αφού περίμεναν στην αναμονή, οι δύο γυναίκες, έχοντας επίγνωση των γλωσσικών δυσκολιών, έβγαλαν νευρικά ένα κινητό τηλέφωνο και πρότειναν να χρησιμοποιήσουν τον μεταφραστή της Google για να εξηγήσουν τον λόγο της επίσκεψής τους.
Για εμάς ήταν η πρώτη φορά που άνθρωποι κινεζικής καταγωγής μας ζητούσαν βοήθεια για την αίτησή τους για άσυλο.
Όντας περίεργοι με το αίτημα, το προσωπικό της A Buon Diritto αποφάσισε να επιχειρήσει μια συνομιλία με τη διαμεσολάβηση της εφαρμογής του τηλεφώνου, με την υπόσχεση να δοκιμάσουν αργότερα με έναν κατάλληλο διερμηνέα για να βοηθήσει στην επικοινωνία. «Ζητάμε ένα θρησκευτικό τρελοκομείο», εμφανίστηκε στην οθόνη του τηλεφώνου που έδειξε μία από τις γυναίκες, αφού έγραψε μια φράση στη γλώσσα της.
«Μας πήρε λίγο χρόνο για να αποκρυπτογραφήσουμε αυτό που έλεγαν», εξηγεί ένα μέλος της A Buon Diritto. «Τέλος, καταλάβαμε ότι η Google είχε μετατρέψει τη λέξη “asilo” [άσυλο] σε “manicomio”[ψυχιατρικό άσυλο] εξαιτίας μιας παράξενης αναδιατύπωσης μέσω των αγγλικών. Μας έκανε να γελάσουμε γιατί το “manicomio” είναι μια λέξη που δεν χρησιμοποιούμε σχεδόν ποτέ πια στα ιταλικά. Για εμάς ήταν η πρώτη φορά που άνθρωποι κινέζικης καταγωγής μας ζητούσαν βοήθεια για την αίτησή τους για άσυλο».
Παράνομες λατρείες
Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), το φαινόμενο των Κινέζων αιτούντων άσυλο στην Ιταλία είναι νέο και σημαντικό: από το 2010 έως το 2015 ο αριθμός πενταπλασιάστηκε. Τα στοιχεία της ιταλικής κυβέρνησης περιγράφουν ένα παρόμοιο φαινόμενο: τα τελευταία δύο χρόνια ο αριθμός των Κινέζων αιτούντων άσυλο αυξήθηκε κατά 400%. «Σε απόλυτους αριθμούς, το πλήθος των Κινέζων αιτούντων άσυλο είναι χαμηλό σε σύγκριση με άλλες εθνικότητες, αλλά η αύξηση είναι αξιοσημείωτη», εξηγεί η Α Buon Diritto.
«Πριν από τον Ιούλιο του 2015 ήμασταν εντελώς ανίδεοι για το φαινόμενο των Κινέζων αιτούντων άσυλο και αυτό που πραγματικά μας εξέπληξε ήταν το θρησκευτικό κίνητρο».
Οι δύο γυναίκες ανήκαν σε μια θρησκευτική αίρεση στην Κίνα και διέφυγαν από τη χώρα λόγω διώξεων από την κυβέρνηση του Πεκίνου. Ζούσαν σε ένα νοικιασμένο σπίτι στην Τορπινιατάρα, στα προάστια της Ρώμης, μαζί με άλλους Κινέζους. Είχαν εγκαταλείψει τις οικογένειές τους και ήταν πολύ φοβισμένες. Δεν ήθελαν να συμπεριλάβουν άλλους στο αίτημα ασύλου, ούτε ως μεσολαβητές ούτε ως μεταφραστές, σε περίπτωση που κάποιος τις ανέφερε στις αρχές του Πεκίνου.
Όλες τους δήλωσαν ότι εγκατέλειψαν τη χώρα λόγω θρησκευτικών διώξεων.
Μετά τις δύο πρώτες υποθέσεις, από τον Σεπτέμβριο του 2015, πολλοί άνθρωποι άρχισαν να φτάνουν στο γραφείο της Ρώμης με το ίδιο πρόβλημα. «Τελικά δεχτήκαμε περίπου 70 άτομα, κυρίως γυναίκες ηλικίας 20-40 ετών, και μόνο έναν άνδρα. Όλες τους δήλωσαν ότι εγκατέλειψαν τη χώρα λόγω θρησκευτικών διώξεων και ζήτησαν βοήθεια για να υποβάλλουν τα αιτήματά τους για άσυλο ή να ασκήσουν έφεση ενάντια στα απορριφθέντα αιτήματα ασύλου».
Σύμφωνα με την A Buon Diritto, η οποία μόλις δημοσίευσε μια έκθεση σχετικά μ’ αυτό το φαινόμενο, όλες οι περιπτώσεις παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά: «φτάνουν στην Ιταλία με αεροπλάνο με τον τυπικό τρόπο, με διαβατήριο και τουριστική βίζα. Ποτέ δεν υπήρξαν παράνομα ταξίδια για την άφιξή τους στην Ευρώπη. Η πλειοψηφία ζει στη Ρώμη ή στο Μιλάνο. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι γυναίκες έχουν πληρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να αποκτήσουν την τουριστική βίζα από ειδικά πρακτορεία. Μερικές έχουν πληρώσει μέχρι και δέκα χιλιάδες ευρώ. Όλες περιγράφουν την ανάγκη τους να ξεφύγουν από τη χώρα για θρησκευτικούς λόγους, γιατί ανήκουν σε ένα από τα παράνομα θρησκευτικά κινήματα στην Κίνα, μία από τις δεκατέσσερις «διαβολικές λατρείες».
Μεταξύ των πιο διαβόητων είναι η αίρεση ο Παντοδύναμος Θεός, που ιδρύθηκε το 1989 από τον Ζάο Γουεϊσάν. Σύμφωνα με αρκετές πηγές, είναι μια αίρεση εχθρική απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, για το οποίο οι υποστηρικτές της έχουν δώσει το παρατσούκλι «Μεγάλος Κόκκινος Δράκος». Μετά το 2014, όταν μερικά μέλη της εκκλησίας διοργάνωσαν μια βίαιη επίθεση σε ένα ταχυφαγείο στο Σαντόνγκ, ακολούθησε ένα κύμα συλλήψεων: μέσα σε δύο χρόνια συνελήφθησαν 1500 άνθρωποι ως ύποπτοι για τη λατρεία τους σε αυτήν τη θρησκεία.
«Η θρησκευτική ελευθερία διασφαλίζεται από το κινεζικό σύνταγμα, αλλά οι αιρέσεις που αποκλίνουν από τις επίσημες θρησκείες διώκονται», λέει η A Buon Diritto. «Αυτές οι γυναίκες παρακολουθούνται από την αστυνομία όταν συγκεντρώνονται για να προσευχηθούν σε μικρές ομάδες, φυλακίζονται και, ανάλογα με την τάξη τους, υφίστανται βία. Κάποιες έχουν περιγράψει τρομερά βασανιστήρια». Αυτό το είδος του κινήματος έχει πολύ έντονο το στοιχείο της προσευχής- στις πλατείες, στους δρόμους, στα πανεπιστήμια- και έτσι είναι ιδιαίτερα εύκολο για την αστυνομία να εντοπίσει τους πιστούς και να τους συλλάβει.
Πολλές από αυτές έχουν αφήσει παιδιά στο σπίτι και υποφέρουν πολύ.
Όταν αποφασίζουν να διαφύγουν, οι πιστοί δεν ενημερώνουν την οικογένεια και τους φίλους τους επειδή φοβούνται ότι θα τους εμπλέξουν και θα τους βλάψουν. Πολύ συχνά έχουν βρεθεί στη φυλακή και έχουν αρνηθεί να μετανοήσουν, σε αντίθεση με τη βούληση της κινεζικής κυβέρνησης. «Μία γυναίκα μας είπε ότι είχε αφήσει πίσω έναν γιο 13 χρονών και ότι είχε φύγει χωρίς καν να τον τηλεφωνήσει από φόβο μήπως τον θέσει σε κίνδυνο», λέει η Α Buon Diritto. Πολλές από αυτές έχουν αφήσει παιδιά στο σπίτι και υποφέρουν πολύ.
Φτάνουν στην Ιταλία χωρίς φίλους και επαφές και πριν ζητήσουν άσυλο ζουν σε ενοικιαζόμενους κοιτώνες για 10 έως 15 ευρώ την ημέρα και εργάζονται ως βοηθοί στα κινεζικά καταστήματα ή ως καθαρίστριες. «Στην Ιταλία, ειδικά στη Ρώμη, οι γυναίκες συναντιούνται και συνεχίζουν να προσεύχονται μαζί, μερικές από αυτές έρχονται κοντά στην Βαλδένσια Εκκλησία». Το 2015 το Μιλάνο σημείωσε επίσης αύξηση των Κινέζων αιτούντων άσυλο, εν μέρει επειδή κατά τη διάρκεια της Έκθεσης ήταν ευκολότερη η απόκτηση τουριστικής ή επαγγελματικής βίζας. Πολλοί επίσης απευθύνθηκαν για βοήθεια σε φιλανθρωπικές οργανώσεις όπως η Casa della carità και η Naga.
Μικρές ελπίδες
Τελικά, δεν χορηγήθηκε άσυλο στις δύο Κινέζες που χτύπησαν την πόρτα του γραφείου στη Ρώμη και έχουν ζητήσει από τότε από την ίδια οργάνωση να υποβάλει την αίτησή τους ενώπιον των δικαστηρίων.
Το ποσοστό άρνησης ασύλου είναι πολύ υψηλό, διότι οι μαρτυρίες θεωρούνται μη πιστευτές.
«Δύο χρόνια μετά την ανακάλυψη αυτού του φαινομένου συνεχίζουμε να βοηθάμε τους Κινέζους αιτούντες άσυλο, αλλά πολλοί επιστρέφουν σε εμάς έχοντας λάβει απορρίψεις από τις περιφερειακές αρχές», εξηγεί η A Buon Diritto. Το ποσοστό άρνησης ασύλου είναι πολύ υψηλό, διότι στα μάτια των αρχών οι μαρτυρίες είναι μη πιστευτές ή αποσπασματικές. «Συχνά θεωρείται αντιφατικό το γεγονός ότι οι γυναίκες κράτησαν τα δικά τους ταξιδιωτικά έγγραφα και τις ταυτότητές τους και δεν έφθασαν παράνομα στη χώρα», λέει ένα μέλος της νομικής ομάδας.
«Η βίζα και το διαβατήριο δεν λαμβάνονται μέσω της συνηθισμένης διαδικασίας, αλλά μέσω ανεπίσημων δικτύων και συγκεκριμένων ταξιδιωτικών γραφείων που ζητούν υπέρογκα ποσά», συνεχίζουν. «Πέρα από αυτό, πολλοί αιτούντες άσυλο φοβούνται να εξηγήσουν τη θρησκεία τους κατά τη συνέντευξη με τις περιφερειακές αρχές ή να πουν τις λεπτομέρειες των ιστοριών τους». Μαζί με τη δυσκολία στη μετάφραση και στην έλλειψη γενικών πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση των θρησκευτικών διώξεων στην Κίνα, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί είναι τόσο εξαιρετικά δύσκολο για αυτές τις γυναίκες να έχουν μια βασική μορφή προστασίας.
Το TPP είναι αποκλειστικός συνεργάτης του Political Critique στην Ελλάδα
Μετάφραση: Νικολέττα Αλεξανδρή