Το 2022, διαβιβάστηκαν 160 υποθέσεις στον Εθνικό Μηχανισμό από την ΕΛ.ΑΣ και όπως αναφέρεται στην έκθεση: «Η παρατηρούμενη μείωση οφείλεται στην αποκλιμάκωση της πανδημίας του COVID – 19 και στη σταδιακή άρση των σχετικών περιοριστικών μέτρων, δεδομένου ότι η ανάθεση του ελέγχου τήρησής τους στα σώματα ασφαλείας, είχε ως αποτέλεσμα σωρεία καταγγελιών για άσκηση βίας και άλλα περιστατικά αστυνομικής αυθαιρεσίας κατά τα δύο προηγούμενα έτη».

Από το Λιμενικό Σώμα προέκυψαν 2 υποθέσεις, ενώ «ο αριθμός των πολιτών που απευθύνθηκαν στην Ανεξάρτητη Αρχή, προκειμένου να καταγγείλουν αυθαίρετη συμπεριφορά των οργάνων των σωμάτων ασφαλείας, με τις σχετικές αναφορές να ανέρχονται σε σαράντα τέσσερις (44), καταγράφοντας πτώση της τάξης του 40%, σε σχέση με το περασμένο έτος». Τέλος, 3 αναφορές προωθήθηκαν από τον Μηχανισμό Αναφορών του FRONTEX.

Ακόμη, από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωστοποιήθηκε στον Συνήγορο του Πολίτη η έκδοση μίας καταδικαστικής απόφασης του Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε βάρος της Ελλάδας, η οποία, μετά από αίτημα της Αρχής για την, κατά τον νόμο,
διαβίβαση του φακέλου της διοικητικής έρευνας από την αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ, τέθηκε υπόψη του Εθνικού Μηχανισμού στις 28.02.2023, προκειμένου να αποφανθεί για την επανάληψη ή μη της πειθαρχικής διαδικασίας.

Το κύριο αντικείμενο των εντός αρμοδιότητας υποθέσεων που εξέτασε ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. κατά το έτος 2022 αφορούσε:

  • Προσβολή σωματικής ακεραιότητας ή υγείας: 76 υποθέσεις – Ποσοστό 35%
  • Προσβολή προσωπικής ελευθερίας: 47 υποθέσεις – Ποσοστό 23%
  • Ρατσιστικό κίνητρο ή διάκριση: 28 υποθέσεις – Ποσοστό 13%
  • Παράνομη χρήση πυροβόλου όπλου: 25 υποθέσεις – Ποσοστό 12%
  • Βασανιστήρια και προσβολές του άρθρου 137ΑΠ.Κ.*: 22 υποθέσεις – Ποσοστό 11%
  • Προσβολή γενετήσιας ελευθερίας: 6 υποθέσεις – Ποσοστό 3%
  • Προσβολή κατά της ζωής: 6 υποθέσεις – Ποσοστό 3%

«Από τις 113 υποθέσεις, μόνο σε 16 αναγνωρίστηκε πειθαρχική ευθύνη»

Κατά τη διάρκεια του 2022, ο Συνήγορος του Πολίτη προχώρησε στην έκδοση πορισμάτων σε 113 υποθέσεις. Σε 13 από αυτές εκτιμήθηκε ότι η έρευνα υπήρξε πλήρης και εμπεριστατωμένη. Από τις 113 υποθέσεις, αναγνωρίστηκε πειθαρχική ευθύνη μόνο σε 16 ενώ για ρατσιστική συμπεριφορά ή διακριτική μεταχείριση εκ μέρους αστυνομικών, «ουσιαστική διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου πραγματοποιήθηκε μόλις σε 4 υποθέσεις».

Για 4 υποθέσεις, «αξιοποιώντας το νομοθετικό εργαλείο της δυνατότητας παραπομπής υποθέσεων στον αρμόδιο Υπουργό, ο Συνήγορος ενημέρωσε τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για τις περιπτώσεις αυτές, στις οποίες διαπίστωσε απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματός του, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία».

Στα συμπεράσματα της έρευνας τονίζεται η επικινδυνότητα της στοχοποίησης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων και η επακόλουθη διστακτικότητα των θυμάτων της αστυνομικής αυθαιρεσίας, να αναφέρουν και καταγγείλουν τις επιθέσεις. Συγκεκριμένα αναφέρεται: «Η επαναλαμβανόμενη στοχοποίηση των ομάδων αυτών και η μοιραία αναγωγή τους σε ένα είδος “βολικών εχθρών” , τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών, έχει σαν αποτέλεσμα όχι μόνο την ανακύκλωση κοινωνικών στερεοτύπων, αλλά και κοινωνικών αυτοματισμών. Στη βάση της λανθάνουν αντιλήψεις περί μιας “απειλητικής ετερότητας”, η οποία αφενός αναστέλλει τον κριτικό έλεγχο της αστυνομικής παρέμβασης, προσδίδοντάς της αντίστροφα ηθική υπεροχή και αξιωματική νομιμότητα και αφετέρου επιμελείται της διάχυσης ενός γενικευμένου φόβου διπλής κατεύθυνσης. Η πρώτη συνδέεται με ρευστούς και αδιόρατους όρους, όπως εκείνοι της επικινδυνότητας ή και μιας γενικευμένης εγκληματικότητας χωρίς προσπάθειες τεκμηρίωσης, συντείνοντας στην υπερβολή, ακόμη και επί υπαρκτών κοινωνικών ζητημάτων. Η δεύτερη δρομολογείται κυρίως από χειροπιαστά περιστατικά φυσικής βίας και καταστολής, που με τη σειρά της λειτουργεί αποθαρρυντικά ως προς την άσκηση του δικαιώματος του αναφέρεσθαι, τροφοδοτώντας γκρίζες ζώνες και σκοτεινούς αριθμούς, σε σχέση με την αστυνομική αυθαιρεσία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η αναγεννημένη έννοια της κοινωνικής άμυνας παρέχει ορθολογικά επιχειρήματα σε αμφίσημες, ενίοτε και σε ακραίες, συμπεριφορές».

Η Ανεξάρτητη Αρχή του Συνήγορου του Πολίτη, πραγματοποιεί την Τρίτη 17/10 και ώρα 6μμ-9μμ, εκδήλωση με θέμα “Περιστατικά αυθαιρεσίας και ρατσιστικό κίνητρο” στην Αίθουσα τελετών Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Ακαδημίας 60).

Ολόκληρη η έκθεση διαθέσιμη εδώ

*Άρθρο 137Α – Ποινικός Κώδικας – Βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας:

1.Υπάλληλος ή στρατιωτικός, στα καθήκοντα του οποίου ανάγεται η δίωξη ή η ανάκριση ή η εξέταση αξιόποινων πράξεων ή πειθαρχικών παραπτωμάτων ή η εκτέλεση ποινών ή η φύλαξη ή η επιμέλεια κρατουμένων, τιμωρείται με κάθειρξη, εάν υποβάλλει σε βασανιστήρια κατά την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων πρόσωπο που βρίσκεται στην εξουσία του με σκοπό: α) να αποσπάσει από αυτό ή από τρίτο πρόσωπο ομολογία, κατάθεση, πληροφορία ή δήλωση ιδίως αποκήρυξης ή αποδοχής πολιτικής ή άλλης ιδεολογίας· β) να το τιμωρήσει· γ) να εκφοβίσει αυτό ή τρίτα πρόσωπα. Με την ίδια ποινή τιμωρείται υπάλληλος ή στρατιωτικός, που με εντολή των προϊσταμένων του ή αυτοβούλως σφετερίζεται τέτοια καθήκοντα και τελεί τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου.

2. Βασανιστήρια συνιστούν, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, κάθε μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία ή ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, καθώς και κάθε παράνομη χρησιμοποίηση χημικών, ναρκωτικών ή άλλων φυσικών ή τεχνικών μέσων με σκοπό να κάμψουν τη βούληση του θύματος.

3. Σωματική κάκωση, βλάβη της υγείας, άσκηση παράνομης σωματικής ή ψυχολογικής βίας και κάθε άλλη σοβαρή προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, που τελείται από τα πρόσωπα, υπό τις περιστάσεις και για τους σκοπούς που προβλέπει η παρ.1, εφόσον δεν υπάγεται στην έννοια της παρ. 2, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 ετών, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Ως προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας θεωρούνται ιδίως: α) η χρησιμοποίηση ανιχνευτή αλήθειας· β) η παρατεταμένη απομόνωση· γ) η σοβαρή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας.

4. Δεν υπάγονται στην έννοια του άρθρου αυτού πράξεις ή συνέπειες συμφυείς προς τη νόμιμη εκτέλεση ποινής ή άλλου νόμιμου περιορισμού της ελευθερίας ή προς άλλο νόμιμο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού.