Στην κηδεία του Βάλτερ Ράουφ (Walter Rauff), που έγινε στη Χιλή το Μάη του 1984, επί Πινοτσέτ, ήταν δεκάδες οι παριστάμενοι που τον χαιρέτησαν με το χέρι τεντωμένο, φωνάζοντας «Χάιλ Χίτλερ». 

Συνταγματάρχης των SS, υπεύθυνος για την δημιουργία, κατασκευή και χρήση των κινητών θαλάμων αερίου, ειδικά κατασκευασμένους αρχικά για τους ψυχικά ασθενείς και τους αναπήρους, αυτούς που οι ναζί γιατροί χαρακτήριζαν επισήμως «άχρηστους καταναλωτές τροφής», κι ύστερα ευρύτερης χρήσης. Ρομά, Κομμουνιστές, Εβραίοι, άνω των 100.000 ανθρώπων, βρήκαν εκεί το θάνατο, πνιγμένοι από τα αέρια των εξατμίσεων των ειδικά διαμορφωμένων φορτηγών, που μπορούσαν έτσι να τους μεταφέρουν εύκολα στους ομαδικούς τάφους. 

Δεν είχε καμμία σημασία. Ο Βάλτερ Ράουφ έζησε μια ήσυχη ζωή στη Χιλή, στην οποία διέφυγε μέσω Ιταλίας και Ισημερινού, και με την βοήθεια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το 1949. Υπηρέτησε μάλιστα επί έτη, στην κορύφωση του ψυχρού πολέμου ως μυστικός πράκτορας, επ’ αμοιβή, των δυτικογερμανικών μυστικών υπηρεσιών και «τη γλίτωσε» τη μόνη φορά που ζητήθηκε η έκδοσή του, χάρη στον πρέσβυ της Δυτικής Γερμανίας στη Χιλή. Σύμφωνα με τη Χααρετζ, υπήρξε και αμοιβόμενος συνεργάτης της Μοσάντ, για ένα μικρό διάστημα, πριν γίνει γνωστό το εύρος των εγκλημάτων στα οποία πρωταγωνίστησε. 

Ο Ράουφ έζησε στη Χιλή με το αληθινό του όνομα, εργαζόμενος ως προϊστάμενος κονσερβοποιίας κρέατος καβουριού. Και αυτός, όπως πάρα πολλοί Γερμανοί, εγκαταστάθηκε στο Νότο, στο Πούντα Αρένας, στην κλεμμένη γη των Μαπούτσε. Δεν θα τον ενοχλούσε κανείς ποτέ αν το 1960 δεν είχε αιτηθεί να λάμβάνει τη στρατιωτική του σύνταξη σε νέα διεύθυνση, στο Σαντιάγο. Δεν είχε επίσης ποτέ πρόβλημα να ταξιδέψει στην πατρίδα του. Πήγαινε και γύριζε χωρίς κανένα πρόβλημα. Με το αληθινό του όνομα. 

Με το αίτημα για αλλαγή διεύθυνσης τον εντόπισαν οι διώκτες των ναζί εγκληματιών και έτσι υποχρεώθηκε η Δυτική Γερμανία να ζητήσει την έκδοσή του. Ομως, ακόμη και μετά από αυτό, ο πρέσβυς της Γερμανίας, Χανς Στρακ, κανόνισε να καθυστερήσει η γραφειοκρατία 14 μήνες, ώστε να παραγραφούν, βάσει του χιλιάνικου νόμου, τα εγκλήματά του. Και αυτό να γίνει με την υπογραφή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Χιλής. 

Ήταν ο ίδιος ο Σιμον Βίζενθαλ που ζήτησε από τον – τότε πρόεδρο – Σαλβαδόρ Αλλιέντε, το 1970, την έκδοση του Ράουφ, ο Αλλιέντε του απάντησε προσωπικά και απολογητικά, εξηγώντας ότι δεν υπήρχε κανένας τρόπος να ανατραπεί η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. 

Όταν ο Αλλιέντε ανατράπη, ο Ράουφ δεν κινδύνευε από τίποτε και κανέναν, αφού τον πλησίασε προσωπικά ο Πινοτσέτ και ζήτησε τη βοήθειά του. Ο γερμανός ναζί ο οποίος ανέλαβε σύμβουλος της διαβόητης εγκληματικής οργάνωσης των μυστικών υπηρεσιών, της DINA, φυσικά εν γνώσει της CIA (η επιχείρηση Paperclip άλλωστε ήταν πολύ πρόσφατη). Όλα τα διαβήματα του Ισραήλ για την έκδοσή του βρήκαν τοίχο, το καθεστώς Πινοτσέτ τον προστάτευε με κάθε δυνατό τρόπο. 

Ο Βάλτερ Ραουφ δεν ήταν, φυσικά, ο μόνος ναζί που διέφυγε στη Λατινική Αμερική. Μέσω Ιταλίας, με τη βοήθεια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ή μέσω Γαλλίας και Πορτογαλίας, με τη βοήθεια συνεργατών των ναζί, πάνω από εννιά χιλιάδες ναζί εγκληματίες βρήκαν καταφύγιο στη Λατινική Αμερική. Πάνω από τους μισούς κατέφυγαν στην Αργεντινή, γύρω στους 1.500 στη Βραζιλία, γύρω στους χίλιους στη Χιλή. 

Κυβερνήτες, υπουργοί, πρωθυπουργοί, δικτάτορες, και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, φρόντιζαν να τους προστατεύσουν. Από το Μέγκελε, που διέφυγε μέσω Γαλλίας χάρη στους συνεργάτες των ναζί στη Γαλλία, και βρήκε καταφύγιο στην Αργεντινή, μέχρι τους επιστήμονες που βολικά μετέφεραν σε έδαφός τους και χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ, μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80 οι ναζί διέφευγαν και ζούσαν ανενόχλητοι στη Λατινική Αμερική, ενταγμένοι εν πολλοίς στο «αντικομμουνιστικό μέτωπο». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο «χασάπης της Λυών», ο Κλάους Μπάρμπι, ο επικεφαλής της Γκεστάπο στη γαλλική πόλη, εκδόθηκε στη Γαλλία μόλις το 1983.

Οι περισσότεροι ναζί δεν κρύβονταν, άλλωστε, στη Λατινική Αμερική. Η πόλη της αργεντίνικης Παταγωνίας Σαν Κάρλος δε Μπαριλότσε ήταν η πόλη τους. Ακόμη και τα σπίτια έχουν γερμανικό στυλ. Εκατοντάδες εξ αυτών συμμετείχαν σε ναζιστικά πανηγύρια, ανοικτά. Οι φήμες ότι μέχρι και ο Χίτλερ μπορεί να μην αυτοκτόνησε, αλλά να έζησε με άλλο όνομα στην Αργεντινή, κάπως έτσι γεννήθηκαν και συντηρήθηκαν, άλλωστε. 

Στη Χιλή δεν ήταν τόσοι που να αποικίσουν και πόλη. Έτσι όμως έδιναν και λιγότερο στόχο, ειδικά ενταγμένοι στην μεγάλη γερμανική κοινότητα – οι ανεξάρτητες έρευνες λένε ότι περίπου 500.000 χιλιάνοι, σήμερα, έχουν γερμανική καταγωγή. Από τη Χιλή δεν εκδόθηκε κανένας. Υπήρχε ήδη, άλλωστε, επαρκές τοπικό γερμανικό στοιχείο να τους προστατεύσει, καθώς ειδικά οι Γερμανοί έποικοι της Χιλής, από τα μέσα του 19ου αιώνα, είχαν χρησιμοποιηθεί για την κατάληψη του νότου, της γης των Μαπούτσε, όπου «οι γερμανοί έποικοι αναζωογόνησαν την οικονομία» όπως γράφει ξεδιάντροπα η αγγλική wiki. Ο γερμανικός εποικισμός του νότου, με τον νόμο περί «Επιλεκτικής Αποδοχής Μεταναστών» της Χιλής, το 1845, ξεκινά από τη Βαλδίβια και προχωρά όλο και νοτιότερα. Οι γερμανοί γίνονται βασικό εργαλείο στην κλοπή της γης των ιθαγενών και παράλληλα η «μαγιά» για την έλευση ακόμη περισσότερων γερμανών. Είναι, επίσης, οι πρώτοι που ξεριζώνουν ολόκληρα δάση για να φτιάξουν φάρμες και να αλλάξουν πλήρως τη μορφή του τόπου.

Το γερμανικό στοιχείο, πλούσιο και ισχυρό με τον 20ο αιώνα και με οργανωμένο ναζιστικό παρακλάδι από το 1933, ήταν ένας από τους λόγους που η Χιλή δήλωνε ουδέτερη, αλλά ουσιαστικά λειτουργούσε υπέρ των ναζί, καθ’ όλη τη διάρκεια του δεύτερου μεγάλου πολέμου. Η ναζιστική Γερμανία συντηρούσε οκτώ (8) προξενεία στη Χιλή, συν την πρεσβεία της στο Σαντιάγο, σε μια εποχή που η χώρα της Λατινικής Αμερικής είχε δεν είχε πέντε εκατομμύρια πληθυσμό. Είχε επίσης στρατόπεδα εκπαίοδευσης και επικοινωνιακούς σταθμούς σε δεκάδες σημεία, στα παράλια, για να ελέγχει τις κινήσεις των συμμαχικών πλοίων. Αν βυθιζόταν γερμανικό πλοίο ή υποβρύχιο, η Χιλή έδινε αμέσως ψεύτικα χαρτιά και καταφύγιο στους ναζί ναύτες. Στο νότο της Χιλής, στη γη των Μαπούτσε, όπου ήταν εγκαταστημένοι χιλιάδες γερμανοί, αλλά και στο Σαντιάγο, οι ναζιστικές γιορτές και τελετές γίνονταν ανοικτά και πανηγυρικά, με τη συμμετοχή όλου του γερμανικού στοιχείου, ντυμένου με τις κομψές ναζιστικές στολές του. 

Μετά την νίκη των συμμάχων, οι ναζί αποφεύγουν τις πολλές γιορτές. Μέχρι την άνοδο του Πινοτσέτ στην εξουσία, οπότε δεν έχουν κανένα πρόβλημα να επανεμφανιστούν με άνεση. Χιλιάνοι και Γερμανοί. Πέρα από τον Ραουφ, σύμβουλο της DINA και προστατευόμενο του ίδιου του δικτάτορα, στην κυβέρνηση Πινοτσέτ μετέχει ο Σέρχιο Ονόφρε Χάρπα (Sergio Onofre Jarpa), στέλεχος του ναζιστικού κόμματος της Χιλής, ως υπουργός Εσωτερικών… Με απλά λόγια, το καθεστώς Πινοτσέτ ήταν φιλικότατα προσκείμενο και χρειαζόταν την «βοήθεια» των ναζί εγκληματιών για να πραγματοποιήσει τα δικά του φρικτά εγκλήματα. Επίσης, ο Πινοτσέτ είχε πολύ καλές σχέσεις με τη Δυτική Γερμανία, που ήταν χωράφι των ΗΠΑ και με τη Βρετανία. Ακόμη παραπέρα, ιστορικοί και ερευνητές αποδίδουν τα στοιχεία των καθαρών ταξικών γραμμών, του ρατσισμού και της ακροδεξιάς ιδεολογίας που διαποτίζουν ένα σοβαρό κομμάτι της «λευκής» κοινωνίας της Χιλής, στην γερμανική και ναζιστική παρουσία. 

Μεταξύ των ναζί που βρίσκουν καταφύγιο στη Χιλή είναι και ο πατέρας του σημερινού ακροδεξιού υποψήφιου προέδρου, Χοσέ Αντόνιο Καστ. Ο Μίκαελ Καστ, ο πατριάρχης των Καστ της Χιλής, ιδρυτής της βιομηχανίας Μπαβάρια και επιτυχημένος επιχειρηματίας, ανέφερε ότι δεν ήταν ναζί, ήταν απλά στρατιώτης στο ανατολικό μέτωπο, με υποχρεωτική θητεία, ενταγμένος στη Βέρμαχτ. Ήταν ψέμματα, ένα ψέμμα που υιοθέτησε όλη η οικογένεια, που επανέλαβε πολλές φορές και ο σημερινός ακροδεξιός υποψήφιος για την προεδρία, και που ξεσκεπάστηκε μετά από πολύ έρευνα, ακριβώς για αυτό.

Ο πατέρας Καστ ήταν μέλος του ναζιστικού κόμματος, και η οικογένεια, πέραν της σταθερής της ιδεολογικής στάσης, εμπλέκεται σε γενοκτονικές εκκαθαρίσεις ιθαγενών και χωρικών, και ειδικά επί Πινοτσέτ, στην τραγωδία του Πάινε. Στην οποία εμπλέκεται ο γιός του ναζί και αδελφός του ακροδεξιού υποψήφιου προέδρου, Κρίστιαν Καστ. 

Το Πάινε είναι ο τόπος με τα περισσότερα θύματα της δικτατορίας σε σχέση με τον πληθυσμό του. Η ισχύς της αριστεράς και οι εργατικές δράσεις στην περιοχή, την στοχοποίησαν από την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος. Οι άνδρες «εξαφανίζονταν» ο ένας μετά τον άλλο,  μέχρι που κάποιοι σοροί τους εντοπίστηκαν από τις γυναίκες του Πάινε, το Δεκέμβρη του 1973, σε μια εγκαταλειμένη περιοχή εκεί κοντά. Ήξεραν πιά τι συνέβη στους αγαπημένους τους, αλλά φοβόταν να το πουν, να αντιδράσουν. Κάποιες γυναίκες τόλμησαν να μιλήσουν κάποιους μήνες αργότερα – ζήτησαν από την αστυνομία να τους επιτραπεί να θάψουν τους ανθρώπους τους. Μόνο αυτό. Και τους το αρνήθηκαν. 

Η ιστορία ήρθε στο φως, τελικά, το 1989. Το 1990 η αστυνομία παρέδωσε τις σορούς, από τους ομαδικούς τάφους, στην κυβέρνηση, ώστε να ταυτοποιηθεί ότι απέμεινε. Ως και το 2000 πολύ λίγα είχαν γίνει. Η δημιουργία της Ομάδας Συγγενών Φυλακισθέντων, Εξαφανισθέντων και Εκτελεσθέντων του Πάινε, το 2000, έφερε το μέγεθος του εγκλήματος στο φως και πίεσε ώστε, ως το 2008, να μάθουμε τι ακριβώς συνέβη. 

La historia oculta de la familia Kast

Μεταξύ όσων εκλήθησαν να καταθέσουν, κατηγορούμενοι για την εμπλοκή τους στις «εκκαθαρίσεις» του Πάινε, ήταν και ο Κρίστιαν Καστ, γιός του Μίκαελ και αδελφός του Χοσέ Αντόνιο. Στην κατάθεσή του, το 2003, είπε πως, την ημέρα του πραξικοπήματος «συνόδευσε τους καραμπινιέρους» στην περιοχή «για να γιορτάσουν αυτό που συνέβαινε στη χώρα». Είχε πάει «να κεράσει» τους αστυνομικούς, με γεμάτο νοστιμιές ένα από τα αμάξια της εταιρίας του πατέρα του κι εκείνοι «για να τον ευχαριστήσουν» τον προσκάλεσαν «να κάτσει ακόμη μια μέρα μαζί τους» στο χώρο τους, σε εκείνον που, την ίδια μέρα, εξαφανίστηκαν εβδομήντα άνθρωποι. Είπε πως «είχε δει ένα φορτηγό με ανθρώπους, το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου» να μεταφέρεται εκτός του αστυνομικού τμήματος,, αλλά το μόνο που πρόσεξε ήταν πως «ήταν καλοξυρισμένοι». Συνέχισε να πηγαίνει στο τμήμα, επίσης, είπε, φέρνοντας νέα καλούδια στους αστυνομικούς και να «ετοιμάζει μπάρμπεκιου» για να ευχαριστηθούν. Πήγαινε είπε «δύο τρεις φορές κάθε μέρα»… Και, ναι «είδε κρατούμενους», αλλά ως εκεί. Γι’ αυτό και κάποιοι έβλεπαν φορτηγά της εταιρίας των Καστ να φτάνουν και να φεύγουν συνεχώς από το αστυνομικό τμήμα- ήταν γιατί μετέφεραν τρόφιμα «στα παιδιά», δύο και τρεις φορές την ημέρα. Α, και καμμιά φορά προσέφερε αυτοκίνητα για τη μεταφορά επισήμων. 

 Μέχρι εκείνη την κατάθεση, μέχρι το 2003, κανένας Καστ δεν είχε ποτέ μιλήσει καν για την παρουσία τους εκεί, εκείνη τη μέρα της «γιορτής» των οπαδών του πραξικοπήματος όπως και τις ακόλουθες μέρες, των εξαφανίσεων. 

Σήμερα, ο Κρίστιαν Καστ έχει διαδεχθεί τον πατέρα του, ως επικεφαλής της οικογενειακής εταιρίας κατασκευής παρασκευασμάτων κρέατος, ιδιοκτησίας εστιατορίων και εκτροφής πουλερικών. Η ιδιοκτησία των περισσοτέρων φορτηγών που μετέφεραν τους υπό εξαφάνιση ή τις σορούς δεν έχει ακόμη γίνει γνωστή. Σε έναν ιδιοκτήτη, τον Ρούμπεν Νταρίο Γκονζάλες, που αποκαλύφθηκε, ήταν ο Κρίστιαν Καστ που κατάθεσε υπέρ του, για τον «εξαιρετικό του χαρακτήρα« και «τον πατριωτισμό του» και «την χριστιανική ανατροφή της οικογένειάς του». 

Στις λεπτομέρειες: όταν ο πατριάρχης Καστ πέθανε, στα 90 του, το 2014, ήρθαν στο φως λεπτομέρειες που έδειχναν πως όχι μόνο ήξερε αλλά και επικροτούσε τα εγκλήματα της χούντας στο Πάινε. Συγγενείς των θυμάτων θεωρούν ότι όλη η δράση του Κρίστιαν γινόταν υπό την καθοδήγηση και τις ευλογίες του. Πάνω από 40 χρόνια μετά, κανείς δεν έχει καταδικαστεί για τα εγκλήματα στο Πάινε. Η σύγχρονη ιστοριογραφία της Χιλής καταγράφει τις παραλληλίες και σχέσεις των ναζιστικών εγκλημάτων με αυτά της χούντας του Πινοτσέτ που «φέρουν τα ιδεολογικά και επιχειρησιακά χαρακτηριστικά της ναζιστικής πολιτικής στην Ευρώπη».

Η (μη αποδεδειγμένη σε επίπεδο δίωξης, μέχρι σήμερα) εγκληματική δράση του Κριστιαν Καστ είναι το μικρότερο από όσα καταγράφονται για την οικογένεια την εποχή της δικτατορίας Πινοτσέτ. Πιο γνωστός, και ξεκάθαρος, είναι ο ρόλος του έτερου αδελφού Καστ, του Μιγκέλ, που σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Σικάγου και υπήρξε ένα από τα διαβόητα «Chicago Boys» του νεοφιλελεύθερου πειράματος της υπό τον Πινοτσέτ Χιλής. Υπουργός Εργασίας του Πινοτσέτ το ’80, πρόεδρος της Κεντρικής τράπεζας το ’82, πέθανε τις μέρες της χούντας από καρκίνο των οστών. Είχε προλάβει, μαζί με τον Χάιμε Γκουζμάν, να θέσει τις βάσεις για την gremialismo, την ιδεολογία της χιλιάνικης δικτατορίας και άκρας δεξιάς, ένα μείγμα οικονομικού φιλελευθερισμού, ακραίου συντηρητισμού, ακραίου ρωμαιοκαθολικισμού και εθνικισμού. Κοινώς, είναι θρυλική μορφή για την ακροδεξιά, και ένα μέρος της λάμψης του έχει περάσει και στον αδελφό του και υποψήφιο πρόεδρο αλλά και στο γιό του, Φελίπε Καστ Σόμερχοφ. Ο τελευταίος, με οικονομικές σπουδές στο Χάρβαρντ, υπηρέτησε ως υπουργός Κοινωνικού Σχεδιασμού επί Πινιέρα, και επανεξελέγη γερουσιαστής, με τις γερμανικές ψήφους του νότου (στην περιοχή των Μαπούτσε), και στις πρόσφατες εκλογές. Πάντως, έχει χαρακτηρίσει ως «καταπατήσεις στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων» τα εγκλήματα του Πινοτσέτ και κινείται πιο κεντροδεξιά από το θείο του.

Ο Χοσέ Αντόνιο Καστ είναι ο συνεχιστής της ακροδεξιάς οικογενειακής παράδοσης. Αντίθετος στην όποια αλλαγή του Πινοτσετικού συντάγματος, απολογητής των εγκλημάτων της χούντας και υπερασπιστής του «οικονομικού της θαύματος», ενάντιος στις αμβλώσεις ακόμη και σε περίπτωση βιασμού, ενάντιος στα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων (αναγνωρίζει μόνον gay), φίλος και απολογητών των εγκληματιών αστυνομικών και ειδικών δυνάμεων που σκότωσαν και τύφλωσαν διαδηλωτές το 2019. Η επιτομή της άποψης ιστορικών που θέλει «το ρατσισμό, την ταξικότητα, τον αντιΣημιτισμό, την αντιμετώπιση των ιθαγενών ως κατώτερων και τον αποκλεισμό ολόκληρων κοινωνικών ομάδων, διακρίσεις που εκδηλώνονται ακόμη και με ιδιαίτερα βίαια μέσα, άρνηση της μνήμης και των εγκλημάτων» που χαρακτηρίζει την χιλιανή ελίτ, να ξεκινάει από την ναζιστική ιστορία του γερμανικού της στοιχείου.

Nazis en Chile: Un camino que termina en José Kast