Τρίτο κουδούνι χτυπά, τα φώτα χαμηλώνουν, οι κουρτίνες ανεβαίνουν κι η παράσταση αρχίζει. «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού». Έργο του Ντάριο Φο, βασισμένο σε πραγματικό γεγονός. Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 1969. Μια βόμβα εκρήγνυται στην Piazza Fontana, στο κέντρο του Μιλάνου, στο κτήριο της Αγροτικής Τράπεζας, σκοτώνοντας 17 άτομα και τραυματίζοντας άλλα 88. Τις επόμενες μέρες, στο πλαίσιο των ερευνών συνελήφθησαν και ανακρίθηκαν περίπου 80 άτομα, κυρίως αναρχικοί, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο αναρχικός εργάτης σιδηροδρόμων Τζουζέπε Πινέλλι. Στις 15 Δεκεμβρίου, και ενώ συνέχιζε να κρατείται στην Αστυνομική Διεύθυνση παράνομα, ο Πινέλι έπεσε από το παράθυρο του δωματίου όπου διεξαγόταν η ανάκριση και σκοτώθηκε. Ο θάνατός του χαρακτηρίστηκε «τυχαίος», ενώ οι αστυνομικοί που βρίσκονταν μπροστά στο περιστατικό κρίθηκαν αθώοι… Την βόμβα είχαν τοποθετήσει οι ιταλικές μυστικές υπηρεσίες, σε συνεργασία με την ακροδεξιά οργάνωση Ordine Nuovo. Ο Ντάριο Φο γράφει το 1970 το έργο «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού», με θέμα την εκπαραθύρωση του Πινέλι, ασκώντας κριτική στην κυβερνητική διαφθορά και στην κατάχρηση εξουσίας του συστήματος δικαιοσύνης της Ιταλίας.
Λέει ο Ντάριο Φο: «Τα ίδια συστήματα που οργανώνουν τη βία, δεν μπορούν να χωνέψουν αυτούς που δεν σκύβουν το κεφάλι».
Στην παράσταση που παίζεται στην κεντρική σκηνή του θεάτρου Γκλόρια, ο Πάνος Βλάχος που πρωταγωνιστεί, οι ηθοποιοί Φοίβος Ριμένας, Ιφιγένεια Αστεριάδη, Παναγιώτης Κατσώλης, Κωνσταντίνος Μαγκλάρας, Στέλιος Πέτσος και ο μουσικός που συνοδεύει τις ερμηνείες, Βάϊος Πράπας, καυτηριάζουν ένα ολόκληρο σύστημα, που ξέχνει κατάχρηση εξουσίας, ασυδοσία εξουσίας του συστήματος δικαιοσύνης της Ιταλίας και της κυβερνητικής διαφθοράς και οι ομοιότητες με την Ελλάδα του 2022 είναι δυστυχώς παραπάνω από εμφανείς.
Μπροστά στα μάτια των θεατών περνούν τα ονόματα των θυμάτων της αδικίας, της αυτοδικίας, της χρήσης βίας, της διαφθοράς, της κατάχρησης κάθε μορφής εξουσίας. Ο Πάνος Βλάχος μέσα σε 100′ ξεδιπλώνει το ταλέντο του. Ο Πάνος Βλάχος κάνει αυτό ακριβώς που αναφέρει το βιογραφικό του, ποιεί ήθος. Ηθοποιός, κάτι που το καταλαβαίνεις από το πρώτο πεντάλεπτο της παράστασης, έχοντας μπροστά σου έναν άνθρωπο που εναλλάσσεται μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου σε διαφορετικούς ρόλους, χρησιμοποιώντας άριστα και το σώμα του. Ανεβοκατεβαίνει στα σκηνικά, αλλάζει ρούχα, τραγουδά, μπαινοβγαίνει στη σκηνή χωρίς να βγαίνει στιγμή από τον ρόλο. Ένας πολυτάλαντος περφόρμερ, που ενσαρκώνει έναν γελωτοποιό-παλιάτσο, περιπλανώμενο μουσικό ενίοτε, που ψάχνει να βρει τον εαυτό του μέσα σε ρόλους και κάπου εκεί τον βρίσκει, στην ελευθερία.
Ισότιμοι υποκριτικά ηθοποιοί μοιράζονται μαζί του τη σκηνή, σε κείμενο και τραγούδια. Ρόλοι τραγικοί και κωμικοί στα ίδια πρόσωπα. Kι εκείνος ο αστυνομικός με το μουστάκι… σαν του Χίτλερ. Η παράσταση τα φωτίζει όλα με χιούμορ και ζωντανή μουσική, αναδεικνύοντας πόσο αφοπλιστικά άμεσα και σκληρά συνδέεται το σήμερα με το θέμα του έργου. Σκάνδαλα, κουκούλωμα από τα ΜΜΕ, διαπλοκή κυβερνητικής εξουσίας με άλλους παράγοντες -για παράδειγμα Διευθυντές θεάτρου, πλοιοκτητών κ.α- και …κουκούλωμα, αστυνομική βία και αυθαιρεσία, «κανονικότητα» κυβέρνησης Μητσοτάκη, μια Δικαιοσύνη που εθελοτυφλεί, μια ακροδεξιά που κυκλοφορεί καμουφλαρισμένη, μια συντηρητική κοινωνία προς το «διαφορετικό», μια κοινωνία που αποφασίζουν για τις ζωές μας πολιτικοί και παπάδες…
Στην παράσταση της 30ης Οκτωβρίου, βρέθηκε στο κοινό για πρώτη φορά η κόρη του Πινέλι, Κλαούντια. Η παράσταση και τα τραγούδια ήταν αφιερωμένα σ’ εκείνη.
Τα τραγούδια σε στίχους του Πάνου Βλάχου αποτυπώνουν όσα το έργο πραγματεύεται.
Ο Πάνος Βλάχος κι εκτός σκηνής καυτηριάζει τα κακώς κείμενα της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης. Ήταν στη συναυλία Ειρήνης του Μαρτίου, μια συναυλία όπου πλήθος καλλιτεχνών ένωσαν τις φωνές τους στέλνοντας ένα ηχηρό αντιπολεμικό μήνυμα. Πρόσφατα, καυτηρίασε την αποφυλάκιση μέχρι το εφετείο του καταδικασμένου πρωτοδίκως για βιασμούς ανηλίκων, Δημήτρη Λιγνάδη.
Τζιουζέπε Πινέλι
Γεννημένος τον Οκτώβριο του 1928 στο Μιλάνο ανήσυχο πνεύμα από νωρίς μπήκε σε ηλικία 16 ετών στην αντιφασιστική αντίσταση κατά του Μουσολίνι σαν αγγελιοφόρος της Ταξιαρχίας «Φράνκο», δουλεύοντας με μια ομάδα αναρχικών παρτιζάνων. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπιασε δουλειά στους σιδηρόδρομους και στις αρχές της δεκαετίας του 60′ έγινε μέλος της αναρχικής ομάδας Gioventu Libertaria, ενώ πέντε χρόνια αργότερα ήταν από τους ιδρυτές του «Κύκλου Σάκκο και Βαντσέτι». Σ’ αυτό το χώρο δημιουργήθηκε μια συσπείρωση αναρχικών απ’ όλη την Ευρώπη εκείνη την χρονιά.
Ο Μάης του 68′ δεν θα μπορούσε να μην επηρεάσει και την Ιταλία. Στην χώρα αυξάνεται η αριστερή, αναρχική και συνδικαλιστική δραστηριότητα με τον Πινέλι ενεργός σε πολλά μέτωπα. Ο ίδιος οργάνωνε βραδινές διαλέξεις και επεξεργασία βιβλίων, ενώ λόγω του πλεονεκτήματος που του έδινε η δουλειά του ερχόταν σε επαφή και με άλλους αναρχικούς εκτός Μιλάνου. Εργάτες, φοιτητές και αναρχικοί ήταν σε αναβρασμό και όλοι τους ενώνονται κάτω από έναν σκοπό, τον αγώνα κατά της κυβέρνησης ζητώντας τα αυτονόητα. Αύξηση μισθών και μείωση ωραρίου.
Όλες αυτές οι κινητοποιήσεις αναγκάζουν τους αναρχικούς της πόλης να ανοίξουν και δεύτερο Όμιλο μετά από τον «Πόντε ντελα Γκισόλφα». Σε όλα αυτά ο Πινέλι έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και το όνομά του μπαίνει στην μαύρη λίστα της ιταλικής Κυβέρνησης.
Και κάπως έτσι φτάνουμε στο 1969 όταν το ιταλικό κράτος ξεκινάει μια μεθοδευμένη επίθεση με στόχο κατάπνιξης όλων αυτών των κινημάτων. Στις 25 Απριλίου 1969 δύο βόμβες έσκασαν στον Κεντρικό Σταθμό και σε μια Έκθεση με τις έρευνες να στρέφονται κατά των αναρχικών με την Αστυνομία να προβαίνει σε συλλήψεις.
Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου εντάθηκαν οι προσαγωγές αναρχικών και τότε βγαίνει η φήμη ότι ο αναρχικός εργάτης σιδηροδρόμων, Τζιουζέπε Πινέλι εμπλέκεται στις επιθέσεις. Για τον λόγο αυτό το όνομά του βρισκόταν πρώτο στην λίστα με τους υπόπτους και αρκετά συχνά δεχόταν κλήσεις για να δώσει το παρών στο αρχηγείο της αστυνομίας. Έτσι, όταν έγινε η επίθεση στην Πιάτσα Φοντάνα, ο επιθεωρητής της Αστυνομίας Λουίτζι Καλαμπρέζι ζήτησε από τον Πινέλι να μεταβεί στο αρχηγείο. Εκεί όμως κρατήθηκε παραπάνω από τις επιτρεπόμενες 48 ώρες στο τμήμα για ανάκριση. Τότε, γύρω στα μεσάνυχτα της 15-16 Δεκεμβρίου ξαφνικά από το παράθυρο γραφείου του τετάρτου ορόφου πετάγεται και πέφτει στο έδαφος και τραυματίζεται θανάσιμα.
Ο Πινέλι αφήνει την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Φαντεμπενεφρατέλι την ίδια νύχτα. Ο θάνατος του προκαλεί την αντίδραση του κόσμου, οι αρχές προσπαθούν να περάσουν προς τα έξω ότι πρόκειται για αυτοκτονία, με τον επιθεωρητή Λουίτζι Καλαμπρέζι ο οποίος ανέκρινε εκείνο το βράδυ 41χρονο εργάτη, να απαλλάσσεται λόγω έλλειψης στοιχείων (τελικά το 1972 δολοφονήθηκε από ακραίες αριστερές οργανώσεις ως εκδίκηση για τον Πινέλι). Oι δίκες που ακολούθησαν καθώς και αντικρουόμενες εκδοχές της αστυνομίας αποκαλύπτουν αυτό που ήταν κοινό μυστικό. Ο Πινέλι είναι θύμα του κράτους το οποίο είναι υπεύθυνο για την βόμβα στην Piazza Fontana.