Δώσε μου χίλιους αιώνες από τη

στείρα γλυκιά σου ζωή

Δεν τους αλλάζω με μια σταγόνα από

τον πόνο μου. …

Δώσε μου τα βραβεία, τα παράσημα

τα κόκκινα χαλιά και τα διπλώματα

Δεν τ’ ανταλλάζω με μια απλή φράση

βγαλμένη από την καρδιά. …

Ζήσε εσύ όπως θέλεις. 

Εγώ διάλεξα το δικό μου δρόμο. 

Βάσος Λυσσαρίδης, Ποιήματα, Εκδόσεις Άγρα/ Αιγαίον

Ήταν ακριβώς αυτό που έγραφε στα ποιήματά του. Είχε διαλέξει το δικό του δρόμο, έναν δρόμο αλήθειας και φωτός, μέσα στον πόνο που σήμαιναν οι τόσοι αγώνες, οι νίκες μα και οι τόσες προδοσίες που αντίκρυσε, χωρίς εκείνος να προδώσει ποτέ. Ο Γιατρός, όπως τον φώναζε όλη η Κύπρος κι όλοι μας, ο σοσιαλιστής ηγέτης που έλεγε πως «όλοι τον αγαπάνε αλλά δεν τον παντρεύονται», σχολιάζοντας τα συνήθη εκλογικά αποτελέσματα του ΕΔΕΚ, αριστερός από τα γεννοφάσκια, πατριώτης από τα γεννοφάσκια, μνήμη ζωντανή του αγώνα του τόπου.

Αγώνας για Ένωση με την Ελλάδα. Παιδί ακόμη, φοιτητής, πρόεδρος της Πανσπουδαστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα – την Ελλάδα, κι ας τρώγομεν και πέτρες… Ύστερα, Γιατρός με το όπλο στο χέρι, 1955-1959. Αγώνας για ανεξαρτησία από τα βρετανικά αποικιοκρατικά σκυλιά. Μετά αρχηγός των Κοκκινοσκούφηδων. Με το όπλο στο χέρι και το πείσμα, με έναν ακόμη όρκο αγώνα κάθε που έβλεπε τους μάρτυρες του Κυπριακού Λαού να οδηγούνται στο θάνατο, να φυλακίζονται ως και τα μνήματά τους. Ύστερα, ο γιατρός του Μακάριου. Ο σύμβουλός του. Ύστερα στόχος δολοφόνων, όταν «πρωτοστάτησε στην αντίσταση κατά του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974» θα γράφει στο σεμνό βιογραφικό που ο ίδιος συντάσσει για τη βουλή, της οποίας υπήρξε πρόεδρος. Θα κρύψει τόσα… Σεμνός. Ακέραιος. Σοσιαλιστής, παιδί και στύλος του αγώνα κατά της αποικιοκρατίας, βρέθηκε δίκαια αντιπρόεδρος της Οργάνωσης Αφροασιατικής Αλληλεγγύης (AA.P.S.O.) και γενικός γραμματέας της Διεθνούς Επιτροπής Ενάντια στις Φυλετικές Διακρίσεις, το Ρατσισμό και τον Αποικισμό. Πάντα παρών. Στο πλευρό του Μαντέλα, στο πλευρό του Αραφάτ. Δεν ξεχνούσε. Και έτσι, χάρη σε κείνον, δεν ξεχνούσαμε και μεις.

Και ποιητής. Και ζωγράφος. Και ένας από τους πιο γλυκείς ανθρώπους και έντιμους πολιτικούς άνδρες που μου έδωσε η ζωή τη χαρά να γνωρίσω.

Στην Κύπρο μας. Πριν 25+ χρόνια. Η συνέντευξη είχε κλειστεί από την Αθήνα, έφτασα την συγκεκριμένη ώρα που είχαμε πει, σε ένα όμορφο αστικό σπίτι, το σπίτι ενός γιατρού με γούστο. Ήταν άρρωστος, γριπιασμένος. Όμως δε με ξεφορτώθηκε. Πρώτα η Κύπρος. Πρώτα η Κύπρος.

Είχε δίπλα του τα χαρτομάντηλα, ένα κουτί ολόκληρο, φορούσε μιαν όμορφη σπιτική ρόμπα, παντόφλες, μιλούσε γλυκά και βραχνιασμένα. Πρόσωπο ευγενικό, λεπτό, αρχοντικό και οικοδεσπότης που κοιτούσε να προλάβει την παραμικρή σου θέληση. Μιλήσαμε για την Κύπρο, την Ελλάδα, τη Μέση Ανατολή. Μου είπε, καθώς αναφερθήκαμε στο Λίβανο, πως έπρεπε οπωσδήποτε να με κεράσει από τα σιροπιαστά που του έστελναν οι σύντροφοι από κει κάθε που είχε βαπόρι. Είχαν φτάσει το πρωί μου είπε, έπρεπε οπωσδήποτε να δοκιμάσω.

Καθήσαμε να μιλάμε για τον τόπο μας και την δική μας Μέση Ανατολή, την εγγυτάτη, για όσα ζούσε τότε αυτός μας ο τόπος, και πως αγγίζαν όλα αυτά το Κυπριακό. Έφυγα μόνον γιατί είχα άλλη μια συνέντευξη μετά, με περίμενε ο τότε γραμματέας του ΑΚΕΛ, ο Δημήτρης Χριστόφιας, δεν θα τον έστηνα..

Κι όμως ακόμη, τόσα χρόνια μετά, και όσες φορές μες σε αυτά τα χρόνια τον ανέφερα, διάβασα για κείνον, άκουσα για κείνον, πάντα νοιώθω πως δεν έπρεπε να φύγω, κι ας μη μιλούσα με το Χριστόφια. Μετάνοιωσα που πρώτα η δουλειά – μετάνοιωσα που αντί να είμαι Μάρθα και να τρέχω από συνέντευξη σε συνέντευξη, δεν ήμουν Μαρία, να συνεχίσω να γνωρίζω τις σκέψεις και τις μνήμες αυτού του μοναδικού, του υπέροχου Έλληνα, που ήταν ο Βάσος Λυσσαρίδης.

Σήμερα μετανοιώνω πάλι, ακόμη μια φορά.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει. Αθάνατος. Και, ναι, αναντικατάστατος.

Σύντομο βιογραφικό από τον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου

«Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 100 ετών ο αγωνιστής, πολιτικός και γιατρός Βάσος Λυσσαρίδης, το απόγευμα της Δευτέρας.

Διατέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων (1985-1991), πρόεδρος του Κινήματος Σοσιαλδημοκρατών-ΕΔΕΚ (1969-2001) και βουλευτής εκλεγμένος στην Εκλογική Περιφέρεια Λευκωσίας την περίοδο 1960-2006.

Ο Βάσος Λυσσαρίδης γεννήθηκε στα Πάνω Λεύκαρα στις 13 Μαΐου 1920.Σπούδασε ιατρική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.Εργαζόταν ως ιατρός.

Ήταν νυμφευμένος με την Βαρβάρα Κόρνγουολ.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του διατέλεσε πρόεδρος της Πανσπουδαστικής Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα. Η επιτροπή διοργάνωνε μαζικές εκδηλώσεις για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Επιπλέον, υπήρξε πρόεδρος της Φοιτητικής Ένωσης Κυπρίων και γραμματέας της Συντονιστικής Επιτροπής Κυπριακών Σωματείων. Στη συνέχεια, ο Βάσος Λυσσαρίδης συμμετείχε στον αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959. Ο Λυσσαρίδης έπεισε τον Γεώργιο Γρίβα να δημιουργήσει μέσα στους κόλπους της ΕΟΚΑ την «Οργάνωση Αριστερών Πατριωτών», μέσω της οποίας θα μπορούσαν να προσελκύσουν στελέχη της κυπριακής Αριστεράς στον αγώνα.

Η ενεργός συμμετοχή του Λυσσαρίδη στον αγώνα της ΕΟΚΑ και η συνεργασία του με τον Γρίβα ενάντια στους Βρετανούς οδήγησε στη διαγραφή του από το ΑΚΕΛ, του οποίου ήταν μέλος: το ΑΚΕΛ στην απόφαση της διαγραφής του τον κατηγόρησε ως «ηγέτη της φραξιονιστικής σπείρας» και «ένα στοιχείο που παίζει επάξια το ρόλο του πράκτορα της Ιντέλλιτζενς Σέρβις». Ο ίδιος ο Λυσσαρίδης αργότερα υποστήριξε ότι «η Οργάνωση [ΕΟΚΑ] παρά τα όσα λέγονται, δεν είχε ιδεολογικό χαρακτήρα. Εγώ μετείχα με την ιδεολογία μου σε πλήρη αρμονία, δεν είχα ποτέ πρόβλημα».

Συνδέθηκε στενά με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, του οποίου υπήρξε για χρόνια προσωπικός ιατρός.

Ήταν μέλος της ελληνοκυπριακής αποστολής στο Λονδίνο το 1959, αντιπροσωπεύοντας την ΕΟΚΑ, όπου αποφασίστηκε η ανεξαρτησία της Κύπρου. Ο ίδιος καταψήφισε τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, «τονίζοντας ότι νομιμοποιούν την στρατιωτικοπολιτική παρουσία της Τουρκίας και οδηγούν σε αδιέξοδα τα οποία θα τύχουν εκμετάλλευσης από τη Μεγάλη Βρετανία και την Τουρκία».

Την περίοδο της χούντας, συνδέθηκε στενά με το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.) και τον Ανδρέα Παπανδρέου, του οποίου παρέμεινε πιστός φίλος έως το τέλος. Σύμφωνα με μαρτυρία του ηγετικού στελέχους του Π.Α.Κ. Κώστα Τσίμα, ο Βάσος Λυσσαρίδης ήταν αυτός που «άνοιξε τις πόρτες» των Αράβων για το Π.Α.Κ., και με τη διαμεσολάβησή του οι Παλαιστίνιοι και ο Γιάσερ Αραφάτ βοήθησαν το Π.Α.Κ. και τον Ανδρέα Παπανδρέου με χρήματα, όπλα και εκπαίδευση. Προηγουμένως, το 1964, ο Λυσσαρίδης μαζί με τον Τάσσο Παπαδόπουλο είχαν οργανώσει την επίσκεψη του Ανδρέα Παπανδρέου στην Κύπρο, όπου γεννήθηκε η φιλία και συνεργασία μεταξύ Α. Παπανδρέου και Μακαρίου.

Κατά τη διάρκεια των δικοινοτικών διαταραχών 1963-1964 ηγήθηκε του λαϊκού στρατού (υπό την αιγίδα του κυπριακού κράτους, απελευθερώνοντας τον Πενταδάκτυλο.

Το 1974 αντιστάθηκε στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974. Στις 30 Αυγούστου 1974 έγινε στόχος δολοφονικής απόπειρας, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο οργανωτικός γραμματέας της νεολαίας της ΕΔΕΚ, Δώρος Λοΐζου.