«Η τέχνη οφείλει να είναι μαρτυρία, αλλά μόνη της δεν μπορεί να αλλάξει τον Κόσμο» Φερνάντο Μποτερό, 2005

Το 2004, μεσούντος του παράνομου, στηριγμένου σε ψεύδη και δολοφονικού πολέμου που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους κατά του Ιράκ, ήρθαν στο φως στοιχεία για σειρά εγκλημάτων πολέμου που διέπραττε ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών στη φυλακή του Αμπου Γκραϊμπ. Βασανιστήρια, ξυλοδαρμοί, βιασμοί, δολοφονίες και διαμελισμοί σορών του “εχθρού”, εξευτελισμοί, από όλα είχε το μενού της «απελευθέρωσης του Ιράκ»…

Ο 74χρονος ζωγράφος και γλύπτης Φερνάντο Μποτερό, τέκνο της πολύπαθης Κολομβίας, που ξεκίνησε μη έχοντας την κεφαλήν κλίναι για να γνωρίσει τη δόξα και τον πλούτο, έμαθε για τα εγκλήματα ταξιδεύοντας, όντας στο αεροπλάνο. “Διάβασα το άρθρο του Σέυμουρ Χερς” θα πει, “κι αμέσως έπιασα ένα μολύβι κι άρχισα να σκιτσάρω”.

To άρθρο είχε δημοσιευτεί στο Νιου Γιόρκερ και ξεκινούσε με τις δύο παραγράφους που, όπως είπε αργότερα ο Μποτερό, «τον συγκλόνισαν».

«Επί Σαντάμ Χουσεΐν, το Αμπού Γκράιμπ, είκοσι μίλια δυτικά της Βαγδάτης, ήταν μια από τις πιο διαβόητες φυλακές του κόσμου. Βασανιστήρια, εκτελέσεις κάθε εβδομάδα και άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Έως και πενήντα χιλιάδες άντρες και γυναίκες -δεν γνωρίζουμε ακριβώς- στοιβάζονταν στο Αμπού Γκράιμπ κάποτε, σε κελιά τρία επί τρία, πιο κοντά σε λάκκους παρά σε κελιά κράτησης. Στη λεηλασία που ακολούθησε την κατάρρευση του καθεστώτος, τον περασμένο Απρίλιο, αφαιρέθηκε από ό,τι μπορούσε να αφαιρεθεί, μέχρι και πόρτες, παράθυρα και τούβλα από το έρημο πια τεράστιο συγκρότημα των φυλακών. Οι συμμαχικές αρχές έβαλαν πλακάκια στα δάπεδα, τα κελιά καθαρίστηκαν και επισκευάστηκαν και προστέθηκαν τουαλέτες, ντους και ένα νέο ιατρικό κέντρο. Το Αμπού Γκράιμπ ήταν πια στρατιωτική φυλακή των ΗΠΑ. Οι περισσότεροι από τους κρατούμενους, ωστόσο – που ήταν αρκετές χιλιάδες, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και εφήβων – ήταν πολίτες, πολλοί από τους οποίους είχαν συλληφθεί σε τυχαίες στρατιωτικές σαρώσεις και σε σημεία ελέγχου αυτοκινητοδρόμων. Ανήκαν σε τρεις χαλαρά καθορισμένες κατηγορίες: κοινοί εγκληματίες. κρατούμενοι ασφαλείας που είναι ύποπτοι για “εγκλήματα κατά των συμμάχων”· και ένας μικρός αριθμός ύποπτων ηγετών “υψηλής αξίας” της εξέγερσης κατά των συμμαχικών δυνάμεων».

Στα ανακαινισμένα κτήρια της κόλασης του Σαντάμ, έστηναν τη δική τους κόλαση οι ΗΠΑ. Λίγο πιο κάτω, ο Μποτερό θα διάβαζε πόσο εφευρετικοί ήταν οι αμερικάνοι με τα βασανιστήρια. Κατάθεση που φιλοξενεί το άρθρο, το έδειχνε ξεκάθαρα: βίαζαν άντρες με κοντάρια σκούπας και λάμπες, τις ίδιες χημικές λάμπες που έσπαγαν για να ρίξουν το φωσφορικό υγρό στους κρατούμενους, τους γύμνωναν, τους έδεναν, μετά από ψυχρολουσίες τους έδερναν με κοντάρια και καρέκλες,  άφηναν μέλη της στρατιωτικής αστυνομίας να ράψουν τις πληγές όταν οι κρατούμενοι μάτωναν [χωρίς αναισθητικό, αντισηψία..], χτησιμοποιούσαν τους στρατιωτικούς σκύλους εργασίας για να τους ελέγχουν και εκφοβίζουν, να ορμάνε και να δαγκώνουν…

Τα ίδια ακριβώς που συνέβαιναν στο Αφγανιστάν, σε όσες χώρες είχε black sites, κρυφές φυλακές και αίθουσες βασανιστηρίων η CIA, και συμβαίνουν ακόμη στο Γκουαντάναμο. Γνωστά ως “ενισχυμένες μέθοδοι ανάκρισης”, προϊόν των διεστραμμένων νοών του αμερικάνικου υπουργείου Δικαιοσύνης και του Πενταγώνου, στηριγμένες στην άποψη ότι «οι αμερικάνοι ανακριτές δεν υπόκεινται στις συνθήκες της Γενεύης εκτός αμερικανικού εδάφους» και άρα δεν πρόκειται περί εγκλημάτων…

“Διάβασα το άρθρο του Σέυμουρ Χερς μεσα στο αεροπλάνο, πήρα ενα μολυβι κι άρχισα αμέσως να σκιτσάρω..». Ο Μποτερό ήταν ήδη διάσημος, πλούσιος, ο μεγαλύτερος εν ζωή εικαστικός της Λατινικής Αμερικής – o Μάττα είχε πεθάνει το 2002. Στο αεροπλάνο, λογικά στην πρώτη θέση, ίσως με κάποια αεροσυνοδό να φροντίζει να είναι γεμάτο πάντα το ποτήρι του κρασιού του, ο 74χρονος κολομβιανός έπιασε το μολύβι συγκλονισμένος που «οι αμερικάνοι βασανιζαν τους ανθρώπους μες στην ιδια φυλακή που πριν τους βασάνιζε ο τύραννος. Οι αμερικάνοι… που παριστάνουν τους υπερασπιστές του δικαίου…». Και γεννήθηκαν τα 50+ έργα της φρίκης του Αμπου Γκράιμπ, σήμερα πιο γνωστά από τις φωτογραφίες που έφερε η ερευνητική δημοσιογραφία στο φως, σημεία αναφοράς στην καταδίκη των εγκλημάτων πολέμου, αυτών και άλλων…

Δεν ήταν γνωστός για έργα σαν αυτά που γέννησε μετά το άρθρο του Σέυμουρ Χερς. Ήταν γνωστός για το ύφος που ονομάτισαν για χάρη του, τον «Μποτερίσμο», αυτές τις ανάλαφρες στρουμπουλές φιγούρες που αναγνωρίζεις ως δικά του έργα από μακρυά. Η “αγάπη” του για το ανθρώπινο σώμα, η ανάδειξη μιας ομορφιάς που δεν έχει καμμία σχέση με εμπορικά πρότυπα, οι καμπύλες, πάντα μεγάλες και αισθησιακές, και η ανάδειξη του φυσικού και ανθρώπινου σε κυρίαρχο μέσα από την υπερβολή, ήταν πάντα τα χαρακτηριστικά της δουλειάς του, από το 1958 κιόλας, όταν πρωτοξεχώρησε, στην ομαδική των κολομβιανών καλλιτεχνών της γενιάς του. Ορφανός από πατέρα, με μητέρα μοδίστρα, χωρίς επαφή με την “επίσημη” τέχνη, παιδί του Μεντεγίν και των ιησουίτικων σχολείων, ξεκίνησε να σκιτσάρει για εφημερίδες στα 16 του, χρησματοδοτώντας τις εικαστικές σπουδές του, στην Κολομβία και την Ισπανία, κι από κει και ύστερα ακολούθησαν τα μεγάλα άλματα στην καριέρα.

Η σειρά των έργων του για το Αμπου Γκραιμπ έσπαγε την παράδοση στη δουλειά του. Αν και είχε κάνει μια σειρά πινάκων για τη βία στο Μεντεγίν, τίποτε στο ως τότε έργο του δεν προμήνυε αυτή τη σειρά, πάνω από 180 έργων, στα οποία κάθε καταγγελτική φράση του άρθρου του Χερς γινόταν καμβάς. Τα έργα δεν πουλήθηκαν, δεν ήθελε να τα πουλήσει. Τα δώρησε σε μουσεία υπό τον όρο να εκτίθενται – πενήντα έξι πίνακες από τη σειρά δώρησε στο μουσείο του Μπέρκλεϋ, υπό τον όρο να εκτίθενται κάθε χρόνο σε ειδική έκθεση με θέμα “η Τέχνη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα”.

Δε σταμάτησε να ζωγραφίζει, αλλά δεν ξαναγύρισε ποτέ στη φρίκη. Βρήκε και πάλι παρηγοριά στην ομορφιά της ζωής, “γύρισα πάλι στα απλά πράγματα, αυτά που με γεμίζουν χαρά”, θα πει.

Ο Φερνάντο Μποτερό, διάσημος εικαστικός από την Κολομβία, έφυγε από τη ζωή στις 15 Σεπτεμβρίου 2023, σε ηλικία 90 ετών.