Την περασμένη εβδομάδα, δημοσιεύοντας σειρά αποκαλυπτικών εγγράφων για το καθεστώς παραχώρησης του κτιρίου που μέχρι πρότινος στεγαζόταν η κατάληψη της Rosa Nera, του ιστορικού κτιρίου της 5ης Μεραρχίας και σειρά άλλων ιστορικών κτιρίων, η τοπική εφημερίδα των Χανίων, «Χανιώτικα Νέα» αποκάλυψε την ρητή απαγόρευση παραχώρησης της χρήσης του ακινήτου από οποιοδήποτε άλλο, καθώς και την ρητή αναφορά στην κάλυψη αποκλειστικά στεγαστικών αναγκών του Πολυτεχνείου. Επίσης, το γεγονός πως για κάθε παρέμβαση σε αυτό, είναι αναγκαία η σύμφωνη γνώμη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Πρόκειται για τέσσερα έγγραφα που ταράζουν συθέμελα τα σχέδια για την ξενοδοχοποίηση του κτιρίου στο οποίο στεγαζόταν επί 16 συναπτά έτη η κατάληψη της Rosa Nera που εκκενώθηκε πρόσφατα από την αστυνομία, και παλιότερα η 5η Μεραρχία στα Χανιά, τα οποία εκθέτουν τόσο την σημερινή Σύγκλητο του Πολυτεχνείου που προχωράει την εκποίηση στην εταιρεία ισραηλινών συμφερόντων, Belvedere, όσο και την προηγούμενη διοίκηση του εκπαιδευτικού ιδρύματος, και φυσικά, τον πρώην Πρύτανη που σήμερα κάθεται στην καρέκλα του υφυπουργού Παιδείας, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να συνεχίζει να προωθεί την εκποίηση.

Συγκεκριμένα, δύο έγγραφα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από τα τέλη του 1984 και αρχές του 1985 που δημοσίευσε η εφημερίδα την περασμένη Πέμπτη, αποκαλύπτουν πως το ιστορικό κτίριο ουδέποτε αγοράστηκε από το Πολυτεχνείο, αλλά παραχωρήθηκε από το υπουργείο Άμυνας στο υπουργείο Παιδείας, με μία απλή μεταφορά πιστώσεων στον κρατικό προϋπολογισμό. Αξίζει να σημειωθεί πως μόλις την περασμένη εβδομάδα, απευθυνόμενος σε συγκεντρωμένους φοιτητές που διαμαρτύρονταν για την εκχώρηση του κτιρίου στην ισραηλινή εταιρεία για να κατασκευαστεί ξενοδοχείο, υποστήριξε πως «το κτίριο της πρώην Μεραρχίας δεν παραχωρήθηκε αλλά αγοράστηκε από το Πολυτεχνείο». Αντιθέτως, τα δύο έγγραφα της περασμένης Πέμπτης αποκαλύπτουν πως η «αγοροπωλησία» ήταν απλώς μια συναλλαγή μεταξύ των Υπουργείων Άμυνας και Παιδείας, που αποτυπώθηκε στην αυξομείωση των τακτικών προϋπολογισμών εκείνης της εποχής των δύο Υπουργείων.

Από τα δύο αυτά έγγραφα, προκύπτει συνολικό ποσό για τις δύο αποφάσεις ύψους 103.000.000 δραχμών, ποσό το οποίο αναφέρεται και στο πωλητήριο που εξέδωσε το Υπουργείο Οικονομικών στις 27 Οκτωβρίου του 1986, προκειμένου να γίνει η μεταγραφή του ακινήτου του Υποθηκοφυλακείου. Συνεπώς, γίνεται ξεκάθαρο δεν πρόκειται για χρήματα που διέθεσε το Πολυτεχνείο για να αποκτήσει το κτίριο.

Δύο ημέρες αργότερα, το περασμένο Σάββατο, η εφημερίδα δημοσίευσε δύο ακόμα σημαντικά έγγραφα, στα οποία γίνεται ξεκάθαρο πως τα κτίρια δόθηκαν στο Πολυτεχνείο με μοναδικό σκοπό την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του, χωρίς δικαίωμα εκχώρησης σε τρίτους, και χωρίς το δικαίωμα παρεμβάσεων σε αυτά, παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Ακόμα πιο συγκεκριμένα, στη σύμβαση αυτή μπαίνουν για το Πολυτεχνείο οι εξής όροι χρήσης:

  • Οι επισκευές – συντηρήσεις του κτηρίου είναι μέριμνα του Πολυτεχνείου και πρέπει πάντοτε να γίνονται σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του Υπουργείο Πολιτισμού.
  • Η χρήση του κτηρίου θα καλύπτει αποκλειστικές ανάγκες του Πολυτεχνείου Κρήτης, «απαγορευομένης οιασδήποτε αλλαγής της συμφωνηθείσης χρήσεως».
  • Ο μισθωτής απαγορεύεται ρητά στη σύμβαση να παραχωρήσει τη χρήση του ακινήτου σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου ή να το εκμισθώσει.
  • Κάθε είδους δαπάνες για τη βελτίωση, συντήρηση, διαρρύθμιση του συγκεκριμένου κτηρίου, θα γίνονται αποκλειστικά μετά από έγκριση του εκμισθωτού (ΤΕΘΑ) και μόνο με τις σχετικές υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Υπουργείο Πολιτισμού.

Το δε δεύτερο έγγραφο, ημερομηνίας Οκτωβρίου 1984, αφορά επιστολή του τότε υπουργού Παιδείας, Απόστολου Κακλαμάνη, με το οποίο ζητείται να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την παραχώρηση της κυριότητας του στρατοπέδου «Παπαστεργίου» (εκεί όπου τότε στεγαζόταν η 5η μεραρχία) στο Πολυτεχνείο Κρήτης «για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών του», έναντι του τιμήματος των 103.000.000 δραχμών, που όπως αποκαλύφθηκε από τα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη, ήταν μια μεταφορά προϋπολογισμού από το ένα Yπουργείο στο άλλο, χωρίς να εκταμιευθεί ούτε δραχμή από το Πολυτεχνείο Κρήτης.

Διαβάστε σχετικά:

Έγγραφα που «καίνε» τα σχέδια ξενοδοχοποίησης του κτιρίου της Rosa Nera και τον πρώην Πρύτανη – «ξενοδόχο»

Ήταν μετά και από τη δημοσίευση των δύο παραπάνω εγγράφων το περασμένο Σαββατοκύριακο, που ο υφυπουργός Παιδείας, Β. Διγαλάκης, προχώρησε σε δημόσια δήλωση επικαλούμενος αυτήν ακριβώς την πράξη συναλλαγής των 103 εκατ. δρχ. μεταξύ των δύο υπουργείων, ως πράξη πώλησης του κτιρίου, μαζί με άλλα ακόμα, στο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Χανίων. Ο πρώην Πρύτανης του Πολυτεχνείου υποστηρίζει πως τα τρία κτίρια, αυτά των Τουρκικών Φυλακών, των Στρατώνων και της Μεραρχίας Χανίων στον λόφο Καστέλι της Παλιάς Πόλης των Χανίων, πωλήθηκαν το 1986 από τον μέχρι τότε ιδιοκτήτη τους, το υπουργείο Άμυνας, έναντι 103 εκατομμυρίων δραχμών στο Πολυτεχνείο Κρήτης.

Ωστόσο, τα έγγραφα του περασμένου Σαββάτου ήταν κάθε άλλο παρά τα τελευταία σε μία σειρά αποκαλυπτικών εγγράφων, τόσο για το πραγματικό καθεστώς ιδιοκτησίας των ιστορικών κτιρίων, όσο και για τις μεθοδεύσεις που προωθούν τα ιδιωτικά συμφέροντα επάνω σε μία άλλοτε κρατική ιδιοκτησία, σήμερα ιδιοκτησία του Πολυτεχνείου.

Η απόφαση του 1993 (δηλαδή μετά την παραχώρηση)

Τη Δευτέρα λοιπόν, η εφημερίδα συνέχισε την δημοσίευση σημαντικών αποκαλυπτικών εγγράφων, αυτή τη φορά με μία εισήγηση που κατατέθηκε το 1993 προς τη Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος από την Εταιρεία Διαχείρισης και Αξιοποίησης Περιουσίας του Πολυτεχνείου Κρήτης. Την Εταιρεία, με λίγα λόγια της οποίας πρόεδρος ανέλαβε ο πρώην Πρύτανης όταν διοικούσε το Πολυτεχνείο, η οποία σήμερα προχωράει την εκποίηση των ιστορικών κτιρίων.

Στην επίμαχη εισήγηση που έγινε τότε αποδεκτή ομόφωνα τόσο από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας του Πολυτεχνείου, όσο και από τη Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος, γίνεται ξεκάθαρο πως τα κτίρια του λόφου Καστέλι (όπως και η Γαλλική Σχολή και η περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Πολυτεχνείο στο Ακρωτήρι) εντάσσονται στα μη μεταβιβάσιμα ακίνητα του Πολυτεχνείου. Παράλληλα, εντάσσει στα μεταβιβάσιμα άλλα ακίνητα που προήλθαν από δωρεές ιδιωτών, όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται τα ακίνητα του Αριστείδη Μπακλατζή επί της οδού Σφακιανάκη, το 25% του κτηριακού συγκροτήματος Ανιτσάκη, η δωρεά του καθηγητή Φυτράκη στην Κίσσαμο, και άλλα.

Η καταγραφή, όπως τονίζει η εφημερίδα, έγινε στο πλαίσιο του ιδρυτικού νόμου της νεοσύστατης -τότε- Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας, προχωρώντας στην απαραίτητη διάκριση μεταξύ μεταβιβάσιμων και μη, αναγνωρίζοντας επί της ουσίας τους περιορισμούς που έθεταν στο Πολυτεχνείο οι όροι παραχώρησης των ιστορικών κτιρίων. Ο όρος «μη μεταβιβάσιμα» δήλωνε πως τα συγκεκριμένα ακίνητα δεν θα μπορούσε να αλλάξουν χρήση πέραν εκείνης που αποτελεί βασική αποστολή του ιδρύματος, δηλαδή η εκπαίδευση και η έρευνα.

«Πώς γίνεται άραγε το πρώτο Δ.Σ. της Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας του Πολυτεχνείου Κρήτης να “βλέπει” περιορισμούς ως προς τη χρήση των επίμαχων ακινήτων και τα σημερινά Δ.Σ. να μην τους εντοπίζουν, επιμένοντας στην εκχώρησή τους στην ιδιωτική εταιρεία “Belvedere” η οποία στοχεύει στη δημιουργία ξενοδοχείου;» καταλήγει το σημερινό αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας.

Επιμένει ο Διγαλάκης υπέρ της ξενοδοχοποίησης

Ωστόσο, παρά τις εκκωφαντικές αποκαλύψεις, ο υφυπουργός Παιδείας, Β. Διγαλάκης, αποφάσισε μετά την δήλωσή του το περασμένο Σάββατο, να επανέλθει, αυτή τη φορά με επιστολή του στα Χανιώτικα Νέα στο φύλλο της Δευτέρας. Στην επιστολή του, ο πρώην Πρύτανης υποστηρίζει πως οι όροι με τους οποίους τα ακίνητα στο λόφο Καστέλι παραχωρήθηκαν (οι οποίοι προβλέπονται στα παραπάνω έγγραφα), έπαυσαν να ισχύουν όταν «αποκτήθηκαν κατά πλήρη κυριότητα από το Πολυτεχνείο Κρήτης το 1986».

Ο υφυπουργός, δίχως να λαμβάνει υπόψη τις σημερινές αποκαλύψεις για την εισήγηση του 1993 που εκθέτουν και πάλι τον ίδιο και τις σημερινές διοικήσεις του Πολυτεχνείου και της Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας και απαντώντας στις αποκαλύψεις του περασμένου Σαββάτου, υποστηρίζει πως η «Σύγκλητος όχι μόνο δεν είναι έκθετη, αλλά ενήργησε στο πλαίσιο της νομιμότητας και της διαφάνειας, όπως αποδεικνύεται από σειρά γεγονότων και εγγράφων, τα οποία έχουν παρουσιαστεί αναλυτικά τα τελευταία χρόνια». Μάλιστα, προς τούτο επικαλείται το γεγονός πως «όλα τα στοιχεία που αφορούν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κτηρίων έχουν παρουσιαστεί δημόσια και με σχετικό δελτίο Τύπου που εξέδωσε το Πολυτεχνείο Κρήτης στις 18 Ιουλίου 2017», το οποίο και δημοσιεύτηκε από όλα τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, ως είθισται.

«Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι το Πολυτεχνείο Κρήτης έχει την πλήρη κυριότητα, χωρίς προϋποθέσεις και δεσμεύσεις όσον αφορά τη χρήση των κτηρίων. Αυτό συνεπάγεται ότι όλες οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για την αξιοποίηση των κτηρίων, με διαφάνεια και αποφάσεις των συλλογικών οργάνων του Ιδρύματος, από το 2014 μέχρι και σήμερα, είναι απολύτως σύννομες» υποστηρίζει ακόμα ο πρώην Πρύτανης, ο οποίος επικαλείται την προηγούμενη ιδιότητά του για να «δικαιολογήσει» τις αυξημένες πλέον δημόσιες παρεμβάσεις του για το ζήτημα, παρά το γεγονός πως εδώ και ένα και πλέον έτος είναι μέλος της κυβέρνησης.

Διαβάστε για την κατάληψη της Rosa Nera και την εκκένωσή της από την αστυνομία για να παραχωρηθεί στα ιδιωτικά συμφέροντα:

«Όλα είναι δικά μας γιατί όλα είναι κλεμμένα, κατάληψη σε βίλες και εγκαταλελειμμένα»