Ρεπορτάζ: Θάνος Καμήλαλης, Γεωργία Κριεμπάρδη, Κωνσταντίνος Πουλής, Νεκταρία Ψαράκη

Στις δικαστικές αίθουσες της Μυτιλήνης αποκαλύφθηκε σήμερα το φιάσκο του δικαστικού συστήματος και των αρχών, αφού με ένα κατηγορητήριο έτοιμο να καταρρεύσει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα οι ζωές 24 ανθρώπων δοκιμάζονται εδώ και τέσσερα χρόνια. Οι πέντε εκ των 24, ανάμεσά τους η διάσημη προσφύγισσα Σάρα Μαρντίνι και οι διασώστες Σον Μπίντερ και Νάσος Καρακίτσος, βίωσαν τι σημαίνει στέρηση ελευθερίας, αφού προφυλακίστηκαν για περισσότερες από 106 ημέρες στις ελληνικές φυλακές, κατηγορούμενοι ως ύποπτοι τέλεσης κακουργηματικών πράξεων, χωρίς το ίδιο το κατηγορητήριο αλλά και τα στοιχεία να είναι σαφή. Όλα αυτά, στα πλαίσια της ποινικοποίησης της αλληλεγγύης. Για να καθίσει στο εδώλιο παραδειγματικά ο ανθρωπισμός και να σταλεί σαφές μήνυμα σε κάθε εθελοντή και εθελόντρια που επιχειρεί διασώσεις. Η περιπέτεια για τους 24 συνεχίζεται, καθώς οι κατηγορίες για τα σκληρά κακουργήματα βρίσκονται στον φάκελο, στο γραφείο του ανακριτή.

Όσον αφορά το αδίκημα της πλαστογραφίας για το οποίο παραπέμπεται ο επικεφαλής της οργάνωσης ERCI κ. Μωραΐτης, φαίνεται πως το δικαστικό σύστημα θα εκτεθεί εκ νέου. Η πλαστογραφία, αφορά το γεγονός ότι κάτω από το όχημα του οργανισμού βρέθηκαν στρατιωτικές πινακίδες. Ουσιαστικά, υπονοείται ότι το όχημα της ERCI θα μπορούσε να παρερμηνευθεί ως «στρατιωτικό όχημα» λόγω των πινακίδων, αγνοώντας το γεγονός ότι ήταν «ντυμένο» ολόκληρο με το λογότυπο και την επωνυμία του οργανισμού.

«Πήραμε ένα μικρό κομμάτι των ζωών μας πίσω»

Ο ένας εκ των 24, Νάσος Καρακίτσος, μιλώντας στο TPP αναφέρει: «Δεν μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένος. Θέλαμε τόσα χρόνια να δικαστούμε, περιμέναμε τεσσεράμισι χρόνια για να μας πουν ότι είναι άκυρο το κλητήριο θέσπισμα και ακυρώνεται η διαδικασία. Για 4,5 χρόνια περιμέναμε άδικα».

Όπως χαρακτηριστικά τονίζει, «ευτυχώς φτάσαμε σ’ αυτή τη δίκη όπου παραδέχτηκαν ότι όλα ήταν μια φούσκα. Πήραμε ένα μικρό κομμάτι των ζωών μας πίσω και περιμένουμε να γίνει το μεγάλο δικαστήριο να πάρουμε όλη τη ζωή μας πίσω».

Προχειρότητα

Η μία εκ των συνηγόρων της Σάρα Μαρντίνι και του Σον Μπίντερ, Κλειώ Παπαπαντολέων, φιλοξενήθηκε στη Φάρμα των Ζώων λίγα λεπτά μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας.

«Δεν έγινε καμία κρίση επί της ουσίας. Αυτό που έχουμε είναι ότι το δικαστήριο έκανε δεκτές ενστάσεις των δικηγόρων που αφορούσαν νομικά σφάλματα του κατηγορητηρίου. Αυτό αφορούσε δύο πράγματα: το ένα, όσον αφορά τους αλλοδαπούς κατηγορούμενους ότι κανένα έγγραφο δεν είχε μεταφραστεί άρα τα πρόσωπα αυτά δεν μπορούσαν να κατανοήσουν γιατί κατηγορούνται σε γλώσσα που να τους είναι κατανοητή, και αφετέρου ειδικότερα για την κατηγορία της κατασκοπείας η διατύπωση του κατηγορητηρίου ήταν ουσιαστικά ασαφής. Δεν είχε καμία περιγραφή για το σε τι συνίσταται η κατηγορία για κατασκοπεία στα πρόσωπα αυτά. Το δικαστήριο έτσι, ακύρωσε το κλητήριο θέσπισμα», εξηγεί.

Η λέξη που περιγράφει όλη την ποινική διαδικασία σύμφωνα με την Κλειώ Παπαπαντολέων είναι μία: προχειρότητα. Τόσο όσον αφορά τα πλημμελήματα, αυτά που δικάζονταν σήμερα, αλλά και την παράλληλη ποινική διαδικασία που είναι στο στάδιο της ανάκρισης ακόμη και αφορά τα κακουργήματα. «Όλα αυτά θα έπρεπε αυτεπαγγέλτως οι αρχές να τα έχουν λάβει στα υπόψιν τους δεδομένου ότι είχαμε πλείονες κατηγορούμενους από άλλες χώρες, και άρα ήταν υποχρέωση της πολιτείας να εκδίδει κυρίως τα βασικά έγγραφα σε γλώσσα που οι κατηγορούμενοι κατανοούν. Αυτές είναι βασικές αρχές και θεμελιώδη δικαιώματα των κατηγορουμένων», σημειώνει η κυρία Παπαπαντολέων.

«Αυτή η υπόθεση δεν έχει κανένα απολύτως στοιχείο. Θα έπρεπε να έχει τεθεί στο αρχείο και να έχουν απαλλαγεί τα πρόσωπα αυτά ήδη από καιρό, όταν η δικογραφία ήταν ενωμένη και ενιαία. Να μην έχουν διαχωριστεί ποτέ τα πλημμελήματα, λόγω επικείμενης παραγραφής και ούτω καθεξής. Θα έπρεπε να έχει γίνει διαφορετική διαχείριση. Να είχε εκτιμηθεί το υλικό της ανάκρισης εδώ και χρόνια, ότι τίποτα απολύτως δεν προέκυψε και άρα όλα τα πρόσωπα αυτά να έχουν απαλλαγεί και να μην υφίσταται όλη αυτή η τρομερή ταλαιπωρία και η ομηρία των ανθρώπων», κρίνει.

Παραμένουν όμως τα κακουργήματα. Διαχωρίστηκαν από τα πλημμελήματα από το 2019 γιατί έκρινε η πολιτεία ότι επίκειται παραγραφή. «Φτάσαμε όμως το 2023 για να φτάσουν στο αρμόδιο δικαστήριο. Αντιλαμβανόμαστε μάλλον ότι η λέξη προχειρότητα είναι κομψή. Διότι πολλαπλασιάσαμε τις δίκες αυτών των ανθρώπων χωρίς να έχουμε καμία εγγύηση και χωρίς να τηρούμε καμία δικονομική προϋπόθεση κατ’ ουσίαν. Τα κακουργήματα είναι στο στάδιο της ανάκρισης αλλά και εκεί δε γίνεται τίποτα. Δεν υπάρχει ποινική διερεύνηση, δε γίνονται ανακριτικές πράξεις, απολύτως τίποτα δε γίνεται. Μία δικογραφία που περιμένει σε κάποιο ανακριτικό γραφείο», τονίζει.

Αυτοί οι άνθρωποι όμως έκαναν φυλακή. Προφυλακίστηκαν για πάνω από 100 ημέρες. Η κ. Παπαπαντολέων προσθέτει ότι εκτός από τη φυλάκιση, αυτές οι σκληρές κατηγορίες επηρεάζουν τη ζωή τους ποικιλοτρόπως. Για παράδειγμα ένας εκ των κατηγορουμένων είναι φοιτητής νομικής. Ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να δώσει εξετάσεις στο δικηγορικό σύλλογο της Βρετανίας επειδή έχει αυτή την ποινική διαδικασία στην πλάτη του. «Θέλω να πω ότι υπάρχουν διάφορες παρενέργειες που δεν φαίνονται εξ όψεως διότι δεν είναι στέρηση της ελευθερίας, αλλά είναι πολλαπλές σε διαφορετικά επίπεδα. Δεν είναι κάτι ανάλαφρο να έχεις τόσο βαριές κατηγορίες σε βάρος σου», υπενθυμίζει.

«Δυστυχώς υπάρχει φοβερή έκθεση της δικαιοσύνης διεθνώς», σχολιάζει «Με την απόφαση αυτή υπάρχει μία δικαστική αποτύπωση και αναγνώριση των νομικών σφαλμάτων τα οποία κατέληγαν στην παραβίαση των εγγυήσεων και του σκληρού πυρήνα του δικαιώματος της δίκαιης δίκης. Τουλάχιστον υπάρχει αυτή η πρώτη αναγνώριση. Θέλω να ελπίζω ότι αυτό θα δημιουργήσει και μία επιτάχυνση στη διαδικασία που αφορά τα κακουργήματα ώστε να ολοκληρωθεί όλο αυτό αισίως και να απελευθερωθούν», καταλήγει.

«Οι ανθρωπιστές ήταν εύκολος στόχος»

Όπως είχε σημειώσει και ο δεύτερος συνήγορος υπεράσπισης των Σάρα Μαρντίνι και Σον Μπίντερ στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα Press»: «Ήταν πολύ εύκολος στόχος οι ανθρωπιστές. Αυτή η δικογραφία στο πλημελληματικό μέρος είναι η μεγαλύτερη δικογραφία ποινικοποίησης της ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ευρώπη».

«Δεν είναι η τελευταία όμως, μετά από αυτήν ακολούθησαν κι άλλες που θα περιμένουν εναντίον ανθρωπιστών κι οργανώσεων που θα περιμένουν κι αυτές 3-4 χρόνια να ωριμάσουν και να δικαστούν. Στην ουσία τι κάνουν; Φτιάχνουν ένα κατηγορητήριο, μετονομάζεται η πραγματικότητα σε κάτι άλλο, το βάζουν στο τοπικό σύστημα δικαιοσύνης της Μυτιλήνης, ξέρουν ότι το σύστημα δε μπορεί να διεκπεραιώσει τόσο μεγάλες υποθέσεις με αποτέλεσμα μέσω της δικαστικής παρενόχλησης αυτών των ανθρώπων να πετυχαίνουν αυτό που θέλουν. Αν υπάρχει κάτι με συνέπεια όλα αυτά τα χρόνια είναι η αδυναμία του συστήματος Δικαιοσύνης να αποδώσει άμεσα δικαιοσύνη», τόνισε.

Αξίζει να σημειωθεί ότι και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του Ανθρώπου ζήτησε από την ελληνική δικαιοσύνη να αποσύρει όλες τις κατηγορίες σε βάρος μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων που προσφέρουν βοήθεια σε πρόσφυγες και των οποίων η δίκη διεξάγεται αυτή τη στιγμή στη Λέσβο.

Όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο, η Λιζ Τρόσελ, υποστήριξε ότι «αυτού του είδους η δίκη είναι αληθινά ανησυχητική, επειδή ποινικοποιεί τις πράξεις που σώζουν τη ζωή ανθρώπων». Η εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας, στη διάρκεια τακτικής ενημέρωσης των δημοσιογράφων στη Γενεύη σημειώνει ότι «η διάσωση ζωών και η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας δεν θα έπρεπε να ποινικοποιούνται ποτέ. Τέτοιες δράσεις αποτελούν απλούστατα ανθρωπιστική επιταγή και ανθρώπινα δικαιώματα».

Η Λιζ Τρόσελ σχολίασε πως η Ύπατη Αρμοστεία εκφράζει φόβους μήπως η νομοθεσία σε αριθμό ευρωπαϊκών χωρών «χρησιμοποιηθεί για την ποινικοποίηση τόσο των μεταναστών όσο και αυτών που τους βοηθούν», ενώ πρόσθεσε πως «η μάχη εναντίον της διακίνησης ανθρώπων βασίζεται σε τελική ανάλυση στη βελτίωση των ασφαλών οδών για τη νόμιμη μετανάστευση».