Τα έγγραφα ήρθαν στην επιφάνεια μετά τα επίμονα αιτήματα από ομάδες κοινωνίας των πολιτών σύμφωνα με το ομοσπονδιακό δικαιώμα για την ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση,ήδη από το Μάρτιο του 2017 και τις δικαστικές αγωγές που ακολούθησαν ενάντια στο υπ. Άμυνας των ΗΠΑ και το κεντρικό επιτελείο στρατού. Μέχρι σήμερα, η εφημερίδα NYT έχει λάβει περισσότερες από 1,300 αναφορές που εξετάζουν αεροπορικές επιθέσεις σε Ιράκ και Συρία από το Σεπτέμβρη του 2014 μέχρι το Γενάρη του 2018 και καταλαμβάνουν συνολικά 5,400 σελίδες.
Από τότε που οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις μετατόπισαν το κέντρο δραστηριοτήτων τους από την ξηρά στον αέρα, ειδικά στις περιοχές του Ιράκ, της Συρίας και του Αφγανιστάν, έκαναν μια κρίσιμη υπόσχεση: ότι οι βόμβες ακριβείας και τα drones θα στόχευαν και θα σκότωναν μόνο εχθρούς και θα ελαχιστοποιούσαν τους κινδύνους για τους αμάχους.
Πρόσφατες έρευνες έχουν ανατρέψει αυτή την υπόσχεση. Το Σεπτέμβρη, μια επίθεση με drone στη Καμπούλ είχε στόχο ένα όχημα το οποίο ήταν γεμάτο εκρηκτικά. Στην πραγματικότητα, το drone σκότωσε 10 μέλη μιας οικογένειας. Τον προηγούμενο μήνα ήρθε στην επιφάνεια μια άλλη έρευνα σύμφωνα με την οποία δεκάδες άμαχοι είχαν σκοτωθεί το 2019 σε ένα βομβαρδισμό στη Συρία, τον οποίο ο αμερικανός στρατός είχε αποκρύψει από τα φώτα της δημοσιότητας.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες ολοκληρωμένες έρευνες της εφημερίδας προκύπτει το συμπέρασμα ότι αυτά τα περιστατικά δεν ήταν οι εξαιρέσεις αλλά ο κανόνας, όπου οι βασικές απώλειες του high tech πολέμου που εξαπέλυαν οι ΗΠΑ ήταν κατά βάση άμαχοι πληθυσμοί.
Αντλώντας από τουλάχιστον 1,300 έγγραφα του Πενταγώνου, προκύπτει ότι από το 2014, ο αμερικανικός πόλεμος δια αέρος βασίστηκε σε ελαττωματική τεχνολογία αιχμής και πειραματικά στάδια εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης.
Πιο συγκεκριμέβα, οι θάνατοι των αμάχων συστηματικά και σε μεγάλο βαθμό υποκαταγράφονται. Σύμφωνα με τα στρατιωτικά έγγραφα, 1,417 άμαχοι έχουν σκοτωθεί από αεροπορικές επιδρομές ενάντια στον ISIS στο Ιράκ και τη Συρία και από το 2018 στο Αφγανιστάν, οι αμερικανικές αεροπορικές επιχειρήσεις έχουν σκοτώσει τουλάχιστον 188 αμάχους. Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα ο αιρθμός των νεκρών αμάχων ήταν πολύ υψηλότερος. Αν και υπήρξαν κάποιες διαφοροποιήσεις αναλόγως την επιχείρηση και την περιοχή, η πιο θανατηφόρα αεροπορική επιχείρηση ήταν η ισοπέδωση ενός μικρού χωριού στη Συρία, το Tokhar, το 2016.
Οι τραυματισμένοι επιζήσαντες πολύ συχνά ζητούν την κάλυψη των εξόδων για την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη, αλλά αντ΄αυτού λαμβάνουν κάποια μικρή αποζημίωση εν είδει συλλυπητηρίων για τους οικείους τους.
Τα έγγραφα υπονοούν ότι είναι ελάχιστη η προσπάθεια εκ μέρους του στρατού να αναγνωρίσει κάποια συστηματική αποτυχημένη διαχείριση ή να παραδεχτούν κάποια αποτυχία. Σε πολλές περιπτώσεις, η εντολή που ενέκρινε το αεροπορικό χτύπημα βασιζόταν σε ανεπαρκή ή λανθασμένα στοιχεία, ενώ μόνο σε μία περίπτωση τα μέλη των αμερικανικών δυνάμεων επισκέφτηκαν το πεδίο της επιχείρησης.
Μια επίθεση δικαιολογείται μόνο εφόσον ο αναμενόμενος κίνδυνος για τους αμάχους έχει αντισταθμιστεί με το στρατιωτικό όφελος και είχε εγκριθεί από το ιεραρχικά ανώτερο μέλος της στρατιωτικής μονάδας.
Πάνω από 50,000 αεροπορικές επιδρομές που πραγματοποιήθηκαν δεν είχαν σχεδιαστεί από πριν.
Ο νέος τρόπος διεξαγωγής πολέμου από τις ΗΠΑ διαμορφωνόταν σταδιακά ήδη από το 2009 με την αύξηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν. Στο τέλος του 2014, ο τότε πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα δήλωσε ότι ο πολέμος δια ξηράς με εδαφικές επιδρομές ήταν πια παρελθόν και μετατόπισε τις στρατιωτικές αποστολές κυρίως σε αεροπορικές επιχειρήσεις που θα υποστήριζαν και θα συμβούλευαν τις αφγανικές δυνάμεις στον πόλεμο ενάντια στους Ταλεμπάν. Περίπου την ίδια περίοδο, ενέκρινε μια επιχείρηση αεροπορικών επιθέσεων ενάντια σε στόχους του ISIS και των συμμάχων του σε συριακά και ιρακινά εδάφη.
Υπό τη διοίκηση του Τραμπ, ο ρυθμός εξαπόλυσης αεροπορικών επιδρομών επιταχύνθηκε και οι αμερικανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν πάνω από 50,000 επιθέσεις δια αέρος σε Ιράκ, Συρία και Αφγανιστάν.
Όταν οι μάχες γίνονταν πιο έντονες, η αρμοδιότητα για την έγκριση των βομβαρδισμών μετακυλιόταν σε κατώτερα ιεραρχικά μέλη του στρατού, με αποτέλεσμα πολλές επιθέσεις να διεξάγονται και να αποφασίζονται εν θερμώ και όχι σύμφωνα με στρατηγικό σχεδιασμό.
Προκαταλήψεις και τυφλά σημεία αυξάνουν τον κίνδυνο
Σύμφωνα με τα έγγραφα οι απώλειες των αμάχων πολύ συχνά ήταν αποτέλεσμα των προκαταλήψεων, ή της τάσης να εντοπίζεται και να ερμηνεύεται μια πληροφορία κατά τέτοιον τρόπο που να επιβεβαιώνει προ-υπάρχουσες πεποιθήσεις. Οι άνθρωποι που έτρεχαν σε ένα σημείο βομβαρδισμού εκλαμβάνονταν ως μαχητές του ISIS και όχι ως άμαχοι διασώστες. Άντρες πάνω σε δίκυκλα μηχανάκια που έγιναν αντιληπτοί ως ομάδα επίθεσης που κινείται σε σχηματισμό που φέρει το σινιάλο μιας επικείμενης επίθεσης, ήταν απλώς άνθρωποι σε μηχανάκια.
Πολιτισμικά κενά προκαλούσαν τυφλά σημεία στις επιχειρήσεις και άφηναν έκθετους και ευάλωτους τους αμάχους. Για παράδειγμα, ο στρατός έκρινε ότι δεν υπήρχε παρουσία αμάχων σε ένα σπίτι όπου οι οικογένειες κοιμόντουσαν κατά τις ημέρες της νηστείας του Ramadan ή είχαν βρει καταφύγιο από τη ζέστη και τις πολλές συγκρούσεις στον εξωτερικό χώρο.
Βλάβες στην τεχνολογία και στους μηχανισμούς παρακολούθησης και monitoring.
Παρά τα παχιά λόγια για την εξαιρετική ακρίβεια των νέων τεχνολογιών που έχουν ενσωματωθεί στις κεφαλές των βομβιστικών μηχανημάτων και στις κάμερες υψηλής τεχνολογίας που έχουν εξοπλίσει τα κέντρα ελέγχου στο έδαφος, το -κακής -ποιότητας ή διακεκομμένο οπτικό υλικό συνήθως ήταν ο λόγος πίσω από αποτυχημένους στρατιωτικούς στόχους που σκότωναν αμάχους. Κάποιες φορές αρκούσαν μόνο δύο δευτερόλεπτα οπτικού υλικού για να εγκριθεί μια ρίψη βόμβας.
Η δημοσιοποίηση των ευρημάτων από τις παραπάνω έρευνες βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Και δυστυχώς έρχεται να επιβεβαιώσει και να επαναλάβει τις πληροφορίες και τις διαρροές δημοσίου συμφέροντος που έκανε η Chelsea Manning μέσω του Wikileaks ήδη από το 2007 με το βίντεο Collateral Murder (παράπλευρη δολοφονία).
Με πληροφορίες από New York Times