Σε μία από τις πιο αποκρουστικές στιγμές της χθεσινής δίκης, ο Ρουπακιάς μίλησε για «απλή ανθρωποκτονία». Η φράση αυτή ενόχλησε την πρόεδρο του δικαστηρίου, η οποία διόρθωσε τον Ρουπακιά και χρειάστηκε να του εξηγήσει ότι καμία ανθρωποκτονία δεν είναι απλή και αυτό συνιστά ασέβεια προς τα θύματα. Ο Ρουπακιάς επέστρεψε μετά από τη διακοπή της δίκης λέγοντας ότι το σκέφτηκε καλύτερα (δηλαδή τον νουθέτησε ο δικηγόρος του) και ήθελε να ξαναμιλήσει για αυτό. Εξήγησε λοιπόν ότι όταν έλεγε πως είναι μία «απλή ανθρωποκτονία» εννοούσε ότι δεν είχε την πολιτική διάσταση που θέλησαν οι άλλοι να τις αποδώσουν. Πέρα από το ζήτημα της ασέβειας, θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει είναι πρωτίστως και πάνω από όλα η πολιτική διάσταση.

Αρκεί να ακούσει κανείς τον Ρουπακιά να απολογείται για δύο λεπτά για να καταλάβει αμέσως ότι δεν πρόκειται για έναν συνηθισμένο άνθρωπο. Δεν υπάρχει ίχνος μεταμέλειας ή συστολής στην παρουσία αυτού του ανθρώπου. Αυτό που αποπνέει με κάθε ίνα του κορμιού του είναι η αναίδεια του ηθικά πορωμένου φονιά.

Το προφίλ των κατηγορουμένων είναι περίπου σταθερό και προβλέψιμο. Άνθρωποι λαϊκής προέλευσης που ξαφνικά απολαμβάνουν δόξα και δύναμη που δεν είχαν φανταστεί. Αν το συνδυάσεις αυτό με τα ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά της δίψας για βία απέναντι σε ανίσχυρους και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της εκτίναξης της Χρυσής Αυγής, το μείγμα που προκύπτει είναι αυτό που παρακολουθήσαμε τα τελευταία χρόνια.

Αν επρόκειτο για μία «απλή ανθρωποκτονία», δηλαδή για μία ποινική υπόθεση χωρίς πολιτικές προεκτάσεις, θα αρκούσε να σχολιάσουμε με αποτροπιασμό την ηθική αναλγησία ή για να το πω διαφορετικά την κτηνωδία που αποπνέει ο Ρουπακιάς. Όμως εγώ δεν παρακολουθώ ποινικές δίκες. Ο λόγος για τον οποίο με ενδιαφέρει η δική της Χρυσής Αυγής είναι γιατί δυσκολεύομαι να χωνέψω ότι μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα η Χρυσή Αυγή εξακολούθησε να υπερψηφίζεται από εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας και να είναι σημαντικός πολιτικός παράγοντας και στις εκλογές του 2015.

Είμαι σίγουρος ότι αν χρειαζόταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να απολογηθούν μπροστά σε ένα δικαστήριο θα έλεγαν τις ίδιες ανοησίες που ακούμε καθημερινά στη δική της Χρυσής Αυγής. Δεν ήξερα, δεν κατάλαβα, εγώ πήγαινα εκεί διότι άκουγα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για την πατρίδα και την ορθοδοξία. Όμως, όπως όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτά δεν ισχύουν για τους χρυσαυγίτες κατηγορουμένους, όσα κομποσκοίνια και να κρατήσουν την ώρα που απολογούνται για τα φρικτά εγκλήματα τους, το ίδιο ξέρουμε πολύ καλά ότι δεν ισχύουν και για τον κόσμο που τους ψήφιζε. Ήξερε για τη βία απέναντι στους μετανάστες, ήξερε πως αναποδογυρίζονταν οι πάγκοι, είχε δει τα χαστούκια στην Κανέλλη, είχε ακούσει τον Μιχαλολιάκο να αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για τη δολοφονία Φύσσα είχε δει ρεπορτάζ στα κανάλια που άλλαξαν το τροπάρι τους μετά τη δολοφονία Φύσσα, λοιπόν όλος αυτός ο κόσμος που τους ψήφιζε έλεγε στον Ρουπακιά μπράβο, και ό,τι κι αν προσποιείται ότι νιώθει σήμερα ακούγοντας τη φρικτή απολογία του Ρουπακιά, να ψεύδεται συκοφαντώντας το θύμα του, η αλήθεια παραμένει μία: ο Ρουπακιάς έστριβε το μαχαίρι στην καρδιά του Παύλου Φύσσα και όλες αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες φωνές του έλεγαν μπράβο καλά έκανες.

Αυτό ακριβώς αξιοποιούσε η υπεράσπιση των κατηγορουμένων ξέροντας πως πρόκειται για ισχυρό πολιτικό κόμμα στο οποίο ο κόσμος ψηφίζει γνωρίζοντας αυτές τις κατηγορίες και τις αψηφά. Κάθε ψηφοφόρος θα πρέπει να υποχρεωθεί να ακούσει αυτήν την απολογία και να τη χειροκροτήσει με την καρδιά του. Κι αν αυτό του φαίνεται τραβηγμένο, να επισημάνω πως το να τους ψηφίζει μετά τη δολοφονία Φύσσα είναι πολύ πιο τραβηγμένο και υπήρξε πολύ πιο κρίσιμο πολιτικά.

Δεν ξέρω τι λένε όλοι αυτοί οι άνθρωποι τώρα. Πιθανώς τίποτα. Ξέρω όμως ότι ιστορικά ο ναζισμός είχε ανάγκη από δύο τύπους ανθρώπων: Πορωμένους βασανιστές που γελούσαν την ώρα που έστελναν κόσμο στα κρεματόρια και φιλήσυχους γείτονες που ξεκινούσαν τη μέρα τους χαιρετώντας τον γείτονα με χιτλερικό χαιρετισμό, διότι έτσι έκαναν όλοι. Δεν ζήσαμε τη Χρυσή Αυγή στην εξουσία, ευτυχώς. Αλλά αυτό που ζήσαμε είναι ένα κατόρθωμα για το οποίο η ντροπή θα σέρνεται πάνω στα κεφάλια των εκατοντάδων χιλιάδων συνειδητών φασιστών που έλεγαν μπράβο στον Ρουπακιά.

Καθώς παρακολουθούσα τις απίθανες ακροβασίες του Ρουπακιά για να υποστηρίξει την καταγέλαστη υπερασπιστική γραμμή που έχουν συντάξει οι δικηγόροι του σκεφτόμουν ότι θα ήθελα την ίδια διαδικασία να περάσουν ένας-ένας οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής. Να μη δικαστούν για φόνο. Το μαχαίρι του κράτησε μόνο ο Ρουπακιάς. Να δικαστούν όμως σε ένα δικαστήριο συνειδήσεων όπου θα πρέπει να απαντήσουν δημόσια και προσεκτικά σε μία μία τις ερωτήσεις που τίθενται στους κατηγορούμενους καθημερινά στη δίκη. Τι είχες ακούσει για τη Χρυσή Αυγή; Τι πίστευες ότι συμβαίνει όταν άκουγες όλα αυτά για τον Παύλο Φύσσα; Γιατί το πιο ανατριχιαστικό σε όλα αυτά για αυτή την ανθρωποκτονία που είναι εντελώς πολιτική είναι πώς μπόρεσε να συμβεί γιατί ο Ρουπακιάς πίστευε ότι αυτό θα το κάνει ατιμώρητα. Αυτή η διάσταση είναι μόνο πολιτική.

Δεν ήταν ανόητος που το πίστευε αυτό. Μας εξήγησε με τόση λεπτομέρεια πόσο φιλική ήταν η αντιμετώπιση των αστυνομικών αφού είχε διαπράξει και ομολογήσει φόνο. Την ώρα που γίνονταν προσαγωγές κάθε φορά που επρόκειτο να γίνει συγκέντρωση για τον Γρηγορόπουλο μην τυχόν και καεί κανένας κάδος στα Εξάρχεια, δεν έχει γίνει ποτέ προληπτική προσαγωγή σε όλα αυτά τα κτήνη με τα ρόπαλα που έβγαιναν στους δρόμους για να ξυλοφορτώσουν, να μαχαιρώσουν, να σκοτώσουν. Γιατί λοιπόν να μην πιστέψει ο Ρουπακιάς ότι μπορεί να σκοτώσει και να βγει λάδι; Σας φάνηκε να φοβάται την αστυνομία; Η αστυνομία δεν τον είχε ενοχλήσει ποτέ για λόγους που τώρα πια τους ξέρουμε πάρα πολύ καλά. Ακόμη και ο Άδωνις Γεωργιάδης είχε υποχρεωθεί να απαντήσει σε ερώτηση στο BBC για τις σχέσεις αστυνομίας και ακροδεξιάς ότι «Δυστυχώς αυτό είναι αλήθεια». Για τον ίδιο λόγο που μία εβδομάδα μετά τη δολοφονία Φύσσα μετακινείται σε άλλη υπηρεσία ο επικεφαλής της διμοιρίας ΥΑΤ στο Κερατσίνι που μέλη της πετούσαν πέτρες κατά τη διάρκεια επεισοδίων (συνταρακτικήτιμωρία) και αντικαθίσταται ο διευθυντής αντικατασκοπείας της ΕΥΠ διότι φαίνεται ότι ήταν αρωγός και πληροφοριοδότης της οργάνωσης. Εξ ου και βουλευτής της Χρυσής Αυγής είπε ότι ξήλωσαν όλη την ΕΥΠ για να μας συλλάβουν.

Μπορεί ο Πατέλης να λέει ότι δεν υπήρχε πρόβλημα με τους μετανάστες και να επικαλείται ως απόδειξη το ότι δεν είχαν καταθέσει μήνυση, αλλά εμείς ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι ο λόγος για τον οποίον δεν κατέθεσαν μήνυση μετανάστες είναι διότι η αστυνομία βρισκόταν πάντοτε ενεργά και εντελώς προκλητικά στο πλευρό της Χρυσής Αυγής.

Την ώρα λοιπόν που θα μπαίνει φυλακή ο Ρουπακιάς όπως του αξίζει και ελπίζω ότι θα συμβεί στο τέλος αυτής της δίκης, αυτό που θα με βασανίζει και θα σκέφτομαι συνέχεια είναι πώς διάολο καταφέραμε ως κοινωνία να έχουμε εκατοντάδες χιλιάδες υποστηρικτές αυτού του φονιά που του είπαν και πριν αλλά και μετά ότι καλά έκανε. Δεν έχουμε ξεμπλέξει ακόμα με τη Χρυσή Αυγή και δεν έχει εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη, ούτε πιστεύω ότι είναι ασφαλές να προβλέψει κανείς ότι η Χρυσή Αυγή αποκλείεται να μπορέσει να ανακάμψει. Δεν έχω ιδέα για το τι θα συμβεί στο μέλλον και υπάρχει βεβαίως πράγματι η πιθανότητα η εκλογική συντριβή μαζί με ένα γερό δικαστικό χαστούκι να στείλουν ξανά τη Χρυσή Αυγή στο περιθώριο. Όμως, όπως ήταν ένα χαστούκι αφύπνισης από το οποίο ποτέ δεν θα μπορέσει να ξεφύγει γερμανική κοινωνία, το πώς τα κατάφερε να ακολουθήσει σε τέτοια έκταση και μαζικότητα τη ναζιστική φρίκη, έτσι και για μας πιστεύω ότι θα πρέπει να αποτελεί ένα μόνιμο ερώτημα αυτογνωσίας το πώς καταντήσαμε σε αυτό το σημείο. Για την απάντηση έχουν γραφτεί αρκετά βιβλία και θα γραφτούν και άλλα. Προς το παρόν κρατώ μόνο αυτή τη σκέψη: πως όσα έκανε ο Ρουπακιάς τον βαρύνουν πρωτίστως προσωπικά ως φονιά που σηκώθηκε από το σπίτι του και μπήκε στην κεφαλή ενός οργανωμένου τάγματος εφόδου που έσφαξε τον Παύλο Φύσσα. Αλλά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βαρύνονται με την ευθύνη ότι του επέτρεψαν αυτό να το σκεφτεί και να το φέρει εις πέρας. Τον χειροκρότησαν και πριν και μετά. Μόνο έτσι έγινε αυτό. Την ανατριχίλα που νιώσαμε ακούγοντας τον Ρουπακιά να ψεύδεται με τόση άνεση λέγοντας ότι ο Φύσσας του επιτέθηκε, πρέπει να τη μεταφέρουμε στους υποστηρικτές του.

Γιατί αυτοί είναι το πρόβλημα που έχουμε ακόμη μπροστά μας, αυτοί είναι η ρίζα του προβλήματος που κατέληξε στη δολοφονία Φύσσα.

Στη συγκλονιστική συλλογή Τα όνειρα στο Γ΄ Ράιχ διαβάζουμε το όνειρο ενός γιατρού:

Βρίσκομαι σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου οι κρατούμενοι όχι μόνο δεν δείχνουν να υποφέρουν, αλλά απολαμβάνουν πλούσια γεύματα και παρακολουθούν ακόμα και θεατρικές παραστάσεις. Ώστε οι φήμες που ακούγονται για τα στρατόπεδα είναι όντως υπερβολικές, σκέφτομαι, όταν ξάφνου κοιτάζομαι σε έναν καθρέφτη, για ν’ ανακαλύψω ότι φορώ τη στολή ενός γιατρού των Ες Ες, με ψηλές μπότες που αστράφτουν σταν μπριγιάντια. Στηρίζομαι στο συρματόπλεγμα και ξαναβάζω τα καλάματα.

Πρέπει να ξαναπούμε και να ξαναλέμε σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους ότι υπάρχουν μόνο δύο επιλογές: ή με τον Παύλο ή με τον Ρουπακιά. Όταν ο μαχαιροβγάλτης θα είναι στη φυλακή, θα μένουν όλοι αυτοί που τον όπλισαν για να μας θυμίζουν ότι η δουλειά μας δεν έχει τελειώσει.