του Θάνου Καμήλαλη

Η υπουργός Πολιτισμού, σε μία κλειστή για το κοινό, συνέντευξη Τύπου – παρωδία, είπε συγκεκριμένα: «Από τη στιγμή που ξεκινούν οι φήμες για τον Λιγνάδη τον πιέσαμε πολύ να μας πει εάν είχε κάποια σχέση με αυτές. Κι εδώ αισθάνομαι ότι μας εξαπάτησε. Με βαθιά υποκριτική τέχνη προσπάθησε να μας πείσει ότι δεν έχει καμία σχέση με αυτά. Υπήρχε σταθερή άρνηση ότι δεν έχει σχέση. Κι ενώ οι φήμες πολλαπλασιάζονταν για την ανάρμοστη όπως φαίνεται δράση του, εκείνος εξακολουθούσε να επιμένει. Παραιτήθηκε μετά τη συνέντευξη του Νίκου Σ. που επέδρασε καταλυτικά».

Αυτό που δεν είπε όμως, για παράδειγμα, είναι ότι ακόμα και μετά την παραίτηση Λιγνάδη, συνέχισε να αναπαράγει τη γραμμή του. Μιλώντας στο ραδιόφωνο του «Πρώτου Θέματος», κι αφού ήδη επί μέρες έκανε λόγο για «φήμες» και «πολιτικές σκοπιμότητες» μία μέρα μετά την παραίτηση Λιγνάδη, τόνιζε:

«Μέσα σ’ αυτό το τοξικό κλίμα, ο καθένας έχει αντοχές και αυτό δε μπορούμε να τις παραγνωρίζουμε. Ο κάθε άνθρωπος έχει τις αντοχές του, πόσο μπορεί να δεχθεί και να ανεχθεί οποιεσδήποτε φήμες. Γιατί πρέπει να πω, ότι μέχρι σήμερα που μιλάμε, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, κάποια καταγγελία επώνυμη δεν υπάρχει.»

Εξαπατήθηκε λοιπόν, δήλωσε η ίδια, από έναν άνθρωπο που δεν γνώριζε προσωπικά ούτε η ίδια, ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Βέβαια, αυτό δεν εξηγεί το γιατί ο Λιγνάδης διορίστηκε απευθείας από την κυβέρνηση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, ενώ παράλληλα ακυρώθηκε ο διαγωνισμός που είχε εξαγγείλει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Εδώ, η Λίνα Μενδώνη έκανε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρουσίαση της πραγματικότητας: «Όταν τοποθετήσαμε τον Λιγνάδη στη θέση του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου βγάλαμε προκήρυξη. Με αντίστοιχες προκηρύξεις θα τοποθετούνται οι διευθυντές των οργανισμών».

Έμμεσα προσπαθεί να πει, σε όσους δεν γνωρίζουν την πραγματικότητα, ότι ο Λιγνάδης διορίστηκε με προκήρυξη. Αυτό είναι ωμό ψέμα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακύρωσε την προκήρυξη ΣΥΡΙΖΑ, ως «διάτρητη», αλλά υποσχέθηκε τη νέα προκήρυξη αφού διόρισε τον Λιγνάδη. Διαβάζουμε από την τότε ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού:

«Με απόφαση της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνας Μενδώνη, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Δημήτρης Λιγνάδης ορίζεται ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, επιστρέφοντας  έτσι σε έναν γνώριμό του χώρο.

Η θητεία του θα είναι τριετής, σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο του φορέα. Παράλληλα, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί από την Υπουργό, θα προετοιμαστεί εγκαίρως η προκήρυξη για την πλήρωση της οικείας θέσης μετά την λήξη της θητείας του κ. Λιγνάδη, σύμφωνα με καλές διεθνείς πρακτικές και μέσα από διάλογο με την καλλιτεχνική κοινότητα. Στόχος μας είναι μία αδιάβλητη και καλά προετοιμασμένη διαδικασία, η οποία θα ακολουθείται εφεξής.»

Η Μενδώνη δήλωνε τότε στη Βουλή ότι «δεν είμαστε αντίθετοι στη διαδικασία των ανοιχτών προσκλήσεων ενδιαφέροντος. Άλλωστε, τις είχαμε προαναγγείλει από το 2014. Αλλά σωστών προκηρύξεων. Και αυτό θα κάνουμε ακολουθώντας τις καλές πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών κρατών, έπειτα από ουσιαστικό διάλογο με την καλλιτεχνική κοινότητα. Σήμερα, όμως, οι καλλιτεχνικοί οργανισμοί πρέπει να λειτουργήσουν και θα λειτουργήσουν». Τελικά ο Λιγνάδης διορίζεται από τη Μενδώνη «για λόγους δημοσιου συμφέροντος». Μάλιστα, στις 22 Ιουνίου, μολονότι δεν τον γνωρίζει, εμφανίζεται σίγουρη στη Βουλή για το ήθος του. «Εκτός κύριε βουλευτά, αν εσείς ή ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητεί, πέρα από τις ικανότητες, και το ήθος του Λιγνάδη… αν είναι έτσι, να το πείτε ευθέως».

Παράλληλα, τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε πληροφορηθεί ότι ο Λιγνάδης είχε απομακρυνθεί από δύο προηγούμενες θέσεις του, για «ανάρμοστη συμπεριφορά». Απομακρύνθηκε, μετά από καταγγελίες σπουδαστών/στριών, από τη δραματική Σχολή «Ίασμος», γεγονός που επιβεβαίωσε και η Σχολή σε ανακοίνωσή της. Ο κριτικός θεάτρου και πρώην πρόεδρος του Δ.Σ του Εθνικού Θεάτρου, Κώστας Γεωργουσόπουλος, δήλωσε πριν λίγες μέρες ότι δεν ανανέωσε τη σύμβαση του Λιγνάδη «γιατί από τότε ακούγονταν διάφορα για την συμπεριφορά του. Δεν ήταν η αρμόζουσα απέναντι στους σπουδαστές, κάτι που όπως πληροφορήθηκα είχε συμβεί και στην σχολή του Δελλή (Ίασμος) στην οποία επίσης δίδασκε».

Αυτά, δεν έχουν να κάνουν με την προσωπική ζωή. Υπάρχει εδώ μία «γραμμή υπεράσπισης» που λέει ότι «δεν μπορώ να ξέρω τι κάνει ο άλλος σε ιδιωτικές του στιγμές». Αλλά γνωρίζουμε πλέον ότι όλο αυτό είχε ξεκάθαρο αποτύπωμα στην επαγγελματική του ζωή, πέρα από τις συζητήσεις μεταξύ σπουδαστών/στριών και εντός του χώρου του Πολιτισμού. «Εμείς να συγκαλύψουμε τι; Εμείς δεν ξέραμε. Δεν γνωρίζαμε δεν υπάρχει  τμήμα ασφάλειας και σεξουαλικού εγκλήματος στο υπουργείο. Η σημερινή πολιτική ηγεσία δεν γνώριζε τίποτα για την προσωπική ζωή του που είναι καταδικαστέα. Όλα αυτά τα θεωρώ αποτρόπαια. Ποιος θα ήταν αφελής εάν γνώριζε να τοποθετήσει σε δημόσια θέση;» ανέφερε συγκεκριμένα η Μενδώνη.

Τίθενται λοιπόν πολύ απλά ερωτήματα: Η υπουργός Πολιτισμού βρίσκεται μέσα και έξω από το Υπουργείο τα τελευταία 20 χρόνια. Δεν είχε ακούσει τίποτα; Εδώ η ίδια λέει ότι «δεν έκανα ανασκαφή στο αρχείο, δεν είναι αυτή η δουλειά μου. Από όσο ξέρω δεν έχει υπάρξει καταγγελία για αυτά που είπε ο κ. Γεωργουσόπουλος. Όταν ήμουν γενικός γραμματέας στο υπουργείο δεν είχα αρμοδιότητες που σχετίζονταν με τον σύγχρονο πολιτισμό».

Δηλαδή: Δώσατε τη θέση με απευθείας διορισμό σε έναν άνθρωπο γιατί απλά γιατί ήταν «γνώριμός του χώρος το Εθνικό» και παράλληλα δεν είχατε ακούσει τίποτα, δεν ελέγξατε ένα βιογραφικό, δεν ρωτήσατε τι συνέβη σε προηγούμενες θέσεις του; Όχι σε ποια χώρα, σε ποια ιδιωτική εταιρεία μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο;

Αλλα, το υπουργείο Πολιτισμού, μαζί με τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, πήραν θέση σήμερα, δύο περίπου εβδομάδες μετά την παραίτηση Λιγνάδη. Η Λίνα Μενδώνη φαίνεται να ξεπέρασε την «εξαπάτησή» της από τον Λιγνάδη, όταν άνοιξε τηλεόραση και είδε τη μαρτυρία του Βασίλη:

«Η συγκεκριμένη μαρτυρία μάς συγκλόνισε, έτσι μπορέσαμε να παρέμβουμε θεσμικά και έγινε αυτό που επιζητούσαμε από την πρώτη στιγμή, να απευθύνονται τα θύματα εκεί που πρέπει να απευθύνονται»

Όμως, η μήνυση του Βασίλη έγινε πολύ νωρίτερα, σύμφωνα με τη δικηγόρο του. Ακολούθησε η παρέμβαση εισαγγελέα, σύμφωνα με πληροφορίες, στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών για τον «φάκελο Λιγνάδη», δύο ακόμα μηνύσεις, η συνέντευξη του Βασίλη και, μετά, η προσφυγή του υπουργείου Πολιτισμού στον Εισαγγελέα. Πώς γίνεται το Υπουργείο να κινητοποιήθηκε μόνο μετά την τηλεοπτική συνέντευξη; Δεν ήξερε για τις μηνύσεις; Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα επιχείρημα, ότι δηλαδή «δεν παρεμβαίνουμε στη Δικαιοσύνη κλπ». Αλλά από την άλλη, ήταν η Μενδώνη αυτή που έλεγε και ξαναέλεγε ότι «μέχρι αυτήν τη στιγμή που μιλάμε, δεν υπάρχουν επίσημες καταγγελίες». Γίνεται να ήξερε όταν δεν υπήρχαν, αλλά να μην ήξερε όταν υπήρξαν; Ο Star, για παράδειγμα, που έκανε το «ρεπορτάζ» για τον «γνωστό σκηνοθέτη που στο μάτι του κυκλώνα για το… τίποτα», αναφέροντας τη μήνυση, πριν από μία εβδομάδα πώς το ήξερε;

Κι όλα αυτά γιατί; Για να αποποιηθεί η Υπουργός Πολιτισμού και κατ’επέκταση η κυβέρνηση κάθε πολιτική ευθύνη στη συγκεκριμένη υπόθεση. Και το κεντρικό επιχείρημα ποιο είναι; «Δεν ξέραμε τίποτα», «κάναμε μία κακή επιλογή» και «μετά μας εξαπάτησε ένας επικίνδυνος»; Μα αυτό ακριβώς δείχνει σοβαρότατη πολιτική ευθύνη, μαζί με την εξοργιστική καθυστέρηση στην ανάληψη οποιασδήποτε «πρωτοβουλίας». Κι επιζητεί, απαιτεί, κάθαρση, για την οποία φωνάζουν και κινητοποιούνται εδώ και μέρες η άνθρωποί του. Η Λίνα Μενδώνη όμως δεν ήταν σε αυτούς εδώ και εβδομάδες, όπως δεν ανήκει στο υπουργείο Πολιτισμού. Είχαμε καταλάβει πόσο μακριά βρίσκεται από τον Πολιτισμό, σε υποθέσεις όπως τα αρχαία της Βενιζέλου, το τσιμέντο στην Ακρόπολη, την πυρκαγιά στις Μυκήνες, αλλά και τη μηδενική βοήθεια στους καλλιτέχνες, μέσα στην πανδημία. Η κατάσταση πλέον έχει ξεπεράσει κάθε όριο.

Όπως το ελληνικό metoo είναι μία κραυγή για στοιχειώδη Δικαιοσύνη, έτσι και το να φύγει η συγκεκριμένη Υπουργός και να υπάρξουν πολιτικές ευθύνες και για τον ανώτερό της, είναι στοιχειώδες ψήγμα Πολιτισμού.