Συγκεκριμένα, η ΕΙΤΗΣΕΕ ζητούσε να ανασταλεί η νομοθεσία και η απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, αλλά και η σιωπηρή απόρριψη της αίτησής της προς την «Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότης και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Πόθεν Έσχες» για το καθεστώς δηλώσεων πόθεν έσχες.
 
Η ίδια ζητά παράλληλα να ακυρωθεί η νομοθεσία, ωστόσο το ζήτημα ακόμα εκκρεμεί. Οι ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών, οι μέτοχοι, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι, οι εταίροι, οι γενικοί διευθυντές, οι διευθυντές ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης, ζητούσαν να ανασταλεί προσωρινά η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων πόθεν, αλλά και να μην υποβάλλουν καθόλου δηλώσεις.
 
Η ΕΙΤΗΣΕΕ υποστήριζε, μεταξύ άλλων, ότι η υπερχρέωση υποβολής δηλώσεων πόθεν έσχες είναι αντισυνταγματική, αντίθεση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ.λπ., ενώ τόνιζε ότι πλήττεται υπέρμετρα η ελευθερία της τηλεόρασης, η πολυφωνία και ο πλουραλισμός στην ενημέρωση, καθώς και το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, του ιδιωτικού βίου και η ασφάλεια των υποχρεώσεων και των οικογενειών τους.
 
Ακόμη, σημείωνε ότι περιορίζεται η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και θα υποστούν ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση ακύρωσης που έχουν καταθέσει για το ίδιο θέμα και εκκρεμεί.
 
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο ωστόσο, με πρόεδρο τη σύμβουλο Επικρατείας Μαργαρίτα Γκορτζολίδου και εισηγήτρια την πάρεδρο Ευσταθία Σκούρα, απέρριψε το αίτημα αναστολής της ΕΙΤΗΣΕΕ.
 

Η ζημιά αναφορά τρίτα πρόσωπα και όχι τα μέλη
 

Στην απόφαση του ΣτΕ αναφέρεται ότι η ζημία που επικαλείται η ΕΙΤΗΣΕΕ δεν αφορά τα μέλη της, αλλά τρίτα πρόσωπα, όπως είναι μέτοχοι, εταίροι, κ.λπ., ενώ τα επιχειρήματα περί κίνδυνου βιωσιμότητας των επιχειρήσεων, περιορισμού της πολυφωνίας, κ.λπ. κρίθηκαν «όλως αόριστα, μελλοντικά και αβέβαια».
 
Σε άλλο σημείο της απόφασης, το ΣτΕ επισημαίνει πως δεν πιθανολογείται ότι από τις επίμαχες προσβαλλόμενες αποφάσεις θα προκληθεί στην ΕΙΤΗΣΕΕ «ευθέως και αμέσως συγκεκριμένη, δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη», ενώ υπογραμμίζει πως «το παραδεκτό της αιτήσεως ακυρώσεως δεν είναι απαλλαγμένο αμφιβολιών».