«Ακούω – και δεν το ακούω μόνο από εσάς, το έχουν ζητήσει και πολλά επιμελητήρια και οι δικηγορικοί σύλλογοι – “μα γιατί να πουλήσει η τράπεζα το δάνειό της στο διαχειριστή με 30 σεντς και να μην το πουλήσει στον ίδιο τον οφειλέτη;”. Μα γιατί απαγορεύεται, και απαγορεύεται για δύο λόγους» υποστήριξε η γενική γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Χαρίκλεια Απαλαγάκη, μιλώντας στη Βουλή για το σχέδιο «Ηρακλής» την Τετάρτη, για να εξηγήσει τους δύο λόγους.

«Ο πρώτος λόγος είναι, ότι όλοι οι νόμοι για τη διαχείριση και τιτλοποίηση επιτρέπουν τη μεταβίβαση χαρτοφυλακίων μόνο σε νομικά πρόσωπα. Ο νόμος δεν επιτρέπει να μεταβιβάσεις δάνειο σε φυσικό πρόσωπο» υποστήριξε η εκπρόσωπος των τραπεζιτών, και προχώρησε στον δεύτερο λόγο, που δεν είναι άλλος από τον «κίνδυνο» για τις τράπεζες.

«Αντιλαμβάνεστε ότι αν ο καθένας από μας είχε τη δυνατότητα, ενώ χρωστούσε 20.000 ευρώ, να πάει στην τράπεζα και να πει: «10.000 ευρώ θα το πουλήσεις, δώσε το σε εμένα 12.000 ευρώ», τότε δεν θα χορηγήσουμε κανένα δάνειο στο μέλλον. Η δευτερογενής αγορά, εποπτικά, απαγορεύεται να είναι στον ίδιο τον οφειλέτη» απάντησε στην πρόταση φορέων και κομμάτων να πουλούν οι τράπεζες το δάνειο στον οφειλέτη, αντί να το δίνουν στον διαχειριστή.

Μία ακόμα ενδιαφέρουσα αποστροφή της αποκάλυψε πως μόνο μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2020 οι πλειστηριασμοί πρόκειται να φτάσουν τους 2.700, χωρίς όμως να ξεκαθαρίσει εάν πρόκειται για πρώτες κατοικίες.

Η Χ. Απαλλαγάκη υπεραμύνθηκε του σχεδίου «Ηρακλής», παρότι ο τραπεζικός κλάδος βοά για την ανάγκη θέσπισης επιπλέον μέτρων για τα κόκκινα δάνεια, υποστηρίζοντας μάλιστα πως οι δανειολήπτες προστατεύονται απολύτως.

«Ο νόμος για την τιτλοποίηση ορίζει ρητά, ότι όποια δικαιώματα είχε ο δανειολήπτης όταν το δάνειο ήταν στο χαρτοφυλάκιο της τράπεζας, τα ίδια ακριβώς δικαιώματα έχει ο δανειολήπτης και όταν το χαρτοφυλάκιο αλλάζει χέρι» ανέφερε η γενική γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, για να συμπληρώσει πως «ο δανειολήπτης θα μπει στη διαχείριση, έχοντας όλη την ομπρέλα προστασίας, που θα είχε και απέναντι στην τράπεζα».

Κατά τη διάρκεια ενημέρωσης των κοινοβουλευτικών επιτροπών Οικονομικών και Παραγωγής και Εμπορίου, η γ.γ. της ΕΕΤ, επισήμανε ότι «όλες οι τράπεζες είχαν τιτλοποιήσει και πριν τον ‘Ηρακλή’», ο οποίος είναι ένα «συστημικό εργαλείο και όλοι τον έχουν καλωσορίσει».

Και τα εξυπηρετούμενα δάνεια στα funds;

Αξίζει να σημειωθεί πως, στο ενδεχόμενο να περάσουν στους διαχειριστές και εξυπηρετούμενα δάνεια, η εκπρόσωπος των τραπεζιτών το άφησε ανοιχτό, ανάλογα με το συμφέρον των τραπεζών.

«Αυτό το οποίο συνεκτιμούμε σε ένα εξυπηρετούμενο δάνειο, είναι εάν είναι το κυρίαρχο ή το έλασσον, σε σχέση με το μη εξυπηρετούμενο. Αν δηλαδή το εξυπηρετούμενο είναι σαφώς χαμηλότερο από το μη εξυπηρετούμενο, τότε θα πεις ‘μα βεβαίως δεν με συμφέρει να έχω αυτό το ασήμαντο εξυπηρετούμενο, που μου δίνει την πιστωτική του κάρτα’ και θα πάει συνδεδεμένα. Είναι θέμα συγκεκριμένης αξιοποίησης», είπε, και για να προλάβει τις αντιδράσεις, στάθηκε στις «δικλύδες ασφαλείας» που έχουν ληφθεί για τις εταιρείες διαχείρισης.

Επισήμανε πως «οι εταιρείες διαχείρισης τελούν υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, αδειοδοτούνται από την Τράπεζα της Ελλάδος και 21 από αυτές είχαν λάβει άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος πολύ πριν καν αρχίσει να συζητείται το σχέδιο ‘Ηρακλής’».

«Το Δημόσιο έχει προβλέψει μια σειρά δικλείδων ασφαλείας, τόσο πριν την χορήγηση της εγγύησης, όσο και στη συνέχεια μετά τη χορήγησή της, και στο πιο κρίσιμο στάδιο, στην κατάπτωση. Να είστε σίγουροι, ότι κανείς από τους εμπλεκόμενους δεν θέλει να φτάσει στην ημέρα της κατάπτωσης της εγγύησης, και δεν θέλει να φτάσει για να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός Προϋπολογισμός, για να μην υπάρξει αμφιβολία για την πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών και του Δημοσίου», είπε η γ.γ. της ΕΕΤ.

«Οι τράπεζες από το 2015 το Σεπτέμβριο, που είχαμε το πικ (σ.σ. peak, κορύφωση) των μη εξυπηρετούμενων 106 δισ., μέχρι να ψηφιστεί ο ‘Ηρακλής’ μείωσαν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατά 30 δισ. Αυτό σημαίνει, ότι και αυτές κάτι έκαναν, και το έκαναν με συνθήκες, επίσης δύσκολες» ανέφερε ακόμη για τις προσπάθειες των τραπεζών να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, πριν την ψήφιση του «Ηρακλή».