Υπενθυμίζεται ότι την αντίθεσή της με τις προωθούμενες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας, που πέρασε την Παρασκευή από τις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές, έχει εκφράσει με ανακοίνωσή της η Σύγκλητος του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, βάζοντας στο στόχαστρο τόσο την επαγγελματική εξίσωση των αποφοίτων κολλεγίων με τους αποφοίτους δημόσιας ανώτατος εκπαίδευσης, όσο και με την σύνδεση αξιολόγησης και χρηματοδότησης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Ενστάσεις αντισυνταγματικότητας από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο για το νομοσχέδιο Κεραμέως
Ολόκληρη η ανακοίνωση:
Το άρθρο 50 του σχεδίου νόμου για την ίδρυση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης που συζητείται τώρα στη Βουλή ορίζει ότι: «τα πτυχία από εκπαιδευτικά Ιδρύματα της αλλοδαπής γίνονται δεκτά εφ’ όσον έχουν 1) αναγνώριση ακαδημαϊκής ισοτιμίας και αντιστοιχίας από τον ΔΟΑΤΑΠ, ή 2) απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων βάσει του Π.Δ. 38/2010, ή 3) απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναφή τίτλο για κλάδο εκπαιδευτικού».
Προφανώς, με το σχέδιο νόμου παραβλέπεται το γεγονός ότι με βάση το ισχύον καθεστώς πρέπει να γίνεται «διακρίβωση των υψηλών ακαδημαϊκών προσόντων του προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» και επιτρέπει με αυτόν τον τρόπο τη μαζική ενσωμάτωση πτυχιούχων κολεγίων που συνεργάζονται με ευρωπαϊκά ΑΕΙ ως παραρτήματά τους στην Ελλάδα στη δημόσια εκπαίδευση.
Το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, δια του Πρυτανικού Συμβουλίου του, εκφράζει έντονες επιφυλάξεις σε ό, τι αφορά το συγκεκριμένο άρθρο και ζητεί από το Υπουργείο Παιδείας να αποσύρει τη σχετική διάταξη. Οι ενστάσεις μας αφορούν μείζονα ακαδημαϊκά, ηθικά και θεσμικά ζητήματα.
Πρώτον, τα παραρτήματα ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα δεν διαθέτουν αξιολογημένα και συγκρίσιμα προγράμματα σπουδών με τα ελληνικά ΑΕΙ, ενώ η εισαγωγή νέων φοιτητών σε αυτά δεν γίνεται μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι απόφοιτοι των κολεγίων δεν έχουν κατ’ ανάγκην τα υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα που έχουν οι σημερινοί εκπαιδευτικοί στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Δεύτερον, με όσα ορίζονται στο άρθρο 50, οι φοιτητές των κολεγίων αποκτούν αυτόματα ένα προνόμιο που δεν παρέχεται στους μαθητές εκείνους που θα μπορούσαν να σπουδάσουν σε κολέγια, αλλά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν δίδακτρα. Αυτό εγείρει θέματα άνισης και άδικης μεταχείρισης, προσκρούοντας ταυτοχρόνως στις πρόνοιες του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Επισημαίνουμε ότι η αναβάθμιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου πρόσφατα έχουν διαπιστωθεί σημαντικά προβλήματα, δεν μπορεί να επιτευχθεί με την πρόσληψη προσωπικού μειωμένων προσόντων, αλλά με την προσέλκυση νέων επιστημόνων που διαθέτουν προσόντα ακόμη υψηλότερα από τα σημερινά.
Θεωρούμε, επίσης, ότι τα παραρτήματα ξένων Πανεπιστημίων δεν πρέπει να πριμοδοτούνται από την ελληνική Πολιτεία εις βάρος των δημόσιων ΑΕΙ, που συνεχίζουν να προσφέρουν ποιοτικό εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο παρά τα πλήγματα και τις απώλειες που επισώρευσε η δεκαετής οικονομική κρίση.
Το Πρυτανικό Συμβούλιο του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων