της Άννας Κουρουπού
Άλλοι τον κοιτάξαμε -ακόμη κι από συνήθεια- και άλλοι έφυγαν τρέχοντας απο μέσα τους.
Βγήκαν, οχι και τόσο καλά κρυμμένα συναισθήματα και σκέψεις.
Πιστεύω όλοι μας.
Και μπροστά στο δυνατό,το μεγάλο, το ανήκουστο -το σοκ που αναφέρω- είπα και ενα δε βαριέσαι, δικαιολόγησα, αιτιολόγησα, γνωρίζοντας πως δεν έχουμε όλοι το ίδιο αντίκρισμα,την ίδια δυναμη-δυναμική, σε ό,τι μας απειλεί.
*Το τελευταίο γεγονός, με τον δολοφόνο Δ.Κ.,γ ιατί αυτό ακριβώς ειναι, ήρθε “αθόρυβο” επειδή ήδη οι φωνές μας -όλων- ήταν πολύ έντονες.
Μια κοινωνία ολόκληρη έψαχνε να βρεί που χωρά, ανάμεσα σε παιδεραστές, κακοποιήσεις, βρόμα, δυσωδία και μια κυβέρνηση πιστή σε ό,τι υποσχέθηκε. Να μας καθηλώσει. Και προτίμησαν αυτό, απ το να δούν κομμάτια δικά τους στα πρόσωπα και τις ιστορίες των πρωταγωνιστών αυτής της ιστορίας.
*Νόμισα ,είχαμε «αδειάσει». Γελάστηκα.
Ευτυχώς δλδ. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η ιστορία μοιράζει πάλι. Ακούραστη. Αυτή ειναι η δουλειά της άλλωστε.
Είναι σοκαριστικά εύκολο, πόσο γρήγορα τρέχει ο καθένας στη πλευρά του.
Σαν έτοιμοι απο καιρό.
Ο καθρέφτης που λέγαμε;
Λυπάμαι -σίγουρα λυπάμαι και ας ειναι για το καλό μου- που είδα και άκουσα ανθρώπους που εκτιμούσα, τους έχω στη ζωή μου,τους έχω εμπιστευτεί κομμάτια απ τη ζωή μου,μύχιες σκέψεις, ακριβά συναισθήματα, να πηγαίνουν απέναντι.
Αυτό το «απέναντι» δεν έχει ψήγμα εγωισμού ή προδοσίας μέσα μου.
Μια ασήκωτη βαριά πικρία για τη βεβαιότητα των επιλογών μου. Των στιγμών μου μαζί τους που τόσο αναίμακτα μπορώ να σβήσω απ τη μνήμη μου,πλέον.
Δεν ξέρω αν έχει την πλήρη ευθύνη το βίωμα.Σίγουρα επηρεάζει.
Δεν έχει και σημασία άλλωστε, μπροστά στο αποτέλεσμα.
Αυτό που ξέρω όμως, είναι πως δεν μπορώ να κοιτάξω στα μάτια -έχοντας τους δίπλα μου,μακριά μου,στην όποια ουσιαστική επαφή ειχα μαζί τους- όποιον ειναι εν δυνάμει απέναντι μου, στερώντας μου κάθε δικαίωμα να αναπνέω ελεύθερα, με τη δική του αναπνοή να μου κλέβει τον αέρα.
Σέβομαι πολύ τον εαυτό μου -κάτι που δεν το έλεγα με πεποίθηση μέσα μου- για να μην ειναι η σκιά της μοναξιάς απο πάνω μου ή με το φόβο αυτής.
Ειναι αδιαπραγμάτευτη η ψυχή μου. Πάλεψα πάρα,μα πάρα πολύ,για να τη διαφυλάξω.
Δεν επιτρέπω να πληγωθεί ξανά, απο ανθρώπους που αγαπώ ή έστω μου ειναι συμπαθείς.
Ακόμη και αν δεν ειναι σε θέση να καταλάβουν, τι σημαίνει καταπάτηση δικαιωμάτων.
Των άλλων.
Δεν είχα καταλάβει -μάλλον δεν είχα την «ευκαιρία» – ότι πιστεύουν πως ναι μεν έχουν όλοι δίκαιωμα στη ζωή… απλά κάποιοι λίγο περισσότερο ή λιγότερο.
Δεν το αντέχω αυτό το ζύγι.Πνίγομαι.Λύνομαι.
Πήραμε τη θέση μας, τον ρόλο μας -όπως κάθε τι που έρχεται σε διαπραμάτευση με τη συνειδηση μας- και δυστυχώς ή ευτυχώς είδα στο βλεμα τους, πως είμαι ήδη φυλακισμένη, σε κάποια εντατική στη Λαμία,ετοιμοθάνατη, ψιθυρίζοντας μου… Ψοφο.