Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ρεπορτάζ της κυριακάτικης «Καθημερινής» οι επτά κοινοπραξίες που διαχειρίζονται τους αυτοκινητοδρόμους έχουν καταθέσει γραπτώς το αίτημα για συνολικές αποζημιώσεις 83,41 εκατ. ευρώ από το Δημόσιο λόγω της μειωμένης κίνησης που προκάλεσαν τα μέτρα περιορισμού. Ωστόσο, όπως σημειώνει το δημοσίευμα, δεν διεκδικού όλοι οι παραχωρησιούχοι αποζημιώσεις για το ίδιο διάστημα.
Το Δημόσιο αναγνωρίζει μέρος της ευθύνης, βάσει των σκανδαλωδών συμβάσεων που ορίζουν τέτοια δικαιώματα για αποζημιώσεις, ωστόσο φέρεται να υποστηρίζει ότι αφενός δεν έχουν αφαιρεθεί από τις διεκδικήσεις οι εξοικονομήσεις που εξασφάλισαν εντασσόμενοι στις «πληττόμενες επιχειρήσεις», αλλά και επίσης, απορρίπτει τα αιτήματα της Αττικής Οδού και του Μορέα, υποστηρίζοντας ότι είναι ασφαλισμένοι και για απώλεια εσόδων λόγω πανδημίας.
Παράλληλα, το Δημόσιο δεν επιθυμεί να αναγνωρίσει διεκδικήσεις εκτός του διαστήματος της «βαριάς» καραντίνας (Μάρτιος-Μάιος), καθώς σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με συνεχείς νέες διεκδικήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», το Δημόσιο θα επιδιώξει γενικώς να υπάρξει συμβιβασμός και να μην οδηγηθούν οι διεκδικήσεις σε νέες διαιτησίες.
Αίτημα και από Fraport για αεροδρόμια
Υπενθυμίζεται ότι επικαλούμενη τις απώλειες των προβλεπόμενων εσόδων από τη διαχείριση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων και πατώντας πάνω στην αποικιοκρατική σύμβαση που είχε υπογράψει με το ελληνικό Δημόσιο το 2015 και τις δίνει το δικαίωμα να ζητάει αποζημιώσεις από το κράτος σε τέτοιες περιπτώσεις, η Fraport προετοιμαζόταν τον Ιούλιο να απαιτήσει ένα ποσό περίπου 175 εκατ. ευρώ από το Δημοσιο.
«Η Fraport εμφανίζεται να επιδιώκει να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει στις πρόνοιες της διαιτησίας και των άλλων έννομων μέσων που προβλέπονται, σημειώνουν κύκλοι που γνωρίζουν λεπτομέρειες των σχετικών προσπαθειών. Ωστόσο, κάτι τέτοιο εκτιμάται πως θα είναι εξαιρετικά δύσκολο δεδομένου πως το Δημόσιο υποχρεούται να εξαντλήσει όλα τα έννομα περιθώρια που έχει για να μειώσει και να μεταθέσει πιθανή αποζημίωση» ανέφερε τότε σχετικό ρεπορτάζ της «Καθημερινής»
Διαχρονική πληγή
Όλα αυτά, τη στιγμή που τα υψηλή κόστη και η παντελής αποτυχία των ΣΔΙΤ στην Ελλάδα έχουν κάνει τον γύρο της Ευρώπης.
Εέρευνα του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το 2018 κατέδειξε ότι στην Ελλάδα (η οποία είναι μακράν ο μεγαλύτερος αποδέκτης συνεισφορών της ΕΕ, έχοντας λάβει το 59 % του συνολικού ποσού για όλη την ΕΕ, ή 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ), το κόστος ανά χιλιόμετρο των τριών αυτοκινητόδρομων που υποβλήθηκαν σε εξέταση αυξήθηκε έως και κατά 69 %, ενώ παράλληλα το αντικείμενο των έργων μειώθηκε έως και κατά 55 %.
Οι κύριες αιτίες της αναποτελεσματικότητας των δαπανών ήταν η ανάγκη κάλυψης των χρηματοδοτικών ελλειμμάτων που προκλήθηκαν από την αναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων ΣΔΙΤ, η ελλιπής προετοιμασία των έργων από τους εταίρους του δημόσιου τομέα και, πρωτίστως, η υπογραφή συμβάσεων με ιδιώτες παραχωρησιούχους πριν από την επίλυση σημαντικών προβλημάτων.